Η Britta Marakatt-Labba, μετά την αναδρομική της στο Εθνικό Μουσείο του Όσλο, έρχεται στο ΕΜΣΤ για να μας παρουσιάσει τη βαθιά μελέτη της φύσης μέσα από τη μνήμη, την αντίσταση και την ήσυχη δύναμη της βελονιάς ως τέχνης και ακτιβισμού. Η βελόνα της γίνεται πυξίδα, χαράσσοντας μονοπάτια μεταξύ της γνώσης των προγόνων των Σάμι, και των σύγχρονων αγώνων για γη, ελευθερία και επιβίωση. Το έργο της είναι δυναμικό και κάθε έργο της μοιάζει με ένα ζωντανό αρχείο των μαθημάτων ζωής που μας παραδίδουν ποιητικά οι αξίες της Sami ιθαγενούς κουλτούρας στον Βορρά της Ευρώπης.
***
– Αγαπητή Britta, καλώς ήρθες πάλι στην Αθήνα και στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, για δεύτερη φορά μετά την Documenta 14, το 2017. Τα μουσεία προτιμούν όλο και περισσότερο εντυπωσιακές εγκαταστάσεις. Εσύ, όμως, παραμένεις πιστή σε μια βαθιά συμβολική γλώσσα — μια γλώσσα που διατηρεί την τρυφερότητα της, ανεξάρτητα από τον εντυπωσιασμό. Και μια γλώσσα που αψηφά τον διαχωρισμό «τεχνουργήματος» και «τέχνης». Κάποιοι λένε ότι το κέντημα είναι μια μορφή αργής αντίστασης. Tο δικό σου μοιάζει σαν να κουβαλά το βάρος της επιβίωσης. Όταν τεντώνεις τη κλωστή, νιώθεις σαν να τραβάς μια χορδή τόξου ή σαν να υφαίνεις ένα ξόρκι συνέχειας;
Όταν δουλεύω με τις κεντημένες μου εικόνες, τεντώνω το υλικό, και από τις βελονιές αναδύεται μια εικόνα που προορίζεται να αφήσει διαρκή ίχνη στο θεατή — ένας προβληματισμός για το πώς εμείς, ως άνθρωποι, πρέπει να βρούμε τρόπους να επιβιώσουμε σε έναν κόσμο που γίνεται όλο και πιο δύσκολος. Καθώς οι κλωστές σχηματίζουν μορφές, γίνονται τελικά τόξα της μυθολογίας των Σάμι, των πολιτικών γεγονότων και της κλιματικής αλλαγής. Στον οπτικό μου κόσμο, είναι σημαντικό να δουλεύω με ένα είδος αργής αντίστασης. Για μένα, μοιάζει τόσο με το τράβηγμα ενός τόξου όσο και με κεντημένα βέλη μυθολογικών και πολιτικών τυπολογιών.
– Σε έναν κόσμο ψηφιακής ταχύτητας, το χειροποίητο ράψιμο φαίνεται πιο ριζοσπαστικό από ποτέ. Πιστεύεις ότι το σημερινό κοινό, εξοικειωμένο με ψηφιακά θεάματα, μπορεί ακόμα να συνδεθεί με το βαθύτατα προσωπικό σου έργο; Για παράδειγμα, στο «The Move» (2000) που εκτίθεται στο EMΣT, οι τάρανδοι κεντιούνται με μία μόνο κίνηση — ένα ψίθυρο απέναντι στη βοή της τέχνης υψηλής ευκρίνειας και της ταχύτατης τεχνητής νοημοσύνης. Σε έναν κοινό εθισμένο στην κλίμακα και τη γρήγορη κίνηση, πώς εμπιστεύεσαι την ήσυχη δύναμη της βελόνας να μπορεί να τρυπήσει ακόμα το σύγχρονο βλέμμα;
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Είναι αλήθεια ότι σε έναν κόσμο που γυρίζει όλο και πιο γρήγορα, γίνεται ακόμα πιο σημαντικό για εμάς τους ανθρώπους να κάνουμε παύση, να συλλογιστούμε την τέχνη που έχει γεννηθεί μέσα από την αργή κίνηση. Μας επιτρέπει να εισέλθουμε σε έναν κόσμο που μας αγγίζει, σε ένα επίπεδο που προκαλεί προβληματισμό και προοπτικές που ίσως χάνουμε στον ψηφιακό κόσμο.
