«Οι ευτυχισμένες οικογένειες είναι ίδιες κι απαράλλαχτες. Όμως κάθε δυστυχισμένη οικογένεια τη βαραίνει η δική της, η ιδιαίτερη δυστυχία» 

Λ. Τολστόι – Άννα Καρένινα (μτφ Άρης Αλεξάνδρου)

Ακόμα και όποιος δεν έχει ποτέ πιάσει στα χέρια του το μυθιστόρημα του Τολστόι, γνωρίζει επιγραμματικά την τραγική ιστορία της ηρωίδας που απελπισμένη έπεσε στις ράγες του τρένου, αποζητώντας διέξοδο στα βασανιστικά της διλήμματα και αμφιθυμίες.

Το βιβλίο αποτελεί ψηφιδωτό της ρωσικής κοινωνίας του 19ου αιώνα, ενώ την κεντρική του πλοκή, αποτελεί το ερωτικό δράμα μιας νέας και όμορφης γυναίκας, της Άννας, η οποία αδυνατώντας να ζήσει όπως πραγματικά επιθυμεί κοντά στο πρόσωπο που αγαπά, πνίγεται μέσα στις κοινωνικές συμβάσεις. Βέβαια, δεν θα μπορούσε ένα τέτοιο έργο-ορόσημο να μην είχε μεταφερθεί στο σανίδι. Ουκ ολίγες διασκευές –μέχρι και εκδοχή μιούζικαλ- έχουν παρουσιαστεί κατά καιρούς με σημείο αναφοράς την παθιασμένη Ρωσίδα. Μερικές από τις κυρίες που την ερμήνευσαν στη χώρα μας, ήταν η Μαρίκα Κοτοπούλη, η Κάτια Δανδουλάκη και η Μιμή Ντενίση. Στον κινηματογράφο έχει διασκευαστεί τέσσερις φορές, με πιο πρόσφατη εκείνη του 2012, ενώ ηθοποιοί όπως η Βίβιαν Λι και η Γκρέτα Γκάρμπο έχουν κρατήσει τον πρωταγωνιστικό ρόλο.

Η Άννα, παντρεμένη με έναν ισχυρό παράγοντα της ρωσικής κοινωνίας και μητέρα ενός αγοριού, φτάνει στη Μόσχα από την Αγία Πετρούπολη για να βοηθήσει τον επιπόλαιο αδερφό της και την σύζυγό του να ξεπεράσουν τα προβλήματα στο γάμο τους. Έτσι όμως, αρχίζουν τα δικά της, καθώς μια καθοριστική γνωριμία θα της αλλάξει τη ζωή. Πρόκειται για τον γοητευτικό αξιωματικό Βρόνσκι, ο οποίος θα την ερωτευτεί παράφορα και θα κάνει τα πάντα για να βρεθεί δίπλα της. Ένα μεγάλο ερωτικό πάθος ξεκινά, που θα στιγματίσει και τους δύο. Ο σύζυγος της Άννας, Αλεξέι Καρένιν, θα πληροφορηθεί την αλήθεια, αλλά δε θα τη χωρίσει γιατί δεν μπορεί να αντέξει το πλήγμα της εικόνας του. Σύντομα η Άννα θα μείνει έγκυος και θα γεννήσει το παιδί του Βρόνσκι, το οποίο θα παρουσιάζεται ως νόμιμο τέκνο του Καρένιν. Κάτι που θα προκαλέσει τριγμούς στις σχέσεις με τον αγαπημένο της, μα και ουσιαστικές ρωγμές στον ψυχισμό της. Σιγά – σιγά όλοι την εγκαταλείπουν, ακόμα και οι παλιοί της φίλοι ή συγγενείς και εκείνη νιώθει απελπιστικά μόνη, έχοντας πολλές εκρήξεις θυμού και ζήλιας. Στο απαύγασμα της δυστυχίας της, αποφασίζει να βάλει ένα τέλος σε όλα αυτά, στο ίδιο σημείο, όπου ξεκίνησαν για εκείνη οι μεγάλες περιπέτειες.

