Ελλάδα 60, Κύπρος 3, Ηνωμένες Πολιτείες 74, Μεγ. Βρετανία 49, Ιρλανδία 4, Καναδάς 11, Γαλλία 9, Γερμανία 4, Ελβετία 2, Αυστρία 1, Ισλανδία 2, Σουηδία 6, Νορβηγία 5, Δανία 1, Βέλγιο 3, Ολλανδία 6, Ιταλία 3, Ισπανία 3, Πολωνία 2, Ουκρανία 1, Αζερμπαϊτζάν 1, Ιαπωνία 6, Αυστραλία 9, Νέα Ζηλανδία 1, Βραζιλία 1, Αργεντινή 2, Ιράν 1, Λίβανος 1, Ισραήλ 2, Μαρόκο 1, Γκάνα 1 και 13 ακόμη που ήταν το αποτέλεσμα συνεργασίας καλλιτεχνών από διαφορετικές μεταξύ τους χώρες του κόσμου.

Σύνολο: 288 άλμπουμ εσοδείας 2020. Τόσα άκουσα, ολόκληρα και παραπάνω από μία φορά, μέσα στο 2020. Τα διπλά και πλέον από όσα άκουσα το 2019. Η καραντίνα συνέβαλε σε αυτό.

Ακόμη κι έτσι, με τις ετήσιες ακροάσεις μου να έχουν υπερδιπλασιαστεί, τελικά λίγη σημασία έχει. Το γεγονός παραμένει.

Σταγόνα στον ωκεανό.

Σε έναν ωκεανό που ταξιδεύω πότε με ένα κάποιο πρόγραμμα, πότε απολαμβάνοντας μία τυχαία διαδρομή, πότε παρασυρμένος από κάποιο ρεύμα, πότε ακολουθώντας αγαπημένες μου διαδρομές.

Οι διαδρομές που μπορεί να ακολουθήσει κανείς σε αυτόν τον ωκεανό της μουσικής είναι ατελείωτες καθώς ο όγκος της διεθνούς παραγωγής είναι πάρα πολύ μεγάλος και οι διάφορες υπηρεσίες streaming διευκολύνουν την πρόσβαση περισσότερο από ποτέ. Τα έσοδα που καταλήγουν στους καλλιτέχνες βέβαια μέσα από αυτή την διαδικασία είναι ένα προβληματικό ζήτημα. Πάντα ήταν, όμως για πρώτη φορά φέτος το ζήτημα αυτό άνοιξε στα σοβαρά, με άρθρα που γράφτηκαν στον διεθνή μουσικό τύπο. Αυτό πιθανότατα συνέβη επειδή ακριβώς το 2020 βρήκε τα έσοδα των καλλιτεχνών από άλλες πηγές να συρρικνώνονται ή/και να εξαφανίζονται τελείως (βλέπε συναυλίες). Με αυτό όμως θα ασχοληθώ σε άλλο κείμενο της στήλης στο κοντινό μέλλον.

Η χρονιά της πανδημίας οδήγησε στην καθυστέρηση πάρα πολλών κυκλοφοριών που είχαν ανακοινωθεί ή και στην αναβολή τους για την επόμενη χρονιά. Σε περιόδους κρίσης παρατηρείται το φαινόμενο να επηρεάζονται αρνητικά περισσότερο οι “μικροί” παρά οι “μεγάλοι”. Έτσι, μια στρατιά από δημοφιλή ονόματα κυκλοφόρησαν το άλμπουμ τους μέσα στο 2020 παρά την πανδημία. Απλώς χρειάστηκε να αναβάλλουν τον προγραμματισμό τους και να προσαρμόσουν την στρατηγική προώθησης τους στο νέο περιβάλλον το οποίο δεν επέτρεπε τις περιοδείες.

Ο κατάλογος είναι πραγματικά πάρα πολύ μεγάλος: Αν εξαιρέσεις τους Pet Shop Boys και τους The Boomtown Rats (!) που κυκλοφόρησαν άλμπουμ τους πρώτους δυο μήνες του 2020, όλοι οι παρακάτω κυκλοφόρησαν τα άλμπουμ τους εν μέσω πανδημίας: AC/DC, Deep Purple, Bob Dylan, Bruce Springsteen, Lucinda Williams, Pearl Jam, Bon Jovi, Paul Weller, Elvis Costello, The Pretenders, Morrissey, Jarvis Cocker, Tricky, Faithless και Groove Armada (και τα δύο πολύ δημοφιλή βρετανικά σχήματα επαναδραστηριοποιήθηκαν 10 χρόνια μετά τη διάλυση τους – δεν τους εμπόδισε η πανδημία από το να το κάνουν αυτό), Kylie Minogue, Lady Gaga, Dua Lipa, Taylor Swift για να αναφέρω μόνο κάποιες από τις πιο τρανταχτές περιπτώσεις.

Μάλιστα επειδή δεν μπορούσαν να κάνουν περιοδεία, κάποιοι πέρασαν σημαντικό τμήμα της καραντίνας στο home studio τους και κυκλοφόρησαν 2 άλμπουμ μέσα στο 2020. Από τους παραπάνω, το έκανε αυτό η Taylor Swift, αλλά τα παραδείγματα είναι κι εδώ πολλά: Drive-By Truckers, ο Χιλιανοαμερικανός Nicolas Jaar, ο γάλλος Chapelier Fou, οι γιαπωνέζες Tricot και ο επίσης γιαπωνέζος Haruka Nakamura για να αναφέρω μόνο τις περιπτώσεις που έπεσαν στην αντίληψη μου και αξίζει να αναφερθούν.

Δεν συνέβη όμως το ίδιο και με τα “μικρά” και “μεσαία” ονόματα που είτε ανέβαλαν επ’αόριστον τις κυκλοφορίες τους, είτε τα έβγαλαν τα άλμπουμ τους άρον-άρον μέσα στον Νοέμβριο για να “προλάβουν” την χρονιά, είτε τα έβγαλαν νωρίτερα μεν, σε μια ύφεση της πανδημίας, χωρίς όμως να έχουν την δυνατότητα να τα προωθήσουν ουσιαστικά μέσα σε ένα περιβάλλον χωρίς συναυλίες.

Κατ’αναλογία κάτι τέτοιο συνέβη και στην Ελλάδα. Σταμάτης Κραουνάκης, Νατάσα Μποφίλιου, Γιάννης Κότσιρας, και άλλα περισσότερο ή λιγότερο δημοφιλή ονόματα κυκλοφόρησαν άλμπουμ παρά την πανδημία, ενώ οι λοιπές, μικρότερου βεληνεκούς δυνάμεις της ελληνικής παραγωγής είτε συνωστίστηκαν στους μήνες Νοέμβριο και Δεκέμβριο είτε βγήκαν στην ύφεση της πανδημίας το καλοκαίρι. Δεν έλειψαν και οι περιπτώσεις που απλώς επειδή το άλμπουμ ήταν έτοιμο βγήκε για να βγει, χωρίς ελπίδες να κινηθεί πέρα από ένα μάλλον περιορισμένο κύκλο social media.

