Έχω μόνο μία απόλυτη βεβαιότητα: το μέλλον του θεάτρου δεν είναι η τεχνολογία, αλλά η συνάντηση δύο ατόμων, πληγωμένων, μοναχικών, επαναστατών. Ο εναγκαλισμός μιας ενεργούς ενέργειας και μιας δεκτικής ενέργειας. Κανείς δεν μας ανάγκασε να επιλέξουμε το θέατρο. Εμείς που καθοδηγούμαστε από αυτήν την ανάγκη πρέπει να σηκώσουμε τα μανίκια μας και να σκάψουμε τον κήπο που δε μπορεί να μας τον πάρει κανείς. Εδώ μεγαλώνει το σκουλήκι που μας τρώει μέσα μας, η πείνα για γνώση, τα φαντάσματα που ψιθυρίζουν στο αυτί μας, η επιθυμία να ζήσουμε με αυστηρότητα την φαντασίωση ότι είμαστε ελεύθεροι, η ικανότητα να βρίσκουμε ανθρώπους που διεγείρονται από τις πράξεις μας.

-Ε.Β (Εουτζένιο Μπάρμπα, απόσπασμα από το γράμμα του Ε.Β πρός έναν νέο ηθοποιό κατα την διάρκεια της πανδημίας).

Ξεκινάω με το απόσπασμα αυτό γιατί την περίοδο που το διάβασα, κατά την διάρκεια της καραντίνας και παράλληλα με την μελέτη (τυχαία) την ίδια χρονική στιγμή του βιβλίου Χορείες Χώρων του George Perec κατέληξα ακριβώς στην πρόταση αυτή. Να διερευνήσω με μία ομάδα νέων και έμπειρων καλλιτεχνών την έννοια του χώρου και την σχέση του εαυτού (σώμα – φωνή παλλόμενη- παρουσία) με την απόσταση, την εγγύτητα, την αντίσταση στην τάση, την αποδοχή και το ταξίδι προς την μετατόπιση (αφού ποτέ δεν είμαστε ίδιοι μετά από αυτά που έχουν συντελεστεί).

Με πηγή έμπνευσης το βιβλίο του George Perec Χορείες Χώρων διερευνούμε τις δυνατότητες του σώματος της φωνής και του παλμού για να διαβάσουμε ξανά τον χώρο να τον ανακρίνουμε και να γίνουμε εν δυνάμει μέρος του. Πού μαγκώνει, πού εκρήγνυται ο χώρος, πού προσκρούει,πού ανασυντίθεται; Πώς μπορούμε να εξερευνήσουμε τον χώρο πρός αυτήν την κατεύθυνση; Μπορώ να περάσω από αυτά τα κλάσματα του χώρου, να διαπεράσω τον άλλον να συναντηθώ και να μην είμαι πιά ο ίδιος;… Τώρα που στην καθημερινή ζωή μας το θέμα της απόστασης και της εγγύτητας δεν είναι και δεν θα είναι αυτονόητα, μπορώ να ανακρίνω τον χώρο εκ νέου είτε πιο απλά να τον διαβάσω και ύστερα να τον δια-περάσω και να αφήσω να με δια-περάσει; Η δουλειά έχει σαν βασικό άξονα την αφηγηματικότητα και την εκφραστικότητα του σώματος αλλά δεν υστερεί στον λόγο και στην μουσικότητα. Προσπαθούμε να δουλέψουμε πάνω στην ολιστικότητα του ηθοποιού και να ανακαλύψουμε μια καινούργια κοινή εκφραστική γλώσσα.

Στόχος ήταν με αφετηρία το βιβλίο του Perec να προεκτείνουμε το θέμα προς την έννοια των καινούργιων ορίων, φόβων, εγκλωβισμών και να διερευνήσουμε τον τρόπο που ίσως υπάρχει μία καινούργια διέξοδος και μία καινούργια ελευθερία παρόλα αυτά, ένα καινούργιο άγνωστο φως είτε αλλιώς ένας Νέος Χώρος.Και ίσως η απάντηση να βρίσκεται σε ακριβώς αυτόν τον Χώρο ανάμεσα.Ισως από εκεί πρέπει να ξεκινήσουμε για να μπορέσουμε να συνειδητοποιήσουμε πού είμαστε τώρα και πώς προχωράμε πρός τον Νέο Χώρο, τον Χώρο τον μετά από αυτό που έχει συντελεστεί.

Ένας απο του performer της παράστασης ο Σπύρος Δέτσικας σημειώνει:

