«Γιατί ο αθλητισμός έχει την ικανότητα να δημιουργεί γύρω του μια τόσο ισχυρή και μαζική δυναμική, που θα ήταν δύσκολο να συγκριθεί με την επίδραση που έχουν οι τέχνες στο κοινό τους;».

Το παραπάνω ερώτημα θέτει η Μέντη Μέγα μέσα από την παράστασή της “Τρίπλες και τριπλέτες”, η οποία μυεί τους εφήβους, με τρόπο πρωτότυπο και ανατρεπτικό, στα μεγάλα ερωτήματα της τέχνης, φέρνοντάς την «αντιμέτωπη» με το συναρπαστικό κόσμο του αθλητισμού.

Η χορεύτρια, χορογράφος και δασκάλα ιστορίας χορού, στη συνέντευξη που ακολουθεί, μας μιλά για την μεγάλη διαφορά ανάμεσα στην τέχνη και τον αθλητισμό αλλά και για την παράσταση που θα δούμε, η οποία ανατρέπει μια σειρά από στερεότυπα γύρω από την εικόνα του ‘χορευτή’ και του χορού γενικότερα.


– Θα θέλατε να μας πείτε λίγα λόγια για το σκεπτικό πίσω από το νέο σας εγχείρημα «Τρίπλες και τριπλέτες», σε παραγωγή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση;

Οι «Τρίπλες και τριπλέτες» φέρνουν αντιμέτωπους τον κόσμο του αθλητισμού με αυτόν της τέχνης. Οι δυο αυτοί κόσμοι έχουν μια σύνθετη σχέση, όπως λέω στα παιδιά, αλληλοθαυμασμού, αλλά και ανταγωνισμού καμιά φορά. Αθλητές χαρακτηρίζονται συχνά ‘καλλιτέχνες’ του αθλήματός τους, ενώ καλλιτέχνες χαρακτηρίζονται ‘αγωνιστές’ ή ‘πρωταθλητές’. Θαυμάζουμε τον αθλητισμό γιατί σπρώχνει τους ανθρώπους στα όρια των δυνατοτήτων τους και την τέχνη γιατί μπορεί να δίνει στα καθημερινά πράγματα μια άλλη διάσταση κάποιες φορές μεταφυσική.

– Η τέχνη, λοιπόν, συναντά …τον αθλητισμό! Ποιες είναι οι διαφορές αλλά και ο κοινός παρανομαστής που εντοπίζετε ανάμεσα σε αυτές τις δύο συνθήκες;

Η παράστασή μας έχει νόημα να πραγματοποιείται σε γήπεδα χάρη στα κοινά στοιχεία των δυο συνθηκών. Και στα δυο υπάρχει σωματική και λεκτική αλληλεπίδραση μιας ομάδας ανθρώπων μεταξύ τους αλλά και με ένα κοινό, που συμβαίνει σε έναν οριοθετημένο χώρο και χρόνο, και συνοδεύεται από συγκεκριμένα ενδύματα, αντικείμενα, φωτισμό και ήχο. Αν δωσεί κανείς χρόνο σε αυτή τη σύγκριση, θα βρει πολλά ακόμα ενδιαφέροντα κοινά στοιχεία.

Τα κοινά όμως αυτά στοιχεία οδηγούν αναγκαστικά στο ερώτημα «ποιά είναι όμως η μεγάλη διαφορά ανάμεσα στις δύο αυτές συνθήκες;». Μέσα από την παράσταση δίνω μια απάντηση στο ερώτημα αυτό, που πιθανότατα να μην είναι και η μόνη. Εντοπίζω τη διαφορά στην έννοια της «μετρησιμότητας». Στον αθλητισμό δηλαδή τα πάντα μπορούν με κάποιον τρόπο να ποσοτικοποιηθούν, με τη μορφή πόντων, χρόνων, αποστάσεων, ώστε να προκύψει μια κατάταξη. Στην τέχνη αυτό δε γίνεται. Και στις περιπτώσεις που γίνεται, τότε το «προιόν» (και προφανώς δε χρησιμοποιώ τυχαία αυτή τη λέξη) δεν ανήκει πλέον στη σφαίρα της τέχνης.

