Η πολυαναμενόμενη θεατρική παραγωγή, «Κι από Σμύρνη …. Σαλονίκη», στο «Θέατρον», του Κέντρου Πολιτισμού, «Ελληνικός Κόσμος», σε κείμενο και σκηνοθεσία της Μιμής Ντενίση, αφήνει τη δική της φωτεινή σφραγίδα στο γίγνεσθαι της Αθηναϊκής σκηνής. Αποτελεί το πρώτο ελληνικό θεατρικό sequel, συνέχεια του έργου «Σμύρνη μου αγαπημένη», που συγκλόνισε χιλιάδες θεατές.

Πρόκειται για ένα έργο που καλύπτει ιστορικά την περίοδο του Μεσοπολέμου, από την ανταλλαγή των πληθυσμών μέχρι την αρχή του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου. Χρονολογικά φαίνεται μικρό το διάστημα δράσης, ωστόσο, τα γεγονότα ήταν πολύ σημαντικά και καθοριστικά για την πορεία ολόκληρου του πλανήτη. Οι εθνολογικά εκκαθαριστικές επιχειρήσεις, – γενοκτονίες Ποντίων, Ελλήνων της Μικράς Ασίας, Αρμενίων και Εβραίων -, άφησαν το εγκληματικό αποτύπωμά τους. Αλλά και η άνοδος του ναζισμού στην Ευρώπη, είναι τα δείγματα μιας ουμανιστικής παρακμής, με τη γνωστή γενικευμένη ολέθρια σύρραξη.

Στο κείμενο, αναφέρεται και ο εντοπισμός των λαθών και της αδιαφορίας των Ευρωπαίων σε εκείνη την τρομερή κρίση, που σκοπό είχε τον αφανισμό. Επίσης ξεκάθαρα διαφαίνονται και τα καταστροφικά λάθη και οι υπερφίαλες προσδοκίες της ελληνικής ηγεσίας, που χωρίς δυνάμεις και υποστήριξη ονειρεύτηκε μια νικηφόρα εκστρατεία, στα βάθη της Ανατολής.. Οι βιαιότητες που ακολούθησαν δείχνουν το τίμημα αυτής της αυταπάτης. Όλα αυτά δικαιώνουν το χαρακτηρισμό αυτής της θεατρικής «διαδρομής», ως μια αληθινή παράσταση με το δικό της νοηματικό εξοπλισμό και καλλιτεχνικό εκτόπισμα.

Παρακολουθούμε τη ζωή της πάλαι ποτέ αρχοντικής οικογένειας Μπαλτατζή, στο νέο της ξεκίνημα στη Θεσσαλονίκη, μετά από την καταστροφή της Σμύρνης. Μαζί τους εικονογραφείται το κοινωνικό μωσαϊκό της εποχής, και συγχρόνως ξετυλίγεται και ο ιστός των πολιτιστικών διαφορών και αντιθέσεων. Οι λεπτομερείς περιγραφές για τους ντόπιους, τους Εβραίους και τους πρόσφυγες, δίνουν άλλοτε τραγική και άλλοτε τρυφερή  αλληλεγγύη υπόσταση στους εννοιολογικούς άξονες.

Σκηνοθεσία

Η Μιμή Ντενίση υπογράφει με ζήλο, πάθος και υπευθυνότητα τη σκηνοθετική γεωμετρία ενός δύσκολου έργου και μιας πλούσιας παραγωγής. Η δυσκολία έγκειται στο ότι η μυθοπλαστική στόφα του συγγράμματος, πρέπει να ενσωματωθεί αρμονικά με μια ιστορική περίοδο ιδιαίτερα νευραλγική για την Ελλάδα. Μία ταραχώδης εποχή με οικονομικές προκλήσεις, πολιτικοκοινωνικές ανακατατάξεις και διάψευση ονείρων, με απότοκο την παγκόσμια πολεμική σύγκρουση. Η ευαισθησία λοιπόν μαζί με το ρεαλισμό συγχρωτίζονται και παράγουν μια σφιχτοδεμένη πολυεπίπεδη θεατρική δουλειά, αξιόλογη, με έντονο εικαστικό χαρακτήρα.

Πρόκειται για ένα έργο πρώτα από όλα ανθρώπινο, συγκινητικό, ευαίσθητο, με μπόλικες λυρικές αποχρώσεις. Το σημαντικό είναι πως η σκηνοθεσία έδωσε την κατευθυντήρια γραμμή μιας ρεαλιστικής πραγματικότητας, χωρίς καμία ηθικοπλαστική πρόθεση. Μα πάνω από όλα την προσοχή του θεατή έλκει το αξιακό σύστημα που προβάλλεται, για ένα κόσμο ελεύθερο, που σέβεται το διαφορετικό σε κάθε κοινωνία, χρόνο και τόπο. Και αν δεχτούμε πως αυτό είναι στοιχείο πολιτισμού, που μόνο η τέχνη μπορεί να προσφέρει, τότε αυτή η θεατρική δημιουργία έχει πετύχει το στόχο της. Και βέβαια η συνεπαγόμενη διαχρονικότητά της είναι που την μεταποιεί σε αξιόλογη παρακαταθήκη και σε σημείο αναφοράς κάθε λαού που δεν θέλει να στρουθοκαμηλίζει.

