Γνωστή για την πλούσια δράση της καθ’ όλη τη διάρκεια της έντονης και πολύ ενδιαφέρουσας ζωής της, η Κάθριν Αν Πόρτερ, εκτός από μυθιστορήματα, έγραψε και πολλά διηγήματα, τρία από τα οποία παρουσιάζονται σε αυτή την υπέροχη έκδοση. Υπήρξε ένθερμη ακτιβίστρια για τα δικαιώματα των γυναικών και πολλές από αυτές τις απόψεις της τις περνάει μέσα από τα γραπτά της. Πρόκειται για μια γυναίκα πολύ μαχητική που αγωνίζεται για αυτά που πιστεύει, ο λόγος της έχει κύρος και δεν είναι υπερβολή να την συμπεριλάβουμε στη σχολή εκείνη των σπουδαίων και επιφανών λογοτεχνών του 19ου αιώνα, καθώς πραγματεύεται την ανθρώπινη φύση με έναν δικό της πολύ προσωπικό και ιδιαίτερο τρόπο. Οι νουβέλες της είναι απόδειξη αυτής της ενασχόλησής της με τα ανθρώπινα, εστιάζει στα όσα και η ίδια παρατηρεί όντας μέλος ενός κοινωνικού συνόλου.

Μαχόμενη συγγραφέας και εξαίρετη λογοτέχνης γράφει για το κοινωνικό σύνολο και προκαλεί με την γραφή της

Η συγγραφέας παρουσιάζει στις νουβέλες της πρόσωπα οικεία, πρόσωπα που εγκιβωτίζουν προσωπικές της αγωνίες και ανησυχίες, καθώς είναι πολλές φορές συχνό το φαινόμενο ένας συγγραφέας να καθρεφτίζει μέσα από τους πρωταγωνιστές του δικές του σκέψεις για να λυτρωθεί ο ίδιος και να δει την ανταπόκριση του αναγνωστικού κοινού. Η Πόρτερ δεν φοβάται να ασχοληθεί με την ανθρώπινη φύση, γιατί γνωρίζει πως εκεί θα βρει τις απαντήσεις στα ερωτήματά της και εκεί θα επενδύσει για να μπορέσει να αναλύσει τα όσα συμβαίνουν σε ανθρώπους της δικής της εποχής μα και κάθε εποχής. Γιατί είναι δεδομένο πως οι εποχές, όσο και αν αλλάζουν, οι άνθρωποι θα συνεχίζουν να διαπράττουν με έμφαση και μαθηματική ακρίβεια τα ίδια λάθη.

Οι ήρωες των νουβελών αυτών, κυρίως η Μιράντα που παρουσιάζεται τόσο στην πρώτη όσο και στο τρίτη, είναι ένα πρόσωπο κομβικό για όλα αυτά που έχει στο μυαλό της η Πόρτερ και για τα οποία θέλει να μιλήσει εκτενώς. Σε κάθε περίπτωση, οι πρωταγωνιστές βρίσκονται σε μια μετέωρη ιστορική και πολιτική περίοδο, -και αυτή η μεταβατική περίοδος λίγο πριν το ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου πολέμου είναι οδυνηρή για πολλούς- ευρισκόμενοι σε μια εσωτερική σύγχυση και σε ένα καθεστώς μόνιμου προβληματισμού. Όλοι μαζί και ο καθένας με τον τρόπο του βιώνουν τη δική τους απομόνωση μετά από μια επίπλαστη και ψευδεπίγραφη ευδαιμονία. Η τρίτη νουβέλα, που έχει και τον τίτλο του βιβλίου, είναι χαρακτηριστική για όσα εκτυλίσσονται στην πραγματικότητα ενώ τα τύμπανα του πολέμου ηχούν. Η Πόρτερ είναι ήδη σε ηλικία που μπορεί να θυμάται πολλά από τον Μεγάλο Πόλεμο, καθώς τον έζησε και είναι η αφορμή και η κατάλληλη ευκαιρία για να ξεδιπλώσει το κουβάρι των αναμνήσεών της.

