Μπορεί η τέχνη σήμερα να λειτουργήσει ως βαρόμετρο των ασταθών καιρών που διανύουμε;

To 2022 ήταν η πρώτη χρονιά σε τρία χρόνια χωρίς φυσικούς εγκλεισμούς αλλά οι απαγορεύσεις φόρεσαν γρήγορα ένα άλλο είδος μάσκας, εκείνο της καταστολής και της απαξίωσης όλων εκείνων των δρόμων που δεν οδηγούν στη στείρα διαδικασία παραγωγής, δηλαδή του πολιτισμού, της δημόσιας υγείας, της δικαιοσύνης, της παιδείας, με το τιμωρητικό αφήγημα της “προσωπικής ευθύνης” να εξακολουθεί να εγκαλείται από τους αποποιητές της. Την ίδια στιγμή η νέα χρονιά ξεκινά με έναν πόλεμο που επανεμφάνισε το πολλαπλά κακό πρόσωπο της γηραιάς ηπείρου, και ως μία εκ των συνεπειών, ήρθε και η χειρότερη ενεργειακή κρίση των τελευταίων ετών. Μέσα σε αυτή τη δυστοπική πραγματικότητα η τέχνη φέτος σε παγκόσμιο επίπεδο, παρουσιάστηκε μουδιασμένη, ομφαλοσκοπική, να δυσκολεύεται να αντιμετωπίσει με τα δικά της κοφτερά όπλα τους λυσσώδεις, γλουτωνικούς σπασμούς ενός έκπτωτου κερδοσκοπικού συστήματος αγορών και επίπλαστης ανάπτυξης που αντιλαμβάνεται ότι καταρρέει εκ των έσω και θέλει να παρασύρει μαζί του ό,τι προλάβει, για να χορτάσει το αχόρταγο στόμα εντός του.

Μία ελπίδα είναι ότι στο διεθνές εκθεσιακό στερέωμα είδαμε για πρώτη φορά τόση εισροή καλλιτεχνών από ευαίσθητες και γκετοποιημένες ως τώρα ομάδες όπως και εκφραστικά πλούσια κοινωνική χειροτεχνία. Μόνο να ελπίζουμε μπορούμε ότι αυτό δεν θα είναι μία ακόμα μόδα που εργαλειοποιείται από το σύστημα, που συχνά πια εκπροσωπείται από πολιτικές μεγάλων ιδρυμάτων, και το οποίο υιοθετεί με χαρακτηριστική ευκολία βαρύνοντες όρους όπως η συμπερίληψη, ή επικαλείται τη χειροτεχνία των προγόνων για να την μετατρέψει απλά σε μία ανούσια πανύγηρη. Τα μουσεία σε όλο τον κόσμο αρχίζουν να ανακάμπτουν από την πανδημία αλλά και να αναθεωρούν το ρόλο τους καταρχήν ως πάροχοι σκέψης και όχι μόνο ως ετεροτοπίες θεάματος, και το ίδιο αναμένουμε και στη δική μας γωνιά του κόσμου από τα δύο κεντρικά μουσεία της Αθήνας, το ΕΜΣΤ και την Πινακοθήκη αλλά και το Μomus της συμπρωτεύουσας που πρόσφατα άλλαξαν- για ακόμα μια φορά στην περίπτωση του ΕΜΣΤ- διευθύνσεις.

Δύο μεγάλοι Έλληνες καλλιτέχνες – δύο εκθέσεις σταθμοί

Η Μαρίνα Λαμπράκη Πλάκα μπορεί να υπήρξε η προαιώνια μουσειακή διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης, με τα καλά και τα άσχημα ενός μακροχρόνιου θεσμικού ρόλου, η αίσθηση όμως που πλημμυρίζει το κύκνειο επιμελητικό της άσμα στην έκθεση του Κωνσταντίνου Παρθένη (1878-1967), είναι αυτή της επιβίβασης στη λέμβο για το Toteninsel του Bocklin, με τις αισθήσεις οξυμένες και έτοιμες για μία εμβυθιστική κατάβαση στα άδυτα της δημιουργικής διαδικασίας ενός βαθιά πνευματικού καλλιτέχνη, ενώ την ίδια στιγμή αποτελεί το πιο ποιητικό κατευόδιο για την επιμελήτρια. Το ταξίδι του Παρθένη στη ζωγραφική επικράτεια του Ρομαντισμού χαρακτηρίζεται από μία διαρκή προσπάθεια διάρρηξης της φαινομενολογίας των πραγμάτων για να μπορέσει να επιτευχθεί η εξόρυξη του αόρατου αιθέρα της ύπαρξης. Τοπία και θεολογικές σκηνές, ατμόσφαιρες και βλέμματα, απέχουν παρασάγγας από την αντίληψη της Πλατωνικής μίμησης καθώς δεν συνιστούν απεικονίσεις του ορατού κόσμου αλλά μετεικάσματα του κόσμου των ιδεών. Κάθε ζωγραφική απόπειρα ψηλαφεί τον υμένα της ψυχής όσο χρειάζεται για να θερμανθεί και να ακτινοβολήσει με μία εκθαμβωτική ενάργεια που απλώνεται κατανυκτικά πίσω στους αιώνες ώστε να ενωθεί με τον λατρευτικό λαμπερό εξανθρωπισμό του Θείου από τον Giotto.

