Από τους σκοτεινούς τεκέδες στα χρόνια της παρανομίας στα μεγάλα σαλόνια της ελληνικής μουσικής βιομηχανίας∙ από το ρεμπέτικο στο λαϊκό τραγούδι∙ από το τρίχορδο στο τετράχορδο όργανο∙ από το περιθώριο στο προσκήνιο∙ το μπουζούκι κατέχει επάξια την θέση του στην αιωνιότητα.

Την Τρίτη 25 Απριλίου στις 19:30 στον θρυλικό κινηματογράφο της Αθήνας Άστορ ξεκινάει ένα ταξίδι μνήμης στον ήχο του πιο αγαπητού λαϊκού οργάνου της χώρας ειπωμένο μέσα από τα μάτια μεγάλων προσωπικοτήτων της σύγχρονης ιστορίας του μπουζουκιού. Το μουσικό ντοκιμαντέρ «Σπασμένος Ήχος», μια συνδημιουργία των Φοίβου Κοντογιάννη και Ανέστη Μπαρμπάτση, σε παραγωγή της Foss Productions, το οποίο πραγματοποιήθηκε σε συμπαραγωγή με το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, κάνει πρεμιέρα στις αθηναϊκές αίθουσες παρουσία των συντελεστών της ταινίας συνοδευόμενο από ρεμπέτικες μουσικές εκδηλώσεις.

***

-Ποια υπήρξε η σχέση σας με τη λαϊκή μουσική;

Φοίβος Κοντογιάννης: Η Σχέση μου με την λαϊκή μουσική είναι βιωματική. Σπάσανε τα νερά της μάνας μου στην συναυλία του Μανώλη Αγγελόπουλου στον Λυκαβηττό τον Ιούνιου του 1983, όπου γεννήθηκα. Ο πατέρας μου ήταν ιδρυτικό μέλος μαζί με τον θείο μου, της γνωστής Ρεμπέτικης Κομπανίας και τραγουδιστής των ιστορικών δίσκων του Μανώλη Ρασούλη και Νίκου Ξυδάκη. Επίσης, μεγάλωσα στην Πάρο με νησιώτικα ακούσματα, μαζί με τον πατριό μου Κώστα Γουζέλη που έπαιζε κλαρίνο, σαξόφωνο και τσαμπούνα ερασιτεχνικά.

-Κρίνοντας από τις ταινίες μικρού μήκους «Βασίλης Καραγιώργος» και «Ανεπιθύμητος» έχετε μια αδυναμία στον Καζαντζίδη…

Φοίβος Κοντογιάννης: Έχω πράγματι μεγάλη αδυναμία στον Στέλιο Καζαντζίδη και στο λαϊκό τραγούδι γενικότερα. Η τελευταία μου μικρού μήκους ταινία είναι μία ταινία με τον Βαγγέλη Μουρίκη που μιλάει για τον χωρισμό , βασισμένη στο τραγούδι του Χρήστου Νικολόπουλου και του Πυθαγόρα, «Ο Ανεπιθύμητος». Η ταινία «Βασίλης Καραγιώργος» με τον Γιάννη Στάνκογλου και την Ηλέκτρα Νικολούζου είναι μία ταινία που μιλάει για την Ελληνική επαρχία, «ντυμένη» με ήχους από το λαϊκό και το σκυλάδικο τραγούδι. Στην πρώτη μου μικρού μήκους με πρωταγωνιστή τον μικρό Οδυσσέα Πάππο, μουσική έχει γράψει ένας εκ των πρωταγωνιστών του «Σπασμένου Ήχου» ο Μανώλης Πάππος. Στο προηγούμενο ντοκιμαντέρ μου «Αθηνά εκ του μηδενός» ο Τζίμης Πανούσης και οι Ιμαμ Μπαιλντί έχουν διασκευάσει νησιώτικα τραγούδια για την ταινία. Η αδυναμία μου και η επιρροή που έχω από το λαϊκό και δημοτικό τραγούδι είναι πολύ έντονη και εμφανής στις ταινίες μου όπως είναι και στη ζωή μου. Όταν γεννήθηκε ο γιος μου, ο γυναικολόγος του τραγουδούσε το αγριολούλουδο την ώρα της γέννας! 