Η μουσική φιλοτεχνεί τη συμπαγή δομή του έργου, με τα σεφραδίτικα, τα ρεμπέτικα και τα τραγούδια του Αττίκ. Έτσι φωτίζονται οι διαφορετικές παραδόσεις και οι πολιτισμικές διακρίσεις, σχετικά με το «ωραίο» και το «αληθινό» των κοινωνικών ομάδων.

Ερμηνείες

Η διανομή είναι εξαιρετική, ομάδα δεμένη, με ταλέντο και εργατικότητα. Το σύνολο των ηρώων υποστηρίζει με πίστη και δύναμη την παράσταση, αυτό το σύνθετο έργο με τις πολυσχιδείς πλευρές. Η Μιμή Ντενίση υποδύεται τη Φιλιώ Μπαλτατζή, με αριστοκρατική απλότητα και θεατρική συγκρότηση. Άμεση και αυθόρμητη, με τις αφηγηματικές παρεμβάσεις της, συνδέει τις πολύμορφες ψηφίδες του συγγράμματος με το ιστορικό, δημόσιο και ιδιωτικό σύμπαν της εποχής.

Παίζουν οι Αλέξανδρος Αντωνόπουλος, – ( Πρόδρομος Τοσουνίδης, σε δεύτερη διανομή), – Γιώργος Αρμένης, Νικολέττα Βλαβιανού, Κατερίνα Γερονικολού, Μαρία Εγγλεζάκη, Λευτέρης Ελευθερίου, Δημήτρης Μακαλιάς, Μιχάλης Μητρούσης, Κωνσταντίνα Μιχαήλ, Νίκη Παλληκαράκη, Όλγα Πολίτου, Δήμητρα Σιγάλα, Αναστασία Σκοπελίτη, Γιάννης Τσιμιτσέλης και Αντιγόνη Ψυχράμη. Θα ήταν μεροληψία να ξεχωρίσουμε κάποιον, όλοι, από το δικό τους σκηνικό βήμα, υπηρέτησαν το ρόλο με ήθος και εκφραστική ευελιξία.

Μαζί τους ένδεκα ηθοποιοί, που συμπληρώνουν επάξια τη θεατρική υπόκριση. Κατερίνα Αντωνιάδου, Αντώνης Βαρθαλίτης, Χρήστος Βελιάνο, Νικόλας Γκιούλης, Μαρίλια Μητρούση, Δήμητρα Μιχαηλίδου, Αιμίλιος Μωσαίδης, Νίκος Νικολαίδης, Ηλίας Νομικός, Έφη Σταυροπούλου και Ζαχαρένια Φραγκιαδάκη.

Αξιολόγηση

Το έργο «Κι από Σμύρνη….. Σαλονίκη», αποτελεί μια μεγάλη παραγωγή του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού, στο πλαίσιο των στόχων του για την προβολή και διατήρηση της ελληνικής ιστορίας και της ιστορικής μνήμης.

Χωρίς εθνικίστικες κορώνες, αλλά με τον απαραίτητο λυρισμό, η Μιμή Ντενίση έγραψε και σκηνοθέτησε με συνέπεια και εντιμότητα αυτό το συγγραφικό πόνημα. Μπορούμε επομένως να ισχυριστούμε ότι ο ανθρωποκεντρικός του χαρακτήρας, υπενθυμίζει στην παγκόσμια κοινότητα, την κοινή μοίρα των λαών. Ο θεατής κατανοεί το βάθος του πόνου, την ασίγαστη ελπίδα, αλλά και το σκληρό αγώνα των προσφύγων για καλύτερη ζωή. Άνθρωποι κυνηγημένοι και λεηλατημένοιι, που επιθυμούν την ειρήνη και θρηνούν για τον ξεριζωμό από τις πατρογονικές εστίες.

Ναρκισσισμός, φανατισμοί, και μισαλλοδοξία έμειναν στην άκρη συνειδητά. Και αυτό συμβαίνει, γιατί η πρόθεση της συγγραφέως, Μιμής Ντενίση, είναι «υπερκομματική». Αρνείται να ασπαστεί ιδεοληψίες, που τελικά αποδεικνύονται με βεβαιότητα, σε κάθε περίπτωση, μισανθρωπικές. Όπλο της, η διατήρηση του μέτρου στο λόγο, την έκφραση και την κίνηση. Και όπως λέει και η ίδια, οφείλουμε να αντιμετωπίζουμε τα πράγματα με πάθος και όχι με εμπάθεια.


Διαβάστε επίσης: 

Κι από Σμύρνη… Σαλονίκη, της Μιμής Ντενίση στον Ελληνικό Κόσμο