Μία έκθεση φέτος που σημαδεύτηκε με την απώλεια μιας ακόμα σημαντικής προσωπικότητας του ελληνικού εικαστικού τοπίου ήταν η μεγάλη παρουσίαση του Γιώργου Λαζόγκα (1945-2022) με τον εύγλωττο τίτλο Το Χτες είναι Τώρα, στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο που για πρώτη φορά φιλοξενεί σύγχρονα έργα που συνδιαλέγονται με εκθέματα της συλλογής υπό την εμπνευσμένη, δραματική επιμέλεια των Άννας Καραπαναγιώτου, Ευαγγέλου Βιβλιοδέτη και Μπίας Παπαδοπούλου. Ο Μύθος για τον Λαζόγκα, όπως και προηγουμένως για τον Παρθένη, μεταμορφώνεται σε ένα σεντούκι με διαχρονικά τιμαλφή που ενεργοποιούν μία επανάγνωση. Ποια είναι αυτά; Ο χρόνος, η μορφή, το ίχνος. Το πτυχωμένο αποτύπωμα της Νίκης ανασαίνει βυθισμένο σε μία σινδόνη, το φευγαλέο πετάρισμα των μολυβένιων της φτερούγων διαγράφει χαρακιές στο λευκό στην προσπάθεια να αποδράσει, τα θραυσματικά όστρακα και οι θρυμματισμένοι κίονες ανασυστήνουν την κατακερματισμένη μνήμη μας, και οι τυφλές ζωγραφικές γραφές ψιθυρίζουν ιστορίες για το άλεκτον. Στα έργα του Λαζόγκα, συναντήσαμε και τους Λαιστρυγόνες και τους Κύκλωπες και τον άγριο Ποσειδώνα με τις Σειρήνες που κουβαλούσαμε πάντα εντός μας, και τους ξορκίσαμε με την αποτροπαϊκή, ταλισμανική τέχνη του εξπρεσιονιστή δημιουργού.

Κωνσταντίνος Παρθένης

Η Επέλαση του Απονενοημένου Συντάγματος

Στην Ελλάδα του 30% που διάγει πλέον στα όρια της απόλυτης ένδειας, η τέχνη μπορεί να αγκαλιάσει το βάσανο, έχει τη δύναμη να λειτουργήσει ως βάλσαμο, ένας ιερός κήπος ρεμβασμού που αγκαλιάζει, θρέφει, καθαίρει και ιαίνει. Ή ως αποτροπαϊκό σύμβολο. Ή σαν escape room. Αλλά και ως κοφτερός καθρέπτης. Μία από τις σπάνιες στιγμές μέσα στην εκθεσιακή χρονιά που όλα αυτά συνέβησαν ταυτόχρονα στον ίδιο χώρο ήταν η απόκοσμη μα και χειροπιαστά εγκόσμια ιστοριοδιφική εμπειρία του Απονενοημένου Συντάγματος, στο Μουσείο Νεοελληνικής Αυτοχειρίας με τον πικρό τίτλο του δρόμου που το φιλοξένησε, “Σωζόπολις”, από το Ρομαντικό Πανεπιστήμιο. Ο Σαμσών Ρακάς, εκ των ύστατων Ρομαντικών αυτής της απομαγεμένης εποχής, ερεύνησε επί χρόνια, μέσα από δημοσιεύσεις στον τύπο των σημειωμάτων που άφησαν πίσω τους, 200 περιπτώσεις αυτοχειριών από τα τέλη του 19ου ως το πρώτο μισό του προηγούμενου αιώνα στην Ελλάδα, την εποχή των μεγάλων προσδοκιών και απομυθοποιήσεων της διαβίωσης στα νεότευκτα άστη στη χαραυγή των Μοντέρνων Καιρών, γυρεύοντας μια ιδεατή Σωζόπολη. Ο σκοπός που τέθηκε εξαρχής ήταν το να αναζητηθεί επιτέλους με παρρησία η ελληνική ιστορία από την πλευρά της απώλειας, και όχι μέσα από τη φενάκη της θριαμβολογίας.

Μαζί με τον Κίμωνα Θεοδώρου και την Υρώ Καζάρα (η οποία υπέγραψε το πιο μνημειακό ίσως έργο της έκθεσης, το “102 Ανασύσταση”, μία ταφική στήλη/ ηχητική εγκατάσταση από χώμα και ύφασμα με τα ονόματα 102 αυτόχειρων γυναικών και άλλων 15 που προσμένουν επανατοποθέτηση στη μνήμη), προσέφεραν τις πεισιθάνατες επιστολές ως ερασιθάνατο αντίδωρο σε δεκάδες οραματικούς, ανήσυχους και θλιμμένους από την απομάγευση των ημερών δημιουργούς, οι οποίοι εντρύφησαν στις πρισματικές ιστορίες αυτών των αταίριαστων με το άλγος της ζωής προσώπων χωρίς δέρμα προστασίας, τα οποία, ορμώμενα από τις εσχατιές μιας φασόν κοινωνίας, αποκλεισμένα, απόκληρα μα και σαμποτέρ της, έγιναν τα “ξαπλωμένα” σύμφωνα με τον Σαμσών, μανιφέστα, της ανυπακοής της αυθύπαρξης στο επέκεινα, και εξ’ ονόματος αυτών των ψυχών που έγιναν κυρι@ εαυτού, οι σημερινοί δημιουργοί τις διηγήθηκαν στο κοινό, μέσα από κείμενα, έργα και περφόρμανς, ζωντανά, έγχρωμα, τρυφερά, τελετουργικά, λυτρωτικά. Η έκθεση, μετά και την εμφάνισή της στη Θεσσαλονίκη, ολοκληρώθηκε στο τέλος του έτους, και αναμένουμε αναμμένοι την έκδοση του τόμου των πεπραγμένων της, αλλά και το νέο κάλεσμα του Ρομαντικού Πανεπιστημίου μέσα στη νέα χρονιά, την Ποεμοκρατία 2088 με πυρήνα την προφητεία του Νίτσε ότι μέσα σε εκείνο το έτος του απώτερου μέλλοντος οι άνθρωποι θα τελειώσουν με τον μηδενισμό και θα ανατείλει μία εποχή αληθινά διονυσιακή. Την αναμένουμε ωσάν διψασμένοι πλάνητες της γνώσης και του Βακχικού Υψηλού.

