Μετά το έργο Memoria Obsura: Αφανής Μνήμη που παρουσιάστηκε στο θέατρο Βυρσοδεψείο και στα πλαίσια του ΙΕΤΜ, η Τζένη Αργυρίου παρουσιάζει για πρώτη φορά στην Ελλάδα την πιο πρόσφατη δουλειά της «Memorandum – ένας μηχανισμός ενθύμησης» στις 18 & 19 Ιουνίου, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών. Με αυτή την αφορμή, ξέκλεψε λίγο από τον χρόνο των προβών της, για να λύσει τις απορίες μας σχετικά με τη μνήμη∙ την προσωπική, τη συλλογική, την ιστορική θέτοντας ταυτόχρονα ερωτήματα στα οποία οι θεατές καλούνται να δώσουν τις δικές τους απαντήσεις.

Συνέντευξη: Μαριάννα Παπάκη

Culturenow.gr:  «Memorandum – Ένας μηχανισμός ενθύμησης» είναι ο τίτλος της δουλειάς που θα παρουσιάσετε, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, στις 18 και 19 Ιουνίου. Πείτε μας λίγα λόγια για τη συγκεκριμένη παράσταση αλλά και την έννοια της μνήμης η οποία σας απασχολεί πολύ.

Τζένη Αργυρίου: Το έργο ξεκινάει από τους προβληματισμούς μου για το προβληματικό μας Τώρα. Εννοώ την εποχή που διανύουμε, αλλά επίσης και από το πόσο αμήχανα νιώθω όταν διαπιστώνω ότι οι ρίζες του κακού βρίσκονται πίσω στο χρόνο. Γι’ αυτό και επέλεξα τον συγκεκριμένο τίτλο που έχει και μία δόση ειρωνείας: ο λατινικός όρος μνημόνιο σημαίνει, τι να θυμηθώ, δηλαδή αναφέρεται σε κάθε μέσο που βοηθά τη μνήμη φωτίζοντας συγκεκριμένα γεγονότα που δεν πρέπει να ξεχαστούν.

Πράγματι το έργο δημιουργήθηκε με βάση ερωτήσεις που σχετίζονται με τη μνήμη (την προσωπική, τη συλλογική την ιστορική) αλλά και τη λήθη. Μετά την προηγούμενη μου δουλειά «Memoria Obscura: Αφανής Μνήμη»  που αφορούσε κατά βάση την τοπική ιστορία μιας Ελληνικής πόλης, αλλά και κατά επέκταση, της Ελλάδας των τελευταίων 100 χρόνων, ήθελα να συνεχίσω και να διευρύνω την έρευνά μου πάνω στη ιστορική μνήμη εν γένει, χωρίς γεωγραφικά όρια.

Τι ρόλο παίζει το συνειδητό και το ασυνείδητο, το πραγματικό και το φαντασιακό, το βιωματικό και το κληρονομικό στη μνήμη και κατά επέκταση στον τρόπο σκέψης και λειτουργίας του κάθε ατόμου; Τι σημαίνει λήθη και ποιος είναι ο ρόλος της; Ο καταιγισμός των εικόνων υποβοηθά τη μνήμη ή την κατακερματίζει; Τα ερωτήματα αυτά καθοδήγησαν την έρευνα.


Cul.
N.:  Θα ήθελα να μας μιλήσετε για την ανοιχτή ερευνητική διαδικασία με το κοινό και πώς το υλικό αυτό «μετουσιώνεται» σε κίνηση.

Τζ.Α.: Η παράσταση βασίστηκε σε κάποια ερευνητικά εργαστήρια που έγιναν το 2013, ανοιχτά για το ευρύ κοινό (Αθήνα, Καβάλα, Νάξο, Μασσαλία). Το αντικείμενο έρευνας ήταν διπλό. Αρχικώς η συλλογή ιστοριών, συνεντεύξεων, μαρτυριών αλλά και αρχείων και ειδικά φωτογραφιών. Κάναμε λοιπόν ανοιχτό κάλεσμα ζητώντας υλικό. Οποιοσδήποτε μπορούσε να συνεισφέρει υλικό από αυτό που δεν θα ήθελε να ξεχαστεί σε συλλογικό επίπεδο. Το υλικό αυτό μπορούσε να επηρεάσει ή και να χρησιμοποιηθεί στο έργο. Επίσης επιθυμούσα να εντάξω το κοινό και τις αναμνήσεις του μέσα σ’ αυτό το όργανο ενθύμησης που δημιουργείται επί σκηνής. Για τον λόγο αυτό έψαχνα τον τρόπο συμμετοχής του κόσμου στο έργο εν ώρα παράστασης και χωρίς πρόβες. Έτσι ο κόσμος που πήρε μέρος στα εργαστήρια ήταν κατά κάποιο τρόπο συμμέτοχος και στην έρευνα μας. Κάποια από τα αποτελέσματα αυτού του πειράματος αυτονομήθηκαν και παρουσιάστηκαν σε επί μέρους παραστάσεις. Με βάση τα ευρήματα αυτά κατέληξα σε αυτό που θα δείτε στην παράσταση, αν και βέβαια, κατά τη διαδικασία αυτή, προέκυψαν και νέες ιδέες για το μέλλον.