– Αυτό φάνηκε κατά την απομόνωση στην πανδημία, όπου πολλοί καλλιτέχνες γύρισαν σε χειροκίνητες πρακτικές, πιάνοντας μαλλί ή πηλό σαν ξεχασμένες προσευχές. Αλλά όταν η σύνδεση με τις παραδοσιακές αξίες και ιστορίες έχει σπάσει, μπορεί αυτή η αναβίωση της χειροτεχνίας να ονομαστεί πραγματικά «duodji»; Στο έργο σου «Between Two Worlds» (2018-19) στο EMΣT, κάθε βελονιά είναι σαν μια παρακαταθήκη από τους προγόνους. Μπορεί το duodji να ξαναζωντανέψει τη συλλογική μνήμη και την ενσυναίσθηση; Επίσης, η τελευταία Μπιενάλε της Βενετίας ήταν ένας εορτασμός των ιθαγενών κοινοτήτων. Είσαι μια από τις σημαντικότερες καλλιτέχνες που πυροδότησαν ένα παγκόσμιο ενδιαφέρον για το πόσο καθολική μπορεί να είναι η ιθαγενής τέχνη.
Για εμάς τους Σάμι, το duodji (παραδοσιακή χειροτεχνία) ήταν ζωτικής σημασίας για την καθημερινή επιβίωση. Πάντα μας συνόδευε· οι ιστορίες και το παραδοσιακό duodji εξασκούνταν και επιβίωσαν μέχρι σήμερα. Πιστεύω απολύτως ότι είναι ζωτικής σημασίας να αναβιώσουμε όσα έχουν σπάσει ή χαθεί — μέσα από τη δουλειά των χεριών μας, μπορούμε να φτάσουμε σε μεγαλύτερα ύψη που προσφέρουν τόσο στον δημιουργό όσο και στον θεατή μια νέα προοπτική για τη ζωή.

– Σε ένα τέτοιο πλαίσιο μιας νέας προοπτικής, θα μπορούσε η συζήτηση για συλλογική καλλιτεχνική πρακτική, όπως η ομάδα Maze και η πρόσφατη αναβίωσή της, να οδηγήσει στην επαναμάγευση της καλλιτεχνικής εργασίας; (Είναι εκπληκτικό, αλλά στα Ελληνικά, «Μαζί» σημαίνει «Together»!) Θα μπορούσε το συλλογικό υφαντό — όπου διαφορετικοί άνθρωποι, καλλιτέχνες και μη, δουλεύουν στο ίδιο ύφασμα — να γίνει ένα νέο είδος ξορκιού ενάντια στην απομυθοποίηση μιας ζωής προσανατολισμένης στο εγώ;
Ως ενεργή καλλιτέχνιδα, δεν με ενδιαφέρει το εγώ, η προσωπική προβολή δηλαδή, ούτε να κυνηγήσω την ατομική επιτυχία μέσω της κατάκτησης συμβόλων κοινωνικού status. Γι’ αυτό πιστεύω ότι η δουλειά με κεντημένες εικόνες μας προσφέρει μια ικανοποίηση — μια εμπλουτισμένη εσωτερική ζωή. Το να δουλεύουμε συλλογικά μας δίνει μια διαφορετική οπτική για τη ζωή. Σημαίνει ότι η δυσαρέσκεια και ο εγωκεντρικός τρόπος ζωής ίσως ξεθωριάσουν.
– Παραμένοντας στο Συλλογικό, είσαι μία δημιουργός που εκτός από την τέχνη σου, μάχεσαι κατά της περιβαλλοντικής καταστροφής, της πλουτοπαραγωγικής εκμετάλλευσης και της αποικιακής λεηλασίας. Θα μπορούσε μια διαφορετική κατανόηση της σχέσης ανθρώπου-γης — πέρα από την ατομική ιδιοκτησία — να ενισχύσει την άμυνά της; Τι μπορούμε να μάθουμε από τους αγώνες των Σάμι για εναλλακτικές προτάσεις; Στο «The Environment Cannot Wait» (2024), τα απομεινάρια του εκμεταλλευτισμού απλώνονται σαν μεταλλικά ζιζάνια στο δέρμα της Σάπμι ενδοχώρας. Κι όμως, οι βαθιά πολιτικές βελόνες σου επιμένουν: η γη δεν είναι λογιστικό βιβλίο. Για τις πληγωμένες εκτάσεις της γης, ποια σοφία κρύβεται στην πεποίθηση των Σάμι ότι κανείς δεν μπορεί να κατέχει τον άνεμο ή τη γη; Όπως κι εσύ κάποτε είπες: «Η γη μας συρράπτει — εμείς δεν ράβουμε τη γη».
