Επιπλέον, αναλύει τη βία στην καθημερινότητά μας αλλά και στον κινηματογράφο κι αναφέρεται στο πως οι εικόνες και τα κόμικς επέδρασαν στο πρώτο λογοτεχνικό του πόνημα.

«Στην πραγματικότητα η βία ή η διαλεκτική της εξουσίας είναι στον πυρήνα του πολιτισμού, ίσως είναι και η αιτία του πολιτισμού και από τα λίγα πράγματα που αξίζει κανείς να μιλήσει για αυτά.»


– Το πρώτο σας μυθιστόρημα Η γυναίκα με το όπλο, ενώ δανείζεται αρκετά στοιχεία από τη λογοτεχνία νουάρ με κυρίαρχο εκείνο της επικίνδυνα μοιραίας κεντρικής ηρωίδας, δεν ακολουθεί την παραδοσιακή τεχνική του είδους. Σε τι είδος θα κατατάσσατε το βιβλίο και γιατί;

Το Η γυναίκα με το όπλο χτίστηκε σε μεγάλο βαθμό πάνω σε εικόνες. Με ενδιέφερε η εικόνα, η επίδραση του τοπίου, του ανθρωπογενούς βασικά περιβάλλοντος πάνω στην πορεία της ηρωίδας. Ίσως αυτό να την κάνει να απέχει από ένα τυπικό νουάρ. Έχω δει πολλές φορές το νουάρ να αντιμετωπίζεται ως θέμα τυπολογίας. Αυτό που πιστεύω εγώ είναι ότι πρόκειται για επίγονο είδος της γουέστερν και χαρντμποϊλντ λογοτεχνίας. Λίγο τραβηγμένα και παρακινδυνευμένα, θα έλεγα ότι είναι η λογοτεχνική μοντελοποίηση αυτού που στη θεωρία παιγνίων λέγεται ορθολογικό, υπολογιστικό άτομο. Η χαρντμποϊλντ λογοτεχνία του ’30, για παράδειγμα, ήταν  μια προσπάθεια απάντησης και ερμηνείας της οικονομικής κρίσης του ’27,  για το πώς λειτουργούσε αυτός ο κόσμος και αυτή η οικονομία, για το ποιο υπόβαθρο αξιών οδήγησε σε αυτήν.

– Η ωμή σωματική βία ως μέσο επιβολής και απόκτησης αγαθών και εξουσίας εμποτίζει με τον έναν ή τον άλλον τρόπο πολλούς από τους χαρακτήρες του βιβλίου. Σας ασκεί κάποια συγκεκριμένη γοητεία αυτή η συνθήκη;

Δεν είμαι θεωρητικός ούτε το ακαδημαϊκό μου υπόβαθρο είναι τέτοιο που να μου επιτρέπει να το εξηγήσω με περισσότερη ακρίβεια, αλλά νομίζω ότι εύκολα μπορεί να στηρίξει κανείς ότι η φυσική βία είναι το όριο όπου τείνει κάθε  πολιτισμένο νταραβέρι. Ότι καμία εξουσία δεν επιβάλλεται αν δεν μπορεί και δεν είναι αποφασισμένη να φτάσει μέχρι την φυσική βία. Γενικά, η συζήτηση για τη βία τείνει να είναι ταμπού, σαν να πιστεύουμε ως κοινωνία ότι με το να μην συζητάμε για αυτήν τη ξορκίζουμε. Στην πραγματικότητα νομίζω ότι αυτή η αφελής στην καλή περίπτωση, σκόπιμη στη χειρότερη, καταδίκη της βίας “από όπου και αν προέρχεται” οδηγεί μόνο στη διατήρηση του μονοπωλίου της  από αυτούς που το έχουν. Στην πραγματικότητα η βία ή η διαλεκτική της εξουσίας είναι στον πυρήνα του πολιτισμού, ίσως είναι και η αιτία του πολιτισμού και από τα λίγα πράγματα που αξίζει κανείς να μιλήσει για αυτά. Εξάλλου, η βία πάντα είχε μια δυσανάλογη παρουσία στο δράμα. Η “Αντιγόνη” ή “Οι Εφτά Σαμουράι” έχουν να πουν κάτι περισσότερο για τον κόσμο μας από “Το μικρό σπίτι στο λιβάδι.”