Φωτογραφία © Aνδρέας Σιμόπουλος

– Πού στηρίζεται η δομή της παράστασης και ποια είναι τα βασικά της χαρακτηριστικά;

Η δομή της παράστασης είναι πολύ απλή. Έχουμε ένα πρώτο ημίχρονο και ένα δεύτερο μέρος. Στο πρώτο ημίχρονο όλες οι δράσεις είναι μετρήσιμες, καταλήγουν δηλαδή σε ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα. Έχουμε νικητές και χαμένους σε μια σειρά χορογραφημένων παιχνιδιών που παίζονται κανονικά μπροστά στο κοινό και δεν είναι ‘στημένα’!

Το δεύτερο μέρος χτίζεται από τις ίδιες ακριβώς δράσεις, εικόνες, αντικείμενα, λέξεις που χτίζεται και το πρώτο, μόνο που τώρα οι κανόνες καταρρίπτονται, τα στοιχεία και οι δράσεις μετασχηματίζονται προς κατευθύνσεις αστείες ή σουρεαλιστικές ή απλά αναπάντεχες. Τα αντικείμενα χάνουν τη λειτουργικότητά τους και αποκτούν πιο σύνθετες σημειολογικές αναγνώσεις, ενώ μικρές αφηγήσεις συντίθενται και αποσυντίθενται.

– Αν σας ζητούσα να την χαρακτηρίσετε με μία φράση, ποια θα ήταν αυτή;

Θα έλεγα ότι είναι μια παράσταση με απλή δομή, αλλά πυκνές δράσεις, και σύνθετες, κατακόρυφες αναγνώσεις.

– Το «Τρίπλες και τριπλέτες» ταξιδεύει τη φετινή σεζόν στα γήπεδα μπάσκετ και τα κλειστά γυμναστήρια δήμων και σχολείων της Αθήνας και της περιφέρειας. Γιατί επιλέξατε χώρους που είναι ταυτισμένοι με την αθλητική πράξη; Σε ποια προβληματική μετατοπίζεται αυτή τη φορά η ερευνά σας;

Ένα από τα θέματα που βρίσκει τρόπο να τρυπώσει στις παραστάσεις μου από την πίσω πόρτα τα τελευταία χρόνια, είναι η σχέση της λεγόμενης ‘μαζικής κουλτούρας’ με τη λεγόμενη ‘υψηλή κουλτούρα’ της τέχνης. Πριν από κάποια χρόνια, όταν χρειάστηκε να παρουσιάσω μια μικρή χορογραφία σε ένα γήπεδο, έθεσα στον εαυτό μου το ερώτημα: γιατί ο αθλητισμός έχει την ικανότητα να δημιουργεί γύρω του μια τόσο ισχυρή και μαζική δυναμική, που θα ήταν δύσκολο να συγκριθεί με την επίδραση που έχουν οι τέχνες στο κοινό τους; Το ερώτημα το θέτω εδώ πολύ απλοϊκά βέβαια και χωρίς να υπονοώ ότι θα επιθυμούσα κάτι αντίστοιχο του οπαδισμού για την τέχνη.

Φωτογραφία © Κική Παπαδοπούλου

– Τί είδους μηνύματα επιθυμείτε να μεταδώσετε στους εφήβους μέσα από τις «Τρίπλες και τριπλέτες»;

Για μένα η γοητεία της τέχνης βρίσκεται στο γεγονός ότι δεν μπορεί κανείς να την ορίσει επακριβώς. Η τέχνη διαμορφώνει τη μορφή και τους κανόνες της, μόνο και μόνο για να τα αρνηθεί στη συνέχεια. Το γεγονός αυτό όμως μπορεί να δημιουργήσει μια ανασφάλεια στο θεατή της. Έχουμε μάθει να κρίνουμε τα πράγματα ως καλά ή κακά, και όχι ως εμπειρίες που κάτι μας προκαλούν ή ως ‘κείμενα’, που κάτι μας λένε. Είναι πολύ κρίσιμο για το μέλλον της τέχνης η διασφάλιση αυτής τη ελευθερίας.

