Διακόσια χρόνια θα συμπληρωθούν του χρόνου από την Ελληνική Επανάσταση και την αρχή του τέλους της κυριαρχίας των Οθωμανών επί ελληνικού εδάφους. Ωριμότητα ώρα μηδέν θα μπορούσε να πει κάποιος κοιτώντας τα όσα άφησε πίσω της η σκλαβιά και ο ζυγός του κατακτητή. Βλέπετε το αρχαίο μικρόβιο του διχασμού επανέρχεται σε κάθε μορφή του σαν η Ελλάς οφείλει να παρουσιάσει σε ανοιχτή θέα τα κακώς κείμενα και να θάψει κάθε προσπάθεια ομόνοιας ύστερα από έναν κοινό αγώνα. Η νοοτροπία οδήγησε την Ελλάδα στον εμφύλιο ύστερα από την Επανάσταση όπως την οδήγησε στο παρελθόν και όπως θα την οδηγούσε και στο μέλλον σε ήττες εσωτερικές μετά από νίκες εθνικές. Τα επεισόδια των εντός της χώρας κατοίκων εναντίον των ομογενών, οι διαμάχες μεταξύ διαφόρων οικογενειών μπορεί σήμερα να έχουν κάπως κοπάσει ωστόσο εκείνη την εποχή ήταν έντονα και συνεχή.

Μια Ελλάδα σε αναζήτηση ταυτότητας

Ο περίφημος ανώνυμος συγγραφέας της Ελληνικής νομαρχίας, του οποίου το όνομα ακόμα αγνοούμε, έγραφε κάποτε προσπαθώντας με κάποιον τρόπο να αφυπνίσει και να νουθετήσει τους Έλληνες στο σύνολό τους όχι με μεγάλη επιτυχία δυστυχώς. “Ω θανατηφόρος έλλειψις της πατρίδος! Πόσους και πόσους διαυθεντευτάς της και υπερασπιστάς της η ασωτεία και κακοήθεια των αλλογενών της κλέπτει. Πόσων ποτίζει το βρωμερόν ύδωρ της λήθης! Αλλοίμονον, αλλοίμονον, ω Έλληνές μου ακριβοί, αν οι ξενιτευμένοι δεν αλλάξουν γνώμην και δεν ενθυμηθούν ότι όπου είναι η πατρίς, εκεί και η ευτυχία […]”. Οι ξενιτεμένοι Έλληνες ήταν αυτοί που ένιωθαν την Ελλάδα ακόμα πιο πολύ μέσα τους και πάσχιζαν δίχως άλλο να την απελευθερώσουν και να την δουν ανεξάρτητη και περήφανη. Ενώθηκαν με τους Έλληνες κατακτημένους σε έναν αγώνα κοινό και ένδοξο με σκοπό την αποτίναξη του ζυγού.

Η συγγραφέας Ισμήνη Καπάνταη που για χρόνια έχει καταπιαστεί με το θέμα της αλησμόνητης Ελληνικής Επανάστασης, που τόσο πολύ έχει απασχολήσει τους ιστορικούς, επανέρχεται με ένα μυθιστόρημα που μας ταξιδεύει στο παρελθόν για να μυηθούμε σε αυτόν τον άλλο αγώνα που θλίβει, τον μίζερο και θλιβερό των μεν εναντίον των δε για μια θέση εξουσίας. Αθηναίοι εναντίον Σπαρτιατών τότε, Έλληνες του εξωτερικού και Έλληνες του εσωτερικού εδώ να τσακώνονται και να σπέρνουν τον διχασμό για να κυριαρχήσουν οι μεν στους δε. Οι τελευταίοι νιώθουν τους πρώτους ως διεκδικητές των θέσεων που ποτέ δεν είχαν, νιώθουν πως απειλούνται και αυτό δημιουργεί έχθρες και μίση. Θα ήθελαν να αρπάξουν από τα χέρια των κατακτητών που φεύγουν την ευκαιρία να δουν τα πρόσωπά τους σε ηγετικές θέσεις, αυτές που χρόνια στερήθηκαν. Είναι ώρα για αυτούς να σηκώσουν ανάστημα και να βρεθούν επιτέλους στο προσκήνιο.