Το Βερολίνο είναι η νέα Αθήνα;

Αντιστρέφοντας για λίγο το υγρό όνειρο μιας ζηλευτής θέσης στον παγκόσμιο πολιτιστικό χάρτη, είναι γεγονός ότι μέσα στο ’22 πέρασαν από το ελληνικό εικαστικό τοπίο έργα διεθνούς εκτοπίσματος αρχής γενομένης από την εικονική Maman της Louise Bourgeois (1911-2010), το πρώτο γλυπτό που φιλοτεχνήθηκε ειδικά για το Turbine Hall της Λονδρέζικης Tate Modern, και η οποία ήρθε και φώλιασε για 7 μήνες στην Εσπλανάδα του ΚΠΙΣΝ σε συνεργασία με το ΝΕΟΝ. Έξαφνα η Αθήνα υφάνθηκε στους ιστούς της γιγάντιας κυοφορούσας αράχνης, η οποία λειτούργησε σαν εμβληματική προστάτιδα της πόλης, μια φοβιστική στην όψη μα τρυφερά ψυχαναλυτική σιδηρά Κλωθώ που δημιουργήθηκε από την ανάγκη να πλεχτούν τα όνειρα της υφάντρας καλλιτέχνιδας γύρω από τους συμβολισμούς της θηλυκής ορμής της ζωής, που ενσαρκώνονται από το τρομερό αρθρόποδο, μια μορφή γεμάτη αμφισημίες, τόσο μητρική και εμψυχωτική αλλά και άλλο τόσο αναπόδραστη. Η παρουσία της συνέπεσε με τη μεγάλη έκθεση του υφαντικού έργου της Bourgeois στη Hayward Gallery του Λονδίνου, ίσως η ωραιότερη και πληρέστερη αναδρομική της εδώ και χρόνια διεθνώς.

Στο Μουσείο Μπενάκη ο John Craxton άδραξε το αιγαιοπελαγίτικο και το ύφανε στην μνημειακή κρητική ταπισερί του, ενώ στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, ο Brice Marden σε επιμέλεια Δημήτριου Αντωνίτση το εγκιβώτησε σε θραύσματα μάρμαρου όπως αναλύθηκε σε πρόσφατο άρθρο εδώ. Επίσης στα Μουσεία Μπενάκη, Κουμπάρη και Πειραιώς αντίστοιχα, δύο μεγάλοι καλλιτέχνες ο Theaster Gates με τα Vessels και ο ζωγράφος Sean Scully με τον Επιβάτη που προκάλεσαν μικτές αντιδράσεις, καθώς από τα κρυπτικά δοχεία του πρώτου δεν κατάφεραν να αναβλύσουν τα μυστικά τους ώστε να συνδιαλεχθούν με τα ανοιχτά έργα του Μουσείου. Αντιθέτως η αναδρομική έκθεση του δεύτερου ήταν μία tour de force μικρών και μεγάλων τελάρων αφιερωμένων στη δυναμική ζωγραφική γλώσσα της αφαίρεσης που εφορμά από τον Σουπρεματισμό του Μαύρου Τετραγώνου του Malevich για να δημιουργήσει οπτικά ελεγειακά πλέγματα όπου το χρώμα γίνεται ο διαβιβαστής μίας αρχιτεκτονικής αντίληψης του σύμπαντος, η οποία όμως αποφεύγει τη φορμαλιστική ψυχρότητα αφού παντού ενεδρεύει το ελεύθερο χνάρι της καλλιτεχνικής χειρονομίας.

Σημαντικότατα έργα της σύγχρονης ιστορίας της τέχνης απολαύσαμε και στην έκθεση Dream On, τη μεγάλη και πλούσια δωρεά της Συλλογής Δασκαλόπουλου στο Πρώην Καπνεργοστάσιο, η οποία ήδη ταξιδεύει για να διαμοιραστεί σε 4 διεθνή μουσεία. Από τα 18 έργα τεραστίων διαστάσεων ξεχωρίσαμε την ουτοπική μηχανή Credit Card Destroying Machine από τον Michael Landy, ενός καλλιτέχνη που το έργο του χαρακτηρίζεται από πράξεις καταστροφής του υπαρκτού υλισμού. Μέσα από το συμβολικό τάισμα του κωμικού ψευδο-Metropolis τρεμάμενου ρομπότ-γλυπτού, με ενεργές πιστωτικές κάρτες, οι οποίες εν συνεχεία καταστρέφονται, ο θεατής-διαδραστικός τροφοδότης, στη θέση του καπιταλιστικού πλαστικού, αποκτά ένα μικρό σχέδιο του καλλιτέχνη με τη βοήθεια της χειροποίητης τεχνολογίας, μία απονενοημένα post-industrial ρομαντική πράξη που μας ψιθυρίζει ότι ίσως μια μέρα η τέχνη θα μπορέσει να αποτελέσει το έρμα κόντρα στις επίπλαστες ανάγκες μας.

