Διαβάζοντας πριν από μερικούς μήνες, με αφορμή μια συζήτηση στο Goodreads, την περίληψη του “Ούτε λέξη“, μου είχε κεντρίσει το ενδιαφέρον έτσι ώστε να μπει στη “wanna read” λίστα μου, πράγμα το οποίο ανέβαλα όταν ενημερώθηκα από τις εκδόσεις Μεταίχμιο πως απέκτησαν τα δικαιώματα και πως το βιβλίο θα κυκλοφορούσε στα ελληνικά. Και πράγματι, ο βασιλιάς των αστυνομικών, έφερε ένα ακόμα αξιόλογο και άκρως ενδιαφέρον βιβλίο στις προθήκες των βιβλιοπωλείων -με ένα υπέροχο κι εντυπωσιακό εξώφυλλο που σε κάνει ν’ ανατριχιάζεις- και από εκεί στα χέρια μας. Ατμοσφαιρικό, με έναν έντονο, αν και κάπως διεστραμμένο, ερεθισμό των αισθήσεών μας, το “Ούτε λέξη” είναι το δίχως άλλο ένα από τα καλύτερα θρίλερ που έχω διαβάσει έως τώρα για το 2017, και κάτι μου λέει πως θα παραμείνει ψηλά στη λίστα των προτιμήσεών μου μέχρι αυτή να φύγει.

Ο Φρανκ Ραθ, πρώην αστυνομικός που έχει εγκαταλείψει από καιρό την ενεργή δράση για να γίνει ιδιωτικός ντετέκτιβ και ν’ αφοσιωθεί στο μεγάλωμα της ανιψιάς του, οι γονείς της οποία δολοφονήθηκε άγρια και βίαια όταν εκείνη ήταν μωρό. Όταν, όμως, ένα εγκαταλελειμμένο αυτοκίνητο βρεθεί στην άκρη του δρόμου, με την έφηβη οδηγό του να έχει εξαφανιστεί και την έρευνα γύρω από την υπόθεση να οδηγεί στην εξαφάνιση και άλλων κοριτσιών που δεν άφησαν κανένα ίχνος πίσω τους, θα του ζητηθεί η βοήθειά του που κρίνεται όχι απλά σημαντική, αλλά απαραίτητη. Με τα φαντάσματα του παρελθόντος του να έχουν επιστρέψει πιο απειλητικά από ποτέ, ο Φρανκ θα βρεθεί αντιμέτωπος με τους χειρότερους φόβους του, την βαθιά εσωτερική του ανάγκη να προστατέψει την ανιψιά του, που είναι ο μοναδικός λόγος που κρατιέται στη ζωή, αλλά και σε μια βαθύτερη ενδοσκόπηση της ανθρώπινης ύπαρξης και ψυχής, με των λεπτών ορίων που χωρίζουν την λογική με την παράνοια, την εμμονή με την ψύχωση.

Θα ήθελα να ξεκινήσω από τον Φρανκ που είναι ένας ιδιαίτερα ενδιαφέρων χαρακτήρας και αυτό γιατί δεν παρουσιάζεται μέσα από μία κλισέ και κοινότυπη οπτική, όπως πολύ συχνά συνηθίζονται οι διάφοροι υπερασπιστές του Νόμου σε μυθιστορήματα αυτού του είδους. Είναι ένας αρκετά συνηθισμένος χαρακτήρας, με μια ισχυρή προσωπικότητα που όμως την ίδια στιγμή παραμένει πολύ ανθρώπινος και προσιτός, πράγμα που μας επιτρέπει να ταυτιστούμε μαζί του, ενώ το σκοτεινό παρελθόν του, η αποτρόπαια δολοφονία της αδερφής του, που άλλαξε τη ζωή του για πάντα, έχουν συμβάλει στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του, ενώ παράλληλα μας προκαλούν και μια προσωπική συγκίνηση απέναντι στο δράμα του που μοιάζει να μην τελειώνει ποτέ. Σαφέστατα και έχει και τις σκοτεινές του πτυχές, όμως ακόμα κι αυτές τοποθετούνται μέσα σε ένα καθολικά γήινο πλαίσιο, δεν είναι υπερβολικές ή εξωπραγματικές, οπότε σε κανένα επίπεδο δεν χάνουμε την ταύτιση ή την σύνδεση μαζί του.