Η Άννα ως ηρωίδα διακρίνεται από αποφασιστικότητα και φιλοδοξία να ζήσει τη ζωή με όρους δικούς της. Φαίνεται να μην αντιλαμβάνεται πάντα τη σημασία που έχει για τους γύρω της το τι είναι ή δεν είναι κοινωνικά επιτρεπτό, μοιάζει σχεδόν να απορεί μαζί τους. Αν και ντροπιασμένη, στιγματισμένη βαθιά, τολμά να αγνοήσει την συντηρητική κοινωνία της Αγίας Πετρούπολης, ακόμα και αν ξέρει ότι θα γευτεί την περιφρόνησή της. Ζει το μαρτύριό της κάτω από παλιακές συμβάσεις, βάσει των οποίων η μοιχεία θεωρείται ανήκουστη, ειδικά όταν τη διαπράττει μία γυναίκα. Μάλιστα, οι πράξεις ανδρών-γυναικών κρίνονται με δύο μέτρα και δύο σταθμά, αν λάβουμε υπόψη ότι ο αδερφός της Στίβα, διαπράττει επίσης αρκετές «ανίερες» για το περιβάλλον του πράξεις, όμως αντιμετωπίζεται με χαλαρότερο τρόπο.

Μία άλλη πτυχή του μυθιστορήματος που συνήθως παρακάμπτεται ή περνά σε δεύτερη μοίρα λόγω της δυνατής κεντρικής προσωπικότητας και του ερωτικού δράματος, είναι η απεικόνιση των κοινωνικοπολιτικών αλλαγών που σαρώνουν τη Ρωσία. Είναι η σύγκρουση των παλαιών αριστοκρατών με πατριαρχικές αξίες, με τους φιλελεύθερους. Οι συντηρητικοί επιμένουν σε παραδόσεις όπως αυτές της δουλοπαροικίας και των αυταρχικών κυβερνήσεων, ενώ οι άλλοι έχουν πίστη στον ορθολογισμό και τη δημοκρατία.

Μία από τις πιο φιλόδοξες παραγωγές του Εθνικού, που είχε επιλέξει η προηγούμενη διεύθυνση του θεάτρου, είναι η «Άννα Καρένινα» με την υπογραφή του Πέτρου Ζούλια. Βασισμένη στην διασκευή των αδερφών Κούφαλη, η σκηνοθετική γραμμή που επέλεξε να ακολουθήσει, φώτιζε επαρκώς κάθε πτυχή του ερωτικού τριγώνου. Το αποτέλεσμα ήταν μια κλασική παράσταση, που όμως σε αρκετά σημεία περιείχε άσκοπα πλατιάσματα. Είναι σχεδόν ακατόρθωτο να χωρέσουν όλα σε μία διασκευή, χωρίς να φανούν μερικές λεπτομέρειες κάπως άνισες. Θα ήταν πολύ πιο σφιχτή και δεμένη εκτέλεση, αν είχαν παραλειφθεί κάποιες σκηνές που φαντάζουν λίγο φλύαρες. Το εύρημα με τα βαγόνια του τρένου που περιστρέφονται όταν αλλάζει η δράση, ήταν έξυπνο και πολύ καλύτερο από τα αμήχανα πήγαινε-έλα, όμως από ένα σημείο και μετά, η συνεχής επανάληψή του, κουράζει. Μεγάλο «ατού» όμως, είναι τα κοστούμια της Αναστασίας Αρσένη, η οποία επιμελήθηκε και τα σκηνικά. Εντυπωσιακά, κομψά, ατμοσφαιρικά, είχαν κάτι από την προσωπικότητα του κάθε ήρωα, ιδιαίτερα τα φορέματα της Καρένινα. Πολύ ακριβείς και οι φωτισμοί του Λευτέρη Παυλόπουλου. Η μουσική του Θοδωρή Οικονόμου, αν και μονότονη σε κάποιες φάσεις, ήταν καίρια και υπογράμμιζε τα συναισθήματα.

