Η Jenny Saville είναι μία από τους πιο ενδιαφέροντες, σύνθετους, φιλόδοξους και ενστικτώδεις παραστατικούς ζωγράφους στον κόσμο σήμερα. Από την αποφοίτηση της από τη Σχολή Καλών Τεχνών της Γλασκώβης το 1992, τότε που εκτινάχτηκε στη συνείδηση του κοινού με την πτυχιακή της εργασία που παρουσίαζε μια σειρά από μνημειώδη γυναικεία γυμνά, μέχρι τους πιο πρόσφατους πίνακες της με τις πολλαπλές φιγούρες, η Saville έχει δημιουργήσει τρομερά δυνατά έργα, τα οποία αφενός, επεκτείνουν τη θεματική της ζωγραφικής και δοκιμάζουν τις δυνατότητες του μέσου κι αφετέρου αρθρώνουν σθεναρά την εμπειρία του είναι να υπάρχεις και να βιώνεις τον κόσμο σήμερα.

Αυτή η συγκροτημένη έκθεση στη Συλλογή Γιώργου Οικονόμου παρουσιάζει μια σφαιρική εικόνα της δουλειάς της από το 1993 έως το 2015. Περιλαμβάνει το σημαντικό πρώιμο έργο της Cindy, 1993, μια εισαγωγή στις καλλιτεχνικές ανησυχίες της Saville όσον αφορά στην υλικότητα του σώματος, που προμηνύει τη συνεχιζόμενη ενασχόλησή της με τη χειραγώγηση του σώματος και την κατασκευή μιας ταυτότητας με βάση το φύλο. Αυτοί οι προβληματισμοί, που διαμορφώθηκαν από την εμπειρία που είχε η Saville παρακολουθώντας ένα πλαστικό χειρουργό εν ώρα εργασίας, έτειναν να επεκτείνουν τη γκάμα της ζωγραφικής της και να επηρεάσουν βαθιά την τεχνική της ζωγραφικής της.

Η έκθεση περιλαμβάνει δύο ακόμα σημαντικά παραδείγματα της πρώιμης παραγωγής της, το Rubens’ Flap, 1998-99 και το Matrix, έργο του 1999. Η έκθεση περιλαμβάνει επίσης μια σειρά από πίνακες που έγιναν από το 2004 έως το 2014 και εστιάζουν στο κεφάλι.

Ruben’s Flap, 1998–99, Oil on canvas, 304.8 × 243.8 cm. Photo: Natalia Tsoukala. ©Jenny Saville, Gagosian Gallery.

Η Saville έχει μιλήσει για το πώς η ενασχόληση με το ίδιο θέμα της έδωσε την ελευθερία να δοκιμάσει και να ξεπεράσει νέους υβριδικούς συνδυασμούς παραστατικότητας και αφαίρεσης. Της επέτρεψε να προχωρήσει το χειρισμό της ζωγραφικής της σε μια νέα κατεύθυνση, περνώντας από την πιστή αναπαράσταση σε αισθήματα και ιδέες με οικουμενική απήχηση. Αυτά τα πορτρέτα όμως επίσης εστιάζουν στη φευγαλέα φύση της ταυτότητας. Η σπλαχνική τους φυσικότητά καταφέρνει αυτό που η Saville έχει ονομάσει «κενή ένταση», επιτρέποντάς τους να διαβαστούν τo
λιγότερο ως προσπάθειες να αποδοθεί η ουσία συγκεκριμένων ανθρώπων και περισσότερο ως εκρήξεις αισθήσεων.

Παρόλο που η Saville έχει καταστήσει το σώμα ως κεντρικό θέμα της ζωγραφικής της, σε μια σειρά από τρεις πίνακες που έκανε μεταξύ 2011 και 2015 στρέφει το ενδιαφέρον της από μία σε πολλαπλές φιγούρες, εφορμώντας σε μια ακόμα πιο πλήρη ένωση αφηρημένων και παραστατικών στοιχείων. Οι πολλαπλές φιγούρες με τη σειρά τους πολλαπλασιάζονται, καθώς η διαφάνεια του σχεδίου δίνει τη δυνατότητα στη Saville να προβάλει ταυτόχρονα διαφορετικές πραγματικότητες, αποδεικνύοντας την πολυπλοκότητα της τεχνικής της αλλά και το εννοιολογικό της όραμα. Η διαστρωμάτωση των μορφών εισάγει μια χρονικότητα στη δουλειά της, που καθιστά μη διακριτή την ατομική φιγούρα και μπερδεύει τα ανδρικά με γυναικεία μέρη του σώματος, ώστε η ταυτότητα του φύλου –και, μάλιστα, κάθε στιβαρή έννοια του εαυτού-να ξεδιπλώνεται και να γίνεται ρευστή.

