Ο δρόμος για το μεταμοντέρνο μυθιστόρημα περνάει μέσα από χέρσα αφηγηματικά τοπία, για να γίνει κάπως έτσι το θέλημα μιας απαιτητικής διανόησης. Τι μυθιστόρημα, όμως, γράφεται όταν η αφήγηση δεν είναι το κύριο μέλημα του συγγραφέα; Ο «Μάρτυς» του Kaveh Akbar (Κάβε Ακμπάρ) δίνει μια πειστική απάντηση σε ένα ερώτημα που μοιάζει να είναι απλά ρητορικό.
Στη λογοτεχνία είσαι ό,τι δηλώσεις όπερ σημαίνει ότι μπορείς να περνιέσαι για ποιητής αλλά στην ουσία να είσαι ένας κρυπτομυθιστοριογράφος ή κάτι άλλο. Κανείς δεν θα έρθει να σου πάρει το δίπλωμα, ειδικά όταν αυτά που γράφεις έχουν ενδιαφέρον και διαβάζονται απολαυστικά. Ο Κάβε Ακμπάρ επιχειρεί ένα μυθιστορηματικό σχεδίασμα, με ρευστούς, ασπόνδυλους χαρακτήρες, με ασαφή πλοκή, μια σύνθεση ελαφρώς γκουρμέ με πειραγμένους τους τόπους και τον χρόνο της αφήγησης. Στην ουσία δεν αναπτύσσεται συνεπής διήγηση μιας ιστορίας, με τους συνήθεις όρους. Αντί για τη γραμμικότητα, προκρίνεται μια κυκλική αφήγηση, με ήρωες που είτε έχουν βασιλικό όνομα (Σάιρους βλέπε Κύρος) είτε όχι, δεν είναι παρά αποσυνάγωγοι της Ιστορίας, πληβείοι μιας γεωπολιτικής θεώρησης του κόσμου.
Στον αντίποδα αυτής της νωχελικής και άτυπης πλοκής, οι στοχασμοί του συγγραφέα είναι θαυμαστοί, όταν πραγματεύεται τον ύπνο, τον θάνατο, όταν εγκαλεί τον Τζαλαλαντίν Ρουμί στα όνειρα του πρωταγωνιστή, όταν διηγείται ένα επεισόδιο παρμένο, θαρρείς, από τις «Χίλιες και μία νύχτες» ή όταν μιλά για το επεισόδιο από το οποίο γεννήθηκε ο ανθρώπινος πολιτισμός. Η ποιητική διάσταση της γραφής του Ακμπάρ δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις, αφού οι μεταφορές του μαγεύουν τον αναγνώστη – μεταφορές πρωτότυπες ενός ανέμελου πνεύματος που καθώς φαίνεται θέλγεται από την Κλαρίσα Λισπέκτορ.
Είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς αν στο εξής θα γράφονται μυθιστορήματα κατ’ ευφημισμόν, αρκεί τουλάχιστον να γράφονται με τον απολαυστικό και ελεύθερο τρόπο του Ιρανού συγγραφέα – να μας λέει για τους ανθρώπους που προσποιούνται τους κοιμισμένους, έχοντας την πίστη ότι τελικά η προσποίησή τους θα μετουσιωθεί σε αληθινό ύπνο… Να βάζει τους ήρωες του σε μουσεία, σε αεροπλάνα, σε χώρους απεξάρτησης, σε ατελιέ και γκαλερί, εξισώνοντας τους ήρωες και τα πάθη τους σε όλο τον ταραγμένο αυτό πλανήτη που η σύγχρονη λογοτεχνία διατρέχει με τεράστιες δρασκελιές. Να μιλά τόσο σοφά για την γλώσσα σαν να ήταν μια προαιώνια αίσθηση όπως η όσφρηση. Να προσομοιάζει το μαρτύριο της απεξάρτησης με την πρώτη φράση από την αξεπέραστη Άννα Καρένινα (όλες οι ιστορίες εξαρτημένων μοιάζουν η μια με την άλλη. Κάθε άτομο πετυχαίνει την απεξάρτησή του με το δικό του τρόπο) καταλήγοντας πως «Η ενεργή εξάρτηση είναι ένας αλγόριθμος, μια συντριπτική ομοιομορφία. Η ιστορία είναι αυτό που έρχεται μετά»… Να προϊδεάζει τον αναγνώστη με μότο όπως: «Μοιάζει τόσο αμερικάνικο να περιφρονείς όνειρα επειδή δεν είναι φτιαγμένα από αντικείμενα, από πράγματα που μπορείς να κρατήσεις και να καταλογογραφήσεις και μετά να βάλεις σε θησαυροφυλάκιο»…
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Ο Κάβε Ακμπάρ στο μυθιστόρημά του επιδίδεται σε διακηρύξεις σχετικά με τα φλέγοντα ζητήματα της εποχής μας αλλά το κάνει με μετριοπάθεια και νηφαλιότητα, χωρίς να παρασύρεται στο γλυκερό και μελοδραματικό ύφος άλλων συγγραφέων. Δείχνει ήδη ώριμος και αρκούντως έμπειρος. Στο τέλος μας επιφυλάσσει και μια ανατροπή την οποία προοικονομεί από το μέσο περίπου του βιβλίου του. Σε όλα αυτά η μετάφραση της Μυρσίνης Γκανά βοηθά για να μπούμε στο πνεύμα ενός ανθρώπου που προαλείφεται για σημαντικός μυθιστοριογράφος.