Από τις εκδόσεις Ύψιλον κυκλοφορεί το βιβλίο Τα κύματα της Βιρτζίνια Γουλφ σε μετάφραση του Άρη Μπερλή.

“Ο ήλιος δεν είχε ακόμα ανατείλει. Δέν ξεχώριζαν θάλασσα κι ουρανός· μόνο πού η θάλασσα ήταν ελαφρά ρυτιδωμένη, σάν πανί ζαρωμένο. Σιγά σιγά, καθώς ο ουρανός άρχισε ν’ ασπρίζει, μιά σκούρα γραμμή σχηματίστηκε στόν ορίζοντα, χωρίζοντας θάλασσα καί ουρανό, καί τό γκρίζο πανί άρχισε νά ριγώνεται – χοντρές κοντυλιές πού έτρεχαν, η μιά μετά τήν άλλη, κάτω απ’ τήν επιφάνεια, η μιά ξοπίσω της άλλης, κυνηγώντας η μιά τήν άλλη αδιάκοπα”…

Η Βιρτζίνια Γουλφ γεννήθηκε στο Λονδίνο το 1882. Κόρη του Λέσλι Στήβεν -εξέχοντος βικτωριανού- μεγάλωσε σε αστικό και πολύ καλλιεργημένο περιβάλλον. Αυτοδίδακτη (όταν ήταν δεκατριών ετών ο πατέρας της της επέτρεψε να χρησιμοποιεί τη βιβλιοθήκη του, χωρίς όρους), είχε την ατυχία να μη “σπουδάσει” (μεγάλωσε στη σκιά της Βικτωριανής εποχής) αλλά και την τύχη να μείνει έτσι αμόλυντη από το στείρο ακαδημαϊσμό των πανεπιστημίων. Από το 1905 πρωτοστάτησε στη δημιουργία της ιστορικής πια Ομάδας του Μπλούσμπερυ -μια ομάδα από συγγραφείς, ζωγράφους και κριτικούς πού μονοπώλησαν (επάξια, ωστόσο) την πολιτιστική κίνηση του Λονδίνου για δύο δεκαετίες. Το 1912 παντρεύτηκε τον Λέναρντ Γούλφ, σύζυγο-φίλο που “διεύρυνε τα ενδιαφέροντα της και προστάτεψε, σαν φύλακας άγγελος, την πνευματική της υγεία”. Έγραψε οκτώ μυθιστορήματα, διηγήματα, και πληθώρα κριτικών και άλλων δοκιμίων. Το πεζό έργο της χαρακτηρίζει η τεχνική της καλούμενης συνειδησιακής ροής, καταγραφή των σκέψεων και αισθημάτων πού “ρέουν”, χωρίς καμιά προφανή λογική σύνδεση, στη συνείδηση ενός προσώπου. 
Η Βιρτζίνια Γούλφ αυτοκτόνησε στις 28 Μαρτίου 1941. Έβαλε μια μεγάλη πέτρα στην τσέπη της και μπήκε στα παγωμένα νερά του πόταμου Ουζ· κατέβηκε στον “κάτω κόσμο των νερών”, εκεί “πού μια αλλαγή γίνεται ξαφνικά στο μυαλό σου και το σώμα σου λάμπει, ημιδιάφανο, τυλιγμένο σ’ έναν πράσινο μανδύα” (Στο Φάρο, III, 8). (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