Γενικά, οι συνέπειες της πανδημίας στις τέχνες είναι οφθαλμοφανείς. Μία από τις συνέπειες όμως που ίσως δεν έχουμε σκεφτεί είναι ότι μέσα σε αυτό το περιβάλλον γίνεται ακόμη δυσκολότερο να αναπτυχθεί το νέο και το διαφορετικό. Το αναγνωρίσιμο και το “ασφαλές” ευνοείται τελικά έναντι των υπολοίπων. Εκ της ίδιας της διαδικασίας και εξαιτίας της κατάστασης. Όχι δηλαδή επειδή κάποιοι “κύκλοι” φροντίζουν για αυτό. Αυτό είναι μια σκέψη που αφορά σε όλες τις χώρες (και όχι στην Ελλάδα ειδικά) και σε όλες τις τέχνες (όχι μόνο στη μουσική).

Πίσω στο κυρίως θέμα μας:

Μόνο στην Ελλάδα, μέσα στο 2020, κυκλοφόρησαν 257 άλμπουμ ελληνικής παραγωγής, έναντι 442 το 2019 και 485 του 2018 (στοιχεία του Πέτρου Δραγουμάνου από την διαρκή και ενδελεχή έρευνα του για την Ελληνική Δισκογραφία τα αποτελέσματα της οποίας βρίσκει κανείς στο site του musiconline.gr) Παρά την σαφή πτωτική τάση (πανδημία γαρ), ο αριθμός παραμένει μεγάλος. Μπορούμε να φανταστούμε άρα τον όγκο των κυκλοφοριών αν αθροίσουμε τα αντίστοιχα νούμερα σε Αμερική, Αγγλία και λοιπές (μεγάλες ή μικρές) μουσικές δυνάμεις.  Ή ίσως και να μην μπορούμε.

Η συντριπτική πλειοψηφία των άλμπουμ του 2020 που άκουσα (παραδοσιακά περιλαμβάνω σε αυτά και τις κυκλοφορίες του Δεκ. 2019 και δεν περιλαμβάνω αυτές του Δεκ. 2020 που μεταφέρονται για την επόμενη χρονιά) άξιζαν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο τον χρόνο που αφιέρωσα στην ακρόαση τους και μου προσέφεραν απόλαυση ή/και τροφή για σκέψη. Αυτό μου συμβαίνει σταθερά τα τελευταία χρόνια. Το έγραφα και πέρυσι, στο αντίστοιχο κείμενο, μόλις το έκανα copy/paste και στο παρόν κείμενο φέτος.

Από αυτό το ταξίδι στον ωκεανό, για το έτος 2020, έχω τις εξής πολύ δυνατές αναμνήσεις:

DakhaBrakha  |  Alambari (DakhaBrakha, Ουκρανία)
Majid Bekkas| Magic Spirit Quartet (ACT , Μαρόκο)
GoGo Penguin | GoGo Penguin (Blue Note, Μεγ. Βρετανία)
Bob Dylan | Rough and Rowdy Ways (Columbia , Η.Π.Α.)
K.Leimer / Marc Barecca | Chains of Being (Palace of Lights, Η.Π.Α.)

Κάθε χρόνο σταματάω εδώ. Δηλαδή στα 5 πρώτα (το πολύ) καθώς θεωρώ ότι ο συνολικός αριθμός των άλμπουμ που άκουσα μέσα στη χρονιά δεν μου “επιτρέπει” μεγαλύτερη λίστα. Φέτος όμως που άκουσα τα υπερδιπλάσια από ότι συνήθως, θα συνεχίσω και με τις επόμενες 5 θέσεις.

Hania Rani  |  Home (Gondwana Records, Πολωνία)
Ben Watt | Storm Damage (Caroline International , Μεγ. Βρετανία)
Το Πράγμα | Year of the Thing (Trumpetfish Records, Ελλάδα)
Olafur Arnalds | Some Kind of Peace (Mercury KX, Ισλανδία)
Fiona Apple | Fetch The Bolt Cutters (Epic Records, Η.Π.Α.)

Εννοείται ότι στις παρακάτω θέσεις της προσωπικής μου λίστας υπάρχουν άλμπουμ που “πιέζουν” να μπουν στη δεκάδα. Και πιέζουν τόσο πολύ, ώστε αν έγραφα το ίδιο κείμενο μια-δυο εβδομάδες αργότερα πιθανόν η παραπάνω λίστα να παρουσίαζε διαφορές. Μάλιστα δύο από τα άλμπουμ που πιέζουν είναι ελληνικής παραγωγής: το τρίτο των Kooba Tercu με τίτλο “Proto Tekno” (και πρώτο τους για την αγγλική εταιρεία Rocket Recordings) και το “In Fading Light” του τρίο της Τάνιας Γιαννούλη που ηχογραφεί για την Νεοζηλανδέζικη Rattle Music). Αλλά σε αυτά θα αναφερθώ παρακάτω.

Αναλυτικότερα η δεκάδα:

1. DakhaBrakha  |  Alambari (DakhaBrakha, Ουκρανία)

Είχα αρκετά χρόνια να νιώσω έτσι ακούγοντας καινούργια μουσική. Αυτό το πράγμα του να ακούς με ανοιχτό το στόμα και με όλες σου τις αισθήσεις σε εγρήγορση όσο διαρκεί η πρώτη ακρόαση του άλμπουμ. Δεν θυμάμαι πως έπεσα πάνω στους DakhaBrakha. Τα ταξίδια μου στον “ωκεανό” καμιά φορά παίρνουν ασυνήθιστη τροπή. Όπως και να έχει θυμάμαι ότι έκανα μια άχαρη δουλειά γραφείου και έβαλα το άλμπουμ τους “Alambari”, να παίξει σαν χαλί. Για παρέα. Ήδη από τα πρώτα μέτρα μου απέσπασε την προσοχή, μέχρι τα μισά του πρώτου τραγουδιού είχα σταματήσει ότι έκανα και όταν τελείωσε το πρώτο τραγούδι πάτησα pause, φόρεσα τα καλά ακουστικά και το άκουσα όλο από την αρχή ως το τέλος. Πάει η δουλειά. Πήγε περίπατο.

Το 2006 κυκλοφόρησαν το ντεμπούτο τους οι Ουκρανοί DakhaBrakha. 3 γυναίκες και 1 άντρας. Γεννήθηκαν από ένα project του σκηνοθέτη Vladyslav Troitskyi (ο οποίος είναι το 5ο μέλος του συγκροτήματος). Το project παρουσιάστηκε στο DAKh Center for Contemporary Art στο Κίεβο το 2004 και έκτοτε συνέχισαν ως συγκρότημα. Το “Alambari” είναι το 7ο άλμπουμ τους. Το συγκρότημα δηλαδή δεν είναι άσημο. Εκ των υστέρων διαπίστωσα ότι στο παρελθόν έχουν συμμετάσχει σε αρκετά ευρωπαϊκά φεστιβάλ. Αυτοχαρακτηρίζονται ως ethno-chaos και ethno-punk αλλά εδώ έχουμε μια περίπτωση που η όποια ταμπέλα μάλλον περιορίζει παρά περιγράφει τον ήχο τους. Πολυφωνία (εξαιρετικοί τραγουδιστές όλοι τους), στοιχεία ουκρανικής και βαλκανικής παραδοσιακής μουσικής αναμεμιγμένα με ροκ και (όντως punk) στοιχεία και όλα αυτά με φωνές, κρουστά, μπάσο, ακορντεόν, και περιστασιακή χρήση και άλλων οργάνων. Κιθάρα, μην ψάξετε. Δεν έχει.

Μεγάλα τους ατού: α) ο τρόπος που αναπτύσσονται τα τραγούδια τους και β) το γεγονός πως παρότι ώρες-ώρες φλερτάρουν με την avant guarde τελικά με ένα μαγικό τρόπο είναι προσβάσιμοι (χωρίς να είναι προβλέψιμοι) και φιλικοί στον ακροατή.

