Ένα ερωτικό πάθος συμπλέκεται με αυτήν που θα μπορούσε να είναι η πραγματική ιστορία μίας τραγικής φιγούρας, όλα με αφετηρία και κατάληξη ένα σπίτι που είναι αξέχωρα δεμένο με το οργιώδες φύλλωμα του κισσού που το περιτυλίγει και το διαπερνά.


-Το βιβλίο σας Το κισσόσπιτο χαρακτηρίζεται ως μυθιστόρημα, ωστόσο μεγάλο μέρος της πλοκής του αποτελεί η πραγματική ιστορία του Νίκου Πλουμπίδη, κι ας μην αναφέρεται ονομαστικά παρά μόνο με τα αρχικά Π.Ν. Πώς προέκυψε η ανάγκη να μιλήσετε γι’ αυτήν την ιστορική φυσιογνωμία;

Το Κισσόσπιτο είναι μυθιστόρημα και μάλιστα με την κλασική, την Αριστοτελική σημασία του όρου.

Για τον Αριστοτέλη, ο ιστορικός ασχολείται με όσα έκανε ένα ιστορικό πρόσωπο, ενώ ο ποιητής με όσα κυρίως θα μπορούσε να κάνει κατά πιθανή ή αναγκαία συνέπεια. Με «τα καθ’ έκαστον» ο ιστορικός, με «τα καθ’ όλου» ο ποιητής.

Και δεν ασχολούμαι με την «πραγματική» ιστορία του Νίκου Πλουμπίδη, αλλά με αυτήν που θα μπορούσε να είναι η πραγματική του ιστορία! Με το πώς έδρασε ο Πλουμπίδης ασχολήθηκε και ασχολείται η ιστορία. Με το πώς θα μπορούσε να δράσει και να ταιριάζει στην ψυχοσύνθεσή του, η λογοτεχνία. Την μοίρα του δεν μπορεί, εύκολα, να την αλλάξει κανείς. Και συνελήφθη και εκτελέσθηκε. Αυτό δεν αλλάζει. Εκείνο που έχει δικαίωμα η τέχνη και κυρίως υποχρέωση είναι να δώσει σάρκα και οστά σ’ αυτό που δεν έγινε ενώ θα μπορούσε, σ’ αυτό που δεν ειπώθηκε ενώ θα έπρεπε. Έτσι προέκυψε η ανάγκη μου να μιλήσω για την τραγική φιγούρα του Νίκου Πλουμπίδη, σπάνια, για να μη πω μοναδική, στην παγκόσμια ιστορία.

-Στο βιβλίο σας περιγράφονται συμβιωτικές σχέσεις, όπως η σχέση ενός ερωτευμένου ζευγαριού, ή και το ίδιο το κισσόσπιτο του τίτλου, στις οποίες αποδεικνύεται ότι είναι αδύνατον να αποσπαστεί ο ένας χωρίς να καταστραφούν τελικά και οι δύο. Αυτές τις σχέσεις αλληλεξάρτησης τις θεωρείτε ευλογία, κατάρα, ή απλά αναγκαιότητα;

Δεν θεωρώ ότι υπάρχουν άλλες σχέσεις απ’ αυτές. Δεν υπάρχει ουσιαστική σχέση αν οι ρίζες του ενός δεν χωθούν στο κορμί και την ψυχή του άλλου. Όταν ο ένας αποσπάται απ’ τον άλλον καταρρέει η σχέση και δεν είναι απαραίτητο να καταστραφούν και οι δύο. Συνήθως καταστρέφεται (όχι απαραίτητα για πάντα) ο ένας μόνο, αυτός που δεν μπορεί να καταλάβει πως γίνεται να υπάρχει ζωή χωρίς πάθος, αυτός που κάνει τους λιγότερους υπολογισμούς! Και φυσικά οι σχέσεις δεν είναι ευλογία ή κατάρα… Οι σχέσεις πάθους είναι και ευλογία και κατάρα. Είναι τυχεροί καταραμένοι όσοι έζησαν τέτοιες σχέσεις. Πριν τις βιώσουν τις αγνοούσαν κι όταν τις ζουν, όσο ακατανόητες κι αν φαντάζουν, το θεωρούν -και είναι φυσικά- μοιραίο κι ας σπαράζουν κάποιες στιγμές.

Το πάθος κρατά σε τροχιά τους πλανήτες και δεν αφήνει το σύμπαν να καταστραφεί. Όπου απουσιάζει το πάθος σχηματίζονται βάλτοι και μαύρες τρύπες.

