Την Πέμπτη (16/05) η Courtney Barnett βρέθηκε για πρώτη φορά στη χώρα μας για μια μοναδική συναυλία στο Fuzz Live Music Club και οι φήμες που ακολουθούν τις μουσικές της εμφανίσεις είχαν δημιουργήσει μεγάλες προσδοκίες για την εμφάνισή της, την οποία πολύς κόσμος ανέμενε με ανυπομονησία γεμίζοντας το χώρο.

Στις 9.15, ακριβώς σύμφωνα με το πρόγραμμα, και ενώ ο κόσμος συνέχιζε να καταφθάνει, στη σκηνή ανέβηκε το opening act της βραδιάς, η Amalia, κατά κόσμον Αμαλία Μουχταρίδη, συνοδευόμενη από τους Τhe Architects, τον Βασίλη Αγγελόγιαννο (κιθάρα), τον Άλκη Τσακάκο (ντραμς) και την Αναστασία Κακαβά (μπάσο). Με την ίδια στη ρυθμική κιθάρα, απολαύσαμε ένα εξαιρετικό 30λεπτο set το οποίο περιελάμβανε τόσο πρωτότυπα κομμάτια όπως το «Ophelia», το «Thieving Star» και το ακυκλοφόρητο «Insomnia» -που φανέρωσε πλήρως το φωνητικό της εύρος- όσο και μια θαυμάσια διασκευή σε χαμηλότερο tempo από την γνωστή εκδοχή του κομματιού των Violent Femmes, «Blister in the Sun».

Όσο περνούσε η ώρα και το ταλέντο των μουσικών και οι φωνητικές ικανότητες της νεαρής ερμηνεύτριας ξεδιπλώνονταν, τόσο τα χειροκροτήματα και τα επιφωνήματα θαυμασμού από το κοινό πλήθαιναν και φυσικά, αυτό δεν ήταν τυχαίο. Η Amalia είναι μια καλλιτέχνις με πολύ ωραία φωνή και, αν και στο ξεκίνημα της μουσικής της πορείας, φαίνεται ότι θα έχει ένα λαμπρό μέλλον στο χώρο.

Έπειτα από λίγη ώρα για το απαραίτητο changeover της σκηνής, δεκαπέντε λεπτά μετά τις 10, τα φώτα έσβησαν, η 31χρονη τραγουδίστρια, συνθέτις, στιχουργός και κιθαρίστρια με τον Bones Sloane (μπάσο, φωνητικά) και τον Dave Mudie (ντραμς, φωνητικά) έλαβαν τις θέσεις τους στη σκηνή και το κοινό βυθίστηκε σχεδόν αυτόματα στο rock σύμπαν της χαρισματικής Barnett.

Το πολύ δυνατό ξεκίνημα του set έγινε με το «Hopefulessness»,  το υπέροχο «City Looks Pretty» και το αγαπημένο του κοινού «Avant Gardener». Στη συνέχεια, αφού η  Barnett μας σύστησε την μπάντα της, απολαύσαμε το «Small Talk», το «Need a Little Time» και το εκπληκτικό «Nameless, Faceless», σε μια από τις καλύτερες στιγμές της βραδιάς, με τους ρυθμούς να διατηρούνται σε υψηλό επίπεδο και την ερμηνεία της Αυστραλής να μετατρέπει το κοινό σε εκφραστή των στίχων και των συναισθημάτων του κομματιού και με πολύ κόσμο να χοροπηδάει στο ρυθμό.

Μεταξύ των κομματιών που περιλαμβάνονταν στη setlist ήταν το «Mother» και το «Crippling Self Doubt» κατά το οποίο η 31χρονη ερμηνεύτρια κάλεσε το κοινό να τραγουδήσει μαζί της στο ρεφρέν, καθώς επίσης, δύο κομμάτια των οποίων τους στίχους πολλοί τραγούδησαν –όπως και το νέο κομμάτι «Everybody Here Hates You» και φυσικά, το «Depreston», ένα από τα πιο γνωστά τραγούδια της καλλιτέχνιδος, που η ίδια έχει γράψει για τη Μελβούρνη και κατά το οποίο, για μερικά δευτερόλεπτα, η Barnett άφησε το κοινό να ακουστεί καθώς τραγουδούσε.

Επιπλέον, το setlist συμπλήρωναν τα πολύ καλά κομμάτια «Small Poppies», «Are you Looking after Yourself», «Elevator Operator» και «Charity», καθώς και το εκρηκτικό «Pedestrian at Best» που είναι ίσως και το πιο δημοφιλές κομμάτι της Barnett στο οποίο το κοινό ανταποκρίθηκε θερμά.

Ο ενθουσιασμός του κόσμου και η επιθυμία του να παραμείνει η Αυστραλή τραγουδίστρια για λίγο ακόμα στη σκηνή, οδήγησε σε ένα πολύ καλό encore το οποίο ξεκίνησε εξαιρετικά με το «Let It Go» και τη Barnett να εμφανίζεται μόνη, σ’ ένα τραγούδι που προέρχεται από τη δισκογραφική της δουλειά με τον Kurt Vile. Ακολούθησε το μελαγχολικό «Anonymous Club» με ένα πολύ όμορφο solo στην κιθάρα ενώ φυσικά, από το encore δεν θα μπορούσε να λείπει το μοναδικό «History Eraser» που αποτελεί και το κομμάτι που την έκανε ευρύτερα γνωστή στο μουσικό τοπίο.

Έτσι, δεκαπέντε λεπτά πριν τα μεσάνυχτα, η Barnett μας αποχαιρέτησε κρατώντας την κιθάρα της ψηλά, υποσχόμενη ότι θα επιστρέψει σύντομα στη χώρα μας. Η  νεαρή τραγουδοποιός και ερμηνεύτρια είναι μια χαρισματική μουσικός και εξαιρετική κιθαρίστρια, αυθεντική συνθέτρια με ειλικρινείς στίχους και με δυναμική σκηνική παρουσία που συνεπαίρνει το κοινό στις ζωντανές εμφανίσεις της, είτε πρόκειται για low tempo είτε για πιο γρήγορα rock, grunge και indie rock κομμάτια. Με μόλις δυο album στο ενεργητικό της, αυτό που έχει κατορθώσει μέσα σε λίγα χρόνια η Barnett είναι πραγματικά αξιοθαύμαστο καθότι έχει δημιουργήσει ένα μοναδικό στυλ που τη χαρακτηρίζει, αναμειγνύοντας την garage rock και folk-pop μουσική, ενώ οι υποψηφιότητες που έχει λάβει για τα βραβεία Grammy και BRIT συνηγορούν στο ότι η θέση που κατέχει στη σύγχρονη μουσική σκηνή δεν είναι καθόλου τυχαία.


Φωτογράφος: Ιωάννα Κίτρου


Διαβάστε επίσης:

Η Courtney Barnett στο Fuzz