Όμως και οι υπόλοιποι χαρακτήρες του βιβλίου παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον. Ο Rickstad έχει δουλέψει πολύ καλά με τα ψυχογραφήματά τους, κι αν και είναι εκ δια μέτρου αντίθετοι μεταξύ τους, αλληλοσυμπληρώνονται και την ίδια στιγμή, ο καθένας από αυτούς, έχει κάτι το ξεχωριστό και το ιδιαίτερο να προσφέρει, τόσο στη δομή της ιστορίας όσο και στις εξελίξεις αυτής. Το πιο ενδιαφέρον προφίλ όλων, τόσο ως προς την παρακολούθηση της ανάπτυξής του ως και ως προς την ανάλυσή του, είναι αναμφίβολα αυτό του δράστη. Μπορεί η πραγματική του ταυτότητα να μας αποκαλύπτεται στο τέλος, αν κι ένας αρκετά έμπειρος αναγνώστης του αστυνομικού μυθιστορήματος είναι σε θέση να κάνει αρκετές σωστές εικασίες μέχρι να φτάσει στο σημείο αυτό, όμως, καθ’ όλη την διάρκεια των εξελίξεων, μας προσφέρονται σε δόσεις τόσες πληροφορίες όσες χρειαζόμαστε προκειμένου να σκιαγραφήσουμε το προφίλ του, να εμβαθύνουμε στην προσωπικότητά του, αλλά και να εμβαθύνουμε στην συνειδησιακή του λογική, αν μπορώ να το θέσω έτσι, καταλαβαίνοντας καλύτερα τα κίνητρά του ακόμα κι αν δεν τ’ ασπαζόμαστε.

Η πλοκή είναι από της πλέον καλοδουλεμένες και άρτιες που έχω συναντήσει το τελευταίο διάστημα, με τον Rickstad να μπαίνει πολύ ψηλά στη λίστα των πιο ευφυών μυθιστοριογράφων αστυνομικής λογοτεχνίας των τελευταίων χρόνων. Όλα είναι μελετημένα και τοποθετημένα εκεί ακριβώς όπου πρέπει, έτσι ώστε σταδιακά να συνδεθεί ένα παζλ ενδείξεων, αποδείξεων και αποκαλύψεων που οδηγούν βήμα βήμα στην αποκάλυψη της πραγματικής αλήθειας. Μα αυτό που είναι ακόμα πιο εντυπωσιακό, είναι το πως ο συγγραφέας καταφέρνει την ίδια στιγμή να παίζει με το υποσυνείδητο και τα συναισθήματά μας, διατηρώντας μια ισορροπία αξιοζήλευτη. Το “Ούτε λέξη” είναι μια φρικιαστική και, συνάμα, μια βαθιά συναισθηματική ιστορία, ιδιαίτερα ανθρωποκεντρική, και αυτό είναι που τελικά την καθιστά τόσο ενδιαφέρουσα στα μάτια μας. Με φόντο το υπέροχο και μοναδικά τρομακτικό χιονισμένο φόντο του Βερμόντ, ο Rickstad μάς προσφέρει απλόχερα μία ιστορία που κερδίζει τις εντυπώσεις, αφήνοντάς μας σαφείς υπαινιγμούς πως, στο κοντινό μέλλον, ο Φρανκ θα επιστρέψει. Κι αν θέλετε τη γνώμη μου, ανυπομονώ γι’ αυτό.


Το βιβλίο του Eric Rickstad, Ούτε λέξη, κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο.