Μια παράσταση για όσους δε φοβούνται να ακούσουν, αλλά κυρίως να πουν τα πράγματα με το πραγματικό τους όνομα.

«Το Γαϊτανάκι του Έρωτα» του Άρτουρ Σνίτσλερ γράφτηκε το 1897 στη Βιέννη. Όταν πρωτοπαρουσιάστηκε, λίγο αργότερα, στην Αυστρία, προκάλεσε σκάνδαλο, αποτέλεσε προϊόν λογοκρισίας, απαγορεύτηκε, έως και κάηκε! Η κοινωνία την εποχή εκείνη δεν μπορούσε να επιτρέψει να βγει στην επιφάνεια αυτή η, αν μη τι άλλο, αληθινή πλευρά των ανθρώπινων, και δη των ερωτικών σχέσεων. Ο αισθησιασμός και τα σεξουαλικά θέματα που τόσο ενδιέφεραν τον Σνίτσλερ, αναπόφευκτα τον έφεραν αντιμέτωπο με τα συντηρητικά ήθη και τον καθωσπρεπισμό της εποχής. Μέχρι σήμερα το έργο αυτό εξακολουθεί να διακρίνεται για την ειλικρινή απεικόνιση των ανθρώπινων σχέσεων, αλλά και της σεξουαλικότητας.

Η ιστορία ξεκινά με μια νυχτερινή συνάντηση με μια πόρνη και ακολούθως το γαϊτανάκι του… Πόθου αρχίζει να ξετυλίγεται. Δέκα χαρακτήρες, τελείως διαφορετικοί μεταξύ τους, μπλέκονται σε μια αγωνιώδη αναζήτηση του έρωτα και της ηδονής. Δοκιμάζουν τα όρια της επιθυμίας τους, φωτίζουν, αλλά και ξεπερνούν τη σοβαροφάνεια της αστικής ηθικής, της κοινωνικής θέσης και της συζυγικής αφοσίωσης, ενώ με έναν παράδοξο τρόπο ο ένας αποτελεί τη συνέχεια του άλλου. Οι δέκα συναντήσεις των χαρακτήρων, αν και φαινομενικά δυαδικές, ενέχουν και την κάθε προηγούμενή τους. Είναι, λοιπόν, σαν αυτοί οι δέκα χαρακτήρες να συναντιούνται και όλοι αναμεταξύ τους.

Με όπλο το χιούμορ, η παράσταση θέτει ερωτήματα γύρω από την ενοχή που συχνά γεννά η σεξουαλική επιθυμία. Γιατί, όμως, από όλες τις «φυσικές» ανάγκες, κλίσεις και προδιαθέσεις του ανθρώπου, η σεξουαλική επιθυμία δεν είναι μόνο ατομικό ζήτημα, αλλά παίρνει κοινωνικές προεκτάσεις; Πόσο μπορείς να εμπιστευτείς τον σύντροφό σου και πόσο μπορείς να εμπιστευτείς τον εαυτό σου; Παραμένεις ο ίδιος άνθρωπος, ανεξάρτητα από το ποιος βρίσκεται απέναντί σου;

Μέσα από την παράσταση αυτή «φωτίζεται» η ανάγκη των ανθρώπων να επικοινωνήσουν μέσω της γλώσσας του σώματος και της ερωτικής πράξης, αλλά και ο φόβος της μοναξιάς. Ο Σνίτσλερ, δυο αιώνες αργότερα παραμένει επίκαιρος όσο ποτέ, θέτοντας ένα διχασμό στον οποίο όλοι έχουμε βρεθεί: η οικειότητα και η συναισθηματική εγγύτητα θα γεννήσουν την ερωτική επαφή ή μέσα από την ερωτική επαφή θα επακολουθήσει η εγγύτητα; Τι προσπαθούμε να πετύχουμε προσφέροντας το σώμα μας σε έναν ερωτικό σύντροφο; Είναι τα κίνητρά μας αγνά ή αντιλαμβανόμαστε τις σχέσεις ως δούναι και λαβείν;

Το «Γαϊτανάκι του Πόθου» με υπόγειο χιούμορ, παιχνιδιάρικη διάθεση και τέσσερις ηθοποιούς στη σκηνή να μιλούν, να παίζουν, να ερωτεύονται, να «φτάνουν» στο σεξ ή και να μη «φτάνουν», εκφράζει απόλυτα τους προβληματισμούς του Σνίτσλερ, σε μια εποχή που τα ζητήματα αυτά είναι πιο εύκολο να ειπωθούν χωρίς να ενοχοποιούνται.

H προσέγγισή μας, μιας και αυτά τα θέματα πάντα απασχολούν τον άνθρωπο, δεν μπαίνει σε συγκεκριμένα χρονικά πλαίσια. Εικαστικά, οι επιλογές που κάναμε από τα κοστούμια ως τη μουσική, μπλέκουν τις εποχές σε κάτι ταυτόχρονα άχρονο και διαχρονικό. Το φύλο παρουσιάζεται με μεγάλη ρευστότητα, ακριβώς για να υπογραμμίσει την πανανθρώπινη διάσταση του θέματος του έργου. Το μοναδικό χαρακτηριστικό που εισάγεται με μεγάλη σαφήνεια επί σκηνής είναι η κοινωνική τάξη, μιας κι αυτή αποτελεί συμπεριφορικό παράγοντα.

Στο τέλος της παράστασης, στόχος μας είναι ο θεατής να έχει διασκεδάσει αλλά και να του έχουν γεννηθεί γόνιμα ερωτήματα: Στην ουσία τους έχουν αλλάξει τα πράγματα από το 19ο αιώνα μέχρι σήμερα; Γιατί ενώ τόσο αποζητούμε την εγγύτητα, μας είναι τόσο δύσκολο να την αποκτήσουμε;

Τα συμπεράσματα δικά σας!

Διαβάστε επίσης: 

Το Γαϊτανάκι του Πόθου, του Άρτουρ Σνίτσλερ σε σκηνοθεσία Αικατερίνης Παπαγεωργίου στο θέατρο Σταθμός