Εμείς οι Σάμι έχουμε μια κοσμοθεωρία όπου δεν κατέχουμε τη γη — τη δανειζόμαστε και τη φροντίζουμε βιώσιμα. Πρέπει να την αφήσουμε στις επόμενες γενιές, ώστε να ζουν με ασφάλεια από όσα προσφέρει η φύση — βοσκότοπους για τους τάρανδούς μας, καθαρός αέας, καθαρό νερό. Αυτό που μπορούμε να διδαχθεί ο πλανήτης από εμάς τους Σάμι είναι ότι η γη δεν πρέπει να περιφράσσεται, ούτε να περιορίζεται η κινητικότητα των ζώων και των ανθρώπων.
– Ο περιβαλλοντικός συμβολισμός είναι έντονος και στην έκθεση «Why Look at Animals» στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της Αθήνας, όπου βλέπουμε τους αλληγορικούς «Κοράκες» (2021), ως εκπροσώπους της κρατικής εξουσίας, εμπνευσμένους από τις διαμαρτυρίες του 1981 κατά της εκμεταλλευτικής ανάπτυξης της πηγής του Kautokeino με ένα τεράστιο φράγμα, που θα έπληττε το χωριό σου. Εκεί συμμετείχες ενεργά, αλυσοδεμένη σε μια παγόκουτα (kåta) για να καθυστερήσεις τη σύλληψή σου από την αστυνομία. Τελικά, εσύ και οι σύντροφοί σου χαράξατε το δρόμο για το νέο Κοινοβούλιο των Σάμι. Όταν ράβεις πληγές, νιώθεις το βάρος της επούλωσης ή την ανάγκη της μαρτυρίας;
Θα σου μιλήσω ξεκάθαρα. Δημιουργώ τις εικόνες μου για να κάνω τον θεατή να σταματήσει και να σκεφτεί: Τι κάνουμε; Είναι βιώσιμο μακροπρόθεσμα να επιταχύνουμε συνεχώς;
– Έτσι η τέχνη σου ενίσχυσε τους αγώνες του λαού σου για το δικαίωμα να κινείται ελεύθερα στη γη, ασκώντας τις παραδοσιακές εργασίες τους. Πώς λειτουργεί αυτή η τέχνη μέσα στην ίδια την κοινότητα — στην καθημερινή ζωή και τη συνεχή αντίσταση; Πολλά από τα κεντήματά σου ταξιδεύουν τον κόσμο, αλλά στο χωριό σου, κρέμονται εκεί όπου τα παιδιά να μπορούν να αγγίζουν τις κλωστές τους.
Η τέχνη θεραπεύει και ενδυναμώνει, και μπορεί να προκαλέσει τον θεατή από όπου κι αν προέρχεται. Και σίγουρα στην κοινωνία των Σάμι, η τέχνη μου λειτουργεί ως ακτιβιστική αντίσταση.

– Στον ήσυχο χορό της βελόνας και της κλωστής, πώς καταγράφεις τη σιωπή του χειμώνα και την ανθεκτικότητα όσων περπατούν στο ατελείωτο λευκό; Πριν από κάθε βελονιά, ακούς πρώτα τις ιστορίες ή εμφανίζονται σαν τάρανδοι που κινούνται στο χιόνι, αφήνοντας ίχνη πίσω τους;
Δουλεύω ελεύθερα βασισμένη στην εικόνα που, εκείνη τη στιγμή, έχω χτίσει εσωτερικά. Το χειμερινό τοπίο είναι πάντα παρόν στη δουλειά μου, και η εποχή που πέφτει το σκοτάδι — από το Νοέμβριο μέχρι τις αρχές Ιανουαρίου — είναι για μένα χρόνος σιωπής και εσωτερικής ηρεμίας. Είναι ένα είδος περιόδου ανάπαυσης όπου η δημιουργία εικόνων παίρνει ορμή. Είναι η στιγμή που οι εικόνες αναδύονται αργά, εμπνευσμένες από καθημερινά γεγονότα ή ιστορίες που έχω ακούσει.