Στιγμιότυπο από το ντοκιμαντέρ «Σπασμένος Ήχος»

-Πώς προέκυψε η ιδέα για το ντοκιμαντέρ «Σπασμένος Ήχος»;

Ανέστης Μπαρμπάτσης: Στις αρχές του 2016 άρχισα να υλοποιώ την ιδέα και την έρευνα για τη δημιουργία ενός φιλμ, όπου πρωταγωνιστές θα είναι οι σολίστες του μπουζουκιού. Η ιδέα είναι αποτέλεσμα της βιωματικής μου σχέσης με το μπουζούκι ως μουσικός και καθηγητής σε Μουσικά Σχολεία, αλλά και μιας πορείας σπουδών. Έτσι λοιπόν, προέκυψε ένα ερωτηματολόγιο που επιθυμούσα να απευθύνω σε καταξιωμένους σολίστες του μπουζουκιού, ειδικότερα της παλαιότερης γενιάς. Η σύνταξη των ερωτήσεων έγινε με το σκεπτικό να αποτυπωθεί αυτή η «ερωτική» σχέση που εκφράζουν οι σολίστες για το μπουζούκι, δίνοντας ωστόσο έμφαση σε μια μουσικοκεντρική κατεύθυνση.  Οι συνεντεύξεις περιλαμβάνουν ερωτήσεις για τα βιώματα και τα ακούσματα των παικτών, τα κοινωνικά συμφραζόμενα της εποχής τους, τα μουσικά τους πρότυπα, αλλά εμβαθύνουν και σε μουσικά ζητήματα που αφορούν την περιγραφή του τρόπου που έμαθαν να παίζουν, τη μελέτη του προσωπικού τους ήχου, την έννοια της δεξιοτεχνίας, τον αυτοσχεδιασμό (ταξίμι), τις τεχνικές παιξίματος και την προφορική διδασκαλία του οργάνου, μέσα από μουσικά παραδείγματα. Επιπλέον, έμφαση δίνεται στο ερώτημα, εάν στις μέρες μας υπάρχουν καινοτόμες ηχητικές και συνθετικές προσέγγισης του μπουζουκιού.

Η ανάπτυξη του παραπάνω υλικού παρουσιάσθηκε στο συνοδοιπόρο Φοίβο Κοντογιάννη όπου πλέον από κοινού προχωρήσαμε στη δημιουργία του έργου. 

-Η τελική μορφή του συνάδει με το αρχικό σας όραμα;

Ανέστης Μπαρμπάτσης: Σίγουρα θα μπορούσαν να ενσωματωθούν πιο μουσικοκεντρικές απαντήσεις οι οποίες έχουν καταγραφεί, σχετικές με τις θεματικές που περιέγραψα παραπάνω. Οι σολίστες απαντούν με δομημένο, χειμαρρώδη και συναισθηματικά φορτισμένο λόγο και όχι με κάποια μουσική ορολογία η οποία δεν γίνεται κατανοητή από το κοινό. Νομίζω ότι αυτή η προσέγγιση θα έδινε μια άλλη διάσταση καλύπτοντας ίσως ένα κενό. 

-Στο ντοκιμαντέρ δίνετε το λόγο σε διάφορους σχετικούς με το μπουζούκι (ερευνητές, συνθέτες, δεξιοτέχνες του  οργάνου). Με τι κριτήριο έγινε η επιλογή αυτών;

Ανέστης Μπαρμπάτσης: Καταρχάς θα ήθελα να πω ότι σίγουρα υπάρχουν επιπλέον σολίστες, εξίσου αξιόλογοι και καταξιωμένοι. Απευθύνθηκα και σε άλλους οι οποίοι είτε αρνήθηκαν, είτε απεβίωσαν στη πάροδο του χρόνου. Η επιλογή των σολιστών έγινε με βασικό κριτήριο τη σφραγίδα του ήχου που αποτύπωσαν και αποτυπώνουν ο καθένας από αυτούς στο χωροχρόνο. Στόχος ήταν να απαντήσουν σε ερωτήσεις οι οποίες δεν περιορίζονται σε βιογραφικά στοιχεία αλλά αφορούν τη μουσική και συναισθηματική τους σχέση με το μπουζούκι. Η διαδικασία της έρευνας πλαισιώθηκε από ερευνητές, κατασκευαστές μουσικών οργάνων, μουσικολόγους, ανθρωπολόγους, ώστε να καταθέτουν απόψεις και γνώση σχετικά με την οργανολογική εξέλιξη του μπουζουκιού και την ιστορική του διαδρομή. 

