Ο κινηματογράφος Τιτάνια θα προβάλλει την ταινία του Μαρσέλ Καρνέ με τίτλο «Τα παιδιά του παραδείσου», που χαρακτηρίστηκε ως η καλύτερη Γαλλική ταινία

… όλων των εποχών, από την Πέμπτη 18 Οκτωβρίου 2012, καθημερινά στις 19.00.

Η ταινία ψηφίστηκε η καλύτερη ταινία όλων των εποχών από επιτροπή κριτικών για τα 100 χρόνια του κινηματογράφου, και παρουσιάστηκε επίσημα στο πρόσφατο φεστιβάλ Καννών στο τμήμα Cannes Classics, πλήρως ψηφιακά αποκατεστημένη, όπως προβλήθηκε στις Κάννες 2011!

Υποψήφιο για Oscar Καλύτερου Πρωτότυπου Σεναρίου 1947
Ειδικό βραβείο «Cesar of Cesars» Παρίσι 1979

Το αριστούργημα του παγκόσμιου κινηματογράφου του ΜΑΡΣΕΛ ΚΑΡΝΕ

ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΥ – LES ENFANTS DU PARADIS
ΓΑΛΛΙΑ –  1945 – 190’ – Α/Μ

Η ΥΠΟΘΕΣΗΠαρίσι, 1840, Λεωφόρος του Εγκλήματος. Μέσα στο πολύβουο πλήθος που συνωστίζεται γύρω από τα θεάματα, μια ελεύθερη γυναίκα, η Γκαράνς, γίνεται το αντικείμενο του πόθου ενός πρωτοπόρου, αλλά και συνεσταλμένου μίμου, του Μπαπτίστ. Εκείνος την ερωτεύεται παράφορα και με μια εξαιρετική παντομίμα την γλιτώνει από τη φυλακή. Ένας τέτοιος έρωτας όμως δεν είναι εφικτός. Η γοητευτική Γκαράνς προσελκύει πολλούς άντρες δίπλα της και ο ρομαντικός Μπαπτίστ δεν δέχεται τίποτα από το απόλυτο! Σύντομα τους δύο τους χωρίζουν άλλοι έρωτες. Ο Λασνέρ, ο Φρεντερίκ Λεμαίτρ και ο πάμπλουτος κόμης Εντουάρ διεκδικούν την Γκαράνς και η πιστή, ερωτευμένη Ναταλί τον Μπατίστ. Φαίνεται πως οι ζωές τους είναι καταδικασμένες να εξελίσσονται παράλληλα. Όμως, το πάθος του Μπαπτίστ φαίνεται να παραμένει άσβεστο και να φουντώνει περισσότερο όσο περνά ο καιρός…

ΕΓΡΑΨΑΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΑΙΝΙΑ

«Θεωρούμενη ευρέως ως η σπουδαιότερη ταινία όλων των εποχών, κι οπωσδήποτε τεράστιος θρίαμβος για το γαλλικό σινεμά, η ταινία «Τα Παιδιά Του Παραδείσου» μας ταξιδεύει σ’ ένα άχρονο παραμύθι ενός ανεκπλήρωτου έρωτα, κάτω από τις πιο δύσκολες συνθήκες. Είναι το απόγειο μιας εκπληκτικά επιτυχημένης συνεργασίας σκηνοθέτη-σεναριογράφου Μαρσέλ Καρνέ και Ζακ Πρεβέρ κι ακόμη και σήμερα η ταινία είναι ουσιώδης και πολύ δυνατή.»
Film Review

«Ο ποιητικός ρεαλισμός φτάνει στα ύψη στα με τα «Παιδιά του Παραδείσου». Με μοναδική επιδεξιότητα συνδυάζει το θέατρο, τη λογοτεχνία, τη μουσική, ανασταίνοντας το θυελλώδη κόσμο του Παρισιού, του 19ου αιώνα, γεμάτο με γυρολόγους και αριστοκράτες, κλέφτες κι εταίρες, προαγωγούς και μάντεις.»                                                
Criterion

«Στο Παρίσι του 19ου αιώνα το  αυτό γαλλικό δράμα, με τα μεγάλα πάθη  μας απορροφά για 190’. Η ταινία έχει παραχθεί κατά τη διάρκεια μιας διετούς περιόδου κάτω από απόλυτη μυστικότητα, μιας και η Γαλλία ήταν υπό Ναζιστική κατοχή. Πολλοί από τους ηθοποιούς και τα μέλη της παραγωγής, μαζί και ο σεναριογράφος, είχα συλληφθεί, για την συμμετοχή τους στην Αντίσταση. Τα παιδιά του Παραδείσου είναι μία από τις μεγάλες ρομαντικές κλασσικές ταινίες του διεθνούς κινηματογράφου.»
All Movie Magazine