Γι ‘αυτό και είμαι επιφυλακτική απέναντι σε κάποια φαινόμενα που βρίσκονται σε μια γκρίζα ζώνη, γιατί παρουσιάζονται ως τέχνη, αλλά στην ουσία λειτουργούν με έναν τρόπο διαγωνιστικό. Για παράδειγμα το ‘So you think you can dance’ παρουσιάζει κάποια ολιγόλεπτα σφηνάκια τεχνικών επιδείξεων ή φαντασμαγορικών ‘νούμερων’ τα οποία προτάσσει προς κρίση, με έναν τρόπο που ισοπεδώνει κάθε τι που καθιστά το χορό τέχνη. Είναι σαν να βγάζεις φωτοτυπία έναν πίνακα του Ρέμπραντ, μια αφίσας του Λοτρέκ και ένα σύγχρονο κόμιξ, να τα φωτίζεις με φθόρια και να προσπαθείς να τα κατατάξεις σε πρώτη, δεύτερη και τρίτη θέση.

Στο στρεβλό αυτό πλαίσιο, κάθε βεβαιότητα που εκφράζεται από την κριτική επιτροπή και τους συμμετέχοντες γίνεται και αυτή προβληματική. Όχι ο χορός δεν έχει πάντα πάθος, δεν έχει μόνο έντονες δυναμικές, δεν έχει πάντα στόχο την έκφραση και δεν είναι πάντα σέξυ! Δεν υπάρχει συγκεκριμένος τρόπος που πρέπει να χορεύουν οι γυναίκες και οι άντρες αντίστοιχα και, όχι ένας χορευτής δεν πρέπει να μπορεί να χορέψει όλα τα είδη χορού!

Στην πρώτη μας παράσταση, καθόμουν στις κερκίδες ανάμεσα στα παιδιά και μια μαθήτρια λίγο ατίθαση (!) βλέποντας πως ακολουθούσα με αγωνία τη δράση μου είπε με ειρωνεία: ‘Εσείς τί είστε; Κριτική επιτροπή;’  Θεωρώ πολύ επικίνδυνο να υποτιμήσουμε την επίδραση που έχουν αυτά τα show στην αντίληψη που σχηματίζουν οι άνθρωποι για την τέχνη και το χορό. Σκοπός μου δεν είναι να τους επιτεθώ, αλλά να προκαλέσω μια αναλυτική σκέψη πάνω σε αυτά.

Στο πλαίσιο αυτό, μέσα από την παράσταση, με ενδιαφέρει να θέσω υπό αμφισβήτηση μια σειρά από στερεότυπα που περιβάλλουν αυτό το παράξενο πλάσμα που λέγεται ‘χορευτής’!  Γιατί πρέπει να παραδεχθούμε πως για τους περισσότερους οι χορευτές είναι νέοι, αδύνατοι, όμορφοι, αρτιμελείς και δε χρησιμοποιούν και πολύ το μυαλό τους, για να αναφέρω ελάχιστα από τα στερεότυπα που υπάρχουν. Στον χώρο της ζωντανής και ανατρεπτικής τέχνης, οι βεβαιότητες αυτές ευτυχώς δεν ισχύουν.