Cul.
N.:  Η νέα σας δημιουργία είναι αποτέλεσμα της  συνεργασίας σας με τον εικαστικό Βασίλη Γεροδήμο. Πείτε μας λίγα λόγια για την εικαστική συμβολή στην παράσταση.

Τζ.Α.: Δουλέψαμε στενά με τον εικαστικό μιας και εκτός της παράστασης οδηγηθήκαμε μαζί και στη δημιουργία δύο εγκαταστάσεων που θα παρουσιαστούν για πρώτη φορά τώρα στο Φεστιβάλ. Στην είσοδο του θεάτρου το κοινό θα μπορεί να δει την πρώτη εγκατάσταση. Στηρίζεται σε ντοκουμέντα από συνεντεύξεις και λειτουργεί, θα έλεγα, συμπληρωματικά ως προς τη δεύτερη in situ εγκατάσταση επί σκηνής. Δημιουργήθηκε από χορδές, χαρτιά και μεταλλικούς σωλήνες που ορίζουν οριζόντιες και κάθετες ευθείες στον χώρο. Η συγκεκριμένη εικαστική σύνθεση προσομοιάζει σε ικρίωμα το οποίο, θα λέγαμε, ότι αντί να είναι κάποιο μνημείο, στηρίζει το κενό. Θέλαμε όμως η εγκατάσταση εν ώρα παράστασης να μεταβάλλεται, να χρησιμοποιείται με διαφορετικούς τρόπους, να ζωντανεύει. Έτσι έγινε τέτοια χρήση του χώρου και των υλικών ώστε η εγκατάσταση να λειτουργεί ως ενεργό οπτικοακουστικό όργανο ενθύμησης. Αυτό γίνεται κυρίως μέσω της χρήσης πολυμέσων και προβολών βίντεο και φωτογραφιών, τα οποία αλληλεπιδρούν με τους ερμηνευτές. Όντως το έργο αποτελεί μια καλλιτεχνική διερεύνηση των μέσων καταγραφής της ιστορίας.


Cul.
N.:  Performance Art και Νέα Μέσα είναι δύο «κατηγορίες», δύο είδη τέχνης που θα μπορούσαν να χαρακτηρίζουν τις δουλειές σας. Πώς άρχισε η ενασχόλησή σας μαζί τους και πόσο μακριά ή πόσο κοντά είναι με την τέχνη του χορού;

Τζ.Α.: Ξεκίνησε ήδη από τη Νέα Υόρκη που τα θεάματα που προκαλούσαν την περιέργεια μου ήταν αυτά που τότε αποκαλούσαμε υβριδικά. Να σας πω την αλήθεια δεν τα πάω πολύ καλά με την κατηγοριοποίηση των έργων. Θεωρώ ότι ο νέος καλλιτέχνης έχει την ανάγκη να ψάξει νέους δρόμους και μέσα από αυτούς να εξελίξει την τέχνη του. Πάντα επιθυμώ τα έργα μου να έχουν τη προσωπική μου ματιά και να εκθέτουν τις σκέψεις μου. Μέσα σε αυτήν την αναζήτηση εισάγω πολλά διαφορετικά στοιχεία στην δουλειά μου. Κίνηση, τεχνολογικά μέσα, αλλά και άλλα υλικά που θεωρώ ότι έχουν σχέση με την ιδέα και το λόγο που φτιάχνω το εκάστοτε έργο αποτελούν τα εργαλεία μου και η σημασία μου δίνεται στη σύνθεση αυτών. Το πόσο μακριά ή κοντά είναι το εκάστοτε έργο ως προς τον χορό έχει να κάνει με το ίδιο το έργο αλλά κυρίως με τον ίδιο το θεατή και τη δική του προσέγγιση στις κατηγορίες αυτές.


