Οι τοίχοι των «αστικών κλουβιών», το να μην βλέπουμε ουρανό, το να μην πατάμε το έδαφος ανέμελοι, το να μην βλέπουμε χαμόγελα στον δρόμο, σίγουρα όλα αυτά, μας πνίγουν. Κάποτε διαβάσαμε πως το σώμα μπορεί να το φυλακίσουν,το νου όπως ποτέ. Έτσι και εμείς, πάντοτε πιστοί σε αυτό το ρητό που κρύβει απύθμενη αλήθεια, ταξιδεύουμε με το νου και την ψυχή μας, μέσα από λέξεις. Αυτές τις μαγικές λέξεις, που από γράμματα που συζούν και εναρμονίζονται με αλλά γράμματα, γεννάνε τοπία πότε με θάλασσα πότε με βουνό, πόνο, έρωτα, θάνατο, βία, αντιβία.

Οι προτάσεις μας

Έλενα Ακρίτα – Το σκισμένο τούλι

Λάθος νύφες σε λάθος γάμο. «Σκισμένα τούλια» τις αποκαλούσε η Νένα, το πρώτο πιστολάκι του συνοικιακού κομμωτηρίου, τις γυναίκες αυτές. «Πάει, σκίστηκε κι αυτηνής το τούλι», σκεφτόταν όταν έβλεπε στον λουτήρα πελάτισσα να ξεφυλλίζει περιοδικά σιγοκλαίγοντας τον άντρα που της βγήκε σκάρτος.

Στην Αθήνα του σήμερα, πέντε γυναίκες ενώνουν τις τεθλασμένες γραμμές τους και σχηματίζουν μια ραγισμένη καρδιά. Η Νένα θα γνωρίσει τον άντρα της ζωής της τη μέρα που παντρεύεται έναν άλλον. Ο βιασμός της Μάρως οδηγεί σε μια πολύκροτη δικαστική διαμάχη που θ’ αφήσει εποχή. Η Σολφέζ και η Μιράντα θα περάσουν από φωτιά και σίδερο μέχρι να βγουν στο φως. Η Ιοκάστη στα χρόνια της δύσης της θα ζήσει έναν εφηβικά παράφορο έρωτα.

Πέντε γυναίκες προχωρούν πιασμένες χέρι χέρι αδιαφορώντας για ηλικίες, τάξεις και γενιές. Πέντε γυναίκες πετάνε τα σκισμένα τούλια από πάνω τους και διεκδικούν τη ζωή τους από την αρχή. Πέντε γυναίκες μέσα από την αγάπη, τη βία, το γέλιο και το δάκρυ αγωνίζονται για το δικό τους «μαζί».

Σε μια εποχή που τα ανθρώπινα δικαιώματα πνίγονται στις κραυγές των αρνητών τους, η Έλενα Ακρίτα με χιούμορ και συγκίνηση αφηγείται μια δυνατή ιστορία, ενώ η πένα της γίνεται αγωγός για να ακουστεί η κρυφή φωνή που ξεκινάει από μέσα μας.

Αλληλογραφία Νίκου Καββαδία – Μ. Καραγάτση

Με τη συμπλήρωση εκατό χρόνων από τη γέννηση του Νίκου Καββαδία και πενήντα από τον θάνατο του Μ. Καραγάτση, παρουσιάζεται συγκεντρωμένη για πρώτη φορά η μεταξύ τους αλληλογραφία. Αρκετές από τις επιστολές, υπερβαίνοντας τον πληροφοριακό τους ρόλο, λειτουργούν ως προέκταση του δημιουργικού έργου τους και καθώς διακρίνονται για την αυτοδυναμία, την αυτάρκεια και την αφηγηματικότητά τους διεκδικούν τη θέση μικρών πεζογραφημάτων.