-“Η γραμμική ροή της ζωής με κουράζει, το ίδιο και η γραμμική αφήγησή της” λέει ο Γέρων και κρίνοντας από την μάλλον κυκλική αφήγηση του βιβλίου σας φαίνεται να νιώθετε το ίδιο κι εσείς. Θέλετε να μας εξηγήσετε γιατί;

Είναι μια φράση κλειδί, όχι για την είσοδο στο Κισσόσπιτο αλλά για το πώς το …έκτισα για να μπορέσουν οι ήρωές μου να νιώσουν ελεύθεροι να το κατοικήσουν…

Κοιτάξτε, η αφήγηση είναι πότε κυκλική, πότε κινείται σε δύο παράλληλα επίπεδα, πότε ελικοειδής… Άναρχη αφήγηση, αλλά με την Αριάδνη πάντα σε εγρήγορση. Σε ό,τι έχει να κάνει με την ανάπτυξη του θέματος συμφωνώ με τον Αριστοτέλη, αλλά με τον τρόπο του Jean-Luc Godard: Το έργο πρέπει να έχει αρχή, μέση και τέλος, αλλά όχι απαραίτητα με την ίδια σειρά! Εκείνο που προσθέτω εγώ είναι: Το τέλος να το ορίζει η διάθεση του αναγνώστη.

Ποιον δεν κουράζει η γραμμική ροή της ζωής κι ας είναι η πιο ξεκούραστη; Ποιος δεν θέλει να ανακόπτει, έστω και λίγο τον ασταμάτητο χρόνο ξεφεύγοντας, είτε στο παρελθόν, είτε στις εσχατιές του εσωτερικού του κόσμου, είτε στα όνειρα του ύπνου ή του ξύπνιου; Και πρωτίστως, ποιος δεν θέλει να ξεζουμίζει κάθε στιγμή της ζωής του μιας και αυτή (η στιγμή) είναι το μόνο που πραγματικά του ανήκει και μπορεί, είτε να την καταστρέψει, είτε να τη ζήσει σε όλο το μεγαλείο της αχρονικότητάς της;

Το μόνο ανάχωμα, το μόνο φράγμα που μπορούμε να υψώσουμε στο χρόνο είναι οι βιωμένες στιγμές μας. Ποτέ δεν μετάνιωσα για μια βιωμένη στιγμή της ζωής μου! Για το αντίθετο ναι.

– Είναι εμφανές στον αναγνώστη ότι είστε και ποιητής, μιας και η ποίηση διατρέχει το βιβλίο σας. Τι θέση έχουν στη ζωή σας και στο έργο σας από τη μια η ποίηση και από την άλλη η πεζογραφία;

Είναι, η ποίηση και η πεζογραφία, η μία όψη του νομίσματος! Η άλλη του όψη, ο Θάνατος.

– Στο βιβλίο σας η ήττα ανάγεται συχνά σε νίκη. Τι έχει να αποκομίσει κάποιος από μια μεγάλη ήττα του;

Πίκρα, πόνο, θλίψη, απογοήτευση, απόγνωση, ταπείνωση, αυτοταπείνωση, νευρική ανορεξία ή παχυσαρκία, αυτοκατηγορία, τάσεις αυτοκαταστροφής ή τάσεις φυγής απ’ την πραγματικότητα…και πολλά ακόμα τέτοια ηχηρά παρόμοια μπορώ να αραδιάσω.

Όμως και το προφανές θα μπορούσα να πω, ότι η ήττα μας κάνει πιο σοφούς και πιο έτοιμους για την επόμενη μάχη, ότι η ήττα δεν είναι κακή αρκεί να μην μας γίνει απαραίτητη συνήθεια, ότι η ήττα είναι το σκοτάδι το οποίο είναι απαραίτητο στο φως για να λάμψει. Ποτέ δεν θα ξημέρωνε αν δεν μεσολαβούσε η νύχτα!

Προϋπόθεση για μια μεγάλη ήττα είναι να έχει προηγηθεί το αντίστοιχό της, μια μεγάλη νίκη. Μόνο έτσι εξισορροπείται οποιαδήποτε ύπαρξη.

Ίσως εν τέλει να μην έχει και μεγάλη αξία, όσο καταφέρνουμε να μένουμε όρθιοι, η ήττα ή η νίκη, αλλά η γνώση ότι θα ακολουθήσει κι άλλη ήττα, κι άλλη νίκη… Γιατί αυτό είναι ίσως η ζωή: ένα διαρκές και μαγικό ταξίδι στην κόψη της μοίρας μέχρι την τελική πτώση.

Διαβάστε επίσης:

Γιώργης Ξηρογιάννης – Το κισσόσπιτο