Στην αντιπέρα όχθη, ο πολυαναμενόμενος καλοκαιρινός pop ready-made Apollo του Jeff Koons στα Σφαγεία της Ύδρας από το Ίδρυμα ΔΕΣΤΕ, μας μετέφερε μπρος-πίσω στις μέρες της Πομπηίας, όπου όλη η χλιδή και το θάμβος μίας κοινωνίας ψημένης στον ήλιο και βυθισμένης σε μία ηδυσμένη νωθρότητα, πέτρωσε μονομιάς κάτω από τόνους πυροκλαστικής απόθεσης συνειδησιακής τέφρας. Στον αντίποδα αυτής της γλυκιάς και άλλο τόσο ανησυχητικής ματαιότητας του Είναι, η στομαχική αναδρομική της εξαιρετικής και πρόσφατα εκλιπούσας Αμερικανίδας εικαστικού Kaari Upson (1970-2021) από το ίδιο Ίδρυμα στον εκθεσιακό του χώρο στη Νέα Ιωνία, με τον γλυκόπικρο τίτλο Never Enough, ξεδιπλώνει στα μάτια του θεατή τα μύχια της ψυχής της δημιουργού χωρίς ειδικά εφέ, μέσα από ανιμιστικά γλυπτά, σχέδια, βίντεο και ζωγραφικά, από κάρβουνα, χαρτιά, τρίχες, σκόνη, κεριά, που σμίλευσαν το ερμητικό της σύμπαν. Ο πόνος στηρίζεται σε έναν τοίχο από στραβές πατερίτσες, ο έρωτας ακρωτηριάζεται, θρυμματίζεται και εξαερώνεται επάνω σε ένα ξαπλωμένο γλυπτικό ζευγάρι από κάρβουνο, δεκάδες αποτυπώματα φιλιών σε χαρτί μοιάζουν να απέδρασαν ως ύστατη πράξη έρωτα από τις προτομές με τα ανηδονικά στόματα και μάτια ραμμένα με ‘κλωστές’ χρώματος όπως βγαίνει πηχτό και ακατέργαστο από το σωληνάριο, ενώ μαλακά στρώματα στον τοίχο φυλακίζουν την αύρα του κάποτε ξαπλωμένου κορμιού στο αναπόδραστο μάτριξ μιας σκληρής ειμαρμένης, έρωτα, ύπνου και θανάτου, με σπαραχτικούς τίτλους End Is Where We Come From και Death Bed.

Το ΕΜΣΤ κάτω από τη νέα διεύθυνση και επιμέλεια της Κατερίνας Γρέγου παρουσίασε την ομαδική έκθεση Statecraft γύρω από τις λειτουργίες και τα αποτελέσματα της άσκησης της κρατικής εξουσίας, και για την οποία έχουμε ήδη δημοσιεύσει εκτενές άρθρο. Love is the Message, the Message is Death, μας μηνύει ο κορυφαίος Αμερικανός video-artist Arthur Jaffa, από το Πειραιάς Artport ΙΙ, υπό την επιμέλεια της Σωζήτας Γκουντούνα, σκάβοντας βαθιά στις εικονογραφικές όψεις αλλά και στα ακούσματα της Αφροαμερικανικής μουσικής, για να ανακαλύψει αυτό που ονομάζουμε ρίζες ή ταυτότητα αλλά και να ερευνήσει το κατά πόσο αυτές οι ρίζες και οι ποικίλες διαφοροποιήσεις τους χωράνε ή όχι σε κάποιο ‘πολιτικά ορθό’ κουτί που τακτοποιεί η νέα αποικιοποίηση. Και αν εν τέλει η γοητεία του Αφροαμερικανισμού, ή οποιασδήποτε άλλης έκκεντρης στο κραταιό πολιτικό αφήγημα κατασκευής κουλτούρας, τελειώνει ή αρχίζει εκεί που αρχίζουν και οι αληθινές διαπροσωπικές σχέσεις.

Αν αναμετρηθούμε με το σύμπαν ίσως καταφέρουμε να αντιληφθούμε το ποιητικό ελάχιστο της ύπαρξης και τη λοξή θεώρηση του ανθρώπινου μονοσήμαντου. Η πρώτη ατομική έκθεση στην Ελλάδα της διακεκριμένης Αμερικανίδας ζωγράφου και γλύπτριας Sarah Tze έλαβε χώρα στην Gagosian Gallery εκεί όπου τον περασμένο Φεβρουάριο συμμετείχε με το ελεγειακό γλυπτικό ανάπτυγμα ερειπίων Wider than the Sky στην άκρως ενδιαφέρουσα ομαδική έκθεση 14 Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών Ruins and Fragments. Στην ατομική της στον ίδιο χώρο η Tze τοποθετεί σε προοπτική τη σχέση μακρόκοσμου και μικρόκοσμου, τη σημαντικότητα του εφήμερου όταν η στιγμή συνδιαλέγεται με το άπειρο μέσα από στιγμιαίες προβολές στον τοίχο, με τις διαστάσεις του χώρου και του χρόνου, και κάπου μαζί κι ένα κομμάτι ουρανού, να συγχρονίζονται και να συμπυκνώνονται ως φως στα αρχιτεκτονικά ερείπια, ώστε να μετατραπούν σε ιχνοστοιχεία της ίδιας της ζωής, για να μπορέσει να κατανοήσει το πώς αυτά τα συστατικά τη διαμορφώνουν. Η Tze από τον Μάρτιο ως τον Σεπτέμβριο θα ξεδιπλώσει μέσα στο ελικοειδές εσωτερικό, δια χειρός Frank Lloyd Wright, του Μουσείου Solomon R Guggenheim στη Νέα Υόρκη, τα σπειροειδή εγκεφαλικά γραφήματα της, για να τα ενεργοποιήσει σαν συμπαντικός μαέστρος.

Λεπτομέρεια του έργου Souvenir de Grece 8, 1974/96, Brice Marden, 75,6 x 57,1 εκ. Γραφίτης, μελισσοκέρι, κολάζ σε χαρτί. Συλλογή Helen Harrington Marden. Φωτογραφία: Bill Jacobson © 2022 Brice Marden / Artists Rights Society (ARS), New York.

