Στο προηγούμενο άρθρο της στήλης (εδώ) αναρωτιόμουν για τη μνήμη στην εποχή του διαδικτύου. Την αφορμή έδωσε ένα πολύ γνωστό και κάποτε αγαπημένο μου τραγούδι το οποίο έτυχε να ακούσω μετά από καιρό και μου ήταν αδύνατο να θυμηθώ το συγκρότημα που το κυκλοφόρησε.

Το τραγούδι το είχα ακούσει στο ραδιόφωνο.

Αααα… το ραδιόφωνο…

Αυτό το μέσο που κάποτε – πριν όχι και τόσα πολλά χρόνια – αποτελούσε καθημερινό και αναπόσπαστο κομμάτι του κοινωνικού ιστού και που τώρα έχει αναλάβει είτε το ρόλο ντεκόρ σε καφέ και κομμωτήρια, είτε το ρόλο του να μας θυμίζει πόσο χρονών είναι ο καθένας από εμάς.

Μην με παρεξηγείτε. Δεν είναι εύκολο πράγμα το σωστό ντεκόρ. Και ένα όμορφο και σωστό ντεκόρ πάντα εκτιμάται ανάλογα. Όπως κι ένα κακό ντεκόρ ενοχλεί. Ούτε είναι κακό να ακούς ένα παλιό τραγούδι που έχεις συνδυάσει με μια συγκεκριμένη περίοδο της ζωής σου, με πρόσωπα και πράγματα.

Το κακό είναι ότι το μουσικό ραδιόφωνο στις μέρες μας κάνει σχεδόν μόνο αυτά.

Το οικονομικό / εμπορικό τμήμα κάθε σταθμού έχει επιλέξει ένα target group. Η μουσική διεύθυνση και οι παραγωγοί του σταθμού έχουν την οδηγία να κάνουν τις κατάλληλες επιλογές ώστε να προσελκύσουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερο κομμάτι αυτού του target group. Και μετά έρχονται τα νούμερα. Αν τα νούμερα είναι ικανοποιητικά, τότε ο σταθμός θα πάρει τις διαφημίσεις που απευθύνονται στο συγκεκριμένο target group. Αν όχι, τότε δεν θα τις πάρει με ότι αυτό συνεπάγεται (και συνεπάγεται μια μεγάλη σειρά από πράγματα).

Προσωπικά μου θυμίζει … μνημόνιο όλο αυτό. Να πετύχεις τους στόχους, για να πάρεις τη δόση, για να μην χρεοκοπήσεις. Και μόλις πετύχεις τους στόχους (αν τους πετύχεις), έρχονται οι επόμενοι στόχοι. Και ούτω καθεξής…

Και βέβαια προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι υπάρχουν σταθμοί που παίζουν αποκλειστικά «ξένο» ρεπερτόριο, σταθμοί που παίζουν αποκλειστικά «ελληνικό», σταθμοί που από το «ξένο» παίζουν αποκλειστικά π.χ. ροκ, σταθμοί που από το «ελληνικό» παίζουν π.χ. μόνο λαϊκό. Άλλοι που παίζουν μόνο επιτυχίες (με έμφαση σε συγκεκριμένες δεκαετίες), άλλοι που ποντάρουν σε συγκεκριμένα ηχητικά ιδιώματα κλπ κλπ.

Και βέβαια, ανεξαρτήτως του αν επετεύχθησαν ή όχι οι στόχοι, υπάρχουν παράπλευρες απώλειες.

Θα μπορούσα να αναφέρω πάρα πολλές αλλά δεν θα το κάνω κυρίως γιατί το μέσο από το οποίο σας απευθύνομαι (δηλ. μια στήλη) δεν είναι κατάλληλο για αυτό. Θα χρειαζόταν μάλλον ένα βιβλίο. Ένα μικρό βιβλίο έστω. Θα σταθώ στη μία παράπλευρη απώλεια που – αν και δεν είμαι βέβαιος ότι είναι η πιο σημαντική είναι αυτή που – με προβληματίζει περισσότερο.