Η ιστορία της Καπάνταη είναι ένα επεισόδιο από τα όσα εκτυλίσσονταν εκείνη την εποχή, είναι μία περίληψη, μία σύντομη περιγραφή του καλύτερου και του χειρότερου προσώπου του Ελληνισμού που όταν δεν βασανίζεται από κάποιον έχει τα δικά του βάσανα που γεννά το ίδιο να αντιμετωπίσει. Είναι ένα είδος μαζοχισμού, είναι ένας κόσμος παράξενος και εδώ επιβεβαιώνεται με τις πιο τρανές αποδείξεις. Ο “Άρχοντας”, ο “Αφέντης”, η μικρή και άβγαλτη χωριατοπούλα, η Ελένη μια γυναίκα με μίσος και κακία, είναι πρόσωπα οικεία, είναι φυσιογνωμίες από κάθε ελληνική εποχή, οι αντιδράσεις τους, οι συμπεριφορές τους, οι αντιδικίες τους δείχνουν πως οι Έλληνες τελικά έχουν πολλά που τους ενώνουν αλλά και τόσα πολλά που τους χωρίζουν.

Ένας αλλιώτικος κόσμος που μας μοιάζει

Η Καπάνταη εστιάζει σε αυτά τα πρόσωπα που έχουν την κοινή μοίρα να ζήσουν στον ίδιο τόπο, η χώρα τους χωράει και τους δύο άραγε ο ένας μπορεί να αντέξει τον άλλο και να συμβιώσει ειρηνικά; Η αλήθεια είναι πως το βρεφικό στάδιο του ελληνικού κράτους που πασχίζει να περπατήσει τα πρώτα του βήματα στον δρόμο προς την εδραίωση μιας ξεχασμένης δημοκρατίας είναι ένα πολύ δύσκολο εγχείρημα και οι ανθρώπινες αδυναμίες, οι φιλονικίες και οι συγκρούσεις είναι μέρος αυτής της απότομης ενηλικίωσης. Ο φόβος της ξένης επικυριαρχίας θα βαραίνει και τους μεν και τους δε που από την μία θέλουν και επιθυμούν διακαώς την εξουσία ελληνική αλλά από την άλλη αρνούνται να δουν το κοινό τους συμφέρον και αλληλοτρώγονται και πολεμούν για μία πατρίδα που τώρα πια είναι ελεύθερη. Αυτοί ανίκανοι να απολαύσουν τους καρπούς της ελευθερίας τους αντιμάχονται το ίδιο τους το σπίτι.

“…δεν είναι καθόλου εύκολο να είναι μέσα στο ίδιο σου το σπίτι ο αντίπαλος. Άσε που μερικές φορές είναι ιδιαίτερα κουραστικό” θα γράψει η συγγραφέας, η οποία με την αφήγησή της αιχμαλωτίζει τον αναγνώστη και να τον μεταφέρει σε εκείνη την εποχή με αναφορές σε τοπωνύμια, με χρήση ιδιωματισμών, με περιγραφές σπιτιών και προσώπων, με κάθε λογής λεπτομέρειες που χτίζουν ένα άκρως σαγηνευτικό μυθιστόρημα. Σε αυτό το λογοτεχνικό μωσαϊκό με την εξαιρετική γλώσσα πάνω στο οποίο περπατάμε χάρη στην συγγραφέα, μπορούμε νοερά να βρούμε τις ρίζες του Έθνους που αναδύθηκε μέσα από τις στάχτες και με όπλο τις ιστορικές αναδρομές να ξαναζήσουμε για λίγο την εποχή και να ατενίσουμε το παρόν και το μέλλον με φαρέτρα τα διδάγματα για το πώς θα αποφύγουμε αντίστοιχες πρακτικές, αν κάτι τέτοιο είναι εφικτό.

Αποσπάσματα του βιβλίου

“Κατάλαβέ το, κοτζαμπασιλίκια, αρματολίκια, και κυρίως η πανίσχυρη οικογένεια-φατρία, αυτά ισχύουν ακόμα στην Ελλάδα. Είναι ωστόσο ακόμα νωρίς, αργότερα ας ελπίσουμε ότι θα αλλάξουν όλα”

“Σ’ όλες τις κοινωνίες τα ίδια συμβαίνουν. Ο δυνατός υπερισχύει, επιβάλλεται, ο αδύναμος υποκύπτει και ψάχνει ύστερα τρόπους, ψέματα, καλοπιάσματα, για να περνάει καλύτερα. Δεν γεννήθηκα χθές. Γνωστά όλα και κατανοητά, κανένας λόγος για ν’ ανησυχείς, γνωρίζω πού βρίσκομαι, ποιους έχω απέναντί μου, δεν πρόκειται να σου δημιουργήσω προβλήματα”.


Διαβάστε επίσης:

Ισμήνη Καπάνταη – Το βρωμερόν ύδωρ της λήθης