Γράμματα σαν ποιήματα και ποιήματα σαν γράμματα για τον «ιδανικό κι ανάξιο εραστή», τον απελπισμένο κι αμετανόητα ευάλωτο στις μαγγανείες της θάλασσας Καββαδία. Μπορεί και στα γράμματα αυτά να αναγνωρίσει κανείς τα επίμονα μοτίβα της ένοχης, της αμαρτίας, του έρωτα και της εξομολόγησης, της σήψης, της τρέλας και της αρρώστιας αλλά και της ζάλης στην αφιλόξενη άσφαλτο.

Και δίπλα σ\’ αυτά ό φόβος για τον στεριανό θάνατο, ό μαγνήτης του άφεγγου βυθού, το χρώμα και η ζωγραφική σε οργανική συσχέτιση με την οδύνη και την ηδονή, οι τεχνητοί παράδεισοι, οι παραισθήσεις, οι φαντασιώσεις και οι διαχρονικές γυναικείες μορφές στη θάλασσα πού καθιστούν ακόμη πιο οδυνηρή την ανάγκη για επικοινωνία.

Ο Καραγάτσης πάλι έχει κι εδώ την ευκαιρία να καταδείξει την κοινωνία ως πλάνη, φάρσα και απάτη, να εξυμνήσει την τρυφεράδα κάτω από την άγρια και σκληρή κρούστα, να κινητοποιήσει στρατηγικές της ειρωνείας, της σάτιρας, της παρωδίας και του χιούμορ, να μεταμορφώσει τον Κόλια σε Σεβαχ και Τρίτωνα, να επενδύσει στον παντοκράτορα έρωτα ως αναπόσπαστο μέρος του ζεύγους έρωτας-θάνατος, να θεωρήσει τη σαρκική ηδονή το μοναδικό αντιστάθμισμα της οδύνης και του πόνου, να μιλήσει για τη λογοτεχνία καταθέτοντας απόψεις ποιητικής για το διονυσιακό μεθύσι της γραφής, να δοκιμάσει τα όρια της ερωτικής επιθυμίας ελέγχοντας ταυτόχρονα τις δυνατότητες αποδοχής ή απόρριψης του φυσικού/αφύσικου.

H έκδοση συνοδεύεται από φωτογραφίες των συγγραφέων και αναπαραγωγές χειρογράφων και καρτ-ποστάλ.

Feldman Deborah – Unorthodox

Ως μέλος της αυστηρής θρησκευτικής σέκτας των χασιδιστών Εβραίων του Σάτμαρ που δημιουργήθηκε στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η Ντέμπορα Φέλντμαν μεγάλωσε υπό έναν κώδικα επιβεβλημένων εθίμων που διέπει κάθε λεπτό της μέρας και υπαγορεύει από το τι μπορεί κανείς να φορέσει και σε ποιον μπορεί να μιλήσει, μέχρι το τι επιτρέπεται να διαβάσει, τι (και πώς) να φάει· και, φυσικά, ποιον να παντρευτεί.

Κι όμως· η νεαρή Φέλντμαν καταφέρνει να φανταστεί μια διαφορετική ζωή διαβάζοντας κρυφά λογοτεχνία και βρίσκοντας έμπνευση στους δυνατούς γυναικείους χαρακτήρες της Jane Austen και της Louisa May Alcott. Στα δεκαεπτά της, αναγκάζεται να παντρευτεί έναν άγνωστο σε αυτήν νεαρό άνδρα. Παγιδεύεται έτσι σε έναν σεξουαλικά και συναισθηματικά δυσλειτουργικό γάμο, όπου η αδυναμία του ζευγαριού να συλλάβει παιδί (κι άρα να αναπληρώσει τους νεκρούς τους Ολοκαυτώματος) γίνεται εφιάλτης και για τους δύο.

Αφού τελικά μείνει έγκυος, η 19χρονη συνειδητοποιεί ότι οφείλει να χαράξει έναν άλλο δρόμο για την ίδια και για το παιδί της και σχεδιάζει την απόδρασή της. Μετά τη βασανιστική αποχώρησή της από την κοινότητα, η Φέλντμαν θα δημοσιεύσει την ιστορία της το 2012, υπό τον τίτλο Unorthodox. Και παρ’ όλο τον φόβο της στην ιδέα και μόνο της Γερμανίας, θα μετακομίσει το 2014 στο Βερολίνο, σε αναζήτηση της ελευθερίας, όπου και θα συναντηθεί με τους δημιουργούς της ομώνυμης σειράς του Netflix.

