Απόσπασμα από το βιβλίο «Η Καρδιά του Σκότους»

Τι κωμικό πράγμα που είναι η ζωή — αυτή η μυστηριώδης επιστράτευση άπονης λογικής για έναν μάταιο σκοπό. Το πολύ-­πολύ που μπορείς να ελπίζεις να αποκομίσεις είναι μια κάποια γνώση του εαυτού σου — η οποία έρχεται πολύ αργά. Μια σοδειά ανεξίτηλης πίκρας. Έχω παλέψει με το θάνατο. Είναι ο πιο πεζός αγώνας που μπορεί κανείς να φανταστεί. Διε­ξάγεται μέσα σ’ ένα ασχημάτιστο γκρίζο, όπου δεν υπάρχει τίποτα κάτω απ’ τα πόδια σου, ούτε γύρω σου, ούτε θεατές, ούτε οχλαγωγία, ούτε δόξα, ούτε η μεγάλη επιθυμία για νίκη, ούτε ο μεγάλος φόβος της ήττας, μόνο μια αρρωστιάρικη ατμόσφαιρα χλιαρού σκεπτικισμού, χωρίς καν πολλή πίστη στο δίκαιο του αγώνα σου, κι ακόμα λιγότερο σ’ εκείνο του αντιπάλου σου. Αν η ύστατη σοφία παίρνει αυτή τη μορφή, τότε η ζωή είναι ακόμα μεγαλύτερο αίνιγμα απ’ όσο νομίζουμε. Βρέθηκα μια ανάσα από την τελευταία ευκαιρία ν’ αποφανθώ γι’ αυτό το αίνιγμα, και ανακάλυψα ταπεινωμένος πως, μάλλον, δεν είχα τίποτε να πω. Γι’ αυτό υποστηρίζω ότι ήταν τόσο αξιο­πρόσεχτος άνθρωπος ο Κουρτς. Γιατί εκείνος είχε κάτι να πει. Και το είπε.

Βιογραφικά στοιχεία για τον Τζόζεφ Κόνραντ

Ο Τζόζεφ Κόνραντ (Józef Teodor Konrad Korzeniowski) γεννήθηκε το 1857 στο Μπερντίτσεφ, πόλη υπό ρωσική κυριαρχία αλλά με πολωνικό πληθυσμό. Ο πατέρας κι η μητέρα του συμμετείχαν στην αντίσταση των Πολωνών εναν­τίον της Ρωσίας, με αποτέλεσμα η οικογένεια να υποστεί διωγμούς και κακουχίες. Ο Józef έμεινε ορφανός από έντεκα χρονών. Πρωτομπάρκαρε το 1874, κι άρχισε να μαθαίνει τα αγγλικά το 1878, στα καράβια, διαβάζοντας τον Σαίξπηρ και τους Times. Το 1886 έγινε Βρετανός υπήκοος και άλλαξε το όνομά του σε Joseph Conrad, και το 1889 έγραψε το πρώτο του έργο (το Η τρέλα του Αλμάγιερ) στη «γλώσσα που τον υιοθέτησε», τα αγγλικά. Το 1894 εγκατέλειψε τη θάλασσα κι εγκαταστάθηκε στην Αγγλία. Η λογοτεχνική του μεγαλοφυΐα άρχισε να αναγνωρίζεται από τις αρχές του 20ού αιώνα. Πέθανε το 1924.