– Και φτάνω στη σκηνή της κηδείας από τη μνημειώδη 24μετρη φρίζα σου «Historja» στην Documenta 14 στην Αθήνα όπου και σε πρωτογνώρισα. Μια στιγμή τόσο ζωντανή που την ένιωσα σαν τον χτύπο της καρδιάς. Αναρωτήθηκα τότε αν η σκηνή προήλθε από μνήμη ή ήρθε σαν όνειρο. Η αίσθηση ήταν σαν χορωδία φωνών — μερικές προγονικές, μερικές ακόμη αγέννητες. Έχασα τον εαυτό μου στην περιδίνηση της, στον συγκλονιστικό της πνευματισμό — σαν να στεκόμουν ανάμεσα σε ένα μύθο, χάνοντας την αίσθηση του χρόνου. Κάπου σε άκουσα να λες ότι το κέντημα είναι «ο χρόνος ορατός». Στα κεντήματά σου, παρελθόν και παρόν συγκλίνουν σαν κλωστές σε αργαλειό. Νιώθεις τον χρόνο σαν ευθεία γραμμή ή σαν κύκλο, όπου οι πρόγονοι και οι απόγονοι συναντιούνται στην ίδια συνέχεια;
Δεν βλέπω τον χρόνο γραμμικά· αντιθέτως, όλα κινούνται σε κύκλο. Γεννιόμαστε, πεθαίνουμε, και αφήνουμε πίσω μας ίχνη με τη μορφή γεγονότων που γίνονται ιστορίες. Θυμόμαστε όσους έχουν φύγει λέγοντας ιστορίες γι’ αυτούς. Για μένα, η δουλειά με αφηγηματικό κέντημα σημαίνει να αναδεικνύω όλα αυτά τα διαφορετικά γεγονότα. Συναντιόμαστε σε ιστορίες που δεν έχουν αρχή — ούτε τέλος.
– Έχεις χρησιμοποιήσει απρόσμενα υλικά — σύρμα δίπλα στο μαλλί, σκληρό λινάρι δίπλα σε ευαίσθητο μετάξι, μεταλλικές κλωστές που λάμπουν σαν λεπίδες. Επίσης, οι υφές στα νεότερα έργα σου φαίνονται βαθύτερες, σχεδόν γλυπτικές. Μερικές φορές, το ίδιο το ύφασμα φαίνεται πληγωμένο — κοψίματα αφήνονται χωρίς επισκευή, άκρα ακατέργαστα. Αυτές οι αντιθέσεις αντανακλούν τις εντάσεις στη σημερινή ζωή των Σάμι;
Πραγματικά όλα όσα προκαλεί ένα υλικό δημιουργούν γεγονότα. Σε βαθιές ρωγμές, γεννιούνται εντάσεις — ίσως πληγές που άφησαν εταιρείες εξόρυξης, όπου οι ουλές στη γη δημιουργούν ουλωμένες βελονιές. Η ένταση μεγαλώνει, και η ανασφάλεια των συνθηκών διαβίωσης των Σάμι αντανακλάται σε διάφορες υλικές και άυλες αντιθέσεις.
– Βιώνω έντονα συναισθησία όσο βυθίζομαι στις εικόνες σου. Είναι σαν όλες οι αισθήσεις να γίνονται ξαφνικά οξείες και ζωντανές. Οι σκηνές σου, αν και συχνά ακίνητες, βουίζουν από κίνηση — οπλές ζώων, άνεμοι, ψίθυροι. Είναι η απουσία πιο δυνατή στην κλωστή παρά στη φωνή; Πιστεύεις ότι η σιωπή του μέσου κάνει την πολιτική του φωνή πιο κοφτερή; Μερικές σκηνές είναι γεμάτες με μορφές, άλλες δείχνουν ένα μοναχικό ον. Είναι η μοναξιά μια σκιά σε αυτό το έργο ή η μοναξιά είναι δύναμη;
Η μοναξιά δεν σημαίνει να είσαι μόνος. Στη φύση, ψηλά στα βουνά, υπάρχουν τόσα πολλά να βιώσεις. Ο ψίθυρος του ανέμου μας μιλάει — αν έχουμε την ικανότητα να ακούσουμε. Το ρυάκι που κελαρίζει προσφέρει έναν ύμνο, δείχνοντας ότι υπάρχουν πολλές αποχρώσεις κίνησης και ρυθμού στη ροή του. Η ανθρώπινη μοναξιά γίνεται δύναμη παρουσία άλλων όντων στη φύση — ζώα, σκιές, ήχοι.