«Αυτή η φιλόδοξη Γαλλική ταινία μας αποκαλύπτεται ως ένα μυστηριώδες μείγμα εσωτερικότητας, ομορφιάς και ρομαντισμού. Αστραφτερές πινελιές εξαίρετης μιμικής τέχνης και φρέσκου Γαλλικού χιούμορ παντρεύονται με την όχι άγνωστη στο Χόλλυγουντ ιδέα της femme fatale που οδηγεί τους άντρες στην καταστροφή, σε μια εκπληκτική σεναριακή και σκηνοθετική απόδοση.»
Variety, απόσπασμα

ΒΙΟΓΡΑΦΙΕΣ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΩΝ


MARCEL CARNE
(1906-1996)
Συναγωνιζόμενος με τον Jean Renoir για την πρωτοκαθεδρία στον Γαλλικό Κινηματογράφο μέσα από μια εκθαμβωτική καριέρα, κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του ’30 και του ’40 γύρισε επτά αλλεπάλληλες ταινίες οι οποίες εδραίωσαν μια φήμη που ακόμη και η ρεβιζιονιστική επίδραση της Nouvelle Vague δεν κατόρθωσε να μειώσει. Μάλιστα ο Καρνέ είναι ώριμος για επανεκτίμηση σε μια εποχή όπου τα ειδικά εφέ είναι τόσο της μόδας. Τερπόταν με τα τεχνάσματα και της οπτικές απάτες, που του πρόσφερε το σινεμά, την εποχή του απογείου της καριέρας του. Ο Καρνέ είχε μάθει την τέχνη δουλεύοντας προηγουμένως ως βοηθός σε σκηνοθέτες, όπως ο René Clair και ο Jacques Feyder, στην ηλικία των 30 έκανε το σκηνοθετικό του ντεμπούτο με την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, Jenny. Η μεγάλη του επιτυχία, του επέτρεψε να γίνει ένας πολυγραφότατος σκηνοθέτης με ταινίες όπως,  Drôle de Drame, Le Quai des Brumes, Hôtel du Nord και Le Jour se Lève ξεδιπλώνοντας ένα σπάνιο ταλέντο στο να σκηνοθετεί τους ηθοποιούς του και στον έλεγχο της ατμόσφαιρας, που δεν κατόρθωσε κανείς τότε, ακόμα και ως τώρα να ξεπεράσει. Οι ήρωες του είναι βλοσυροί, λακωνικοί, μοναχικοί άνθρωποι, και οι γυναίκες του εμφανίζονται ως θύματα με χρυσή καρδιά, ατσαλένιο χαρακτήρα, κι ένα ψήγμα μαγείας. Έχουν αγωνιστεί για επιβίωση, αντιμέτωπες με μια αναπόδραστη μοίρα, όπως ακριβώς και η πατρίδα του Καρνέ με την αγωνία της οικονομικής κατάρρευσης και στα πρόθυρα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Όταν η Γαλλία καταλαμβάνεται το 1940, ο Καρνέ αποφασίζει να συνεχίσει να εργάζεται, χρησιμοποιώντας ιστορικά θέματα και σκηνικά για να αποφύγει τη λογοκρισία κι επαφίεται στο εξαιρετικό επιτελείο τεχνικών του για να επιτύχει τους στόχους του. Και στις δύο ταινίες του Les Visiteurs du soir και Les Enfants du Paradis υποβόσκει μια σκληρή κριτική για την Γερμανική Κατοχή κάτω από την επίφαση μιας ιστορικής ίντριγκας. Τα μεταπολεμικά του έργα υπολείπονται κάπως, συγκριτικά, παρόλο που η δεξιότητα του Καρνέ να χειρίζεται το καστ του δεν κλονίστηκε ποτέ. Έδωσε λαμπρές ευκαιρίες σε πολλά νέα ταλέντα όπως ο Yves Montand, Gérard Philippe, Laurent Terzieff και Jean-Paul Belmondo, καθώς συνέχιζε να συνεργάζεται με επιβλητικά ονόματα όπως ο Gabin και η Arletty. Συνέχιζε να σκηνοθετεί ως και τα 70 του κι έγινε μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας το 1980, όντας ο πρώτος σκηνοθέτης που απέλαβε τέτοιας τιμητικής διάκρισης. Δύο χρόνια νωρίτερα, Τα Παιδιά Του Παραδείσου είχαν εκλεγεί ως η καλύτερη ομιλούσα Γαλλική ταινία όλων των εποχών, κι αυτό οδήγησε στη βράβευση του Καρνέ με το ειδικό βραβείο “César des Césars” στην ετήσια τελετή απονομής στο Παρίσι το 1979.