– Η αναζήτηση ταυτότητας φαίνεται να ταλανίζει την ηρωίδα σας. Πιστεύετε πως ένας λογοτέχνης, ή ένας δημιουργός, μπορεί πιο εύκολα να αγγίξει δια του έργου του την αυτοολοκλήρωση από τον μέσο άνθρωπο;

Στο “Όνομα του ρόδου” ο Έκο βάζει έναν χαρακτήρα του να λέει “εξέγερση ή προδοσία, οι λαϊκοί δεν έχουν πολλές επιλογές”. Ή, κάπως έτσι το θυμάμαι τώρα. Νομίζω ότι η ηρωίδα μου κάνει μια συνειδητή, ή τουλάχιστον έτσι θεωρεί, επιλογή. Για το δεύτερο, δεν ξέρω. Γενικά, δεν έχω αποκομίσει την εντύπωση ότι οι δημιουργοί ή οι καλλιτέχνες είναι πιο ολοκληρωμένοι από τον υποτιθέμενο μέσο άνθρωπο. Μπορεί εύκολα να ισχύει το αντίθετο. Επίσης, μάλλον δεν υπάρχει κάποιος ασφαλής τρόπος να πει κανείς τι είναι η αυτοολοκλήρωση.

– Το βιβλίο με τις γρήγορες εικόνες και τα σύντομα επεισόδια φαίνεται να διακατέχεται από κινηματογραφικές αρετές. Το σενάριο και η σκηνοθεσία με τα οποία έχετε καταπιαστεί σε τι βαθμό παρεισφρέουν στο λογοτεχνικό σας έργο;

Έχω την εντύπωση ότι η λογοτεχνική γραφή είναι πιο πηγαία για οποιονδήποτε άνθρωπο. Πρώτα ερχόμαστε σε επαφή με τη λογοτεχνία. Το να γράφει κανείς σενάρια είναι κάτι που απαιτεί μια κάποια επιπλέον τεχνική εκπαίδευση, ένα σενάριο δεν παύει να είναι τεχνικό κείμενο. Αν διαβάζεται άνετα αυτό είναι στα συν, αλλά δεν είναι ακριβώς απαιτούμενο. Το πρόβλημα ξεκινάει από τη στιγμή που κάποιος έχοντας  καταστείλει την ικανότητα να γράφει λογοτεχνικά, του βγαίνει πιο φυσικά το σενάριο. Ήδη από το “να κάθεσαι και να κοιτάς” είχα την ανάγκη να βάλω σε λέξεις την ιστορία μου, ακόμα και όταν πρόκειται για εικόνες για τις οποίες θα περίμενε κανείς ότι ο κινηματογράφος είναι ένα πιο φυσικό μέσο. Πάντως, όπως είπα και πριν, Η γυναίκα με το όπλο γεννήθηκε και από εικόνες. Ας πούμε ότι είχα μια αναφορά στα κόμικς του Pazienza. Ή ότι αυτό που επανέρχεται με κάποια επιμονή σε ό,τι κάνω είναι η “Κόκκινη Έρημος” του Αντονιόνι.

– Τελικά υπάρχει κάποιο ηθικό δίδαγμα μέσα από αυτόν τον αιματηρό κύκλο εκδίκησης που μας αφηγηθήκατε κι αν ναι ποιο είναι αυτό;

Αν το ήξερα δεν θα έμπαινα στον κόπο να γράψω την ιστορία. Θα έγραφα το ηθικό δίδαγμα και θα ήμουν οκ με αυτό. Επειδή ωστόσο έχω μπει στη διαδικασία να υποστηρίξω την ιστορία ως σενάριο, όπου υπάρχει η ανάγκη να συνταχθούν συνόψεις, δηλώσεις σκηνοθέτη, director’s vision κλπ, μπορώ εκ των υστέρων να πω ότι το κείμενο περιστρέφεται γύρω από μια διαλεκτική εξέγερσης και προδοσίας, την ανάγκη για ενσωμάτωση, και φυσικά γύρω από την κουλτούρα και τον ανθρωπότυπο που φύεται στα νεοφιλελεύθερα οικοσυστήματα.


Διαβάστε επίσης:

Η γυναίκα με το όπλο – Γιώργος Σερβετάς