Ερμηνευτικά, φάνηκε ο πολυπληθής θίασος να μην έχει πάντοτε συνοχή, αν και αυτό είναι λογικό ως ένα σημείο. Η Μαρία Ναυπλιώτου, ξεκινά κάπως υποτονικά, όμως έχει γοητευτικές δραματικές κορυφώσεις και ξεσπάσματα. Πιο δυνατή στιγμή κατά τη γνώμη μου όταν μετά την κατακραυγή, αναλογίζεται το κακό που μπορεί να προκαλέσει εφόσον το επιθυμήσει. Ο Λάζαρος Γεωργακόπουλος ως «Καρένιν» ανέδειξε την στιβαρή και εξουσιαστική διάσταση του ήρωά του. Ο Ορφέας Αυγουστίδης έπλασε συμπαθητικά τον «Βρόνσκι» του, με έναν ερωτισμό πιο εσωτερικό, παρά εκδηλωτικό. Ο «Λέβιν», είναι από τους πιο σημαντικούς χαρακτήρες του έργου και κατά πολλούς το alter ego του Τολστόι. Δυστυχώς στην συγκεκριμένη διασκευή δεν φωτίστηκαν εξ αρχής αυτές οι πτυχές του. Ως προς την ερμηνεία, ο Μάξιμος Μουμούρης κρατήθηκε σε πολύ ήπιους τόνους, χωρίς να μεταδίδει πάντοτε το βαθύ συναίσθημα και αντικομφορμισμό του «Κόστια». Ο Μελέτης Ηλίας, ίσως ο καλύτερος της παράστασης, έχτισε τον «Στίβα» με μέτρο και παλμό, βάζοντας καίριες σαρκαστικές πινελιές στα σημεία που έπρεπε. Η Ευγενία Δημητροπούλου ως «Κίττυ» πέρα από μία συμπαθητική έναρξη, στις κορυφώσεις της ηρωίδας ήταν αμήχανη. Πολύ ικανοποιητική η Κωνσταντίνα Τάκαλου ως «Κόμισσα Βρόνσκαγια». Το ίδιο και η Ευδοκία Ρουμελιώτη ως «Ντόλυ Ομπλόνσκι». Αγνώριστος σχεδόν ο Γεράσιμος Γεννατάς ως «Νικολάι», οικοδομεί πολύ συναισθηματικά τον χαρακτήρα του. Μικρά, αλλά όμορφα περάσματα από τους Σταύρο Μερμήγκη, Ντίνα Αβαγιαννού και Κωνσταντίνο Γιαννακόπουλο. Στην σκηνή εμφανίζονται ακόμα σε μεγάλους ή μικρούς ρόλους, συμπληρώνοντας τον εντυπωσιακά πολυμελή θίασο οι: Μυρτώ Αλικάκη, Θοδωρής Φραντζέσκος, Αλέξανδρος Μπαλαμώτης, Δήμητρα Σιγάλα, Σπύρος Μπιμπίλας, Μαρίνος Δεσύλλας, Δημήτρης Καραμπέτσης, Μαριάννα Τουντασάκη,  Γεωργία Μητροπούλου, Αντώνης Χατζής, Γιάννης Αθητάκης.

Η Άννα θα ζήσει τον έρωτα σε μία δύσκολη εποχή για την Ρωσία και θα δοκιμαστεί σκληρά μέσα στην συμβατική της κοινωνία. Η ελευθερία που ονειρεύτηκε έχει υψηλό τίμημα και έτσι, θα επιλέξει να γράψει μόνη της τον τραγικό επίλογο.

Το Eθνικό Θέατρo παρουσιάζει την «Αννα Καρένινα» του Λέοντος Τoλστόι, σε σκηνoθεσία Πέτρου Ζούλια