DakhaBrakha στα Ουκρανικά σημαίνει κάτι αντίστοιχο με το ελληνικό “πάρε-δώσε”. Και πράγματι υπάρχει ένα διαρκές “πάρε-δώσε” ανάμεσα σε διάφορα μουσικά είδη και ιδιώματα. Το επίτευγμα είναι ότι δεν διακρίνονται οι “ραφές”. Με μια λέξη, το “Alambari” είναι συναρπαστικό.

Το άλμπουμ υπάρχει σε όλα τα βασικά streaming services και κυκλοφόρησε σε CD το οποίο δεν έχει διανομή εκτός Ουκρανίας. Προσωπικά το βρήκα στο discogs. Εν μέσω της καραντίνας της άνοιξης περίμενα περίπου δύο μήνες για να φτάσει στα χέρια μου, αλλά άξιζε κάθε μέρα της αναμονής.

Μπορείς να ακούσεις ολόκληρο το “Alambari” εδώ.

2. Majid Bekkas| Magic Spirit Quartet (ACT , Μαρόκο)

O Majid Bekkas είναι από τους κύριους εκπροσώπους της μουσικής gnawa (παραδοσιακή μουσική του Μαρόκου και των Υποσαχάριων περιοχών της Αφρικής.) Στο Magic Spirit Quartet όμως η μουσική αυτή “παντρεύεται” με την βορειοευρωπαική jazz. O Majid Bekkas με τη δημιουργική συμβολή των Σουηδών Goran Kajfeš (τρομπέτα), Jesper Nordenström (πιάνο/πλήκτρα) και Stefan Pasborg (ντραμς, κρουστά) φτιάχνουν ένα άλμπουμ αναφοράς για τη σύγχρονη world jazz.

Κυκλοφόρησε σε cd και streaming / download από την ACT και μπορείτε να το ακούσετε ολόκληρο εδώ.

3. GoGo Penguin | GoGo Penguin (Blue Note, Μεγ. Βρετανία)

Πέρσι τέτοια εποχή και με αφορμή το άλμπουμ “Memory Streams” των Portico Quartet (που ήταν μέσα στην πεντάδα) έγραφα: “Η βρετανική jazz σκηνή αρθρώνει τον δικό της σημαντικό λόγο τα τελευταία αρκετά χρόνια, με αρκετά συγκροτήματα που διαφοροποιούνται από την υπόλοιπη ευρωπαϊκή jazz (πόσο μάλλον από την αμερικάνικη) και μπολιάζουν το είδος με στοιχεία neo-classical, minimal, electronica και όχι μόνο.” Το 5ο άλμπουμ των GoGo Penguin, με τίτλο απλά το όνομα τους, είναι – ως σύνολο – ίσως το καλύτερο τους μέχρι τώρα. Λείπει το στοιχείο της πρώτης έκπληξης (πολύ λογικό, τόσα χρόνια και 5 άλμπουμ μετά) αλλά κερδίζει σε ευστοχία και ωριμότητα.

Νομίζω ότι πέτυχαν διάνα τον ήχο και τον ύφος που επιδίωκαν όλα τα προηγούμενα χρόνια και τολμώ μια εκτίμηση. Ότι στο επόμενο τους άλμπουμ θα κάνουν κάποια στροφή. Μην με ρωτήσετε προς τα που.

Το εν λόγω είδος της βρετανικής jazz έχει αρχίσει πλέον να αναφέρεται στον διεθνή τύπο με τον όρο “nu jazz”. Άλλοι εκπρόσωποι του είδους που μας χάρισαν απολαυστικά άλμπουμ φέτος ήταν οι Mammal Hands με το (επίσης 5ο τους) “Captured Spirits” (στην Gondwana records η οποία ήταν οι εταιρεία που ανέδειξε τους GoGo Penguin πριν μεταγραφούν στην Blue Note), οι Βέλγοι Nordmann με το τρίτο τους άλμπουμ “In Velvet”, και οι Γάλλοι Foehn Trio με το 2ο άλμπουμ τους “Highlines”. Με άλλα λόγια το είδος έχει αρχίσει να ξεφεύγει από τα σύνορα της Μεγάλης Βρετανίας.

4. Bob Dylan | Rough and Rowdy Ways (Columbia , Η.Π.Α.)

Ναι, πράγματι, θα προτιμούσα το άλμπουμ με τραγούδια που θα απολάμβανα περισσότερο μέσα στο 2020 να ήταν ένα άλμπουμ κάποιου/κάποιας νεότερου/ νεότερης τραγουδοποιού. Δεν μου αρέσει και πολύ η ιδέα ότι στη θέση αυτή βρίσκεται το 39ο (!) άλμπουμ του 79χρονου Bob Dylan. Αλλά και τι να κάνω; να προσποιηθώ ότι απόλαυσα κάποιο άλλο άλμπουμ, άλλου ή άλλης τραγουδοποιού περισσότερο; και αυτό λιγότερο; και να φανταστείς ότι δεν είμαι και κανένας σκληροπυρηνικός fan του Dylan. Το προηγούμενο άλμπουμ του που έχω στη δισκοθήκη μου (αν αυτό σημαίνει κάτι) είναι το “Oh Mercy” του 1989. Πλέον έχω και αυτό.

Κατά τα άλλα να παρατηρήσω ότι η ενασχόληση του Bob Dylan τα τελευταία αρκετά χρόνια (από το 2015 ήδη) με διασκευές αμερικανικών pop standards που ανήκε στο ρεπερτόριο π.χ. του Frank Sinatra και ανάλογου ήχου καλλιτεχνών μάλλον τον ανανέωσε και τον ωφέλησε συνθετικά. Ο “γέρος” μελετάει και μαθαίνει ακόμη. Ας σιωπήσουμε και ας στήσουμε αυτί γιατί στο “Rough and Rowdy Ways” έχει να πει πολλά. Και συνθετικά, και ενορχηστρωτικά και βεβαίως στιχουργικά.

Α, ξέχασα να πω: το “I Contain Multitudes” είναι μάλλον το καλύτερο τραγούδι που άκουσα φέτος.

5. K.Leimer / Marc Barreca | Chains of Being (Palace of Lights, Η.Π.Α.)

Μορφή της ambient μουσικής, με δισκογραφία που αριθμεί πάρα πολλούς δίσκους από το 1979, οραματιστής και πρωτοπόρος, ο K. Leimer στο “Chains of Being” συνεργάζεται με τον επίσης αμερικανό Marc Barreca. Είναι το 4ο άλμπουμ της περιστασιακής (και σκόρπια μέσα στις δεκαετίες) συνεργασίας τους. Μακράν το ambient άλμπουμ που απόλαυσα περισσότερο φέτος. Και άκουσα πολλά. Σημείωση για όποιον ενδιαφέρεται: η έκδοση βινυλίου είναι πολύ φροντισμένη και δίνει έξτρα πόντους απόλαυσης σε σχέση με την streaming έκδοση.

Ο K. Leimer (πλήρες όνομα: Kerry Leimer) φέτος κυκλοφόρησε και ένα προσωπικό άλμπουμ. Το “A Figure Of Loss” το οποίο επίσης συστήνω χωρίς επιφυλάξεις (ας πούμε ότι είναι μέσα στην top 20άδα μου).