Η πλούσια ελληνική δισκογραφική παραγωγή των τελευταίων χρόνων, η οποία είναι πολύ μεγάλη σε ποσότητα, ευρηματική σε επίπεδο παραγωγής / ενορχήστρωσης, εξαίρετη εκτελεστικά, πολυσυλλεκτική σε ύφος, χάνει μία κύρια δίοδο πρόσβασης προς το κοινό. Χάνει επίσης το βασικό μέσο με το οποίο θα μπορούσε να συνομιλήσει / διαδράσει με το κοινό. Με ένα κοινό που πλέον δεν κάνει τις επιλογές του βάση «ταμπέλας» όπως συνέβαινε στα ‘80’ς και στα ‘90s. Με ένα κοινό που είναι «ανοιχτό» σε ερεθίσματα και κατ’επέκταση σε νέα ακούσματα.

Η ελληνική κοινωνία δεν θα αντιληφθεί ποτέ πλήρως το μέγεθος της άνθησης της σύγχρονης ελληνικής μουσικής σκηνής αν αυτή δεν καταγραφεί και στο ραδιόφωνο.

Τα live των καλλιτεχνών και το διαδίκτυο είναι μέσα που καταγράφουν το τι συμβαίνει, αλλά το τρίγωνο δεν ολοκληρώνεται και το σχήμα μένει ημιτελές αν στο παιχνίδι δεν μπει και το ραδιόφωνο.

Ελπίζω να μην χρειάζεται να εξηγήσω πόσο σημαντικό είναι τόσο το να καταγραφεί το τι συμβαίνει, όσο και να αποκτήει η κοινωνία συνείδηση του τι συμβαίνει . Όχι τόσο για τους μουσικούς (αυτό είναι αυτονόητο) όσο για την κοινωνία την ίδια.

Το παραπάνω κείμενο είναι σχηματικό. Προφανώς ορισμένες παράμετροι είναι πιο σύνθετες. Αναγκαστικά λοιπόν υπάρχουν ορισμένες υπερ-απλουστεύεις στο παραπάνω κείμενο.

Παρόλα αυτά θα ήταν μεγάλη (και μάλλον αδικαιολόγητη) παράλειψη να μην αναφερθώ στα εξής:

Στο web ραδιόφωνο η εικόνα είναι οπωσδήποτε διαφορετική και σε σημεία πολύ καλύτερη από αυτή που περιέγραψα παραπάνω, η οποία αναφέρεται βέβαια στα ερτζιανά. Το web radio όμως (για λόγους που δεν είναι της παρούσης να αναφέρω) δεν έχει καταφέρει να αποκτήσει το status του παραδοσιακού ραδιοφώνου. Στην πράξη υστερεί ιδιαίτερα στο βαθμό κοινωνικής διάδρασης και κοινωνικής διείσδυσης σε σχέση με το ραδιόφωνο των ερτζιανών. Δεν είναι ο τόπος και ο χρόνος να προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε γιατί συμβαίνει αυτό. Το ζήτημα είναι ότι επειδή ισχύει αυτό, παρά τις πολλές φιλότιμες προσπάθειες από παραγωγούς των web ραδιοφώνων, το τρίγωνο δεν συμπληρώνεται και το σχήμα παραμένει ημιτελές.

Υπάρχει τουλάχιστον ένας ραδιοφωνικός σταθμός στα ερτζιανά της Αττικής (ελπίζω να υπάρχουν και άλλοι σε άλλες περιοχές) ο οποίος, όσον αφορά στη μουσική, ξεκάθαρα ακολουθεί διαφορετική πορεία από αυτή που περιγράφθηκε παραπάνω. Με παραγωγούς (αλλά και διεύθυνση) που εμπράκτως και συστηματικά καταγράφουν το τι συμβαίνει στη σύγχρονη ελληνική μουσική σκηνή, υποστηρίζουν, συνομιλούν. Πρόκειται βέβαια για τον 105,5 Στο Κόκκινο. Ευτυχώς που υπάρχει αυτός ο σταθμός και αυτοί οι παραγωγοί, και δεν τολμώ να σκεφτώ καν πόσο χειρότερη θα ήταν η κατάσταση αν δεν υπήρχε έστω αυτός. Αλλά ένας σταθμός δεν αρκεί. Ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη.

Σήμερα Δευτέρα 22/5 ξεκίνησε επίσημα τις εκπομπές του, με το πλήρες πρόγραμμα του διαμορφωμένο ένας καινούργιος ραδιοφωνικός σταθμός. Το «Ραδιόφωνο 24/7» στους 88,6.

Καλή επιτυχία θα ευχηθώ.

Κυρίως όμως εύχομαι να τολμήσει να κάνει τη διαφορά.