H Virginia Woolf γεννήθηκε το 1882 στο Λονδίνο. Ο πατέρας της, Sir Leslie Stephen, ήταν κριτικός λογοτεχνίας, και η μητέρα της Julia Jackson Duckworth, μέλος της οικογένειας του ομώνυμου εκδοτικού οίκου. Ο θάνατος της μητέρας της και της ετεροθαλούς αδελφής της κατά τη διάρκεια της εφηβείας της, τη σημάδεψαν, προκαλώντας της περιοδικές κρίσεις κατάθλιψης. Το 1912 παντρεύτηκε τον Leonard Woolf και ίδρυσε μαζί του το 1917 τις εκδόσεις Hogart, όπου δημοσιεύτηκαν τα έργα των Τ.Σ. Έλιοτ, Ε.Μ. Φόρστερ και Κάθριν Μάνσφιλντ, καθώς και οι πρώτες μεταφράσεις του Φρόιντ. Έζησε ανάμεσα στο Λονδίνο και στο Rodmell του Sussex, παραμένοντας πάντα στο κέντρο της λογοτεχνικής σκηνής. Ανέπτυξε δημιουργική δραστηριότητα στο πλαίσιο της καλλιτεχνικής ομάδας του Bloomsbury, με πολλούς από τους καλλιτέχνες, συγγραφείς και διανοούμενους της εποχής της, και το συγγραφικό της έργο την καθιέρωσε ως κεντρική μορφή του φεμινισμού και του μοντερνισμού. Ο φόβος μιας υποτροπής της ψυχασθένειας την οδήγησε το 1941 στην αυτοκτονία.
Η Virginia Woolf υπήρξε λαμπρή μυθιστοριογράφος, κριτικός και δοκιμιογράφος. Τα λογοτεχνικά και κοινωνικά δοκίμιά της αναδεικνύουν ένα διεισδυτικό κριτικό πνεύμα. Στα μυθιστορήματά της περιλαμβάνονται: “Το ταξίδι” (1915), “Μέρα και νύχτα” (1919), “Το δωμάτιο του Ιάκωβου” (1922), “Η κυρία Ντάλογουεη” (1925), “Στο φάρο” (1927), “Ορλάντο” (1928), “Τα κύματα” (1931), “Τα χρόνια” (1937). Ως δοκιμιογράφος και λογοτεχνική κριτικός έφερε στο φως ελάσσονες συγγραφείς των περασμένων αιώνων, αλλά και κλασικούς. Τα κυριότερα έργα λογοτεχνικής κριτικής συγκεντρώθηκαν σε δύο τόμους με τίτλο “Common Reader” (1925-1932). Από τα φεμινιστικά και άλλα δοκίμιά της ξεχωρίζουν τα “A Room of One’s Own” (1929), “Three Guineas” (1938), “Between the Acts” (1941), και “The Death of the Moth” (1942). Όλα τα -περισσότερα από 500- δοκίμια της Virginia Woolf συγκεντρώθηκαν στο έργο: “Collected Essays” (α’ έκδοση: 1967, σε επιμέλεια Leonard Woolf).

Ο μεταφραστής και κριτικός λογοτεχνίας Άρης Μπερλής σημειώνει:
“Η Βιρτζίνια Γουλφ βρίσκεται μέσα στη μεγάλη παράδοση της δυτικής λογοτεχνίας και συναριθμείται με τον Προυστ και τον Τζόυς στην τριάδα των μεγάλων καινοτόμων πεζογράφων που άνοιξαν νέους δρόμους στο ευρωπαϊκό μυθιστόρημα τις τρεις πρώτες δεκαετίες του εικοστού αιώνα. Από τους κύριους και πιο μαχητικούς πρωταγωνιστές του “μοντερνισμού” (της σημαντικότερης μεταστροφής που έγινε, μετά το ρομαντισμό, στο ύφος και την ευαισθησία), είχει πλήρη επίγνωση του γεγονότος πως η επανάσταση στο ύφος ήταν αναγκαία συνέπεια μιας αλλαγής στάσης και προοπτικής. Ωστόσο, δεν της διέφευγε πως τελικά “ο ιστορικός της λογοτεχνίας θ’ αποφασίσει· αυτός θα πει αν αρχίζουμε τώρα, αν τελειώνουμε, ή αν βρισκόμαστε στο μέσον μιας μεγάλης περιόδου της πεζογραφίας”. […] Η Γουλφ άνοιξε και πορεύτηκε το δρόμο της, αδιάφορη για τα δικαιώματα του θεσμοθετημένου γούστου, παίζοντας τα επικίνδυνα παιχνίδια της, ακολουθώντας με πείσμα και άκρα συνέπεια το όραμά της. Το ιερό πάθος της για τη μορφή και την τεχνική – ένα πάθος που εκδηλώθηκε με συνεχείς (και ολέθριους για την ψυχική της υγεία) πειραματισμούς, από μυθιστόρημα σε μυθιστόρημα – δεν ήταν συγκάλυψη ανεπαρκειών του συγγραφικού της τάλαντου, ούτε εμμονή και ιδεοληπτική επιδίωξη του “καινοφανούς”. Το κυνήγι της μορφής ήταν κυνήγι της πραγματικότητας – μιας νέας πραγματικότητας που οι παλαιοί τύποι του μυθιστορήματος δεν μπορούσαν να παραστήσουν και να παραδώσουν. Το μυθιστόρημα για τη Γουλφ δεν είναι κριτική της ζωής, ούτε διασκευή και συμμάζεμα των δεδομένων της, αλλά αναπαραγωγή της πολλαπλότητας της εμπειρίας. Η ζωή είναι πρωτεϊκή και ρευστή, πολυσύνθετη και αλλοιότροπη. Δουλειά του μυθιστοριογράφου είναι να δώσει, να αναπαραγάγει τις μυριάδες παραλλαγές και φωτοσκιάσεις, τις αναρίθμητες αποχρώσεις της εμπειρίας, στη μόνη έγκυρη πραγματικότητά τους: στη συνειδησιακή ροή τους.”

(απόσπασμα από το δοκίμιο: “Η Βιρτζίνια Γουλφ και το μυθιστόρημα”, από το επίμετρο του βιβλίου “Στο φάρο” των εκδόσεων Ύψιλον).