Ο ΟΠΑΝΔΑ ως εικαστικός εκκινητής της πόλης

Για το νέο, δυναμικό και πολυσχιδές πρόσωπο του Οργανισμού Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας του Δήμου Αθηναίων υπό τη διεύθυνση του Χριστόφορου Μαρίνου έχουμε ήδη αναφερθεί. Φέτος υπήρξε μία χρονιά με πλούσιο πρόγραμμα από όπου ξεχωρίσαμε την αναδρομική μίας ξεχωριστής και έκκεντρης δημιουργικής προσωπικότητας, του ‘βασιλιά του Αθηναϊκού underground’ Πάνου Κουτρουμπούση (1936-2019) στο Πολιτιστικό Κέντρο Μελίνα. Μέσα από το εμβριθές προσωπικό του ζωγραφικό και σκιτσογραφικό σύμπαν που παρουσιάστηκε σχεδόν στην ολότητα του στην έκθεση, μαζί με τη σπάνια ταινία για τον cult καλλιτέχνη «Πάνος Κουτρουμπούσης» (1985), σε σκηνοθεσία Ηρακλή και Γιώργου Μαυροϊδή, γνωρίσαμε σε βάθος την ιδιαίτερη αυτή προσωπικότητα με την υπερχειλίζουσα εκφραστική δυναμική, τα φουτουριστικά του οράματα που συναγωνίζονται τους μεγαλύτερους διεθνείς δημιουργούς κόμικ, το όραμα για μία καλύτερη και πιο ελεύθερη κοινωνία, αλλά και το ανίερο και ανατρεπτικό του χιούμορ, όμως περισσότερο από όλα παρατηρήσαμε τις εξαιρετικές ζωγραφικές του δυνατότητες που παραμένουν άγνωστες στο ευρύ κοινό λόγω της μη συμμόρφωσης του με το σύστημα της καλλιτεχνικής παραγωγής. Μία ακόμα έκθεση που ξεχωρίσαμε ήταν τα Phantoms της Νίνας Παπακωνσταντίνου στην Πινακοθήκη Δήμου Αθηναίων. Από το 2000 ως σήμερα η Παπακωνσταντίνου ασχολείται με το ίχνος και την απο-υλοποίηση της γραφής. Τα “Φαντάσματά” της είναι η πιο σιωπηλά εκκωφαντική έκφραση της ζωγραφικής πράξης επάνω στην κατανόηση της νοητικής διαδικασίας της βασικής ανθρώπινης ανάγκης να καταγράφει στοιχεία που αφορούν την οπτική πρόσληψη των πραγμάτων, τα συναισθήματα, τους συνειρμούς, τα πιστεύω, τις μνήμες, την ιστορία, από την εποχή των σπηλαίων ακόμα. Η επιστολογραφία και η ημερολογιακή γραφή, σε ποικίλες μορφές, από την αντιγραφή ενός ποιήματος ως την απουσία γραφής σε επιστολή αυτοχειρίας, είναι καταγραφές που η καλλιτέχνιδα αναφέρεται συχνά, με έναν εμμονικό και κρυπτικό τρόπο, ο οποίος ακόμα και στην περίπτωση αποκρύψεων ή διαγραφών είναι φορτισμένος με διάφανο μα πυκνό συναίσθημα. Με τις γραφές να παραμένουν οπτικοποιημένα νοητικά ντοκουμέντα, παρά κάτι που ο θεατής μπορεί να διαβάσει από την αρχή ως το τέλος, ο Μάκβεθ ξακρίζει πάνω σε αιμάτινο καρμπόν, τα ερωτικά ποιήματα του Νερούδα σβήνουν στην άκρη του χαρτιού όπως σβήνει το κύμα μία λέξη στην άμμο, οι ατελείς λέξεις μοιάζουν με σύννεφα που κυοφορούν βροχή, και συχνά η πίεση των λέξεων φουσκώνει το ανάγλυφο τους. Ακόμα και τα πολιτικά συνθήματα που θυμίζουν τις φορτισμένες κόκκινες φεμινιστικές κραυγές της Kruger, εκρήγνυνται και διαλύονται σαν σκόρπια αιμοπετάλια. Ο τόπος των λέξεων της Παπακωνσταντίνου, είναι ένα λετριστικό ηλιοβασίλεμα του Turner, όπου ο ατμός των γραμμάτων απορροφάται στην αχλή του χρόνου.

New Kids on the Block

Οι νέες εμφανίσεις της χρονιάς υπήρξαν ελπιδοφόρες και αφορούσαν κυρίως θηλυκότητες. Η Μαρία Ιωάννου στην Πολιτιστική Αίθουσα Μελίνα Μερκούρη της Ύδρας παρουσίασε την πρώτη ατομική της έκθεση με τίτλο Wet, σε διοργάνωση της γκαλερί Ελευθερία Τσέλιου, ένα υπαινικτικό wunderkammer ρεαλιστικά ζωγραφισμένων και αποκομμένων από το υπόλοιπο σώμα σημείων. Στήθη, μπράτσα, ώμοι, δάχτυλα, λαιμοί, μαλλιά, αφαλοί, γλώσσες, γόνατα, σχισμένα τζιν, φανελάκια, ιδρώτας, αγγίγματα, σφιξίματα, μελανιές, νερό, υγρά, πάλλονται μπροστά στα μάτια του θεατή σε μία υπερέκθεση των ζωτικών μας λειτουργιών. Μέσα από τον σαμανιστικό χορό των αισθήσεων η Ιωάννου κρατάει τον καθρέπτη σε δίπολα όπως η ηδονή και ο πόνος, η φιλαρέσκεια και η μοναξιά, η αναμονή και η πλησμονή, η κάψα και η ψυχρότητα, με άλλα λόγια καταγράφει τους ρυθμικούς παλμούς της ζωής, εστιάζοντας στους στιγμιαίους ανατριχιασμούς της. Τα υβριδικά φτερωτά πλαστικά όντα της Αντιγόνης Bunny Τσαγκαροπούλου έκαναν την περήφανα αλλόκοτη εμφάνιση τους ορατή σε αρκετά εικαστικά συμβάντα του 22, με κεντρικές στάσεις σε αυτό τους το ταξίδι δύο γεγονότα: Η εικαστικός ταξίδεψε τους επισκέπτες σε ένα γλυκόπικρο queer ταξίδι στην ιδεατή σμίξη μεταξύ Γιάννη Τσαρούχη και Σωτηρίας Μπέλλου, στο Ίδρυμα Εικαστικών Τεχνών Β&Μ Θεοχαράκη υπό τη σκηνοθεσία της δυναμικής νέας επιμελήτριας Γεωργίας Λιάπη, όπου μετά τη θέαση ενός βιντεοσκοπημένου coming-to-age παραμυθιού/ονείρου στην υπόγεια αίθουσα προβολών, η πρόθεση ήταν να ακολουθηθούν τα ‘φουσκωτά’ στοιχεία-κλειδιά ανεβάζοντας το κοινό στο roof garden, για να το αποθέσει απαλά επάνω σε μαλακά γλυπτικά σύννεφα εμπνευσμένα από τους Ανθρώπους με Φτερά Πεταλούδας του Τσαρούχη. Αργότερα, σε μία αναπάντεχη σύμπλευση τέχνης και μουσικής στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά το δυναμικό neo-punk group The Page of Cups συγχρωτίστηκε σε ένα φαντασμαγορικό υποθαλάσσιο Ιουρασικό τοπίο που ζωντάνευε η gender fluid μαλακή γλυπτική της Bunny, με την οργάνωση της γκαλερί The Intermission.