Στιγμιότυπο από το ντοκιμαντέρ «Σπασμένος Ήχος»

-Στους απλούς ακροατές και ακροάτριες δίνεται καθόλου ο λόγος;

Ανέστης Μπαρμπάτσης: Μόνο στο σημείο που μιλούν άνθρωποι από διάφορα σημεία του κόσμου για το αν γνωρίζουν το μπουζούκι και τι αισθάνονται για αυτό. Στο προσκήνιο βρίσκονται οι πρωταγωνιστές του μπουζουκιού, οι σολίστες.

-Ο τεράστιος όγκος υλικού που προέκυψε από τις συνεντεύξεις, διευκόλυνε ή δυσχέρανε την ολοκλήρωση του ντοκιμαντέρ;

Ανέστης Μπαρμπάτσης: Στο μυαλό μου ήταν δομημένος ο κορμός του φίλμ, γεγονός που προέκυπτε μέσα από τις βασικές θεματικές που κυριαρχούν στις ερωτήσεις. Τα ποικίλα θέματα που απαντώνται θα μπορούσαν να δημιουργήσουν δύο και τρία ντοκιμαντέρ. Επίσης, έκρινα αναγκαία την οργανολογική εξέλιξη του μπουζουκιού μιας και είχαμε τη δυνατότητα να μιλήσουμε για το πρώτο τεκμήριο, έως τα μέχρι τώρα ερευνητικά δεδομένα, τον ταμπουρά του Φώτου Τζαβέλα, αλλά και κάποιους από τους νέους μουσικούς που αποτελούν το μέλλον. Είναι φυσικό οι απαντήσεις των συμμετεχόντων να δημιουργούν διαφορετικές θέσεις. Όλα αυτά μαζί συνθέτουν το ψηφιδωτό του μπουζουκιού ως ένα βαθμό.

-Στο ντοκιμαντέρ «Σπασμένος Ήχος» ανάμεσα στις συνεντεύξεις παρεμβάλλεται αρχειακό υλικό. Ποιες ήταν κάποιες από τις πηγές σας;

Φοίβος Κοντογιάννης: Ναι, η ταινία έχει αρχειακό υλικό από πολύ διαφορετικές πηγές. Μεγάλο μέρος του υλικού προέρχεται από την ΕΡΤ αλλα και από εκπομπές και ντοκιμαντέρ παλαιότερων σκηνοθετών και άλλων υλικών. Το πιο ενδιαφέρον κομμάτι όμως για μένα ήταν το υλικό που προέκυψε από ιδιώτες μέσω διαδικτυακής έρευνας, με το μπουζούκι να παίζει ανά τον κόσμο, όλα τα είδη μουσικής.

– Ως προς τον τρόπο κινηματογράφησης υπήρξε κάποιος ντοκιμαντερίστας που σας επηρέασε;

Φοίβος Κοντογιάννης: Η αλήθεια είναι ότι δεν ανήκω στην κατηγορία των σκηνοθετών που είναι και παθιασμένοι σινεφίλ, καλώς η κακώς. Δεν έχω επηρεαστεί έντονα και συνειδητά, ουτε στο ντοκιμαντέρ, ούτε στην μυθοπλασία. Παρόλα αυτά, το ντοκιμαντέρ για την Μήδεια που έχει κάνει ο Νίκος Γραμματικός με τον Βαγγέλη Μουρίκη, είναι ένα ντοκιμαντέρ που μου έχει ανοίξει τα μάτια σε σχέση με το είδος του και το θαυμάζω. 

-Ποια πιστεύετε πως είναι η σχέση μουσικής – κινηματογραφικής αφήγησης;

Φοίβος Κοντογιάννης: Στις δικές μου ταινίες η σχέση μουσικής και αφήγησης είναι πολύ μεγάλη όπως είπα και παραπάνω. Πολλές φορές ένα μουσικό κομμάτι μπορεί να γίνει αφορμή για μια ταινία. Το κάθε τραγούδι έχει μία ιστορία, ένα σενάριο, και η κάθε σκηνή μιάς ταινίας έχει τον ήχο της. Αν η ιστορία ενός μουσικού κομματιού με την ιστορία μιας κινηματογραφικής σκηνής έχουν να πούνε μία ιστορία από κοινού, τότε η αφήγηση και το συναίσθημα μπορεί να βρεθούν σε αρμονία δυναμώσουν πολύ το τελικό αποτέλεσμα.