Φιλμογραφία Nogent, Eldorado du Dimanche (1929)
Jenny (1936)
 Drôle de Drame ou L’ étrange Aventure du Docteur Molyneux (1937)
Le Quai des Brumes (1938)
Hôtel du Nord (1938)
Le Jour se Lève (1939)
Les Visiteurs du Soir (1942)
Les Enfants du Paradis (1945)
Les portes de la Nuit (1946)
La Fleur de l’âge(1947)
La Marie du Port (1950)
Juliette ou La Clef des Songes (1951)
Thérèse Raquin (1953)
L’air de Paris (1954)
Le pays d’où Je Viens (1956)
Les Tricheurs (1958)
Terrain Vague (1960)
Du Mouron pour les petits Oiseaux (1963)
Trois Chambres à Manhattan (1965)
Les Jeunes Loups (1968)
Les Assassins de l’Ordre (1971)
La Merveilleuse Visite (1974)
La Bible (1977)

Jacques Prévert
(1900-1977)
Ο Πρεβέρ έγινε γνωστός μέσα στους κύκλους των Σουρεαλιστών και του Κινηματογράφου, τη δεκαετία του 1920. Ο πατέρας του ήθελε να τον κάνει ηθοποιό, και τον έπαιρνε στα παρασκήνια όταν ήταν παιδί. Στον Πρεβέρ, όμως δεν άρεσε καθόλου να παίζει μπροστά στην κάμερα, αλλά ήταν εκστασιασμένος με τη σκηνή και την ατμόσφαιρα του θεάτρου. Ο ίδιος κι ο αδελφός του Πιέρ, έγραφαν στίχους, σκετσάκια, μπαλάντες και σενάρια με μεγάλη ταχύτητα κι ευκολία.
Κι οι δυο λάτρευαν την παράδοση της φαρσοκωμωδίας και του μπουρλέσκ που ενσαρκώνονταν σε μια από τις αγαπημένες τους προσωπικότητες του κινηματογράφου, τον Μπάστερ Κίτον. Ενώ ο Ζακ τελειοποιούσε το έμφυτο ταλέντο του στους μεστούς διαλόγους και τις δραματικές συγκρούσεις, ο νεότερος αδελφός του προσανατολίστηκε στη σκηνοθεσία. Μαζί έκαναν τρεις ταινίες μεγάλου μήκους αλλά και πολλές τηλεταινίες. Οι περισσότερες είναι σαγηνευτικές κι ακόμα αναβιώνουν, οι δυο διασημότερες είναι η L’ affaire est dans le sac (1932) και η Voyage Surprise (1946).
Παρόλο που έγραψε εξέχουσες ταινίες για τον Renoir, τον Grémillon και τον Cayate, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Jacques Prévert βρήκε το πνευματικό του ταίρι στον Marcel Carné, έξι χρόνια νεώτερο του αλλά αποφασισμένο να επιβληθεί στον Γαλλικό κινηματογράφο του 1930. Οι δυο άνδρες μοιράζονταν μια αντικομφορμιστική άποψη για την κοινωνία και μια ευχαρίστηση στη δημιουργία μιας αίσθησης μελαγχολίας στην οθόνη, που σύντομα ονομάστηκε “ποιητικός ρεαλισμός”. Ο Πρεβέρ ήταν γνωστός στους κύκλους των υπερρεαλιστών, ενώ οι πολιτικές πεποιθήσεις του τον είχαν φέρει σε αντιπαράθεση με τη λογοκρισία σε πολλές περιπτώσεις. Με τον Πρεβέρ πίσω από τη γραφομηχανή και τον Καρνέ πίσω από την κάμερα γυρίστηκαν πολλές μεγάλες επιτυχίες, όπως Drôle de Drame, Hôtel Du Nord, Le Jour Se Lève, Les Visiteurs Du Soir και φυσικά Les Enfants Du Paradis. Ο Ζακ Πρεβέρ καθιερώθηκε επίσης ως ένας από τους πιο πολυαγαπημένους στιχουργούς και η επιρροή του ως σεναριογράφου είναι εμφανής στο έργο του Γκοντάρ, του οποίου οι ανέμελες γυναίκες παρέπεμπαν στις ηρωίδες του Πρεβέρ.

