Η ορχήστρα έπαιζε ακόμα φανφάρες, εκκωφαντικά και με ζήλο· ακόμα δεν είχαν καταλαγιάσει οι ζητωκραυγές του πλήθους. Στο μεταξύ, η Λόττε και ο χοντρός [ Γκαίρινγκ ] βρίσκονταν πια δίπλα στον υπουργό Προπαγάνδας και τον Χέφγκεν. Οι τρεις άνδρες ύψωσαν στα γρήγορα το χέρι, σε μια χαλαρή εκδοχή του επίσημου χαιρετισμού. Έπειτα ο Χέφγκεν, με σοβαρό, διακριτικό χαμόγελο, έσκυψε πάνω από το χέρι της μεγάλης κυρίας. Ιδού, οι τέσσερίς τους, έρμαια της φλογερής περιέργειας ενός επιλεγμένου κοινού : τέσσερις ισχυροί αυτής της χώρας, τέσσερις φορείς εξουσίας, τέσσερις θεατρίνοι – το αφεντικό της πληροφόρησης, ο ειδικός στις θανατικές καταδίκες και στους αεροπορικούς βομβαρδισμούς, η ευαίσθητη σύζυγος και ο χλομός ραδιούργος. Και το διαλεχτό κοινό να παρατηρεί πώς ο χοντρός χτύπησε φιλικά στον ώμο τον διευθυντή του θεάτρου με τόση θέρμη που αντήχησε παντού, και πώς, γελώντας τραχιά, τον ρώτησε : « Λοιπόν, πώς πάει, Μεφίστο;»

Το μυθιστόρημα ΜΕΦΙΣΤΟ διηγείται την ιστορία του ηθοποιού Χέντρικ Χέφγκεν, από το ξεκίνημά του στο Θέατρο Τέχνης του Αμβούργου το 1926 μέχρι το 1936 που ο Χέφγκεν αναδείχθηκε λαμπρό αστέρι του νέου Ράιχ.

Όταν οι ναζί καταλαμβάνουν την εξουσία στη Γερμανία, εκείνος απαρνείται το κομμουνιστικό παρελθόν του και εγκαταλείπει σύζυγο και ερωμένη για να συνεχίσει να παίζει στο θέατρο. Ο πτέραρχος πρωθυπουργός και ο υπουργός Προπαγάνδας τον πρόσεξαν στην παράσταση του Μεφίστο και ο Χέφγκεν έγινε διευθυντής του Κρατικού Θεάτρου. Συνάπτει λοιπόν συμφωνία με τον Διάβολο προδίδοντας τις αξίες που άλλοτε υποστήριζε. Στο τέλος γίνεται «μαϊμού της εξουσίας», «παλιάτσος που διασκεδάζει δολοφόνους». Αλλά οι ηθικές συνέπειες της προδοσίας του αρχίζουν να τον κυνηγούν, μετατρέποντας τον κόσμο των ονείρων του σε εφιάλτη.

Το βιβλίο είναι ένα πανόραμα της κοινωνίας στο Γ’ Ράιχ – με σαφή στοιχεία σάτιρας. Ο Κλάους Μανν βλέπει τον ηθοποιό Χέφγκεν ως το σύμβολο «ενός εξ ολοκλήρου αναληθούς, ανήθικου καθεστώτος», όπως έγραψε στην αυτοβιογραφία του.

Το Μεφίστο δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά το 1936 στο Άμστερνταμ, στον εκδοτικό οίκο Querido, που εξέδιδε βιβλία εξόριστων γερμανόφωνων συγγραφέων, όπως του Alfred Döblin, του Heinrich Mann, του Joseph Roth και της Anna Seghers. Μετά την πρώτη του έκδοση, δημοσιεύτηκε σύντομα σε 19 χώρες. Το 1966, η κυκλοφορία του στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας απαγορεύτηκε με δικαστική απόφαση. Το 1981, παρά την απαγόρευση, κυκλοφόρησε μια νέα έκδοσή του και το βιβλίο απέκτησε φανατικό κοινό .