Λέων Τολστόι – Το ζωντανό πτώμα

Bασικοί ήρωες του έργου είναι το ζευγάρι Φέντια και Λίζα Προτάσοφ, των οποίων η σχέση δεν πάει καλά εξαιτίας της σπάταλης και άσωτης ζωής του συζύγου. Στην υπόθεση εμπλέκεται ο παλιός φίλος του ζευγαριού Βίκτορ Καρένιν που είναι ερωτευμένος κρυφά με τη Λίζα. Ο Φέντια σκέφτεται να κάνει μια αλτρουιστική χειρονομία και να της δώσει διαζύγιο, αλλά τα ήθη της εποχής καθώς και η νομοθεσία το επιτρέπουν μόνο εφόσον υπάρχει μοιχεία που αποδεικνύεται με αυτόπτες μάρτυρες, γεγονός που θα απαιτούσε ψευδομάρτυρες και λαδώματα. Ο Φέντια θεωρεί υποτιμητική όλη αυτή τη φάρσα και σκηνοθετεί τον θάνατό του για να απαλλάξει από την παρουσία του τη Λίζα και να της δώσει τη δυνατότητα να παντρευτεί τον Καρένιν.

Το έργο αποτελείται από έξι πράξεις που η καθεμία έχει δύο σκηνές. Συγκαταλέγεται στα ελάχιστα θεατρικά που έγραψε ο σημαντικός Ρώσος συγγραφέας Λέων Τολστόι, ο οποίος εμπνεύστηκε από ένα πραγματικό γεγονός. Σεβόμενος την επιθυμία του ζευγαριού δεν το εξέδωσε όσο ζούσε.

Κώστας Ακρίβος –  Ιστορία ενός Οδοιπόρου: Στρατής Δούκας

θα ’θελα τώρα να κοιμηθώ… Αλλά σε παρακαλώ μη με ξεχάσεις… Να ‘χεις πάντα στον νου σου πως όλα ετούτα που σου είπα είναι αληθινά, είναι βγαλμένα μέσα απ’ τα βάθη της ψυχής μου… Και πως σ’ τα διηγήθηκα εγώ…Εγώ, ο Στρατής Δούκας.

Από τα Μοσχονήσια και το Αϊβαλί στη Νεάπολη Εξαρχείων και εν συνεχεία στην πρόσφατα απελευθερωμένη Μακεδονία και ύστερα ξανά πίσω στην Αθήνα, ο Στρατής Δούκας οδοιπορεί μέσω της μνήμης και εξομολογείται, σε μεγάλη πια ηλικία και τρόφιμος γηροκομείου, προσωπικές εμπειρίες αλλά και βιώματα ανθρώπων που άγγιξαν βαθιά την ψυχή του.

Κυρίαρχο γεγονός στη ζωή και το έργο του είναι η συνάντηση που είχε με έναν πρόσφυγα στην περιοχή της Πιερίας· συνάντηση που θα γεννήσει την εμβληματική για τα ελληνικά γράμματα Ιστορία ενός αιχμαλώτου.

Ταυτόχρονα με την ανάπλαση του σκηνικού της συγγραφής αυτού του κορυφαίου έργου, ξεδιπλώνεται ανάγλυφα και η ιστορία του ελληνικού πολιτισμού όλου σχεδόν του 20ού αιώνα, καθώς από την αφήγηση του Δούκα παρελαύνουν όχι μόνον οι εκλεκτές συντροφιές του (Κόντογλου, Παπαλουκάς, Μυριβήλης, Μόλλας, Βενέζης, Πεντζίκης…), μα και οι πνευματικοί του προπάτορες: Σολωμός, Παπαδιαμάντης, Παλαμάς, Καζαντζάκης, Χαλεπάς…

Ακροατής αυτής της μυθοπλαστικής εξιστόρησης ένας δημοσιογράφος. Αποδέκτες ωστόσο, θα ευχόταν ο Στρατής Δούκας, να είναι όλες οι κατοπινές γενιές και ιδίως η μεγάλη συμπάθεια και αδυναμία του: οι νέοι αυτού του τόπου.