-Ποιο θέλατε να είναι το αισθητικό αποτύπωμα του «Σπασμένου Ήχου»;

Φοίβος Κοντογιάννης: Θα ήθελα να είναι κάτι παραπάνω από μία ταινία τεκμηρίωσης και αυτό προσπάθησα να κάνω. Πέρα από τις σπουδαίες πληροφορίες και την ιστορικότητα που μιά μέρα μπορεί να έχει λόγο των ανθρώπων και των πληροφοριών που την απαρτίζουν, θα ήθελα να είναι και μία ταινία με πλοκή, ανατροπή, χιούμορ και ρυθμό. Θα ήθελα μέσα από τα ντοκιμαντέρ που κάνουμε να φύγει σιγά σιγά το στερεότυπο που έχει πολύς κόσμος στο νού του, περί βαρετών ντοκιμαντέρ που είναι «χρήσιμα» μόνο για τις πληροφορίες τους.

Αθηνά Λαμπίρη, Αγορά

-Έχει εντυπωθεί στη μνήμη σας έντονα κάτι από τα γυρίσματα που θα θέλατε να μας μεταφέρετε;

Ανέστης Μπαρμπάτσης: Το ταξίδι του όλου εγχειρήματος όπως παρουσιάζεται στον Σπασμένο ήχο, αποτυπώνει τη χαρά της συνάντησης με τους κορυφαίους σολίστες, που καταθέτουν την αφοσίωση, το πάθος και την αγάπη τους για το μπουζούκι. Συναισθήματα και γνώση που τα μοιράζονται με μια νέα γενιά που αφήνει ελπίδες για το μέλλον του μπουζουκιού. Ωστόσο, θα πρέπει να πούμε ότι κάθε σολίστας μιλά on camera γύρω στις δύο ώρες. Αντιλαμβάνεστε ότι υπάρχει ένα σπουδαίο υλικό που δεν έχει αξιοποιηθεί ακόμη.

Φοίβος Κοντογιάννης: Δύο καταστάσεις θα έλεγα ότι έχουνε χαραχτεί περισσότερο μέσα μου και είναι η τελευταία και η προτελευταία σκηνή της ταινίας.  Το πρώτο είναι, η συγκίνηση και η ανατριχίλα που ένιωσα όταν δεκάδες ανήλικα παιδάκια από την λαϊκή χορωδία Εν χορδώ του αείμνηστου μαέστρου Γιώργου  Γεωργόπουλου, έπαιξαν ταυτόχρονα Τσιτσάνη με τα μπουζούκια τους στην Πάτρα. Το δεύτερο ήταν όταν μία μόνο μέρα πρίν από lockdown ήρθαν στην Βαρβάκειο αγορά σχεδόν 50 άτομα με τα όργανά τους, που ανήκουν στην νέα γενιά μουσικών, και κάναμε γύρισμα γλεντώντας για ώρες.

-Το ντοκιμαντέρ «Σπασμένος Ήχος έχει πλέον ταξιδέψει σε διάφορα φεστιβάλ και σημεία της γης. Υπάρχει κάποια προβολή που ξεχωρίζετε;

Φοίβος Κοντογιάννης: Ναι, έχει προβληθεί σε διάφορες χώρες και ελπίζω να συνεχίσει. Η προβολή που ακόμα όμως ξεχωρίζω, είναι η πρώτη προβολή της ταινίας στο περσινό φεστιβάλ ντοκιμαντέρ της Θεσσαλονίκης. Μία sold out προβολή, γεμάτη πολύ νέους ανθρώπους με παλμό και φοβερή ενεργεια.

Ανέστης Μπαρμπάτσης: Οι προβολές στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και στη Βαρκελώνη, το κοινό έθεσε πολύ εύστοχες ερωτήσεις και έγινε μια γόνιμη και ενδιαφέρουσα συζήτηση.