Arletty
Πραγματικό όνομα Léonie Bathiat, (1898-1992)Αυτή η επιβλητική, γαλήνιας ομορφιάς ηθοποιός ξεκίνησε την καριέρα της ως ηθοποιός του θεάτρου τη δεκαετία του 1920 και εμφανίστηκε στον κινηματογράφο τη δεκαετία του 1930. Με το Hôtel du Nord (1938) και το Le Jour se lève (1939), και οι δύο του Μαρσέλ Καρνέ, κυριάρχησε στην οθόνη ως ελεύθερο πνεύμα, μια γυναίκα, που όπως επισημαίνει κι ο Μαρσέλ Μαρτέν, δεν πίστευε ούτε στον Θεό ούτε στον Διάβολο, κι ακόμα λιγότερο στους άνδρες γύρω της. Μετά τον πόλεμο αντιμετώπισε ποινή φυλάκισης γιατί είχε δεσμό με έναν αξιωματικό των Ναζί κατά τη διάρκεια της κατοχής. Συνέχισε να παίζει σε ταινίες τις δεκαετίες του ’40 και του ’50, αναγκάστηκε όμως, να εγκαταλείψει το 1962, καθώς έμεινε σχεδόν τυφλή.

Jean-Louis Barrault, (1910-1994) Θρυλική μορφή του Γαλλικού θεάτρου του 1930 κι εξής, ο Μπαρώ προσχώρησε στο σουρεαλιστικό κίνημα κι υπήρξε στενός φίλος του Antonin Artaud. To 1946, έστησε τη δική του θεατρική εταιρεία, με την σύζυγό του Madeleine Renaud, κι αργότερα έγινε επικεφαλής του αναγνωρισμένου θεάτρου Odeon στο Παρίσι. Λεπτοκαμωμένος, ευφράδης κι ικανός για τις πιο εκφραστικές χειρονομίες ως μίμος, βρήκε τον σπουδαιότερο ρόλο του στον Μπατίστ στα Παιδιά Του Παραδείσου. Η κόρη του Marie-Christine Barrault, πρωταγωνίστησε στο My Night at Maud’s και Cousin Cousine.

Pierre Brasseur
Πραγματικό όνομα Pierre-Albert Espinasse, (1905-1972)
Εξαιρετικά χαρισματικός Γάλλος σταρ του θεάτρου και του κινηματογράφου. Πρωτοεμφανίστηκε στην οθόνη το 1924 κι εμφανίστηκε σε περισσότερες από 80 ταινίες τις επόμενες δεκαετίες. Συνεργάστηκε με πολλούς μεγάλους Γάλλους σκηνοθέτες όπως οι Carné, Clair, Renoir, Ophuls και στα επόμενα χρόνια στράφηκε σε πιο κυνικούς και συχνά αντιπαθητικούς ρόλους όπως τον πρωταγωνιστικό ρόλο της ομώνυμης ταινίας του Christian Jacque, Barbe Bleue, και τον κακόβουλο βαρόνο στην ταινία του Borowczyk, Goto, Island of Love. Ο γιός του, Claude έπαιξε σε πολλές ταινίες του Νέου Κύματος του Γκοντάρ και Τρυφώ.

Marcel Herrand (1897-1953)Πρωτίστως, άνθρωπος του θεάτρου, άρχισε να παίζει στον κινηματογράφο στην ηλικία των 44 χρονών, πρωταγωνιστώντας στην ταινία του Jacques de Baroncelli, Le Pavillon Brûle. Ο Carné όμως, είδε σ’ αυτόν το ταλέντο να υποδυθεί έναν χλευαστικό, σχεδόν διαβολικό χαρακτήρα και τον προσέλαβε πρώτα στο Les Visiteurs du Soir κι ύστερα με φοβερή επιτυχία στο Les Enfants Du Paradis. Οι μεταπολεμικοί του ρόλοι έδειχναν να τον αφήνουν αδιάφορο, παρόλο που συνεργάστηκε με σκηνοθέτες της τάξεως του Maurice Tourneur, Marcel L’Herbier και Christian Jacque.

«ΠΑΘΙΑΣΜEΝΟ… ΚΑΘΗΛΩΤΙΚΟ!»
THE NEW YORK TIMES

«ΤΟ ΟΣΑ ΠΑΙΡΝΕΙ Ο ΑΝΕΜΟΣ ΤΩΝ ARTHOUSE ΤΑΙΝΙΩΝ.»
THE VILLAGE VOICE

«ΕΝΑ ΜΝΗΜΕΙΟ ΤΟΥ ΓΑΛΛΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ.»
THE GUARDIAN

«Συγκινητική, θαυμαστή, μαγικά κεντημένη ταινία,
απίστευτα ρομαντική και ρομαντικά αδύνατη»
The Boston Globe

«Μία από τις 100 καλύτερες ταινίες όλων των εποχών»
Entertaiment Weekly