Η έκθεση της Νέας Εθνικής Πινακοθήκης με τίτλο Η τέχνη της Κοινωνίας παρουσιάζει ένα μέρος της συλλογής του μουσείου με 250 έργα από το 1900 ως το 1945 από καλλιτέχνες όπως ο Otto Dix, η Hannah Höch, ο Ernst Ludwig Kirchner, η Lotte Laserstein and η Renée Sintenis. Η συγκεκριμένη συλλογή αναδεικνύει την ιστορία της κοινωνίας περισσότερο από κάθε άλλη συλλογή στη Γερμανία και τα ταραχώδη πολιτικά γεγονότα που έλαβαν χώρα στο Βερολίνο εξηγούν το λόγο που τα περισσότερα έργα της έκθεσης σχετίζονται με τις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις της εποχής, κοιτάζοντας και πέρα από καθαρά αισθητικούς προβληματισμούς.

Τα ζωγραφικά και γλυπτικά έργα της έκθεσης, χωρίς χρονολογική σειρά από άποψης τοποθέτησης μέσα στο χώρο, συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με τα ιστορικά γεγονότα της Γερμανικής Αυτοκρατορίας, την αποικιοκρατική της ιστορία, τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τη ‘χρυσή’ δεκαετία της Βαϊμάρης του 1920, τον Εθνικοσοσιαλισμό και τον εξοστρακισμό της avant-garde, το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και το Ολοκαύτωμα. Οι ανοιχτοί χώροι, σχεδιασμένοι από τον διευθυντή του Bauhaus Dessau (1930-32) και αρχιτέκτονα της Πινακοθήκης Mies van de Rohe, διευκολύνουν μια πιο γενική θέαση των διαφόρων θεμάτων που αναπτύσσονται στην έκθεση. Δίπλα σε χαρακτηριστικά έργα του Εξπρεσιονισμού, του Κυβισμού, του Σουρεαλισμού, του Νταντά και της Νέας Αντικειμενικότητας, βρίσκονται έργα που πραγματεύονται την έννοια της μητρόπολης, την πολιτική, την προπαγάνδα, την εξορία και τον πόλεμο. Εξετάζοντας την κοινωνία τότε και τώρα, η έκθεση θέτει το βασικό ερώτημα σχετικά με το ποιός αποτελεί μέρος της κοινωνίας και ποιός όχι, με δύο ταινίες να απαντούν στο ερώτημα από σημερινή σκοπιά και μια σειρά από άλλες δράσεις και εκδηλώσεις που επιχειρούν να φωτίσουν τη σχέση της τέχνης με την κοινωνία στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα.

Max-Ernst-Capricorne

Η γέννηση της μεγαλούπολης

Η ανάπτυξη των πόλεων την εποχή της βιομηχανοποίησης επέφερε μεγάλες κοινωνικές και πολιτιστικές εξελίξεις. Οι σύνθετες εντυπώσεις και ο δυναμισμός του αστικού περιβάλλοντος ενέτεινε μια περισσότερο αποσπασματική αντίληψη και μια αδυναμία πρόσληψης του όλου. Χαρακτηριστικά παραδείγματα, οι παραμορφωμένες εξπρεσιονιστικές εικόνες των δρόμων του Ερνστ Λούντβιχ Κίρχνερ και τα κυβιστικά έργα του Πικάσο ενόσω ζούσε στο Παρίσι, που συνενώνουν πολλαπλές προοπτικές σε μία εικόνα. Στα κολάζ της ντανταΐστριας Χάνα Χόχ η συνοχή της εικόνας διαμελίζεται σε κομμάτια. Με την τεχνική του μοντάζ, που χρησιμοποιείται στο ολοένα και πιο δημοφιλές μέσο του κινηματογράφου, μεμονωμένες εικόνες συνδυάζονται με τρόπο ώστε το μερικό να αυτονομείται, αλλά να είναι ταυτόχρονα και μέρος μιας ευρύτερης συνθήκης, όπως ο σύγχρονος άνθρωπος στη μεγάλη πόλη.