– Η πρώτη σου αναδρομική έκθεση πέρυσι στο Εθνικό Μουσείο του Όσλο, «Moving the Needle», πρότεινε μετατοπίσεις αφηγήσεων, μια διακριτική αλλά σεισμική αλλαγή, ένα κατώφλι. Ο τίτλος εμπεριέχει τόσο την τέχνη όσο και την αναγκαιότητα — το «να μετακινήσεις τη βελόνα» σημαίνει να αλλάξεις την πορεία κάποιου. Τι ελπίζεις να αλλάξουν αυτά τα έργα στην κατανόηση του θεατή; Επίσης, οι βελόνες τρυπούν, επισκευάζουν και δημιουργούν. Περιείχε αυτή η έκθεση και τις τρεις ενέργειες; Αυτά τα κεντήματα θρηνούν την απώλεια ή τεκμηριώνουν την αναγέννηση; Έχοντας μετακινήσει τη βελόνα, πού νιώθεις ότι δείχνει τώρα;
Ο τίτλος της έκθεσης «να μετακινήσεις τη βελόνα» σημαίνει ότι ράβω κάτι μαζί με κάτι άλλο. Μπορεί να είναι μια ιστορία για μια πληγωμένη γη ή πληγωμένες ψυχές. Πιστεύω και ελπίζω ότι ο θεατής θα πάρει μαζί του μια αίσθηση περιέργειας — να θέλει να μάθει περισσότερα για εμάς τους Σάμι ως λαό: πώς σκεφτόμαστε το περιβάλλον που μας περιβάλλει και τον τρόπο ζωής μας. Το να μετακινήσεις τη βελόνα μπορεί επίσης να σημαίνει ελπίδα — ότι δεν τα παρατάμε, αλλά βλέπουμε τη ζωή με θετικά στοιχεία που μας δίνουν δύναμη να συνεχίσουμε. Αυτή την ανάγκη για συνέχεια δείχνει η βελόνα τώρα.
– Η επιρροή σου στους νεότερους Σάμι καλλιτέχνες είναι ουσιαστική. Τόσο στην προηγούμενη Μπιενάλε της Βενετίας το 2022, όπου συμπεριλήφθηκες στην κεντρική έκθεση, όσο και στη Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής το 2023, οι Σάμι καλλιτέχνες του Nordic Pavilion ακολούθησαν τα βήματά σου. Αν η αναδρομική σου έκθεση μπορούσε να ψιθυρίσει ένα πράγμα στην επόμενη γενιά Σάμι καλλιτεχνών, τι θα ήταν;
Θα ψιθύριζα στους νέους Σάμι που θέλουν να ασχοληθούν με την τέχνη: μέσα από αυτή τη δουλειά, μοιραζόμαστε όσα έχουμε κληρονομήσει. Πρέπει να είμαστε μάτια που ανοίγουν για όσους βλέπουν ό,τι θέλουμε να μεταδώσουμε μέσω της τέχνης μας. Η τέχνη και το duodji είναι τρόποι να κρατήσουμε ζωντανή μια απειλούμενη κουλτούρα.
– Μερικά από τα νέα σου έργα φαίνεται να συγχωνεύουν ανθρώπινες και ζωικές μορφές, όπως οι τάρανδοι, ή η αλεπού στο «Cunning», με τη γη. Αντικατοπτρίζουν την πρόσφατη συζήτηση για το μετα-ανθρώπινο ή αντιλαμβάνονται παλαιότερες Σάμι αντιλήψεις;
Στην αφήγηση των Σάμι, τα ζώα συχνά υφαίνονται σε πολιτικά πλαίσια. Για παράδειγμα, οι «Κοράκες» που προαναφέραμε θεωρούνται ψαράδες — αν πετάξεις φαγητό, θα το καθαρίσουν σε χρόνο μηδέν. Όπου περνούν, αφήνουν απόλυτη καθαριότητα. Αυτό είδα στους Νορβηγούς αστυνομικούς που είχαν αναπτυχθεί για να μας απομακρύνουν κατά τη σύγκρουση του Άλτα. Οι κοράκες μεταμορφώθηκαν σε αστυνομικούς, και οι αστυνομικοί έκαναν σίγουρο ότι ο χώρος της διαμαρτυρίας έμενε απόλυτα άδειος και καθαρός.