Ιάκωβος Καμπανέλλης – Άκουσε την φωνή μου και έλα

Ο Ιάκωβος Καμπανέλλης είχε μια μακροχρόνια σχέση με τον εύρυθμο λόγο, το τραγούδι γενικά. Πρώτ’ απ’ όλα με τα τραγούδια που άκουγε στο σπίτι του και στο νησί του, τη Νάξο, αλλά και μετά, κυρίως με το έντεχνο λαϊκό, που άκουγε όταν το 1932 ήρθε με την οικογένειά του στην Αθήνα. Έναν συνδυασμό αυτών των δύο υπηρέτησε με συνέπεια για πενήντα περίπου χρόνια.

Η συγκεντρωτική συλλογή Άκουσε τη φωνή μου κι έλα περιλαμβάνει, για πρώτη φορά, όλα τα ποιήματα και τα τραγούδια του, που πολλά μάλιστα ακούμε και τραγουδάμε μέχρι σήμερα. Όσα συμπεριλαμβάνονται σε θεατρικά του έργα αναδημοσιεύονται στην αυτοτελή μορφή τους, δεδομένου ότι αρκετά από αυτά δεν έχουν μελοποιηθεί, παρά μόνο κάποιες στροφές ή ενίοτε κάποιοι στίχοι τους, περιμένοντας τον συνθέτη που θα τα μελοποιήσει ολόκληρα.

Τη συλλογή συνοδεύουν χαιρετισμός του Μίκη Θεοδωράκη, χαιρετισμός του Σταύρου Ξαρχάκου, πρόλογος, επίμετρο και σημειώσεις του θεατρολόγου Θάνου Φωσκαρίνη, εκτενές βιογραφικό, δισκογραφία και εργογραφία του Iάκωβου Καμπανέλλη, καθώς και σχέδιά του, φιλοτεχνημένα στη δεκαετία του 1960.

Θανάσης Καμπαγιάννης – Ή με τις μέλισσες ή με τους λύκους

Δεν υπάρχει επιστροφή. Δεν θα επιστρέψουμε ποτέ πίσω στην κατάσταση όπου το κράτος ήταν κυρίαρχο αλλά κώφευε ή αδρανούσε, και η ναζιστική συμμορία ήταν η «υπάλληλη» δύναμη. Όπως λέει ο Ηράκλειτος, δεν μπορείς να μπεις στο ίδιο ποτάμι δύο φορές. Κι αυτό γιατί έχει μεσολαβήσει αυτή εδώ η δίκη. Μια δίκη που δεν έχει ανάλογό της στο παρελθόν, όταν τα δικαστήρια διερευνούσαν αποκλειστικά την εγκληματική πράξη χωρίς να εξετάζουν το συνολικό πλαίσιο τέλεσής της. Μετά από αυτή τη διαδικασία, δεν υπάρχει πλέον γυρισμός.

Θα είναι τέτοια η νομιμοποίηση που θα αντλήσει η ναζιστική εγκληματική οργάνωση αν η δικαιοσύνη λειτουργήσει ως κολυμβήθρα του Σιλωάμ για την εγκληματική της δράση, που η ναζιστική οργάνωση θα γίνει κράτος και το κράτος θα γίνει υπάλληλος. Αυτή είναι μια προοπτική που φέρνει τρόμο στα θύματα, σε όσους κατέθεσαν, αλλά και σε κάθε δημοκράτη πολίτη, εκτός από όσους έχουν ήδη καταστήσει τον εαυτό τους έμμισθο ή άμισθο υπάλληλο της Χρυσής Αυγής.

