Η αγάπη των συγγραφέων για τις γάτες και για τα ζώα γενικότερα είναι μια συνθήκη όχι ασυνήθιστη, ο Μαρκ Τουέιν, ο Έντγκαρ Άλαν Πόε, ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ και πολλοί άλλοι έχουν γράψει σχετικές ιστορίες ή είχαν οι ίδιοι κατοικίδια συντροφιάς και εκδήλωναν έτσι την αγάπη τους και την τρυφερότητά τους. Μάλιστα ο κορυφαίος Αμερικανός Μαρκ Τουέιν έγραφε πως “από τότε που γνώρισα τους ανθρώπους αγάπησα τα ζώα” σε μία δήλωση γεμάτη συμβολισμό για το γεγονός πως τα ζώα είναι ψυχές χωρίς ιδιοτέλεια και συμφέρον. Η Πατρίσια Χάισμιθ, η συγγραφέας του περίφημου ταλαντούχου κ. Ρίπλει, σε αυτό το μικρό βιβλίο που περιλαμβάνει τρία εξαιρετικά διηγήματα, τρία ποιήματα, ένα δοκίμιο και εξαιρετικά σχέδια, θέτει ως πρωταγωνιστές τις γάτες και έρχεται να δώσει μία άλλη πτυχή της ευρηματικής της αφήγησης. Συνδυάζει το λογοτεχνικό της δαιμόνιο και το παντρεύει με την αγάπη της για τα υπέροχα αυτά αιλουροειδή.

Οι γάτες ως στοιχείο έμπνευσης και δημιουργίας

Η ίδια αναφέρει στο τέλος της έκδοσης: “Μια γάτα μπορεί να σε οδηγήσει από περιέργεια σ’ ένα πτώμα, να δείξει εχθρότητα σε κάποιο πρόσωπο με ένα ασυνήθιστα βαθύ γρύλισμα ή βγαίνοντας από το δωμάτιο. Ποτέ δεν χρησιμοποίησα παρόμοιο τέχνασμα στα γραπτά μου, εντούτοις πρόσφατα έκανα χρήση της αρπακτικής συνήθειας που έχουν οι γάτες κι έβαλα μια γάτα να σέρνει μέσα στο σπίτι δύο ανθρώπινα δάχτυλα, ενώ στο σαλόνι εξελισσόταν μία παρτίδα σκράμπλ”. Η γάτα γίνεται στα χέρια της συγγραφέως εκείνο το πλάσμα που μπορεί και διεισδύει με τον δικό της μοναδικό τρόπο στις ζωές των ανθρώπων και τις αναστατώνει. Στο ένα διήγημα βρίσκει κομμένα δάχτυλα και άρα αποκαλύπτει ένα φονικό, στο άλλο συμπεριφέρεται με θυμό απέναντι σε ανθρώπους που δεν την συμπαθούν, η γάτα είναι πανέξυπνη, παιχνιδιάρα, δαιμόνια αλλά συνάμα πολύ τρυφερή και γεμάτη από συναισθήματα παρά τα όσα αντίθετα λέγονται.

Η Χάισμιθ καταφέρνει κάτι εξαιρετικό, να εντάξει την γάτα ως πρωταγωνίστρια σε ιστορίες μυστηρίου για τις οποίες όλοι την γνωρίζουν. Η γάτα γίνεται ο απαραίτητος μοχλός εκκίνησης της αφήγησης και το εργαλείο της μέσω του οποίου μπορεί και μας συναρπάζει με ένα ξεχωριστό και ευφυή τρόπο. Οι γάτες υπήρξαν μέρος της ζωής της και την συντρόφευαν και έτσι αποφάσισε να τους αφιερώσει ένα κομμάτι του συγγραφικού της έργου τοποθετώντας στο επίκεντρο την ιδιαίτερη ιδιοσυγκρασία τους. Γιατί οι γάτες σε αντίθεση με τους σκύλους, που είναι απόλυτα εξαρτώμενοι από τον άνθρωπο, είναι πιο ανεξάρτητες, αυτόνομες και πιο ελεύθερες αλλά όχι λιγότερο πιστές και αυτό το διαπιστώνει όποιος έχει σχέση με αυτά τα υπέροχα ζώα.

