Το Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας 2012 βρίσκεται σε εξέλιξη και οι ταινίες αυτού του είδους έχουν την τιμητική τους. Μια από αυτές που περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα είναι «Η γυναίκα με το πλαστικό λουλούδι» του Χρήστου Μασσαλά.

Λίγες ώρες πριν την αναχώρηση του νεαρού σκηνοθέτη για τη Δράμα, το www.culturenow.gr είχε την ευκαιρία να μιλήσει διαδικτυακά μαζί του για πολλά θέματα. Για τον ίδιο, για τη γυναίκα με το πλαστικό λουλούδι, καθώς και για τα δυο σημαντικά φεστιβάλ που θα βρεθεί η ταινία, στη Δράμα για το Φεστιβάλ που προαναφέραμε και στην Αθήνα, για τις Νύχτες Πρεμιέρας Cosmote.

Συνέντευξη: Νώντας Δουζίνας

Culturenow.gr: Η γυναίκα με το πλαστικό λουλούδι. Θα μας δώσετε μια σκηνοθετική ματιά της ταινίας;
Χρήστος Μασσαλάς:
 Η «Γυναίκα με το πλαστικό λουλούδι» είναι μια έγχρωμη ταινία μικρού μήκους που εκτυλίσσεται σε «αληθινό» χρόνο σε ένα μικρό, επαρχιακό αεροδρόμιο. Η ηρωίδα είναι μια γυναίκα γύρω στα σαράντα που περιφέρεται στην αίθουσα αναμονής. Περιφέρεται και περιμένει κάποιον…
Αυτή είναι μια πρώτη περιγραφή της ταινίας. Είναι επίσης ένα «woman’s film», όπως χαρακτηρίστηκαν τα Αμερικάνικα (μελο)δράματα του ’40 και ’50, που εστιάζουν στον γυναικείο ψυχισμό, την γυναικεία αυτοθυσία και τις λουλουδένιες ταπετσαρίες. Είναι μια ταινία με ομοιοκαταληξία και συμμετρικά πλάνα. Είναι μια ταινία στην οποία οι ηθοποιοί είτε κάθονται, είτε περπατούν ευθύγραμμα – δεν υπάρχει μεγάλο περιθώριο (ψυχικού) ελιγμού. Είναι μια ταινία για τον πληγωμένο ρομαντισμό μιας γυναίκας. Μια ταινία ρομαντική στον συντονισμό των χρωμάτων. Ένα σκηνικό μακριά από την Αθηναϊκή πραγματικότητα. Και είναι η πρώτη μου κινηματογραφική απόπειρα στην Ελλάδα.

Cul.N.: Γιατί τα λουλούδια στο αεροδρόμιο ήταν πλαστικά;
Χ.Μ.: 
Το λουλούδι είναι το κεντρικό σύμβολο του γυναικείου ρομαντισμού. Ένα ψεύτικο, συνθετικό λουλούδι είναι ένα σύμβολο νοσηρότητας. Είναι το υποκατάστατο ενός ρομαντισμού που δεν βρίσκει πρόσφορο έδαφος. Ένα πλαστικό λουλούδι είναι βέβαια ανθεκτικό, όσο ανθεκτικό είναι και το ψέμα που λες κάθε μέρα στον εαυτό σου για να νιώσεις καλύτερα.

