Οι συνθέσεις του Γιώργου Διβάρη συγκροτούν μια ενιαία εγκατάσταση-πρόταση. Πρόκειται, κατά κανόνα, για επίτοιχα έργα, φωτογραφικές εκτυπώσεις επάνω σε μεταλλικές επιφάνειες, στις οποίες, πολλές φορές, ενσωματώνονται διάφορα objects trouvés: φθαρμένα αντικείμενα ή άμορφες μάζες καμένων και κατεστραμμένων, απροσδιόριστων πλέον, αντικειμένων, κομμάτια από άχρηστα λογισμικά και εξαρτήματα ηλεκτρονικών υπολογιστών…

«Βασικός θεματικός πυρήνας των έργων του, τα τελευταία χρόνια, είναι κυρίως ο κόσμος της μέσων μαζικής επικοινωνίας, ειδικότερα της τηλεοπτικής ειδησεογραφίας – οι εικονικές και πλασματικές αναπαραστάσεις της πραγματικότητας που τα μέσα αυτά προωθούν και αναπαράγουν, με τους θεατές να μετατρέπονται σε αμέτοχους, απαθείς και εθισμένους παρατηρητές-«καταναλωτές», από απόσταση και προστατευμένοι μέσα στην ασφάλεια του οικιακού τους περιβάλλοντος, μιας συγκεκριμένης, διαστρεβλωμένης εκδοχής του κόσμου, μιας εκδοχής που, μέσα από ασύνδετες εικόνες και περιγραφές, συνειδητά προβάλλει το επουσιώδες και αποκρύπτει το ουσιώδες.», σημειώνει για το έργο του ο ιστορικός της τέχνης και επιμελητής της έκθεσης Γιάννης Μπόλης.

Γιώργος Διβάρης:

Ο Γιώργος Διβάρης γεννήθηκε στο Σάο Πάολο της Βραζιλίας (1956). Σπούδασε ζωγραφική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (1984-89) και συνέχισε τις σπουδές του στη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα «Τέχνη και Φιλοσοφία»). Είναι εικαστικός καλλιτέχνης και καθηγητής στο Τμήμα Εικαστικών και Εφαρμοσμένων Τεχνών του ΑΠΘ (1990-2023). Διδάσκει στο Διατμηματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών «Τέχνη και δημόσια σφαίρα» του ΑΠΘ (2018 έως σήμερα). Την περίοδο 2015-22 ήταν μέλος του Δ.Σ. του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης που, την ίδια περίοδο, μετεξελίχτηκε στον Μητροπολιτικό Οργανισμό Μουσείων Εικαστικών Τεχνών Θεσσαλονίκης (MOMus). Ήταν, επίσης, μέλος της Διοικούσας Επιτροπής του ΕΑΠ (2015-19).

Τα έργα του, από το 2006, επικεντρώνονται στην έννοια της υπεροψίας καθώς και σε εικόνες από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Έχει παρουσιάσει τη δουλειά του σε έξι ατομικές εκθέσεις στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη, και συμμετείχε με εγκαταστάσεις στις εκθέσεις: Πράξις, Τέχνη σε Αβέβαιους Καιρούς (στο πλαίσιο της 2ης Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης, 2009 και Η Μνήμη της Επανάστασης-Σύγχρονοι Έλληνες Εικαστικοί-100 χρόνια από την Οκτωβριανή Επανάσταση (αίθουσα «Νίκος Κεσσανλής», ΑΣΤΚ, Αθήνα, 2018). Συμμετείχε, επίσης, σε πολλές ομαδικές εκθέσεις.

Έργα του βρίσκονται στις συλλογές της Εθνικής Πινακοθήκης-Μουσείου Αλεξάνδρου Σούτσου, του MOMus-Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης-Συλλογές του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης και Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, καθώς και σε άλλες δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές.

Κεντρική φωτογραφία θέματος: Ασφαλές βλέμμα, 2013, λαμαρίνα, ψηφιακή εκτύπωση, εξάρτημα ιμάντα ασφαλείας, 30 x 70 εκ.