Όλοι οι άνθρωποι, τους οποίους και περιγράφει, είναι όμηροι ενός φανταστικού τόπου χαράς που ποτέ δεν υπήρξε. Τώρα ζουν την πραγματικότητα μιας υπάρχουσας δυστυχίας που απλώνεται σαν σύννεφο και όπου να ‘ναι η καταιγίδα της θλίψης θα γεμίσει τις δεξαμενές της τρωτότητάς τους. Έτσι απελπισμένοι και παραδομένοι σε ένα παραμύθι δίχως δράκους αλλά με καθόλου αίσιο τέλος, θα βρεθούν ξεκρέμαστοι και δίχως κανέναν προορισμό. Είναι όλοι ταυτισμένοι με τους ανθρώπους της εποχής τους, άνθρωποι που κυριεύονται από την ανασφάλεια, την ανησυχία και την αγωνία μιας ζωής που πίστευαν πως είχε ελπίδα αλλά που πλέον δεν γνωρίζουν για το τι τους ξημερώνει αύριο.

“Χαίρομαι που σκοπεύεις να χρησιμοποιήσεις λίγο το μυαλό σου, παιδί μου. Μην το αφήσει να σκουριάσει. Θα δεις ότι το μυαλό αντέχει πολύ περισσότερο από τους πόθους της καρδιάς· θα μπορείς να το απολαμβάνεις ακόμη κι όταν χάσεις όλα τα υπόλοιπα”. Αυτό το απόσπασμα από την πρώτη νουβέλα είναι σαν ενός είδους προετοιμασία για όσα θα συμβούν στη Μιράντα στην τρίτη νουβέλα, καθώς η ζωή της μοιάζει να προχωράει χρονικά. Ωστόσο, πλέον είναι αιχμάλωτη μιας δύσκολης κατάστασης, που ουσιαστικά βιώνει όλη η Ευρώπη και τα όσα κατακτήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια είναι πια επισφαλή και αβέβαια. Εδώ όμως η Πόρτερ κινείται και σε ένα άλλο διαφορετικό φάσμα και μας μιλάει ανοιχτά για τις κατακτήσεις που πρέπει μια γυναίκα να επιδιώκει ως προς την ισότητά της με το ισχυρό ανδρικό φύλο.

Η Πόρτερ στήνει με την αφήγησή της ένα θέατρο με πρωταγωνιστές ανθρώπους που νιώθουν ανασφαλείς και κυρίως γυναίκες που παλεύουν για τον ρόλο τους στην κοινωνία, κάτι που δεν είναι δεδομένο. Είναι μια συνεχής μα συγχρόνως και άνιση μάχη για να αποκτήσουν τις ελευθερίες τους. Τα όσα εκτυλίσσονται στο Μεσημεριανό κρασί, στην καρδιά της αμερικανικής υπαίθρου είναι μια άλλη πτυχή των εσωτερικών κοινωνικών ανισοτήτων μεταξύ αστικών ιστών και επαρχίας, εκεί όπου η φτώχεια καλά κρατεί και οι άνθρωποι ζούνε με την ελπίδα για καλύτερες μέρες. Τα επεισόδια είναι πολλά και οι ανθρώπινες σχέσεις κλονίζονται διαρκώς σε ένα παιχνίδι επικίνδυνο που έχει έντονα θεατρικά στοιχεία, καθώς οι αλληλοσυγκρούσεις, οι έρωτες, τα πάθη, οι αγωνίες, οι άστατες σχέσεις δεν λείπουν. Η συγγραφέας έχει τη δεινότητα και την ευχέρεια να μας κάνει κοινωνούς των όσων συμβαίνουν στην εποχή της ενώ παράλληλα και εμμέσως πλην σαφώς απευθύνεται σε ένα κοινό εντός και εκτός Αμερικής.

Απόσπασμα από το βιβλίο:

“το χειρότερο στον πόλεμο είναι ο φόβος και η καχυποψία κι αυτή η φρικτή έκφραση σε όλα τα μάτια που συναντάς…λες και αυτοί οι άνθρωποι έχουν κατεβάσει τα ρολά του μυαλού και της καρδιάς τους και σε κοιτάζουν από κει πίσω, έτοιμοι να χιμήξουν αν κάνεις μια χειρονομία ή πεις μια λέξη που δεν καταλάβουν εκείνη τη στιγμή”

Διαβάστε επίσης:

Κάθριν Αν Πόρτερ – Χλωμό άλογο, χλωμός αναβάτης: Συλλογή με τρεις εξαιρετικές νουβέλες