Cul.N.: Πώς προέκυψε η ενασχόληση με τον κινηματογράφο και μάλιστα, σε τόσο νεαρή ηλικία;
Χ.Μ.: 
Ήθελα να κάνω ταινίες από πολύ μικρός. Είχα μια βιντεοκάμερα στο Δημοτικό και έκανα «πειραματικές» ταινίες με τη γάτα μου. Και παρακολουθούσα μανιωδώς ταινίες. Σε ηλικία 9-10 ετών μεταπήδησα από τα κινούμενα σχέδια σε θρίλερ και ταινίες τρόμου που έπαιρνα κρυφά από το video club για να μην πέσω στη λογοκρισία των γονέων. Ώσπου μια μέρα έπεσα πάνω στο Rear Window του Hitchcock. Και τότε άρχισε να με απασχολεί ο ρόλος του σκηνοθέτη. Μετά άρχισα να πηγαίνω σε προβολές-επανεκδόσεις στους θερινούς κινηματογράφους, να συλλέγω soundtracks, να γράφω μικρά σενάρια και ούτω καθ’ εξής. Και το σινεμά έγινε η εμμονή μου. Εκεί γύρω στα 16 συνειδητοποίησα ότι θέλω να ασχοληθώ με το σινεμά και τίποτε άλλο. Και παρ’ότι υπήρξαν κάποιες πρώτες, μικρές αντιδράσεις από τον περίγυρο, η οικογένεια μου με στήριξε κι έτσι έφυγα για το Λονδίνο λίγο πριν κλείσω τα 18. Εκεί σπούδασα, αρχικά Ιστορία και Θεωρία Κινηματογράφου και μετά Σκηνοθεσία. Κι έμεινα στο Λονδίνο για 8 χρόνια. Επέστρεψα στην Ελλάδα πριν μερικούς μήνες.

Cul.N.: Ποιες είναι (αν υπάρχουν) οι διαφορετικές απαιτήσεις των ταινιών μικρού μήκους, σε σύγκριση με τις ταινίες μεγάλου μήκους;
Χ.Μ.: 
Πρώτα μαθαίνεις τους κώδικες μιας μεγάλου μήκους αφήγησης βλέποντας ταινίες στο σινεμά και μετά ανακαλύπτεις τις διεργασίες της μικρού μήκους ταινίας. Στην μεγάλου μήκους μαθαίνεις να εισπράττεις την αφηγηματική πληροφορία σε πρώτο χρόνο, χωρίς να χρειάζεται να την αξιοποιήσεις άμεσα. Έπειτα, κι ενώ η αφήγηση εξελίσσεται, χωνεύεις την πληροφορία και την αξιοποιείς για να καταλάβεις μια επόμενη δράση του χαρακτήρα. Κι έτσι, καταλαβαίνοντας, νιώθεις. Και η αφήγηση προχωράει. Στην μικρού μήκους πρέπει να εισπράττεις την πληροφορία, να την χωνεύεις και να νιώθεις ταυτόχρονα. Και αυτό είναι δύσκολο για τον θεατή και ακόμη πιο δύσκολο για τον σκηνοθέτη, ο οποίος πρέπει να ζυγίσει προσεκτικά το «πόσο» και «τι» θα δώσει στον θεατή για να μπορέσει να τον ενεργοποιήσει μέσα σε τόσο λίγο χρόνο. Οπότε νομίζω ότι η μικρού μήκους εξαρτάται σε μεγαλύτερο βαθμό από τη συναισθηματική διαθεσιμότητα του θεατή, την εμπειρία του, το κατά πόσον το θέμα τον ενδιαφέρει, και τις συνθήκες προβολής.

Cul.N.: Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας. Ένα φεστιβάλ που έχει γίνει θεσμός και έχει ήδη διαγράψει σημαντική πορεία στα ελληνικά καλλιτεχνικά δρώμενα. Πώς αισθάνεται ένας νεαρός σκηνοθέτης όπως εσείς, όταν η ταινία του συμμετέχει σε σημαντικά φεστιβάλ, όπως αυτό της Δράμας ή οι Νύχτες Πρεμιέρας;
Χ.Μ.:
 Είναι μεγάλη ικανοποίηση να μπορώ να εκθέτω τη δουλειά μου και τη δουλειά των συνεργατών μου σε Φεστιβάλ όπως της Δράμας και της Αθήνας. Είναι η τρίτη φορά που συμμετέχω στη Δράμα και η πρώτη φορά που θα δείξω ταινία γυρισμένη στην Ελλάδα. Πρέπει να σημειώσω ότι μέρος του προϋπολογισμού της «Γυναίκας με το Πλαστικό Λουλούδι» καλύφθηκε από ένα χρηματικό έπαθλο που πήρε μια προηγούμενη ταινία μου στη Δράμα. Οπότε είμαι διπλά ευγνώμων. Και φυσικά είμαι ενθουσιασμένος που θα παρακολουθήσω τις καινούργιες ταινίες νέων σκηνοθετών που εκτιμώ.