6. Hania Rani  |  Home (Gondwana Records, Πολωνία)

Πριν πω δυο λόγια για την νεαρή Πολωνή πιανίστα και συνθέτρια Hania Rani να ενημερώσω όσους / όσες έχουν την πολύ υγιή κατά την γνώμη μου συνήθεια να παρακολουθούν και κάποιες δισκογραφικές εταιρείες εκτός από μεμονωμένους καλλιτέχνες ό,τι η βρετανική Gondwana records (με έδρα το Μάντσεστερ) αξίζει να μπει στην ατζέντα σας. Η εταιρεία που έδωσε βήμα στους GoGo Penguin και εξακολουθεί να δίνει βήμα στους Mammal Hands και στους Portico Quartet έχει να επιδείξει πολύ αξιόλογους καλλιτέχνες και πέρα από το ρεύμα της ευρωπαϊκής nu-jazz στην δημιουργία του οποίου έχει συμβάλλει άλλωστε σε πολύ σημαντικό βαθμό. Για παράδειγμα ένα πολύ όμορφο φετινό άλμπουμ της εταιρείας (σε διαφορετικό από το nu-jazz ύφος) ήταν το “Salute To The Sun” του ιδρυτή της (συνθέτη και τρομπετίστα) Matthew Halsall. Και βέβαια το 2ο άλμπουμ της Hania Rani που είναι ανακάλυψη της Gondwana. Η 30χρονη Πολωνή συνθέτις και πιανίστα είναι μουσικός της εποχής της. Δηλαδή, δεν κατηγοριοποιείται εύκολα καθώς στη μουσική της βρίσκει κανείς neo-classical, electronica, cinematic και ambient στοιχεία, ενώ στο κατά βάση instrumental άλμπουμ της “Home” υπάρχουν και πολύ όμορφα τραγούδια. Με το δεύτερο αυτό άλμπουμ της έχει βρει ήδη τον δικό της χαρακτήρα και με το τρίτο της (όποτε έρθει αυτό) είμαι σίγουρος ότι θα τον βρει ακόμη περισσότερο. Όπως είμαι επίσης αρκετά σίγουρος ότι θα την συναντήσουμε σύντομα στα credits κάποιας ταινίας ή σειράς της οποίας θα έχει γράψει την μουσική.

7. Ben Watt | Storm Damage (Caroline International , Μεγ. Βρετανία)

Ο Ben Watt έχει γνωρίσει μεγάλη επιτυχία στο παρελθόν (και όχι με μόνο ένα τραγούδι) ως το ήμισυ των Everything But The Girl. Δεν ξέρω τι συνέβη και στην προσωπική του καριέρα δεν επανέλαβε την επιτυχία του παρελθόντος, όπως επίσης και δεν ξέρω τι πάει “στραβά” και κάποια από τα τραγούδια του φετινού του “Storm Damage” δεν βρίσκονται στα playlist των ραδιοφώνων όλου του δυτικού κόσμου.

Σπουδαία τραγουδοποιία (αλλά και ενορχήστρωση – παραγωγή) από ένα καλλιτέχνη που περιμένει να αναγνωριστεί όπως του αξίζει. Είναι πια 58 ετών. Ποιος ξέρει; Ίσως στα 70 του.

8. Το Πράγμα | Year of the Thing (Trumpetfish Records, Ελλάδα)

“Το Πράγμα” είναι ο πιανίστας και συνθέτης Κωστής Χριστοδούλου. Με το φετινό “Year of the Thing”, Το Πράγμα γίνεται και συγκρότημα αποτελούμενο από τον ίδιο τον Κωστή Χριστουδούλου στο πιάνο, τον Μάνο Θεοδοσάκη στην τρομπέτα, τον Δημήτρη Τσάκα στο άλτο σαξόφωνο, τον Τάκη Πατερέλη στον τενόρο σαξόφωνο και το φλάουτο, τον Κώστα Κωνσταντίνου στο κοντραμπάσο και τον Σεραφείμ Μπέλλο στα τύμπανα. Ένας και ένας όλοι τους, ο καθένας με τον τρόπο του, σπουδαίοι παίκτες της ελληνικής jazz σκηνής. Η οποία ελληνική jazz σκηνή παρότι έχει εδώ και αρκετά χρόνια φτάσει σε πολύ υψηλά επίπεδα (και το εννοώ αυτό με βάση τα διεθνή standards) εξακολουθεί να παραμένει ένα κρυμμένο μυστικό που περιμένει να ανακαλυφθεί από την υπόλοιπη Ευρώπη. Αλλά που θα πάει. Θα έρθει κι αυτό.

Φτιάχνει ένα πολύ ιδιαίτερο χαρμάνι ο Χριστοδούλου εδώ. Παίρνει στοιχεία από διάφορες τάσεις της jazz (αμερικανικής και ευρωπαϊκής) και φτιάχνει ένα, ιδιαίτερο, δικό του “πράγμα”. Ιδιαίτερα υψηλό συνθετικό επίπεδο που υποστηρίζεται εξαιρετικά από όλους τους μουσικούς, οδηγώντας σε ένα συναρπαστικό αποτέλεσμα. Ελπιδοφόρο επίσης, ότι το άλμπουμ βγήκε από καινούργιο δισκογραφικό label, την Trumpetfish Records. Εύχομαι καλή συνέχεια !

Ήταν συγκριτικά περιορισμένη η κυκλοφορία δίσκων της ελληνικής jazz σκηνής φέτος (πανδημία γαρ). Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έλειψαν τα απολαυστικά άλμπουμ: Ξεχωρίζω το “Prozac Youth” των πρωτοεμφανιζόμενων δισκογραφικά Numea (Ikaros Music) και παρότι στην ετήσια ανασκόπηση μου της χρονιάς για λόγους δεοντολογίας δεν αναφέρομαι στις κυκλοφορίες της Puzzlemusik (της οποίας για όσους δεν γνωρίζουν είμαι ο ιδρυτής και επικεφαλής) θα ήταν παράλειψη να αναφερθώ στην “jazz στην Ελλάδα” και να μην κάνω έστω μια αναφορά στο “The Passing” του George Kontrafouris Trio και το “At The Zoo” των The Next Step Quartet.

Για να ολοκληρώσω και την αναφορά μου στην jazz, εκτός από τα άλμπουμ που αναφέρθηκαν νωρίτερα στο κείμενο (Majid Bekkas, GoGo Penguin, Mammal Hands, Nordmann, Foehn Trio) από την διεθνή παραγωγή ξεχώρισα και απόλαυσα και τα εξής: το “Dance” των Tingvall Trio (μπορεί να μην έφτασε τα δυσθεώρητα ύψη του προ τριετίας άλμπουμ τους “Circlar” αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν ήταν απολαυστικό), το “Spirit Garden” του Αμερικανού σαξοφωνίστα Tivon Pennicott (άλμπουμ που ανανεώνει με δημιουργικό τρόπο τη γλώσσα της Νεουορκέζικης τζαζ – κρίμα που δεν προωθήθηκε όπως θα του άξιζε), το “From This Place” του Pat Metheny (που είχε να κυκλοφορήσει studio άλμπουμ με νέες συνθέσεις εδώ και 6 χρόνια) και το “Albores”, σόλο μπαντονεόν άλμπουμ του βετεράνου Αργεντινού Dino Saluzzi, που αποτελεί την πρώτη αμιγώς σόλο δισκογραφική κατάθεση του Saluzzi εδώ και 30 χρόνια. Ένα στοχαστικό άλμπουμ, ήρεμης δύναμης που μάλλον πέρασε σχετικά απαρατήρητο μέσα στον όγκο των κυκλοφοριών της ECM.