Η Παυλίνα Βαγιωνή στην πρώτη της πολυμεσική ατομική στη γκαλερί Καππάτος, ξεδίπλωσε τα δικά της φτερά στη Συμφωνία των Σειρήνων σε Σολ δίεση, εμπνευσμένη από το ρυθμικό, μυστικιστικό ανάβλυσμα της επιθυμίας ως η κινητήριος δύναμη του σύμπαντος. Μέσα από το συμβολικό τραγούδι των Σειρηνών, η εικαστικός εμπνεύστηκε γλυπτά, ζωγραφικά και NFTs, που ταλαντεύονται μεταξύ έλξης και απώθησης, αντίστασης και απείθειας, συμπαντικής γεωμετρίας και χάους, ερμηνεύοντας με λυρισμό το συλλογικό φαντασιακό της δημιουργίας του σύμπαντος.

Ο περφόρμερ και σκηνοθέτης Mario Banushi ήταν η περσινή μεγάλη ανακάλυψη στα Performance Rooms, τον ετήσιο θεσμό που διοργανώνει στην αρχή της χρονιάς η γκαλερί Καππάτος στο Ξενοδοχείο Saint George Lycabettus (και φέτος από τις 26/1 στους χώρους της γκαλερί), ενώ είχαμε την χαρά να τον απολαύσουμε και στην εξαιρετική performance Marcel Duchamp των Nova Melancholia. Στα Δωμάτια, ο Banushi αυτοβιογράφησε το άλγος των απανταχού θηλυκοτήτων, από τα βάσανα της μητρότητας, την προκατάληψη, τον εκτοπισμό, τη μοναξιά, τις αυτοχειρίες, ετοιμάζοντας έναν στομαχικό δείπνο προσφέροντας ως θρηνητικό έδεσμα σώμα, γάλα, αίμα και χώμα γυναίκας. Αναμένουμε το σκηνοθετικό του αποτύπωμα στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου τον ερχόμενο Μάρτιο, με την εικαστική παράσταση Goodbye Lindita όπου θα ανατμήσει το προσφιλές του καλλιτεχνικό ορμητήριο, την απώλεια.

Χώροι Φόρτισης / Καλλιτεχνικοί Ακτιβισμοί

Οι φορτισμένοι με μνήμες χώροι, όταν δεν λειτουργούν απλά ως σαγηνευτικό σκηνικό αλλά όταν η τέχνη, μέσα από την κατάλληλη επιμέλεια, εμπλέκεται οργανικά μέσα στους ψιθυρισμούς τους, τότε το αποτέλεσμα δύναται να είναι συνταρακτικό. Οι ψυχιατρικές δομές προσφέρουν ένα τέτοιο πεδίο δημιουργικής αλλά και επικίνδυνης ακροβασίας επάνω στη λεπτή γραμμή που ταλαντεύεται μεταξύ ‘φυσιολογικού’ και ‘αφύσικου’, οδηγώντας στον κοινωνικό αποκλεισμό και στο στίγμα της μη-κανονικότητας. Οι Εγκλεισμοί στο Δρομοκαΐτειο υπό την επιμέλεια του Δημήτρη Τρίκα, υπήρξε μία αντίστοιχη περίπτωση έκθεσης που ενσωματώθηκε με σοβαρότητα μέσα στο stimmung του χώρου όπως έχουμε ήδη αναλύσει σε πρόσφατη κριτική.