Φωτογραφία © Κική Παπαδοπούλου

– Τα τελευταία χρόνια, μεταξύ άλλων, συνεργάζεστε με την Στέγη στην οργάνωση και υλοποίηση εκπαιδευτικών προγραμμάτων στα οποία συμμετέχουν άνθρωποι με και χωρίς αναπηρία. Ποια είναι τα σημαντικότερα οφέλη που θα λέγατε ότι έχετε αποκομίσει από αυτή την εμπειρία;

Πέρα από τις γνωριμίες και τις φιλίες ζωής που έχω αναπτύξει μέσα από αυτό το πρόγραμμα, συνειδητοποίησα ότι το ζήτημα της προσβασιμότητας της τέχνης του χορού στους ανθρώπους με αναπηρία, είναι πολύ σημαντικό όχι για αυτά που μπορεί να προσφέρει ο χορός στους ανθρώπους αυτούς, αλλά για αυτά που μπορούν εκείνοι να προσφέρουν στο χορό. Ακριβώς επειδή θέτουν υπό αμφισβήτηση μια σειρά από στερεότυπα γύρω από την εικόνα του χορευτή και του χορού γενικότερα, μας δίνουν την ευκαιρία να δούμε τί είναι ο χορός από την αρχή.

– Μιλήστε μας λίγο και για τις προσωπικές σας πηγές έμπνευσης. Τί είναι αυτό που σας παρακινεί ώστε να δημιουργήσετε ένα καινούργιο έργο;

Είναι δύσκολο να απαντήσει κανείς σε αυτήν την ερώτηση. Ο τρόπος που έρχονται οι ιδέες είναι σύνθετος. Μπορεί για ένα μεγάλο διάστημα να επιπλέουν στο μυαλό κάποιες εμπειρίες, πληροφορίες, εικόνες, αισθήσεις, οι οποίες χρειάζονται μια αφορμή για να συναντηθούν και να σχηματίσουν μια συγκεκριμένη ιδέα. Αυτό συμβαίνει συχνά όταν το μυαλό και οι αισθήσεις είναι σε εγρήγορση, κατά τη διάρκεια μιας καλής ταινίας για παράδειγμα, ή κατά τη διάρκεια μιας βόλτας στη φύση. Μπορεί επίσης όμως να το προκαλέσει κανείς, δημιουργώντας ένα περιβάλλον χωρίς αποσπάσεις, με ένα τετράδιο μπροστά και σημειώσεις, όπου λες: ‘τώρα πρέπει να κατεβάσω μια ιδέα’ . Οπότε προσωπικά, δεν πιστεύω στη μαγική στιγμή της έμπνευσης!

– Υπάρχουν κάποιες σκέψεις και ιδέες για τη συνέχεια, τις οποίες θα θέλατε να μοιραστείτε μαζί μας;

Αυτή τη στιγμή επεξεργάζομαι μια ιδέα τελείως διαφορετική από τις ‘Τρίπλες και τριπλέτες’. Αφορά στην ιστορία του εθνικού διχασμού και σε μια παγκοσμίου φήμης προσωπικότητα της ιστορίας του χορού!

Φωτογραφία © Κική Παπαδοπούλου

– Κλείνοντας, θα θέλατε να προσθέσετε κάτι για τις “Τρίπλες και τριπλέτες”;

Είμαι περήφανη για την ομάδα των χορευτών μας. Επιλέχθηκαν μετά από μια ακρόαση το καλοκαίρι και συνέβαλαν πολύ στη δημιουργία της παράστασης μέσα από τις ιδέες τους και την ανταπόκρισή τους στις προκλήσεις που τους έδωσα. Θελήσαμε οι χορευτές να είναι πολύ διαφορετικοί μεταξύ τους, να έχουν έντονες και ξεχωριστές προσωπικότητες πάνω στη σκηνή, ώστε να τονίσουμε ακριβώς αυτή την απομάκρυνσή μας από το ένα κλασικό πρότυπο. Η παράσταση, αλλά και οι μετακινήσεις προς και από τα γήπεδα, κάθε φορά σε άλλη περιοχή της Αττικής είναι δύσκολη και απαιτητική, οπότε τους οφείλεται ένα μεγάλο μπράβο!

[Φωτογραφία θέματος: ©Κική Παπαδοπούλου]


Διαβάστε περισσότερα για την παράσταση, στο: 

Τρίπλες και τριπλέτες από την Μέντη Μέγα σε γήπεδα και γυμναστήρια! | www.sgt.gr