9. Olafur Arnalds | Some Kind of Peace (Mercury KX, Ισλανδία)

Έχει κάνει πιο “εντυπωσιακές” δισκογραφικές καταθέσεις στο παρελθόν ο Olafur Arnalds. Το “Some Kind of Peace” όμως συγκεντρώνει τα διάφορα πρόσωπα του (βλέπε τις διάφορες εκφράσεις της τέχνης του) σε ένα ομοιογενές, συμπαγές και ταυτόχρονα περιπετειώδες σύνολο. Ήρεμα περιπετειώδες, μην φανταστείτε τίποτα ακρότητες. Ο Arnalds έχει βρει και κατακτήσει “Ένα Είδος Εσωτερικής Ηρεμίας” που λέει και ο τίτλος του άλμπουμ. Δεν νιώθει την ανάγκη να αποδείξει τίποτα πια και αυτό με κέρδισε και με έκανε να ξεχωρίζω το άλμπουμ αυτό από την μέχρι τώρα δισκογραφία του. Εντάξει, μπορεί να με επηρέασε και η εξαιρετική (και αξέχαστη) συναυλία του στο Κ.Π.Ι.Σ.Ν. που μεσολάβησε ανάμεσα στην προηγούμενη και αυτή την κυκλοφορία του, αλλά δεν νομίζω ότι ήταν μόνο αυτό. Να πάρει η ευχή… τι της θυμήθηκα τις συναυλίες τώρα και με έπιασε νοσταλγία… Αλλά που θα πάει. Θα περάσει κι αυτό…

10. Fiona Apple | Fetch The Bolt Cutters (Epic Records, Η.Π.Α.)

Το άλμπουμ της Fiona Apple θα το έχετε δει σε διάφορες λίστες ως τώρα, και θα το δείτε και σε άλλες. Και δίκαια. Τολμηρό άλμπουμ για το προφίλ της Fiona Apple, ένα πελώριο “δεν-με-νοιάζει-τι-θα-βγει- και-πως-θα-το-υποδεχθεί-το-κοινό-μου” άλμπουμ, που τελικά της βγήκε σε καλό. Πολύ πειραματικό για το mainstream κοινό (θα έλεγα ακόμη και για μέρος του indie κοινού), όχι και τόσο πειραματικό για όσους είναι εξοικειωμένοι και με … πραγματικά πειραματικά ακούσματα. Τα παραπάνω όμως είναι απλώς κατηγοριοποιήσεις. Η ουσία είναι πως πρόκειται για ένα περιπετειώδες και απολαυστικό άλμπουμ.

Είχε από το 2012 να κυκλοφορήσει άλμπουμ η Fiona Apple και αυτή η τολμηρή της κυκλοφορία την έβαλε για τα καλά ξανά στον χάρτη. Το άλμπουμ ηχογραφήθηκε με σποραδικές ηχογραφήσεις μέσα στην περίοδο 2015 – 2020 στο σπίτι της. Το πιο χαρακτηριστικό στοιχείο του άλμπουμ είναι η πληθώρα κρουστών ήχων που προέρχονται από συνδυασμό συνηθισμένων κρουστών με καθημερινά χρηστικά αντικείμενα. Προσοχή! Don’t try this at home !

Όχι, μην το δοκιμάσεις αν δεν έχεις και πολλά καλογραμμένα τραγούδια. Και το “Fetch the Bolt Cutters” έχει πολλά τέτοια.

Εκτός των παραπάνω δέκα άνω, ιδιαίτερη μνεία δεν μπορώ παρά να κάνω και στα εξής:

Δηλαδή τι να πρωτογράψω τώρα, άστα να πάνε… το κείμενο έχει τραβήξει ήδη πάρα πολύ. Αλλά…υπάρχει πολύ και πολύ καλή μουσική εκεί έξω, ιδιαιτέρως αν αρχίσεις να ασχολείσαι και με παραγωγές εκτός του αγγλοσαξωνικού τόξου. Και όσο ακούς, τόσο βρίσκεις.

οκ, θα μου υποσχεθείτε ότι τουλάχιστον θα βάλετε να παίξει τη λίστα “2020 My Pick” που έφτιαξα στο Spotify που αποδελτιώνει και άλμπουμ που δεν κατέγραψα εδώ και εγώ θα σας υποσχεθώ ότι θα αναφέρω μόνο κάποια από τα υπόλοιπα άλμπουμ, ομαδοποιημένα και συνοπτικά:

οκ; πάμε:

όπως και πέρσι, έτσι και φέτος, πολλοί βετεράνοι καλλιτέχνες που ξεκίνησαν την καριέρα τους και εδραίωσαν την επιτυχία τους στα ’70s, στα ’80s ή και στα 90s ακόμη συνεχίζουν να μας χαρίζουν απολαυστικά άλμπουμ. Δεν είναι μόνο ο Dylan που αναφέρθηκε νωρίτερα (καλά, αυτός ξεκίνησε από το ’60s ήδη) που δεν το βάζει κάτω.

Ο Bruce Springsteen μάζεψε την E Street Band στο προσωπικό του studio και μέσα σε έξι μέρες ηχογράφησαν το “Letter To You”. Την 6η μέρα, δεν είχαν λέει τι να κάνουν και απλώς έκατσαν και άκουγαν τι είχαν ηχογραφήσει. Θα ήθελα στα 71 μου να μπορώ να το κάνω κι εγώ αυτό. Έγραφα πέρσι για τους The Dream Syndicate (με αφορμή το “These Times”) πως ζουν μια δεύτερη νεότητα. Με το φετινό ψυχεδελικό και ηχογραφημένο live in the studio -μέσα σε ελάχιστες ώρες- “The Universe Inside” κατάθεσαν ένα άλμπουμ που ενώ ταυτόχρονα ηχεί κατά κάποιο τρόπο σαν “The Dream Syndicate” εντούτοις δεν το περίμενες ποτέ από αυτούς. Ο Thurston Moore κυκλοφόρησε το εξαιρετικό “By The Fire” κλείνοντας το μάτι στις εποχές των Sonic Youth, οι Throwing Muses επανασυνδέθηκαν και με το “Sun Racket” είναι περίπου σαν να μην πέρασε μια μέρα.

Cowboy Junkies με το “Ghosts” σταθερά απολαυστικοί όπως σε όλες τις κυκλοφορίες τους τα τελευταία χρόνια. Stephen Malkmus (των πάλαι ποτέ Pavement), με το εξαιρετικό “Traditional Techniques” (μετά την όχι και τόσο επιτυχημένη αλλαγή ύφους του “Groove Denied” του 2019).

