Το έργο

Ο Χασίντο Μπεναβέντε (1866-1954) ανήκει στη θεατρική γενιά της Ισπανίας, η οποία πρωταγωνίστησε στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα, λίγο πριν η χώρα βιώσει τον απολυταρχισμό της δικτατορίας του Φρανθίσκο Φράνκο. Έχοντας τιμηθεί με Νόμπελ Λογοτεχνίας (1922), ο Μπεναβέντε έμεινε γνωστός κυρίως για τις, αρκετά, κοινότοπες κωμωδίες του. Τα έργα του βασίστηκαν στη δραματουργική παράδοση του ελισαβετιανού και δή του σαιξπηρικού θεάτρου. Ο ίδιος ο συγγραφέας άλλωστε είχε συν-σκηνοθετήσει το Ημέρωμα της Στρίγκλας και έπαιξε το ρόλο του Πετρούκιο, ενώ είχε επίσης σκηνοθετήσει και διασκευάσει την Δωδέκατη Νύχτα, αλλά και τον Βασιλιά Ληρ.

Κατά την ταραγμένη περίοδο της Α’ Ισπανικής δημοκρατίας, η οποία στιγματίστηκε από την κατάλυση του δημοκρατικού καθεστώτος, μετά τη συνέργεια του Μιγκέλ Πρίμο ντε Ριβέρα και του Βασιλιά Αλφόνσο ΙΓ’ και πριν την έλευση του απολυταρχικού καθεστώτος του Φράνκο, στο ισπανικό θέατρο ευδοκίμησε το μιουζικ χωλ και άλλα είδη, τα οποία απέφευγαν τον κοινωνικό σχολιασμό και προβληματισμό. Ο Μπεναβέντε ακολούθησε το ρεύμα της εποχής του και επιδόθηκε σε έργα τα οποία είναι γνωστά ως «κωμωδίες δωματίου» και οι οποίες ήταν, ως επί το πλείστον, κενές ουσιωδώς περιεχομένου. Το έργο Κατασκευασμένα Συμφέροντα που ανεβαίνει αυτή την περίοδο σε σκηνοθεσία Γ. Καλαβριανού πάτησε επίσης, ως όψι, στην Κομμέντια ντελ’ άρτε, αλλά παρέμεινε, δομικά, πιστό στην ελισαβετιανή παράδοση. Έτσι, το έργο είναι πολυπρόσωπο, με μία βασική ιστορία και πολλές επιμέρους πλοκές.

Όταν ο Λέανδρο και ο Κρισπίν φτάνουν άφραγκοι σε ένα πανδοχείο βάζουν σε εφαρμογή ένα σχέδιο του δεύτερου προκειμένου να καταφέρουν να εξασφαλίσουν στέγη και τροφή. Κατά τη διαμονή τους στο πανδοχείο όμως θα γνωριστούν και θα εμπλακούν με πολλά πρόσωπα από το μέρος στο οποίο κατέλυσαν. Οι συναναστροφές τους και τα συμφέροντα που εξυπηρετούν οι ίδιοι αλλά και όσοι τους συναναστρέφονται θα αποδειχθούν εν τέλει οδηγός τους στην νέα τους ζωή.

Η παράσταση

Ο Γιάννης Καλαβριανός έστησε μια παράσταση, η οποία είναι ευχάριστη και απολαυστική. Αρχικά, επειδή κινήθηκε στα χνάρια της αυτοσχεδιαστικής κομμέντια ντελ’ άρτε και πειραματίστηκε με τις συνθήκες πρόβας. Η αμεσότητα των ηθοποιών και η αποδόμηση της θεατρικής ψευδαίσθησης επιτείνουν την αίσθηση αυτή συμβάλλοντας στο κωμικό στοιχείο. Το έργο όμως του Μπεναβέντε αποτέλεσε τροχοπέδη για τον σκηνοθέτη, καθώς πρόκειται για ένα πολυπρόσωπο κείμενο με πολλές δράσεις, οι οποίες σκηνοθετικά αντιμετωπίστηκαν περισσότερο ως αυτόνομα νούμερα παρά ως ενιαία παράσταση.