– Δράττομαι αυτής της τελευταίας, ομολογουμένως πολύ χαρακτηριστικής φράσης, για να μεταθέσω τη συζήτηση από την πολιτική καταστολή της ελευθερίας, στην αισθητική διαδικασία της δημιουργίας. Το horror vacui (φόβος του κενού) είναι ένα συνηθισμένο συναίσθημα μεταξύ συγγραφέων και καλλιτεχνών μπροστά σε ένα λευκό φύλλο/καμβά. Χαλαρώνει ποτέ το χέρι σου πριν τρυπήσει το ύφασμα, σαν κάθε τρύπα να είναι ένα βήμα πάνω σε εύθραυστο πάγο, γνωρίζοντας ότι κάθε βελονιά πρέπει να κρατά το μέλλον στην αγκαλιά της;
Μόλις βάλω μια μόνο βελονιά στο ύφασμα, η εικόνα έχει αρχίσει. Βλέπω να έρχονται νέες βελονιές, και η εικόνα, και το μέλλον της, σχηματίζεται σιγά-σιγά.

– Στο ύφασμα του ανοιχτού ουρανού σου, αν μπορούσες να κεντήσεις τον ορίζοντα όπου η τούνδρα συναντά το λυκόφως, θα χρησιμοποιούσες την ίδια κλωστή που δένει τις γενιές ή θα άφηνες τις άκρες να ξεφτίζουν, σαν ιστορίες που μένουν ημιτελείς;
Ναι, είναι οι κλωστές και η συνέχεια τους, που κρατούν ζωντανές τις γενιές και τις αναμνήσεις τους. Για μένα, να σκίζω τις άκρες θα σήμαινε να το καταστρέψω αυτό.
– Έχεις δει ποτέ κάποιον να κλαίει μπροστά σε ένα από τα κεντήματά σου; Σε ρωτώ γιατί εγώ δάκρυσα.
Έχω συναντήσει ανθρώπους να βγαίνουν από την έκθεσή μου με δάκρυα να κυλούν στα μάγουλά τους όπως εσύ. Έχω σταθεί μπροστά τους και αναρωτιόμουν: Τι έχω κάνει για να συγκινήσω τόσο τους ανθρώπους; Συνήθως, είναι επειδή έχουν αγγιχτεί βαθιά. Κι εγώ η ίδια μπορεί να συγκινηθώ όταν τελειώνω ένα έργο στο οποίο έχω δουλέψει για καιρό — τόσες βελονιές, τόσες σκέψεις και προβληματισμοί. Όταν τελικά νιώθω, «Ναι! Αυτό είναι», τα δάκρυα έρχονται — όχι από θλίψη, αλλά από ανακούφιση και χαρά. Τα κατάφερα. Πιστεύω ότι είναι το ίδιο συναίσθημα για τον θεατή σε μια συναισθηματική συνάντηση με την τέχνη μου.
– Αν η βελόνα σου μπορούσε να κεντήσει ένα πράγμα στο ύφασμα του κόσμου τώρα, τι θα ήταν;
Ειρήνη στη Γη, και όλα τα παιδιά να νιώθουν χαρά και ασφάλεια — η πείνα και η καταστροφή είναι λέξεις που δεν θα έπρεπε να είχαν επινοηθεί.
Κεντρική φωτογραφία θέματος: Britta Marakatt-Labba | Photo: My Matson/Moderna Museet
Διαβάστε επίσης:
Η Διεθνής Ομαδική έκθεση “Why Look at Animals? Δικαιοσύνη για τη μη ανθρώπινη ζωή” στο ΕΜΣΤ
ΕΜΣΤ: H νέα έκθεση “Why Look at Animals?” με 200 έργα 60 καλλιτεχνών από 25 χώρες