Cul.
N.:  Ποιους καλλιτέχνες της performance art θαυμάζετε και για ποιους λόγους; Το κοινό στην Ελλάδα είναι εξοικειωμένο με τις σύγχρονες μορφές τέχνης ή προτιμά τις κλασικές παραστάσεις;

Τζ.Α.: Ομολογώ μιας που μιλάμε για μνήμη ότι ξεχνάω πολύ γρήγορα κυρίως ονόματα. Αυτό που θυμάμαι είναι βασικά την αίσθηση του έργου και σπάνια και τα ονόματα των δημιουργών. Νομίζω όμως ότι στο υποσυνείδητο μου αυτό γίνετε επί τούτου καθότι πάντα θεωρούσα ότι στην τέχνη το έργο έχει μεγαλύτερη δύναμη όταν αποδεσμεύεται από το εγωκεντρισμό των ονομάτων.  Το πιο πρόσφατο έργο που είδα και θαύμασα είναι το Absolute Helligkeit της Naoko Tanaka. Την είδα τον Ιανουάριο στη Γερμανία, δεν την γνώριζα πριν από αυτό.

Σίγουρα οι σύγχρονες τέχνες είναι ένα πεδίο που παραμένει σχετικά άγνωστο ή ακατανόητο στο ευρύ κοινό. Παρά ταύτα, πιστεύω ότι μία παράσταση είτε κλασική είτε σύγχρονη, αν έχει λόγο ύπαρξης, και είναι καλά δουλεμένη μπορεί εξίσου να αγγίξει και να μιλήσει στον κόσμο συνειδητά ή μη.


Cul.
N.:  Αντιμετωπίζετε την κάθε σας δουλειά σαν φυσική συνέχεια της προηγούμενης στο πλαίσιο μιας ερευνητικής διαδικασίας; Προσδίδετε δηλαδή ένα ενιαίο ύφος στις δουλειές σας ή κάθε project σας έχει τα δικά του χαρακτηριστικά που το καθιστούν αυτόνομο;

Τζ.Α.: Γενικώς το ένα φέρνει το άλλο. Συνήθως η νέα ιδέα προκύπτει από το προηγούμενο έργο, και μπορεί να είναι ένα απόσπασμα του, στο οποίο όμως θέλω να επικεντρωθώ αποκλειστικά και να το δω από πολλές οπτικές γωνίες. Αυτό, κυρίως σε σχέση με το θέμα και όχι τόσο με την φόρμα. Συχνά είναι η επινόηση και η μεταλλαγή της φόρμας αυτό που με απασχολεί, έτσι ώστε να ανοίξουν νέοι δρόμοι και να παραχθεί ένα αυτόνομο έργο με τα δικά του αυθεντικά χαρακτηριστικά.


Cul.
N.:  Με την ομάδα σας, amorphy.org, έχετε παρουσιάσει πολύ αξιόλογες δουλειές και έχετε συνεργαστεί με Έλληνες αλλά και ξένους καλλιτέχνες. Επιδιώκετε το στοιχείο της πολυπολιτισμικότητας στα projects σας ή απλώς προκύπτει;

Τζ.Α.: Σίγουρα το επιδιώκω. Με ενδιαφέρει να παρουσιάσω όσο περισσότερο μπορώ τη δουλειά μου σε όσο ευρύ κοινό γίνετε. Μέσα σε αυτό το παγκόσμιο κοινό περιλαμβάνω και τον Ελλαδικό χώρο. Όταν επιδιώκονται από πλευράς μου συνεργασίες με θεσμούς στο εξωτερικό συνδέονται συνήθως με κόπο. Το να επιτευχθούν και να ευοδωθούν είναι δύσκολη διαδικασία. Προτιμώ οι συνεργασίες μου να προκύπτουν οργανικά, κατά κάποιο τρόπο έτσι όπως δημιουργούνται και τα έργα μου.


Cul.
N.:  Οι επόμενοι στόχοι της ομάδας σας ποιοι είναι; Αυτό τον καιρό σας απασχολεί η ιδέα της επόμενης δουλειάς; Αν ναι, θα θέλατε να μας πείτε λίγα λόγια;

Τζ.Α.: Η ομάδα και εγώ αυτή τη στιγμή ταυτίζονται, οπότε απαντάω εκ μέρους και των δύο. Έχω κάποιες ιδέες εντελώς διαφορετικές από τις μέχρι τώρα. Θα έλεγα ότι αφορούν άλλη φόρμα παρουσίασης από ότι αυτή, της θεατρικής παράστασης. Αλλά σίγουρα αυτά τα νέα εγχειρήματα θα πάρουν καιρό για να υλοποιηθούν οπότε προτιμώ να μην μιλήσω ακόμα για αυτά.

Η παράσταση χορού «Memorandum – Ένας μηχανισμός ενθύμησης» θα παρουσιαστεί στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, στις 18 και 19 Ιουνίου στην Πειραιώς 260.