Η Lucinda Williams με εξέπληξε με το “Good Souls Better Angels” και με τη στροφή που πήρε στον ήχο της! Και κυρίως το πόσο της πηγαίνει αυτή η στροφή. Η μεταμόρφωση της χρονιάς ήταν αυτή της Lucinda Williams. Στα 67 της απεκδύθηκε τον country-folk-pop ήχο της και παρουσίασε κάτι τελείως διαφορετικό. Δηλαδή αυτό το απολαυστικό ύφος που ακούμε στο άλμπουμ , το καταπίεζε τόσα χρόνια μέσα της; Αλήθεια τώρα;

Όπως (από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού) με εξέπληξε και ο Marc Almond με το “Chaos And A Dancing Star”. Ομολογώ δεν το περίμενα. Στο γνώριμο ύφος του λίγο-πολύ αλλά με πολύ καλογραμμένα τραγούδια. Στα 63 του ο Almond. Από τους πρώτους που κόλλησε και covid-19, ελαφρά ευτυχώς όπως αποδείχτηκε. Από τον Momus πάλι το περίμενα το καλό το άλμπουμ. Το “έψηνε” καιρό τώρα (αν και στα 60 του και αυτός πια). Το “Vivid” είναι ευρηματικό. Στιχουργικά εμπνευσμένο από την πανδημία και την καραντίνα είναι το μόνο ίσως από τα άλμπουμ που τα τραγούδια τους γράφτηκαν και ηχογραφήθηκαν κατά την διάρκεια της καραντίνας που πραγματικά με κέρδισε. Και γράφτηκαν αρκετά τέτοια άλμπουμ. Νιώθω όμως ότι δεν τα ωφέλησε το γεγονός ότι γράφτηκαν μέσα στο “μάτι του κύκλωνα” και κυκλοφόρησαν τόσο άμεσα. Χωρίς να έχουν κατασταλάξει οι στίχοι και η ματιά του καλλιτέχνη στο όλο πράγμα. Το “Vivid” του Momus νιώθω ότι υψώνεται πάνω από αυτό το ζήτημα και κερδίζει τον τίτλο του “άλμπουμ της πανδημίας”.

Momus – Empty Paris

Το ότι θα απολάμβανα άλμπουμ της Kylie Minogue δεν το περίμενα ποτέ! Και ότι θα το ανέφερα στην ανασκόπηση μου της χρονιάς μετά από άλμπουμ του … Momus. Αυτό και αν δεν το περίμενα. Κι όμως το 2020 -αυτήν την καθόλα απρόβλεπτη χρονιά – συνέβη και αυτό. Με το “Disco” το οποίο είναι αυτό που λέει το όνομα του. Disco αναβίωση. Μόνο που δεν πρόκειται για στυλ κενό περιεχομένου. Τα τραγούδια είναι παρά πολύ καλογραμμένα. Τα απολαμβάνεις και χορεύοντας, τα απολαμβάνεις και καθιστός (που είναι τελείως διαφορετικό πράγμα). Dua Lipa, Lady Gaga και λοιπές φετινές ανταγωνίστριες του mainstream χώρου, άκουσα, αλλά ευχαριστώ δεν θα πάρω. Σημειώνω όμως Rina Sawayama (έκανε το ντεμπούτο της φέτος) για το μέλλον. Ακόμη δεν, αλλά κάτι μπορεί να προκύψει από εδώ.

Το “Good Luck, Seeker” των Waterboys … χατιρικώς το αναφέρω εδώ, καθώς είναι ξεκάθαρα άνισο και συνολικά λιγότερο απολαυστικό από τα προηγούμενα άλμπουμ της ύστερης περιόδου τους. Αλλά… αγαπώ Mike Scott και θαυμάζω τον τρόπο που προσεγγίζει την τραγουδοποιία. Δεν υπάρχουν πάρα πολλοί σαν αυτόν.

Αντίθετα, το παρακάτω δεν το αναφέρω καθόλου χατιρικά. Αν οι θέσεις στην αρχή του κειμένου ήταν 11 και όχι 10 την ενδέκατη θέση θα καταλάμβανε το “Beyond The Pale” των Jarv Is, δηλαδή του νέου συγκροτήματος του Jarvis Cocker. Κατά κάποιο τρόπο ο Jarvis επιχειρεί ένα return to form στα πρώτα χρόνια των Pulp, ενώ ταυτόχρονα επανεφευρίσκει τον εαυτό του. Και να σκεφτείς ότι αυτό το νέο συγκρότημα προέκυψε περίπου κατά τύχη. Είπαμε. Μερικοί άνθρωποι εξελίσσονται διαρκώς και δε το βάζουν ποτέ κάτω.

Jarv Is – Must I Evolve?

Από τους βετράνους περνάμε στα νέα ονόματα, από διάφορες χώρες, που οπωσδήποτε θα παρακολουθήσω στο μέλλον:

Ντεμπούτο στην V2 Benelux για την νεαρή Ολλανδέζα Elsa Birgitta Bekman δεν το λες και άσχημα. Το πιο ωραίο όμως είναι το ίδιο το ντεμπούτο της, με τίτλο “Once In My Life”. Ποπ τραγουδοποιία υψηλών προδιαγραφών, από αυτή που π.χ. χρησιμοποιεί και έγχορδα στις ενορχηστρώσεις της. Στη “2020 My Pick” λίστα που υποσχεθήκατε (;) πως θα ακούσετε έχω βάλει ας πούμε το πιο “πιασάρικο” και up-tempo τραγούδι του άλμπουμ. Εδώ ακουμπώ κάτι αρκετά διαφορετικό:

Elsa Birgitta Bekman – Cross That Line

Από την Ολλανδία και οι Combo Qazam και το ντεμπούτο τους “Flight Music”. Τετραμελές συγκρότημα που αν αθροίσεις τις ηλικίες των μελών του βγαίνει ο αριθμός … 80. Πιτσιρικάδες 20χρονοι δηλαδή που παίζουν (ας πούμε) post-punk, αλλά όχι το τυπικό βρετανικό. Και παίζουν σαν έμπειροι μουσικοί. Με την φρεσκάδα του 20άρη όμως.

Μένω στην Ευρώπη για τις Αυστριακές My Ugly Clementine και το ντεμπούτο τους “Vitamin C”. Supergroup για τη χώρα τους, καθώς οι 4 κοπέλες που απαρτίζουν το συγκρότημα έχουν ήδη (ή είχαν στο πρόσφατο παρελθόν) περισσότερο ή λιγότερο επιτυχημένη πορεία στην Αυστρία και την Γερμανία με τη συμμετοχή τους σε άλλα συγκροτήματα. Fun rock σχήμα που αξίζει να παρακολουθήσει κανείς.

Αν και πιο πολύ από τις My Ugly Clementine απόλαυσα τους αμερικανούς Girl Skin και το ντεμπούτο τους “Shade On The Other Side”. Είναι σε μικρή εταιρεία (την Julian Records, που είναι agency περισσότερο, παρά παραδοσιακή ανεξάρτητη εταιρεία) και δεν ξέρω τι τύχη μπορούν να έχουν στο μέλλον. Το τοπίο είναι δύσκολο διεθνώς για τα καινούργια ονόματα που δεν έχουν κάποιο σοβαρό budget και ένα know how στις αποσκευές τους.

Ακουμπώ εδώ λοιπόν ένα ακόμη τραγούδι τους (πέρα από αυτό που υπάρχει στο Spotify list που προτείνω στο τέλος του κειμένου)

Girl Skin – Forever & Always

Έγραψα μόλις πριν για το ότι το “τοπίο είναι δύσκολο διεθνώς για τα καινούργια ονόματα” οπότε φαντάζεται κανείς πόσο δύσκολο είναι για καλλιτέχνες από μικρές χώρες (και άρα μικρές αγορές) όπως η Ελλάδα να περάσουν τις σύνορα της χώρας τους. Οι υπηρεσίες streaming είναι ένα εργαλείο, και στις μέρες υπάρχουν και άλλα εργαλεία που δεν υπήρχαν στο παρελθόν, αλλά αυτά τα εργαλεία είναι κοινά για όλους. Οπότε ας μην ξεγελιόμαστε ότι είναι πιο “εύκολα” από παλιά. Η αναλογία “δυσκολίας” παραμένει η ίδια.