-Μιας και το ντοκιμαντέρ «Σπασμένος Ήχος» θα προβληθεί στο Άστορ, θα θέλατε να κάνετε ένα σχόλιο για τον ιστορικό αυτό κινηματογράφο και το ενδεχόμενο αυτός να κλείσει;

Ανέστης Μπαρμπάτσης: Οι ιστορικοί χώροι θα πρέπει πρωτίστως να στηρίζονται επίσημα από την πολιτεία.

Φοίβος Κοντογιάννης: Οι αίθουσες κινηματογράφου στην Αθήνα είναι ήδη μετρημένες στα δάχτυλα. Οι διανομείς και οι αιθουσάρχες μαζί με την μεγάλη συμπαράσταση του κόσμου, κάνουνε τα πάντα για να κρατήσουν τις αίθουσες ζωντανές. Οι αίθουσες δεν είναι απλά χώροι που πάμε και βλέπουμε ταινίες. Είναι ιεροί κοινωνικά χώροι που οι άνθρωποι μοιράζονται δια ζώσης μία κοινή εμπειρία. Όπως μία έκθεση ζωγραφικής, μια παρουσίαση βιβλίου, μία συναυλία. Μέχρι και ένα φαγητό σε μία ταβέρνα. Φανταστείτε αν όλα αυτά τα έκανε ο καθένας μας μόνος του και όχι όλοι μαζι…

-Θα θέλατε να μιλήσετε και για τις ζωντανές μουσικές εκδηλώσεις που πλαισιώνουν την προβολή στο Άστορ;

Φοίβος Κοντογιάννης: Για αυτές τις δύο προγραμματισμένες Τρίτες 25/04 & 02/05  (και ελπίζω να ακολουθήσουν κι άλλες) και μετά το τέλος της τελευταίας προβολής , στις 23.00 θα ακολουθήσουν μουσικές εκδηλώσεις στην στοά του Αστορ. Έχουμε την τιμή να έχουμε μαζί μας κορυφαίες τραγουδίστριες και μουσικούς της νέας γενιάς που είναι φίλοι μας και στηρίζουν την ταινία. Την πρώτη Τρίτη θα τραγουδήσει η Ιουλία Καραπατακη με τον Σώτο Τσόγκα και τον Αγη Παπαπαναγιώτου. Την δεύτερη Τρίτη θα τραγουδήσει η Σεμέλη Παπαβασιλείου με τον Πάνο Δημάκη και τον Ιάσωνα Παπούλη. 

-Εν τέλει… Το μπουζούκι πέθανε. Ζήτω το μπουζούκι;

Ανέστης Μπαρμπάτσης:  Το μπουζούκι, ζει και βασιλεύει και τον κόσμο κυριεύει, είναι πλέον άρρηκτα συνδεδεμένο με τους Έλληνες και τα συναισθήματά τους, παράλληλα γοήτευε και συνεχίζει να γοητεύει ανθρώπους του κόσμου. Νομίζω ότι οι σχετικές απόψεις που ειπώθηκαν από κάποιους σολίστες, πέρα από τη θέση του στη μουσική βιομηχανία, αφορούν την αγωνία τους για τη μουσική του εξέλιξη η οποία υπήρξε ραγδαία από την πρώτη παγκόσμια ηχογράφηση μπουζουκιού 106 χρόνια πριν. Όπως αναφέρεται και στον Σπασμένο ήχο χρειάζεται μια καινούργια πρόταση και όχι μόνο μια περιγραφή, αναπαραγωγή του παρελθόντος. Ωστόσο, καινούργιες προτάσεις έχουν ήδη δημοσιευθεί από σολίστες του μπουζουκιού. Η μουσική δεν έχει τέλος είναι η πιο αφηρημένη μορφή τέχνης, θα δούμε..

Φοίβος Κοντογιάννης: Όπως λέει και ένας εκ των πρωταγωνιστών: το μπουζούκι, το λαϊκό τραγούδι και ο καραγκιόζης, δεν θα πεθάνουνε ποτέ! «Να μας ζήσουν τα μπουζούκια , να μας ζήσουνε παιδιά γιατί οι γλυκιές πενιές τους μας χτυπάνε στην καρδιά»

Διαβάστε επίσης: 

Σπασμένος Ήχος: Το μουσικό ντοκιμαντέρ για το μπουζούκι στον ιστορικό κινηματογράφο Άστορ