“Το γεγονός πως ο άνθρωπος γνωρίζει το καλό και το κακό, αποδεικνύει την ανωτερότητα της σκέψης του σε σχέση με τα ζώα. Το γεγονός πως παρ’ όλα αυτά, κάνει το κακό, αποδεικνύει την ηθική κατωτερότητα σε σχέση με τα ζώα” γράφει ο Μαρκ Τουέιν αποδεικνύοντας πως τα ζώα έχουν μία ηθική ανωτερότητα σε σχέση με τον άνθρωπο. Η Χάισμιθ είχε σίγουρα στον νου της τα λόγια του εμβληματικού αυτού συγγραφέα και εδώ επαναφέρει στο προσκήνιο την προσωπικότητα αυτού του τόσο παρεξηγημένου ζώου, το οποίο για κάποιους δεν έχει την ικανότητα να επιδείξει αφοσίωση στον άνθρωπο που την φροντίζει. Και όμως η εφτάψυχη γάτα είναι πολύ αγαπητή όταν θέλει και ιδιαίτερη μοχθηρή όταν επιθυμεί, όχι όμως δίχως λόγο. Ανήκει στα αιλουροειδή και άρα έχει έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα που διαφέρει για παράδειγμα από εκείνον του σκύλου. Επιδιώκει την μοναχικότητά της αλλά καταφεύγει και στην ανάγκη της για συντροφικότητα όταν εκείνη το επιλέγει και τότε δείχνει έναν υπέροχο εαυτό.

“Αν κοιτάξουμε στην ιστορία της φιλοσοφίας, θα παρατηρήσουμε ότι διαγράφονται δύο ρεύματα. Η πλειονότητα των φιλοσόφων αποδέχεται ότι σε κάποιο βαθμό και τα ζώα διαθέτουν νοημοσύνη και λογική: η ψυχή των ζώων διαφέρει από τη δική μας μονάχα ως προς τον βαθμό. Αυτή είναι η κοινή άποψη όλων των αρχαίων φιλοσόφων, αρχής γενομένης από τους πυθαγόρειους, και ιδιαιτέρως της πλατωνικής σχολής”. Ο ιταλός στοχαστής και συγγραφέας Πιέτρο Μαρτινέτι μιλώντας για την ψυχή των ζώων, έχει εμβαθύνει στον τρόπο σκέψης τους έχοντας μελετήσει πλήθος φιλοσόφων και στοχαστών, έχει διεισδύσει βαθιά στο πρόβλημα και η αφήγησή του καθώς και όλες οι παραθέσεις συγκλίνουν στο γεγονός πως ο άνθρωπος πρέπει πριν να είναι αργά, αν δεν είναι ήδη αργά, να αλλάξει γραμμή πλεύσης και να συνετιστεί αποδίδοντας στα ζώα την απαραίτητη θέση που τους αξίζει.

Η Χάισμιθ ως μία χαρισματική συγγραφέας και πολύ δεξιοτέχνης στην γραφή της επαυξάνει αυτό το μυστηριώδες και το αινιγματικό της γάτας επιδιώκοντας να μας αιχμαλωτίσει με το ιδιαίτερο πνεύμα και την ευφυΐα του ζώου που μπορεί και ελίσσεται για να δείξει τον δυναμισμό αλλά και την δυνατότητα να προστατεύεται από τυχόν κακοτοπιές όπως η Χάισμιθ περιγράφει στο δεύτερο διήγημα, εκεί δηλαδή που μας προσφέρει μία εκπληκτική προσωπογραφία του γλυκού πλην όχι ευάλωτου Μινγκ. Η ίδια η Χάισμιθ μας εκμυστηρεύεται άλλωστε το παρακάτω σε μία δική της εξομολόγηση σχετικά με την αγάπη της για τις γάτες: “Μ’ αρέσουν επειδή είναι χαριτωμένες, σιωπηλές και διακοσμητικές, θέλουν σχετικά λίγη περιποίηση και λερώνουν λίγο το σπίτι. Θα έλεγα ότι κατά κύριο λόγο είναι σιωπηλές…”

Αποσπάσματα από το βιβλίο

“Οι γάτες προσφέρουν στους συγγραφείς κάτι που οι ανθρώπινες συναναστροφές είναι αδύνατον να τους δώσουν: διακριτική συντροφιά που δεν απαιτεί ανταλλάγματα, ειρηνική και ανήσυχη σαν την ακύμαντη θάλασσα” Ζωρζ Σιμενόν

“Μπορείς να χρησιμοποιήσεις έναν σκύλο ή να τον διατάξεις, αλλά η γάτα δεν δέχεται εντολές. Δεν χρησιμοποιεί κανείς έναν καλό πίνακα στον τοίχο ή ένα κοντσέρτο του Μπετόβεν, κι όμως μπορούν να αποτελέσουν αναγκαιότητα στην ύπαρξη ενός ατόμου”

Διαβάστε επίσης:

Γάτες: Το βιβλίο της Πατρίσια Χάισμιθ από τις εκδόσεις Άγρα