Οι Ηθοποιοί

Όλες οι ηθοποιοί της παράστασης αποτελούν ένα από τα πιο δυνατά χαρτιά της. Γρήγορες, άμεσες, πολυτάλαντες, κέρδισαν το κοινό αμά τη εμφανίσει. Όλες κλήθηκαν να ερμηνεύσουν περισσότερους από έναν ρόλους και ανταποκρίθηκαν με εξαιρετική ικανότητα. Η Μαρία Κωνσταντά (Παιδί, Κολομπίνα, Κυρία Πουλτσινέλα, Πανταλόνε) ξεχώρισε για την γνήσια κωμική της φλέβα. Η Κατερίνα Πατσιάνη (Κρισπίν, Ρισέλα) ανέδειξε την κωμικότητα των ρόλων της κάνοντάς τους απολύτως συμπαθείς και τους δύο. Η Μαρία Κοσκινά (Αρλεκίνος, Πουλτσινέλα) ισορρόπησε με μοναδική μαεστρία ανάμεσα στην γνήσια κωμική υπόκριση και στο υπέροχο τραγούδι. Τόσο η ίδια, όσο και η Όλγα Σκιαδαρέση (Πανδοχέας, Σίλβια, Λάουρα) έπαιξαν κιθάρα και τραγούδησαν υπέροχα, ενώ παράλληλα απέδωσαν απολαυστικά και με γνήσιο κωμικό τρόπο τους ρόλους τους. Πολύ καλή επίσης η Λήδα Κουτσοδασκάλου (Λέανδρο, Γραμματέας), η οποία ενώ βρέθηκε σε λιγότερο κωμικούς ρόλους, ωστόσο κατάφερε, ιδιαίτερα προς το τέλος, να προσθέσει την δική της κωμική πινελιά. Τέλος, η Τζένη Διαγούπη (Καπιτάνο, Δόνια Σιρένα, Ντοτόρε), η οποία έπαιξε την κωμωδία με τον δικό της προσωπικό τρόπο. Και οι έξι κυρίες αποδείχθηκαν αποτελούν έναν βασικό ρόλο για να παρακολουθήσει κάποιος την παράσταση.

Οι Συντελεστές

Η κίνηση των ηθοποιών (Μαριάννα Καβαλλιεράτου) ήταν εξαιρετική και έπαιξε έναν από τους πιο σημαντικούς ρόλους. Ενδεικτική η κινησιολογία του Αρλεκίνου-Πουλτσινέλα που όχι μόνον συνέβαλε στην κωμωδία, αλλά διαχώρισε τους ρόλους της ηθοποιού. Τα απολύτως λειτουργικά και έντονα σημασιολογικά φορτισμένα κοστούμια (Βάνα Γιαννούλα), αλλά και σκηνικά (Χριστίνα Κάλμπαρη) έδωσαν σκηνική ταυτότητα στην παράσταση. Η μετάφραση (Μαρία Χατζηεμμανουήλ) έφερε τους θεατές πιο κοντά στο έργο το οποίο έχει περισσότερο από έναν αιώνα ζωής. Τέλος, βοηθητικοί υπήρξαν οι φωτισμοί (Ελίνα Γιουνανλή).

Εν κατακλείδι

Ο Γιάννης Καλαβριανός έστησε μια καλή παράσταση, η οποία όμως θα μπορούσε να είναι ακόμα καλύτερη χωρίς το συγκεκριμένο έργο. Η έμπνευση και η φαντασία του σκηνοθέτη λειτούργησαν απολύτως αποτελεσματικά και αποτέλεσαν και τον λόγο ύπαρξης της παράστασης. Με οποιοδήποτε άλλο έργο, λιγότερο παλιακό (δομικά και από άποψη περιεχομένου), το αποτέλεσμα θα μπορούσε να είναι ακόμα καλύτερο.

Photo Credit: Ελίνα Γιουνανλή

Διαβάστε επίσης:

Κατασκευασμένα Συμφέροντα, του Χαθίντο Μπεναβέντε σε σκηνοθεσία του Γιάννη Καλαβριανού στο Θέατρο Τέχνης