Ένας φορτισμένος κοινωνικά αλλά και “κυριολεκτικά” χώρος, ο Ατμοηλεκτρικός Σταθμός της ΔΕΗ Νέου Φαλήρου, το πρώτο ατμοηλεκτρικό εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα, φιλοξενεί την ομαδική έκθεση This Current Between Us ως τις 12/3. Μέρη του σταθμού ανοίγουν για πρώτη φορά στο κοινό αποκαλύπτοντας αθέατες όψεις του βιομηχανικού συγκροτήματος. Η έκθεση περιλαμβάνει εκτενές αρχειακό υλικό από το Ιστορικό Αρχείο της ΔΕΗ το οποίο βρίσκεται σε διάλογο με νέες παραγωγές εικαστικών έργων από διεθνείς καλλιτέχνες: ζωγραφική, γλυπτά, εικαστικές εγκαταστάσεις, βίντεο, ηχητικά έργα και επιτελεστικές δράσεις. Στην γιγάντια αυτή έκθεση, στην οποία θα επανέλθουμε με εκτενέστερη αναφορά, συμμετέχουν 37 καλλιτέχνες από την Ελλάδα και το εξωτερικό με 30 νέες παραγωγές έργων και την επιμελούνται ο Πάνος Γιαννικόπουλος και η Γεωργία Λιάπη. Σύμφωνα με τους επιμελητές το εργοστάσιο εξετάζεται ως κέντρο παραγωγής υλικών και ενέργειας, αλλά και ως κοινωνικό μοντέλο, σύστημα οργάνωσης του χώρου, της ανθρώπινης ζωής, ως αρχιτεκτονική διαχείριση υφιστάμενων σχέσεων, αλλά και γενεσιουργός δύναμη νέων. Το εργοστάσιο ενέργειας είναι ταυτόχρονα και εργοστάσιο επιθυμίας, καθώς η επιθυμητική παραγωγή φορτίζει την παραγωγή ρεύματος. Σε έναν τέτοιο χώρο της απαρχής της δεύτερης βιομηχανικής επανάστασης στην Ελλάδα, η παρουσία της σύγχρονης τέχνης δημιουργεί συνεκδοχές του τότε και του σήμερα, του σύμπαντος των πρώιμων τεχνολογιών και μηχανών και του προσωπικού χώρου των ανθρώπων και των αλληλεπιδράσεών τους στο εργασιακό περιβάλλον, των αναγκών και διεκδικήσεών τους, και της παρακμής των μεγάλων βιομηχανικών μονάδων στις επερχόμενες βιομηχανικές επαναστάσεις που ακολούθησαν, βορά στα σχέδια των μεγάλων πολυεθνικών και των ενεργειακών μονοπωλίων. Φέροντας κάτι από το Μετρόπολις στην αύρα του κελύφους των χώρων που δεν χρησιμοποιούνται πια σε αυτό το πρωτοβιομηχανικό ερείπιο, οι σύγχρονοι καλλιτέχνες κατασκευάζουν μνημειώδεις εγκαταστάσεις κυρίως με υλικά ευρεθέντα στο χώρο και σπαράγματα μνήμης, και αναπτύσσουν ωφέλιμους συσχετισμούς με τα κυρίως άυλα δίκτυα του σήμερα αλλά και της αυξανόμενης αποξένωσης του ατόμου από το σύνολο, τις αληθινές ανάγκες και διεκδικήσεις του, ως απόρροια της μετα-πανδημικής, μετα-ανθρώπινης εποχής.

Εκτός Αθήνας, παρακολουθήσαμε εκθέσεις που ξεχώρισαν για το έντονο κοινωνικό τους πρόσημο αρχής γενομένης με την 8η Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης που μόλις ξεκίνησε. Τα έργα που παρουσιάζονται φέτος στη Μπιενάλε εστιάζουν σε ιστορίες τόπων και ανθρώπων, θίγουν ζητήματα ταυτότητας, ηθικής, δικαίου και βιωσιμότητας, προτείνουν αυτοσχέδιες οικολογικές τεχνολογίες, διερευνούν δυνατότητες συλλογικής ύπαρξης και προτείνουν διαφορετικές εκδοχές του μέλλοντος. Η έκθεση στρέφει το ενδιαφέρον στον όρο Γεωκουλτούρα ως ένα σύνολο πόρων, κειμένων και πρακτικών που διατίθενται στον άνθρωπο για να κατανοήσει τον κόσμο και να δράσει μέσα σε αυτόν. Διερευνά ζητήματα μνήμης, ιστορίας και διαχείρισης τόσο του φυσικού όσο και του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος μέσα στις συνθήκες κλιματικής, οικονομικής και προσφυγικής κρίσης. Από τη φετινή Μπιενάλε ήδη ξεχωρίσαμε την έκθεση Graceland. O Θρίαμβος μιας Αβέβαιης Πορείας, ένα συλλογικό πρότζεκτ των Ράνιας Εμμανουηλίδου, Φανής Μπουντούρογλου, Ευαγγελίας Ψωμά, οι οποίες, σε επιμέλεια Άννας Μυκονιάτη, μέσα από πειραματισμούς με τεχνικές παραγωγής χαρτιού και βιοπλαστικού, καλλιέργειας κρυστάλλων, φυτεύσεων, ριζωμάτων και αειφόρου καλλιέργειας, διερευνούν τις συνδέσεις μεταξύ της καταστροφής της γης και της πατριαρχικής και καπιταλιστικής ηγεμονίας που αγνοεί την ηθική προτεραιότητα της ανάγκης του φροντίζειν. Το εκφραστικό αποτέλεσμα αυτής της φροντίδας είναι ένα φαντασμαγορικό σύμπαν μικρογλυπτικών υβριδικών κρυσταλλικών μορφών επάνω σε βρύα και εικόνες φυσικών πτυχώσεων, θροϊσμάτων, αναδύσεων και αναδεύσεων, που μεταμορφώνουν τον εκθεσιακό χώρο σε ένα εμβυθιστικό φυσιοδιφικό εργαστήριο όπου λαμβάνουν χώρα μικρά θαύματα φυσικής και υπερφυσικής ιστορίας μέσα σε μία δραματική σκηνογραφία.