Μοντερνισμός, μια λέξη, πολλά πρόσωπα

Η δυτική σκέψη είναι βαθιά επηρεασμένη από τον μοντερνισμό που για του Γερμανούς ξεκινά με τη ρήξη με το παρελθόν που ήρθε με τη συστηματική βιομηχανοποίηση του 1900. Οι ριζικές αλλαγές δεν περιορίζονται φυσικά μόνο στους τρόπους που άλλαξε η ζωή των ανθρώπων στην καθημερινότητα τους. Τα κινήματα για την ελευθερία και την ισότητα, τη θέση της γυναίκας, τη δημοκρατία και έναν προοδευτικό και ανοιχτό τρόπο ζωής μέσα στην αστική κουλτούρα είναι επίσης επιτεύγματα του μοντερνισμού. Όμως η ιστορία του περιλαμβάνει επίσης τη βία και την καταπίεση, με τον τρόπο που ο δυτικός κόσμος διεξήγαγε το διεθνές εμπόριο, οδηγώντας σε ανισότητες και αποκλεισμούς. Τα πλεονεκτήματα της ζωής στη μοντερνιστική εποχή είναι φανερό σήμερα ότι ίσχυαν για συγκεκριμένες ομάδες ανθρώπων και η τάση για επιβολή του δυτικού τρόπου ζωής ως μια διεθνή αξία δέχεται, δικαίως, ισχυρή κριτική. Σήμερα η ιστορία της τέχνης αναγνωρίζει ότι στη Λατινική Αμερική, την Ασία και την Αφρική συνυπήρχαν αντίστοιχα και αντικρουόμενα κινήματα παράλληλα με τον δυτικό μοντερνισμό. Νέοι όροι στην πολιτισμική ιστορία όπως πολλαπλοί μοντερνισμοί, διαμοντερνισμός κ.α. έχουν εισαχθεί για να υπογραμμίσουν την πολυπολιτισμικότητα των εξελίξεων και του πολιτιστικού διαλόγου.

Άποψη-με-έργα-Πικάσο-Μπρανκούζι-Αρτσιπένκ

Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος και Δημοκρατία της Βαϊμάρης

Βίαιες συγκρούσεις, κρίσεις κάθε είδους, εξωφρενικός πληθωρισμός, απόπειρες εγκαθίδρυσης δικτατορίας, πολιτικές δολοφονίες, κοινωνικές ανισότητες που απειλούσαν την εύθραυστη ακόμα ειρήνη ήταν η καθημερινότητα κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου στη Γερμανία. Φτωχοί και βετεράνοι τραυματίες πολέμου που ζητούσαν ελεημοσύνη ήταν το σύνηθες θέαμα στους δρόμους, δίνοντας έναυσμα στους καλλιτέχνες όπως ο Otto Dix και ο George Grosz να καταγράψουν με γκροτέσκο τρόπο την τραγωδία του πολέμου. Μετά τη βραχύβια περίοδο των ‘χρυσών’ χρόνων 1924-29 η διεθνής οικονομική κρίση οδήγησε σε τεράστια ποσοστά ανεργίας. Ο μεγάλος δημοκρατικός συνασπισμός διαλύθηκε και τη θέση του πήρε το Εθνικό Σοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα το 1933, κάνοντας το πρώτο βήμα προς την καταστροφή.

Η ώρα του Σουρρεαλισμού

Η γλώσσα των ονείρων, που μας μιλά με μηνύματα που εμπεριέχουν κώδικες του ασυνειδήτου, η κατάργηση της λογικής και η επιθυμία για τη δημιουργία ή ανακάλυψη μιας άλλης αλήθειας αποτέλεσε την επιδίωξη των Σουρρεαλιστών. Ο Μάξ Έρνστ διερεύνησε το τυχαίο, αφήνοντας το χρώμα να στάξει ελεύθερα πάνω στα έργα του, ενώ ο Νταλί με ύφος που θύμιζε τους Μεγάλους Ζωγράφους της Αναγέννησης και του Μπαρόκ επέλεξε την αντιπαράθεση ρεαλιστικών και φαντασιακών εικόνων για να δώσει έμφαση στη λεπτή γραμμή που χωρίζει τους δύο κόσμους. Ο Ρενέ Μαγκρίτ επίσης χρησιμοποίησε ετερόκλιτα στοιχεία για να δημιουργήσει νέα συμφραζόμενα.