Γεώργιος Σουρής – Δον Ζουάν

Εκατό χρόνια έκλεισαν πέρσι από το θάνατο του σατιρικού ποιητή Γεωργίου Σουρή (1853–1919). Για να τιμήσει την επέτειο, το ΜΙΕΤ αποφάσισε να εκδώσει το εκτενές ποίημά του «Δον Ζουάν».

Πολυγραφότατος και δημοφιλέστατος την εποχή του, ο Σουρής εξέδιδε επί τέσσερις σχεδόν δεκαετίες (1883–1918) την εβδομαδιαία εφημερίδα Ο Ρωμηός, την οποία έγραφε εξολοκλήρου μόνος του, και μάλιστα σε έμμετρη μορφή. Παράλληλα εξέδωσε πέντε τόμους ποιημάτων, έγραψε κωμωδίες και μετέφρασε Αριστοφάνη. Παρά τις σποραδικές, και συνήθως ευκαιριακές, αναφορές σε στιχουργήματά του, παραμένει εν πολλοίς άφαντος από το σημερινό εκδοτικό τοπίο.

Στην εμπεριστατωμένη μελέτη του με την οποία μάς εισάγει στο εκτενές ποίημα του Σουρή «Δον Ζουάν», ο Γιώργος Κοροπούλης εξετάζει μέσα από ένα πολυεπίπεδο πρίσμα το έργο του σατιρικού ποιητή αλλά και την περιρρέουσα πνευματική ατμόσφαιρα της εποχής.

Την έκδοση συμπληρώνουν: το αυτοβιογραφικό ποίημα του Σουρή «Εγώ – εις Ρωσίαν», μια ολοζώντανη υπεράσπιση του Σουρή από τα βέλη του Ψυχάρη γραμμένη από τον Γρηγόριο Ξενόπουλο και δημοσιευμένη στο περιοδικό των δημοτικιστών Νουμάς το 1905, σε μια παθιασμένη στιγμή του γλωσσικού ζητήματος, καθώς και ευρετήριο κυρίων ονομάτων που απαντούν στον τόμο.

Τσαρλς Μπουκόβσκι – Γυναίκες

Ο αμετανόητα αλκοολικός και άσημος συγγραφέας Χένρι Τσινάσκι γεννήθηκε για να επιβιώνει. Ύστερα από χρόνια στο περιθώριο, σε αδιέξοδες δουλειές και σε άθλια διαμερίσματα, αναγνωρίζεται επιτέλους ως ποιητής. Στα πενήντα του λοιπόν γλεντά την ξαφνική του δόξα σαν ροκ σταρ μεθώντας τριακόσιες μέρες τον χρόνο και επιτυγχάνοντας σεξουαλικές επιδόσεις που θα ζήλευε και ο Καζανόβα. Οι Γυναίκες είναι μια αχαλίνωτη καταγραφή της ζωής στο κόκκινο.

Την εποχή της συγγραφής αυτού του μυθιστορήματος, ο Μπουκόβσκι περνάει σε μια νέα φάση της ζωής του. Έχει γνωρίσει τη γυναίκα που έμελλε να σαρώσει όλες τις άλλες και να επιβληθεί λυτρωτικά στο σύμπαν του, τη Linda Lee Beighle, έχει αρχίσει να αναγνωρίζεται διεθνώς, έχει ταξιδέψει στην Ευρώπη, έχει διαδοθεί ότι σύμφωνα με τον Ζαν-Πολ Σαρτρ είναι σημαντικότατος συγγραφέας και ότι έχει εκδηλώσει τον θαυμασμό του για το έργο του ο Ζαν Ζενέ. Οι Γυναίκες είναι ο τάφος μιας φάσης και η αφετηρία μιας άλλης, όχι ριζικά διαφορετικής, πάντως ανελικτικής. Ενθαρρυμένος από την επιτυχία και από τη Λίντα, ο Μπουκόβσκι θα πετύχει και την οικονομική του ευφορία πιέζοντας και πείθοντας τον Τζον Μάρτιν, τον θρυλικό εκδότη του Black Sparrow Press, να του παράσχει υψηλότερες αμοιβές.