Από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα στο Κέντρο Τεχνών του Πάρκου Ελευθερίας, ταξίδεψε η εικαστική έκθεση του Δημήτρη Καπετάνου με τίτλο “Braille”, σε συνδιοργάνωση της Εθνικής Ομοσπονδίας Τυφλών (Ε.Ο.Τ.), του ΟΠΑΝΔΑ, και με επιμέλεια του Αλέξανδρου Καπετάνου. Η μοναδικότητα του εγχειρήματος οφείλεται στο ότι τα έργα διατρέχονται ποιητικά από τα ίχνη της γλώσσας braille που εξιστορεί μέσα από μαρτυρίες ανθρώπων στο φάσμα της τυφλότητας, το πώς νιώθουν και φαντάζονται τα χρώματα, κάτι που ταυτόχρονα ανατρέπει τις προσδοκίες θέασης και καθιστά τα έργα κρυπτικά για τον θεατή που αδυνατεί να τα “δει”, όπως ανεξερεύνητη και μη- προσβάσιμη παραμένει και μεγάλο μέρος της καλλιτεχνικής δημιουργίας στους ανθρώπους με προβλήματα όρασης. Στην παρουσίαση της Θεσσαλονίκης στον χώρο Toss, η παραχώρηση συνέντευξης προσωπικού βιώματος τυφλού Λοάτκι ατόμου, για τον διπλό αποκλεισμό που βιώνει και η κωδικοποίησή της σε εικαστικό έργο με μορφή κειμένων στον κώδικα braille, λειτούργησε ως ένα αιχμηρό σχόλιο για μία κοινωνία που δεν επιδίωξε ποτέ να κατανοήσει κανενός είδους διαφορετικότητα, είτε πρόκειται για σωματική είτε για έμφυλη. Στο τέλος της κάθε παρουσίασης υπάρχει ηχητικό αρχείο και απομαγνητοφωνημένα τα κείμενα της συνέντευξης, ώστε μετά τη περιήγηση του επισκέπτη στο χώρο και το αρχικό ξάφνιασμα, να μπορέσει να πληροφορηθεί τα όσα καταθέτουν οι συνάνθρωποι μας που βλέπουν τον κόσμο μέσα από τα μάτια της ψυχής.

Η συζήτηση για την αλόγιστη εκμετάλλευση περιοχών όπως τα ελληνικά νησιά που, ειδικά μετά το πέρας της πανδημίας, γίνονται βορά σε μία ανεξέλεγκτη τουριστική ανάπτυξη, έχει ανοίξει δυναμικά και η τέχνη την αφουγκράζεται. Ο Σύλλογος Save-Ios, η ομάδα ενεργών πολιτών για την προστασία του περιβάλλοντος, του παραδοσιακού αιγαιοπελαγίτικου χαρακτήρα και των μνημείων της Ίου, παρουσίασε την ομαδική έκθεση σύγχρονης τέχνης με τίτλο Micro-stories of a Mutable Landscape, σε επιμέλεια του Δημήτρη Φουτρή με νέα έργα που δημιούργησαν η Δήμητρα Κονδυλάτου, ο Ορέστης Μαυρουδής και η Φωτεινή Παλπανά, στο πλαίσιο του Ios Art Resi-dency #1, με την υποστήριξη του Δήμου Ίου, ΥΠΠΟΑ και ΝΕΟΝ. Η ιδέα ξεκίνησε συνεργατικά όταν μια ομάδα ανθρώπων με κοινό πάθος για το νησί της Ίου και τη μοναδική ομορφιά των Κυκλάδων αποφάσισαν να βοηθήσουν στην προστασία της Ίου από την ανεξέλεγκτη ανάπτυξη που έχει ως αποτέλεσμα την καταστροφή του μοναδικού της τοπίου. Η ομάδα μεγάλωσε και έγινε ο Σύλλογος «Σώστε την Ίο». Υπήρχε η επιθυμία από όλους να βοηθήσουν να σταματήσει η εκτεταμένη περιβαλλοντική καταστροφή από ιδιοτελείς εταιρείες και ιδιώτες που προωθούν μια ανάπτυξη εντελώς ασύμβατη με την αιγαιοπελαγίτικη φυσιογνωμία του νησιού. Και για το σκοπό αυτό αποφασίστηκε να υλοποιηθούν κάποιες δράσεις του συλλόγου, όπως το art residency και η έκθεση με στόχο την ενίσχυση του πολιτιστικού προφίλ της Ίου μέσω της παρουσίας της σύγχρονης τέχνης, σε συνάρτηση με την καλλιέργεια της περιβαλλοντικής και κοινωνικής ευαισθησίας σε κατοίκους και επισκέπτες. Σύμφωνα με το σκεπτικό της έκθεσης, η καλλιτεχνική παρουσία τοποθετεί την έννοια της φύσης στο επίκεντρο, με στόχο να διερευνήσει την αλληλεπίδρασή της με τον καθημερινό πολιτισμό, δηλαδή, να χαρτογραφήσει στοιχεία της ευθραυστότητας του κυκλαδίτικου τοπίου υπό το πρίσμα των διαφορετικών επιπέδων ιστορίας (ή ιστοριών) του νησιού, είτε αυτά σχετίζονται με το πεδίο των ανθρώπινων σχέσεων – αναμνήσεις, γεγονότα και συναισθήματα – είτε με την άμεση ταύτιση της σχέσης του κατοίκου με το τοπίο. Επιδιώκει δε να ευαισθητοποιήσει το κοινό επάνω στην προστασία του περιβάλλοντος από τις επιπτώσεις της αδιάκριτης ανθρώπινης παρέμβασης σε αυτό.

Από τη Λάρισα, η Τζένη Μπάμπαλη με το performative project με τίτλο Πώς το Μαύρο γίνεται Χρώμα και μέσα από τη συνεργατική εργασία από τον προηγούμενο Σεπτέμβριο με τις γυναίκες της πόλης που συμμετείχαν και δέκα εθελόντριες που βοήθησαν στην κατασκευή, δημιούργησε ένα patchwork 5 μέτρων από 300 μαντήλες αλληλεγγύης στις χειμαζόμενες γυναίκες του Ιράν ως μία ωδή στη διαφορετικότητα της κάθε ψηφίδας-θηλυκότητας και την αδελφοποίηση τους σε μία υφασμένη κραυγή, και η οποία πρόκειται να αναρτηθεί στη Δημοτική Πινακοθήκη Λάρισας-Μουσείο Γ.Ι. Κατσίγρα μέσα στο νέο έτος.

Θα ακολουθήσει το δεύτερο μέρος της Εικαστικής Ανασκόπησης, στο οποίο θα παρουσιαστούν οι πιο σημαντικές ατομικές και ομαδικές εκθέσεις των χώρων τέχνης τη χρονιά που μας πέρασε.

Κεντρική φωτογραφία θέματος: Installation view © Jeff Koons, Photo Eftychia Vlachou