Νέα Αντικειμενικότητα

Τη δεκαετία του 1920 το ίδιο των θέμα των συνθέσεων των ζωγράφων αποκτά βαρύνουσα σημασία και αποδίδεται ρεαλιστικά και με έναν σκεπτικισμό για τα φαινόμενα της ζωής. Μια νηφαλιότητα χαρακτηρίζει τα πορτραίτα, τα τοπία και τις νεκρές φύσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η δυναμική γυναίκα που ποζάρει με αυτοπεποίθηση σε ένα Βερολινέζικο μπαρ του Christian Schad και αποκαλύπτει τη νέα κοινωνική συνθήκη της απελευθέρωσης της γυναίκας. Δε λείπουν επίσης έργα που εμπεριέχουν μια κρυμμένη κριτική απέναντι στις κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις στη χαραυγή της δικτατορίας των Εθνικοσοσιαλιστών.

Άποψη-της-έκθεσης-Η-Τέχνη-στην-Κοινωνία

Μπάουχαους

«Τέχνη και Τεχνολογία- μια νέα ένωση» ήταν το σύνθημα του Βάλτερ Γκρόπιους στα εγκαίνια της πρώτης έκθεσης του Μπάουχαους το 1923. Το Μπάουχαους αποτέλεσε το σημαντικότερο Ευρωπαϊκό κέντρο πειραματισμού των τεχνών και της αφαίρεσης. Το 1919 στα εγκαίνια της Ακαδημίας Τέχνης της Βαϊμάρης ο Γκρόπιους μίλησε για ένα κτίριο του μέλλοντος που θα ήταν το αποτέλεσμα συνεργασίας με αρχιτέκτονες, ζωγράφους και γλύπτες. Η έμφαση δεν ήταν πια στην τεχνική ικανότητα, αλλά περισσότερο στην ανάπτυξη πρωτοτύπων εικαστικής παραγωγής. Οι καλές και οι εφαρμοσμένες τέχνες διδάσκονταν μαζί στο Μπάουχαους, που υπήρξε τόπος έρευνας και ανάπτυξης της αφαίρεσης.

Αφαίρεση, η αποκάλυψη της ουσίας

Η αφαίρεση αποτέλεσε το μεγαλύτερο επίτευγμα του κλασικού μοντερνισμού στις καλές τέχνες. Στην πιο ακραία του εκδοχή, το αντικείμενο εξαφανίζεται εντελώς και το χρώμα κι η φόρμα εφαρμόζονται ανεξάρτητα από αυτό. Η δυτική ιστορία της τέχνης καταγράφει μια σειρά από τολμηρούς πειραματισμούς που οδήγησαν στην εμφάνιση της αφαίρεσης, που τελικά εκτεινόταν και πέρα από τις τέχνες ως ένα όραμα για μια νέα κοινωνία. Οι υποστηρικτές της την θεωρούσαν ως μια νέα παγκόσμια γλώσσα. Παρ’όλα αυτά η αφαίρεση προϋπήρχε σε μη δυτικούς πολιτισμούς και παρατηρείται στην τέχνη παγκοσμίως σε διακοσμητικά στοιχεία.

Η αντίσταση της γερμανικής τέχνης έναντι στο ναζισμό

Η δημιουργία τέχνης απαιτούσε μεγάλα αποθέματα κουράγιου κάτω από το ναζιστικό κλοιό ήδη πριν την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου το 1939. Υπήρξαν όμως πράγματι καλλιτέχνες που αντιστάθηκαν, όπως ο Κάρλ Χόφερ, του οποίου το εργαστήριο στο Βερολίνο βομβαρδίστηκε το 1943 και εκείνος αμέσως ξεκίνησε να ξαναζωγραφίζει τα έργα που είχαν καταστραφεί. Ο Κάρλ Κούντς ζωγράφιζε κρυφά πάνω σε κοντραπλακέ στο ξυλουργείο του πατέρα του και σε περίπτωση κινδύνου τα γύριζε ανάποδα για να μοιάζουν με απλά ξύλα. Ο Χόρστ Στέμπελ αμέσως μετά το τέλος του πολέμου δημιούργησε το τρίπτυχο Νύχτα πάνω από τη Γερμανία για να πραγματευτεί τη φρίκη του Ολοκαυτώματος στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Πηγή: κείμενα της έκθεσης
Φωτογραφίες: Βασιλική Βαγενού