Σε μια εποχή που το Facebook προσφέρει 71 επιλογές ταυτότητας φύλου, και το Tinder 37, η φιλόδοξη εξέλιξη της ριζοσπαστικής εικαστικής γλώσσας της Saville για την ρευστότητα της ταυτότητας δε θα μπορούσε να μοιάζει πιο σύγχρονη. Στην πραγματικότητα όμως αυτές οι ανησυχίες συνδέονται άμεσα με τις Μεταμορφώσεις του Οβιδίου– το εξαιρετικό αυτό εγχειρίδιο αλλαγής, που αναφέρεται τόσο εύγλωττα στην αμφισημία του φύλου και στην αστάθεια του εαυτού. Ορμώμενος από μια παλιότερη Ελληνιστική παράδοση αλληγορικών μύθων, το μυθικό σκηνικό πολλών ιστοριών που διηγείται ο Οβίδιος είναι η Σικελία, μια χώρα στην οποία εγκαταστάθηκαν Ελληνες και που θεωρείται το χωνευτήρι της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και ένα από τα θεμέλια του Δυτικού πολιτισμού. Η ίδια η Saville έζησε για μεγάλο διάστημα στο Παλέρμο από το 2003 έως το 2009, όπου εκτίμησε τον υβριδικό σχηματισμό του πολιτισμού μέσα από τη διαστρωμάτωση του χρόνου σε διαδοχικά κύματα μετανάστευσης.

Ανάμεσα στις επιρροές της είναι η τέχνη του Michelangelo και η αρχαϊκή Ελληνική και κλασική γλυπτική, την οποία είδε κυρίως στο Βρετανικό Μουσείο και στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας. Ειδικά τα κομμάτια αρχαίων γλυπτών, τα οποία στην ψυχρή και μεγαλοπρεπή απόστασή τους διατηρούν τη δύναμη της μορφής και της απαράμιλλης αναφοράς στην ιστορία της τέχνης, έχουν δώσει μια φορμαλιστική και ευφάνταστη έμπνευση στη δουλειά της Saville. Εξίσου γοητεύει τη Saville η σύγχρονη Ελλάδα, μια χώρα όπου η ταύτιση διαφορετικών τάξεων πραγματικότητας και εμπειρίας ίσως δεν υπάρχει πουθενά στο σύγχρονο κόσμο. Μέσω αυτἠς της προσήλωσης στην Ελλάδα και τον Ελληνικό πολιτισμό, η Saville συνδέεται με αυτό που σημαίνει να είσαι άνθρωπος, και μέσω αυτής της δέσμευσης της στην τέχνη της επιστρέφει τη ζωγραφική στην προέλευσή της ώστε να την κάνει νέα.

Cindy, 1993, Oil on canvas, 55 × 46 cm. Photo: Natalia Tsoukala. ©Jenny Saville, Gagosian Gallery.

Την έκθεση επιμελείται ο Simon Groom, διευθυντής της Σκοτσέζικης Εθνικής Πινακοθήκης Σύγχρονης Τέχνης, με τη Skarlet Smatana, διευθύντρια της Συλλογής Γιώργου Οικονόμου σε στενή συνεργασία με την καλλιτέχνιδα. Ενας κατάλογος με νέα κείμενα του Groom, της Mary Beard, καθηγήτριας ΚλασικώνΣπουδών του Πανεπιστημίου του Cambridge και του βρετανού αρχιτέκτονα John Pawson συνοδεύει την έκθεση.


Κεντρική φωτογραφία άρθρου: Jenny Saville, Intertwine, 2011-2014. Oil on canvas, 219.5 x 290 cm © Jenny Saville. Courtesy Gagosian. Photo: Mike Bruce