Cul.N.: Οι ταινίες μικρού μήκους έχουν γίνει πιο δημοφιλείς τα τελευταία χρόνια. Πού νομίζετε ότι οφείλεται αυτό;
Χ.Μ.:
 Υπάρχουν πάρα πολλές μικρού μήκους ταινίες πλέον. Τώρα πια, ο καθένας μπορεί να βρει μια κάμερα και να γυρίσει κάτι, να το μοντάρει, να το ανεβάσει στο internet και να το προωθήσει σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Τα τελευταία χρόνια άρχισαν να γίνονται καινούργια φεστιβάλ, με «ψηφιακό» προσανατολισμό, που έδωσαν και επίγεια πλατφόρμα σε αυτές τις ταινίες. Και δεν είναι μόνο τα επίσημα φεστιβάλ. Προβάλλονται ταινίες πια μέσω dvd σε μπαρ, σε μουσικές σκηνές συνοδεύοντας κάποιο performance, σε ταράτσες, σε πάρκα… Ένας σύγχρονος άνθρωπος που έχει επαφή με την τεχνολογία και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, είναι πολύ πιο ενημερωμένος για τα πολιτιστικά δρώμενα, σχηματίζει άποψη, παρακολουθεί ταινίες στο youtube, είναι φίλος με τον τάδε σκηνοθέτη στο facebook, έχει κάμερα που γράφει hd, εργάζεται στο γραφείο το πρωί, κάνει ταινίες το σαββατοκύριακο, τις μοντάρει, πάνε σε φεστιβάλ…και συνεχίζεται… Σίγουρα θα προκύψουν ωραία πράγματα μέσα από αυτό το ανακάτεμα, γιατί θα βγουν αυθόρμητοι σκηνοθέτες χωρίς ακαδημαϊκές εμμονές. Σε μερικά χρόνια θα υπάρχουν πιο σαφή δείγματα και σε μεγάλου μήκους ταινίες…

Cul.N.: Θέλετε να γυρίσετε ταινίες μεγάλου μήκους; Οι ταινίες μικρού μήκους, αποτελούν «σκαλοπάτι» προς αυτή την κατεύθυνση;
Χ.Μ.:
 Φυσικά και θέλω να γυρίσω μεγάλου μήκους ταινίες. Αν μπορούσα να είχα γυρίσει μια μεγάλου μήκους ταινία στα 18 μου θα το έκανα, αλλά μάλλον δεν θα ήταν και πολύ καλή. Θέλεις πολλή εξάσκηση για να βρεις τον τρόπο να πεις αυτό που θέλεις. Δεν φτάνει να έχεις συνθετική ικανότητα και οξεία αντίληψη. Πρέπει να ζυμωθείς και στην πράξη. Με τις μικρού μήκους αρχίζεις σιγά-σιγά να διαμορφώνεις μια αισθητική, ένα γούστο και να βάζεις τα θεμέλια μιας δικής σου θεματικής. Και μαθαίνεις να σκέφτεσαι τους πρακτικούς παράγοντες, που παίζουν σημαντικό ρόλο στο σινεμά, σημαντικότερο απ’ότι φαντάζεσαι στην αρχή. Μαθαίνεις την τεχνολογία και μαθαίνεις να δουλεύεις με ηθοποιούς, που είναι το πιο εύθραυστο εκφραστικό «εργαλείο» του σκηνοθέτη. Αυτή την περίοδο δουλεύω πάνω σε δύο σενάρια, ένα μικρού μήκους κι ένα μεγάλου μήκους – «Το Οικοδομικό Λάθος» και «Το Φιλί». Και τα δύο θέλω να τα γυρίσω στην Αθήνα. Θα δούμε…