Παρόλα αυτά, κάτι έχει αρχίσει να συμβαίνει. Πολλά από τα άλμπουμ ελληνικής παραγωγής που ξεχώρισα φέτος – μάλλον όχι τυχαία – κυκλοφόρησαν τα άλμπουμ τους σε εταιρείες του εξωτερικού.

Η Τάνια Γιαννούλη που φέτος με το τρίο της μας ταξίδεψε με το “In Fading Light” τολμώντας μάλιστα τον εξαιρετικά ασυνήθιστο συνδυασμό πιάνο – ούτι – τρομπέτα, επιτυγχάνοντας εξαιρετικά αποτελέσματα (τόσο που ο συνδυασμός δεν ακούγεται καν ασυνήθιστος) κυκλοφορεί εδώ και χρόνια τα άλμπουμ της στην Νεοζηλανδέζικη Rattle Records.

Οι Kooba Tercu κυκλοφόρησαν το τρίτο και καλύτερο άλμπουμ τους στην Βρετανική Rocket Recordings. Σκληρός, πειραματικός και κατά τόπους ψυχεδελικός ήχος, που όμως έχει την δική του ιδιοσυγκρασία και δεν ξεχνά το βασικότερο. Δεν είναι όλο “ήχος” και ενέργεια. Έχει και στιβαρά κομμάτια να πατήσει πάνω τους.

Δεν είναι τυχαίο ίσως που η Σtella κυκλοφορεί το καλύτερο ως τώρα άλμπουμ της στην Καναδική Arbutus Records. To “Τhe Break” είναι το 3ο της άλμπουμ και βέβαια το πρώτο της σε εταιρεία εκτός Ελλάδας. Ήχο είχε πάντα η Σtella. Αυτή τη φορά είχε και τα τραγούδια. Μερικά από τα καλύτερα που έχει γράψει ποτέ.

Βέβαια, το ότι έχεις τα τραγούδια, δεν σημαίνει ότι θα ανοίξουν και οι πόρτες για το εξωτερικό. Τα πράγματα είναι πολύ πιο σύνθετα από ποτέ. Οι Playground Theory έχουν τα τραγούδια ήδη από το ντεμπούτο τους “Speaking of Secrets” του 2013 και το αποδεικνύουν ξανά με το φετινό, τρίτο άλμπουμ τους “Tears Go Upwards” (Puzzlemusik). Αλλά εκτός από επιμονή χρειάζεται και τύχη. Πάντως έχουν καταφέρει να αποκτήσουν ένα έστω σχετικά περιορισμένο κοινό σε χώρες κυρίως της Λατινικής Αμερικής αλλά και της Ευρώπης μέσω των υπηρεσιών streaming και αυτό αν μη τι άλλο είναι μια αρχή. (για λόγους δεοντολογίας αναφέρω ότι οι Playground Theory ηχογραφούν για την Puzzlemusik).

Τα τραγούδια έχουν και οι Πατρινοί Goodbye Bedouin. Το γκαραζιέρικο ντεμπούτο τους “The Shaking People” (Inner Ear) δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από ανάλογα διεθνή άλμπουμ και πολύ το απόλαυσα. Είναι ακόμη στην αρχή, είναι μια εξαιρετική αρχή, και τους εύχομαι καλή επιτυχία.

Από αγγλόφωνα σχήματα πολύ καλά πάμε (θα μπορούσα να αναφέρω κι άλλα ακόμη – ακούστε το “2020 My Pick” Spotify list όπου περιέχονται και κάποια επιπλέον), από jazz σχήματα ακόμη καλύτερα πάμε, από πειραματικά-instrumental άλμπουμ επίσης πολύ καλά πάμε (ακούστε ενδεικτικά από ένα κομμάτι από τα φετινά άλμπουμ του Μανώλη Αγγελάκη και των Γιάννη Μουρτζόπουλου/Ανδρέα Γεωργίου στο προαναφερθέν Spotify list, αμφότερα στο νέο sub-label της Inner Ear, το Same Difference Music που σίγουρα αξίζει να παρακολουθεί κανείς), από δημιουργικό πάντρεμα/ διάλογο παραδοσιακής μουσικής με σύγχρονες τάσεις πάρα πολύ καλά πάμε (βλέπε Venus Volcanism και το άλμπουμ της “Rizitiko”, Ευρύτικη Ζυγιά και το άλμπουμ τους “Ορμένιον” καθώς και το “Voukolodance” του The Holy Goat που δυστυχώς κυκλοφόρησε ως αυτο-έκδοση αποκλειστικά στο Bandcamp με φυσιολογικό αποτέλεσμα να περάσει απαρατήρητο – άκου εδώ).

Επίσης από σκληρό ήχο stoner (βλέπε 1000 Mods που είχαν άλμπουμ φέτος) και heavy metal (βλέπε Senserase αλλά και Black Soul Horde επίσης με νέα άλμπουμ φέτος) καλά πάμε.

Μέχρι και soundtrack κυκλοφόρησαν φέτος. Ενδεικτικά αναφέρω: “Η Μπαλάντα της Τρύπιας Καρδιάς” (Veego Records) της ταινίας του Γιάννη Οικονομίδη σε μουσική Ζαν – Μισέλ Μπερνάρ. Σύμφωνοι, είναι Γάλλος, αλλά η ταινία είναι ελληνική παραγωγή με κατά τα λοιπά έλληνες συντελεστές, παίχτηκε στις ελληνικές αίθουσες και το άλμπουμ κυκλοφόρησε από ελληνική εταιρεία. Έκπληξη η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Μίνωα Νικολακάκη “Άλυτη” ως προς το ότι μετά το άνοιγμα της σε διεθνή Φεστιβάλ και την προβολή της στις αίθουσες Αθήνας και Θεσσαλονίκης βρήκε διανομή στην Αμερική. Πράγμα σίγουρα ασυνήθιστο και ελπιδοφόρο. Το soundtrack έγραψε ο Σωτήρης Δεμπόνος (και κυκλοφόρησε από την Puzzlemusik). Από την Same Difference Music κυκλοφόρησε το soundtrack της ταινίας “Winona”. Σκηνοθεσία αλλά και μουσική ο Αλέξανδρος “The Boy” Βούλγαρης.
Από όλα τα παραπάνω, πάμε από καλά ως πάρα πολύ καλά.

Από το τραγούδι με ελληνικό στίχο έχω παράπονα φέτος. Όμορφα single κυκλοφόρησαν, δεν λέω, αλλά σε επίπεδο άλμπουμ δεν μπορώ να βάλω το χέρι στη φωτιά και να πω ότι ξεχώρισα κάτι. Και αυτό γιατί:

– από τη μια είχαμε κυκλοφορίες από ήδη καταξιωμένα ονόματα που κάνουν καλά και συνήθως πάρα πολύ καλά αυτό που κάνουν χωρίς σημαντικές αποκλίσεις από το comfort zone των ίδιων και του ακροατήριου τους (με αποτέλεσμα να μην είναι σε θέση να ξεπεράσουν τον ως τώρα εαυτό τους και ταυτόχρονα να διευρύνουν το ακροατήριο τους)

– ή είχαμε άλμπουμ καλλιτεχνών που στην ουσία μιμούνται (ή προσπαθούν να μιμηθούν) τον ήχο και τον τρόπο κάποιων ήδη καταξιωμένων ονομάτων

– και από την άλλη, στον αντίποδα, άλμπουμ καλλιτεχνών με φρέσκο ήχο που όμως από το αποτέλεσμα που ακούω εκτιμώ πως είτε δεν ενδιαφέρονται να επικοινωνήσουν με το κοινό, είτε πιστεύουν ότι μπορούν να το κάνουν αυτόν εκφράζοντας με ένα μάλλον άγουρα βιωματικά τρόπο την καθημερινότητα τους και την καθημερινότητα του προσωπικού κύκλου των γνωριμιών και φίλων τους (και όχι απαραίτητα της γενιάς τους για παράδειγμα). Αυτό το τελευταίο ρεύμα, όταν ωριμάσει με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορεί να αφορά σε ένα συλλογικότερο ασυνείδητο, είναι πιθανό να οδηγήσει σε σπουδαία άλμπουμ. Απλώς, την παρακολουθώ την τάση εδώ και κάποια χρόνια τώρα – δεν είναι δηλαδή κάτι καινούργιο – και δεν βλέπω την τάση αυτή να οδηγεί κάπου. Έτσι καταθέτω εδώ την ανησυχία μου αυτή, και -με ενδιαφέρον και καλή διάθεση- προσμένω στο μέλλον. Και αυτό γιατί κατά κανόνα μιλάμε για ικανούς μουσικούς και όχι για “περαστικούς” από τον χώρο.

Βεβαίως υπήρξαν άλμπουμ με ελληνικό στίχο που δεν ανήκαν σε κάποια από τις παραπάνω κατηγορίες και κατά κάποιο τρόπο “έσωσαν την παρτίδα”. (Δεν θα αναφερθώ σε άλμπουμ που αποτελούνταν εξολοκλήρου από διασκευές).

Η Κατερίνα Μακαβού με το τρίτο της άλμπουμ “Άνθρωποι” κατακτά τα εκφραστικά της μέσα και παρουσιάζει μια ολοκληρωμένη πρόταση, με ήχο βατό (θα το έλεγες και “εμπορικό”) και ταυτόχρονα ενδιαφέρον. Μόνη ένσταση το εξής: καταλαβαίνω ίσως τους λόγους που συμπεριελήφθησαν και κάποιες διασκευές στο άλμπουμ και είναι μάλιστα επιτυχημένες διασκευές. Παρόλα αυτά, νιώθω πως δεν συνάδουν με το συνολικό πνεύμα του άλμπουμ και νιώθω να με πετάνε “έξω”. Τόσο τα τραγούδια που έχουν γράψει οι συνεργάτες της Μακαβού, όσο και κυρίως αυτά που έχει γράψει η ίδια, θα οδηγούσαν σε ένα πιο σφιχτό και πιο απολαυστικό αποτέλεσμα. Υπάρχει ένα τραγούδι από το άλμπουμ στο “2020 My Pick” Spotify list αλλά αφήνω και ένα ακόμη εδώ:

Κατερίνα Μακαβού – Βήμα Βήμα

Ο Ορέστης Ντάντος είναι μία σημαντική περίπτωση έλληνα τραγουδοποιού, έχει χτίσει την πορεία του με μια σειρά άλμπουμ, το ένα καλύτερο από το άλλο, με αποκορύφωμα το “Προσάναμμα” που είχε βρεθεί στην πεντάδα μου με τα “καλύτερα” του 2018 (χωρίς διάκριση σε “διεθνή” και “ελληνικά” – στα καλύτερα της χρονιάς γενικά). Τον Δεκέμβριο του 2019 (άρα 2020 στην ουσία) κυκλοφόρησε το 5ο άλμπουμ του με τίτλο “X-Hotel”. Άλμπουμ που δεν προωθήθηκε σχεδόν καθόλου και δεν ευνοήθηκε επίσης από την περίοδο που κυκλοφόρησε (τελευταίες μέρες του χρόνου). Ο Ντάντος έχει παρουσιάσει πιο ολοκληρωμένα και συναρπαστικά άλμπουμ από αυτό (με το “Προσάναμμα” να παραμένει προς το παρόν αξεπέραστο), αλλά και πάλι το “X-Hotel” ξεχωρίζει μέσα από την εγχώρια παραγωγή άλμπουμ με ελληνικό στίχο.

Θεωρώ ότι παρότι έχει ήδη κυκλοφορήσει 5 άλμπουμ (άρα δεν τον λες και “νέο τραγουδοποιό”…) δεν έχει ακόμη κατακτήσει τη θέση (και την αναγνωρισιμότητα) που του αξίζει, πράγμα που ελπίζω επιτέλους να συμβεί με ένα από τα επόμενα άλμπουμ του.

Τα Παιδιά της Παλαιότητας (στην ουσία μια μετεξέλιξη των Κόρε Ύδρο) ήταν εξαρχής μία ιδιαίτερη περίπτωση. Τους παρακολούθησα με ενδιαφέρον στα δύο πρώτα άλμπουμ τους και αυτό το τρίτο τους, το “Ενθύμιον Νεανικών Συντροφιών” (Inner Ear) παρότι δεν φέρνει κάτι απαραίτητα καινούργιο στην ως τώρα δισκογραφία τους (δεν φαίνεται να ήταν καν ζητούμενο αυτό) με κέρδισε.

Για το τέλος αφήνω μία ελπίδα για το μέλλον. Το ντεμπούτο της Irini Qn με τίτλο “Χωρίς το τόξο στην αρένα” (Μετρονόμος) ξεπερνάει τον σκόπελο του “άγουρα βιωματικού τρόπου” που ανέφερα με άλλη αφορμή νωρίτερα, παρότι σε στιγμές φλερτάρει με αυτόν. Εκκινεί από αυτόν τον τρόπο, αλλά τον ξεπερνάει και στέκεται πάνω από αυτόν.

Αποτελεί μία φρέσκια – όσο και ευπρόσδεκτη – παρουσία η Irini Qn, με ταυτότητα προσωπική και ενώ ακούω το άλμπουμ της περιμένω από τώρα το επόμενο βήμα της, στο οποίο ελπίζω ότι θα αναπτύξει όχι τόσο το τραγουδοποιητικό στίγμα της (το οποίο είναι ήδη αρκετά ώριμο ειδικά αν συνυπολογίσεις ότι βρίσκεται στο ντεμπούτο της), όσο τον ήχο της. Χωρίς βιασύνη, όταν θα είναι έτοιμη να το κάνει.

Αυτά. Η φετινή μου ανασκόπηση έχει ξεφύγει σε έκταση από κάθε προηγούμενη. Προφανώς επειδή άκουσα περισσότερα άλμπουμ από κάθε άλλη φορά. Ή επειδή η μουσική υπήρξε το “φάρμακο” μου μέσα στο 2020, περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Τόσες λέξεις μετά, και θα ήθελα να έχω αναφέρει και άλλα. Αλλά σταματώ εδώ. Μένουν άλμπουμ απέξω, αλλά τουλάχιστον υπάρχουν αρκετά παραπάνω στη streaming list στο τέλος του κειμένου, οπότε αρκεί.

Κλείνοντας, το να πω ότι ήταν πολύ δύσκολη η φετινή χρονιά είναι σαν να δηλώνω το προφανές. Το να ευχηθώ μία νέα χρονιά χωρίς την φετινή δυστοπία είναι απλώς ευχολόγιο. Προσπερνώ τα παραπάνω προφανή, στέκομαι στο ότι μέσα σε όλη αυτήν την κατάσταση η δημιουργία βρίσκει τρόπο να ανθήσει και εύχομαι “απλώς”… Καλή δύναμη, υπομονή και Υγεία!

Καλή σας ακρόαση!