Φαντάζει απίθανο να πεις κάτι για τον χώρο. Δεν ξέρεις από που να ξεκινήσεις. Ο χώρος είναι τόσο χαοτικός όσο και οργανωμένος. Ή τον οργανώνουμε εμείς για να μπορέσουμε να τον διαχειριστούμε. Η έννοια του χώρου και η “υλική” του απόδοση είναι πολύ αινιγματική. Για παράδειγμα το σώμα μας, η ύπαρξη μας, καταλαμβάνει χώρο, κι όμως δεν μπορούμε να πιάσουμε τον χώρο, να τον αισθανθούμε στα δάχτυλα μας. Έχουν εφευρεθεί τόσες μονάδες μέτρησης του χώρου, εκατοστά, χιλιοστά, τετραγωνικά μέτρα , μίλια, λίτρα, κυβικά εκατοστά, ύψος, βάθος, πλάτος, διάμετρος, πάνω, κάτω και ο χώρος εξακολουθεί ακόμη να μην μπορεί να περιοριστεί. Φαντάζει και ίσως είναι τελικά άπειρος. Ο δικός μου κοινός παρονομαστής, είναι ο ψυχαναγκασμός μου να μετράω τους χώρους. Μετράω τα πλακάκια, τις κολώνες, τις πόρτες, τα παράθυρα, τους ανθρώπους στο χώρο, τα βήματα που κάνω εγώ στο χώρο, τις λέξεις που ακούστηκαν τελευταίες στο χώρο, μετράω τα πρόσωπα των ανθρώπων, τις αποστάσεις των φρυδιών τους, το σχήμα του κεφαλιού τους, πόσες φορές μπήκα και βγήκα από το δωμάτιο, κάποιες φορές μετράω και χωρίς ιδιαίτερο σκοπό. Και ενώ αυτή η διαδικασία, ακούγεται πολύ μηχανική, έχω παρατηρήσει πως αυτή η ιδιόμορφη διαχείριση του χώρου με κάνει να αισθάνομαι πιο “ασφαλής” με έναν τρόπο, δημιουργεί χώρο μέσα μου ώστε να δεχτώ τον χώρο και κατ’ επέκταση ό,τι αυτός περιλαμβάνει. Μελετώντας τις Χορείες Χώρων του Περέκ, βρέθηκα αντιμέτωπος με πολλές κοινές παρατηρήσεις στην καθημερινότητα μου, όχι μόνο στον προσδιορισμό του χώρου (ή όχι) αλλά και συναισθηματικά. Θα μπορούσαμε άραγε να μάθουμε να ζούμε ανάποδα;

Μία μελέτη για το έργο του Perek άξια αναφοράς (σε σχέση επίσης και με την αισθητική της παράστασής μας):

«Σκέφτηκα χαρακτικά του Escher», γράφει ο G. Perek, και σου δίνει αφορμή να σκεφτείς δύο λέξεις: συμμετρία και άπειρο. Ο M.C. Escher υπήρξε ένας σπουδαίος graphic artist, ο οποίος, χωρίς αρχικά να έχει γνώσεις μαθηματικών, αντλώντας έμπνευση από την χωρική παρατήρηση και τη φαντασία του, κατέληξε να ενσωματώσει στις δημιουργίες του μαθηματικές οντότητες. Πέρασε τη ζωή του διαστρεβλώνοντας την οπτική και παραμορφώνοντας την προοπτική. Τα σχέδιά του αποτυπώνουν μια διαφορετική αντίληψη του χώρου· αναδεικνύουν την ψευδαίσθηση του απείρου, ενώ παράλληλα απεικονίζουν παράδοξες κατασκευές (κτίρια). Ο Escher δημιουργεί χώρους – μέσα σε χώρους – μέσα σε χώρους, και παρότι, με μια πρώτη ματιά, τα έργα του φαίνονται ακίνητα, στην πραγματικότητα είναι σαν να κινούνται αιώνια. Συνθέτουν μια αρχιτεκτονική εν κινήσει. Και μας υπενθυμίζουν ότι είμαστε μέρος ενός όλου που αδυνατούμε να αντιληφθούμε, απλώς και μόνο επειδή οι αισθήσεις μας δεν επαρκούν. Στο έργο του “Relativity”, μπορεί να αναγνωρίσει κανείς τις συγκρουόμενες οπτικές που προκύπτουν από κάθε ατομικότητα. Πρώτα βλέπεις ένα περίπλοκο κτίριο. Βλέπεις σκάλες. Κοιτώντας με προσοχή συνειδητοποιείς ότι, για τους κατοίκους του παράδοξου αυτού κτίσματος, το πάτωμα του ενός μπορεί να είναι το ταβάνι του άλλου! Η πραγματικότητα και η χωρική αντίληψη είναι καθαρά υποκειμενική υπόθεση. Πώς είμαστε, λοιπόν, σίγουροι ότι οι χώροι που ζούμε και που στην ουσία μας περιέχουν – το σπίτι, ο δρόμος, η πόλη- είναι αυτό που εμείς αντιλαμβανόμαστε και όχι κάτι τελείως άλλο, που απλά δεν το είδαμε ποτέ από άλλη οπτική;

“We do now know space. We do not see it, we do not hear it, we do not feel it. We are standing in the middle of it, we ourselves are part of it, but we know nothing about it.” M.C. Εscher

υγ.

“Πώς μπορώ να γίνω πιο σαφής; Δεν πρόκειται για το ανοίγω ή δεν ανοίγω την πόρτα μου, δεν πρόκειται για το “αφήνω το κλειδί μου πάνω στην πόρτα”. Το πρόβλημα δεν είναι αν πρέπει να υπάρχουν κλειδιά ή όχι: αν δεν υπήρχαν πόρτες δεν θα υπήρχαν κλειδιά.” (απόσπασμα του βιβλίου)

Κεντρική φωτογραφία θέματος: Karol Jarek

Διαβάστε επίσης:

Χορείες Χώρων, του Georges Perec από την ομάδα Transatlantic στην Αρχαία Κόρινθο