«Σε αυτή την απόπειρα απεικόνισης της συγκεκριμένης περιόδου, το ουσιώδες δεν είναι το πρόσωπο του πρωταγωνιστή αλλά ο ανθρώπινος τύπος. Κάλλιστα θα μπορούσα να είχα επιλέξει κάποιον άλλο ως πρότυπο.

Ο κλήρος έπεσε στον Γκούσταφ Γκρύντγκενς – όχι επειδή έχω ιδιαίτερα κακή άποψη γι’ αυτόν (θα έλεγα ότι ήταν και καλύτερος από πολλούς άλλους αξιωματούχους του Τρίτου Ράιχ), αλλά πολύ απλά επειδή έτυχε να τον έχω γνωρίσει από πολύ κοντά. Και έχοντας υπόψη ακριβώς αυτή την παλιά μας γνωριμία, μου φάνηκε η μεταμόρφωσή του, η ηθική του κατάπτωση, τόσο απίστευτη, τόσο αλλόκοτη, τόσο μυθική ώστε να γράψω ένα μυθιστόρημα γι’ αυτήν.» – ΚΛΑΟΥΣ ΜΑΝΝ, Το σημείο καμπής

Κλάους Μανν

Ο ΚΛΑΟΥΣ ΜΑΝΝ (1906-1949), ο πρωτότοκος γιος του Τόμας Μανν, του διασημότερου Γερμανού συγγραφέα εκείνης της εποχής, εξόριστος, χωρίς μόνιμη κατοικία, έζησε μια ζωή εξαιρετικά δύσκολη και μελαγχολική, σε μια ταραγμένη εποχή. Διακεκριμένος συγγραφέας από νεότατη ηλικία, διέτρεξε τον κόσμο με συντροφιά τη μεγαλύτερη αδελφή του Έρικα και δημοσίευσε μια σειρά έργα που συχνά αμφισβητήθηκαν : γνωστότερο το Μεφίστο (1936), που αναφέρεται στον κόσμο του θεάτρου κάτω από την εξουσία των ναζί.

Το 1933 εγκατέλειψε τη Γερμανία. Το 1936 αναχώρησε για την Αμερική. Έπειτα από μικρό χρονικό διάστημα του αφαιρέθηκε η γερμανική ιθαγένεια. Ο Λούντβιχ (Vergittertes Fenster), το προτελευταίο μυθιστόρημά του στα γερμανικά, θεωρείται από πολλούς το αριστούργημά του. Τελευταίο βιβλίο του στα γερμανικά το Ηφαίστειο (Der Vulkan, 1939), για τον κόσμο των εξόριστων Γερμανών διανοουμένων και των Εβραίων ανά τον κόσμο, που μαζί με τον Έβδομο σταυρό της Άννας Ζέγκερς θεωρείται ένα από τα πιο σημαντικά μυθιστορήματα για το θέμα της εξορίας.

Απέκτησε την αμερικανική ιθαγένεια το 1943. Η αυτοβιογραφία του, Το σημείο καμπής (The Turning Point, 1941-1945), γράφτηκε στα αγγλικά. Έδωσε τέλος στη ζωή του στις 21 Μαΐου 1949 στις Κάννες, στη Γαλλία.

Στην « Άγρα » κυκλοφορούν το σύντομο μυθιστόρημά του Λούντβιχ – Το σιδερόφραχτο παράθυρο (με θέμα τη ζωή και το θάνατο του Λουδοβίκου Β΄ της Βαυαρίας) και το δοκίμιο Ομοφυλοφιλία και φασισμός, και τα δύο σε μετάφραση του Αλέξανδρου Ίσαρη.


ΕΙΚΟΝΑ ΕΞΩΦΥΛΛΟΥ: Από την ομώνυμη ταινία του István Szabó, 1981. Ο Κλάους Μαρία Μπραντάουερ υποδύεται τον Χέφγκεν στο ρόλο του Μεφιστοφελή.