Υπάρχουν καλλιτέχνες που η ζωή τους εκτυλίχθηκε σαν μεγαλειώδες μυθιστόρημα, με οικοδόμηση κάποιας τεράστιας καριέρας, με μεγάλους και τραγικούς έρωτες, με αυτοκαταστροφή, προδοσία, μοναξιά και καταχρήσεις. Μία τέτοια περίπτωση είναι και αυτή της μεγαλύτερης Γαλλίδας ερμηνεύτριας, της Εντίθ Πιάφ. Η καθιέρωσή της ως παγκόσμιο σύμβολο του γαλλικού τραγουδιού, έσυρε μαζί πολλά παρασκηνιακά δεινά για την μικροσκοπική γυναίκα με την εξαίσια φωνή.

Καρπός του έρωτα μίας μέτριας τραγουδίστριας και ενός ακροβάτη του δρόμου, η μικρή Εντίθ μεγαλώνει ουσιαστικά μόνη στους δρόμους του Παρισιού και αντικρίζει την σκληρότητα από παιδική ηλικία. Λόγω του ότι οι γονείς της αδυνατούν να τη συντηρήσουν, καταλήγει στον οίκο ανοχής που διευθύνει η γιαγιά της και την περιποιούνται οι γυναίκες που εκείνη έχει στη δούλεψή της. Για ένα διάστημα αργότερα, θα ακολουθήσει τον πατέρα της σε παραστάσεις δρόμου. Το πρώτο μεγάλο πλήγμα θα έρθει στα 17, όταν μένει έγκυος σε ένα κοριτσάκι, που πεθαίνει δύο χρόνια αργότερα από μηνιγγίτιδα, χτύπημα της μοίρας που θα τη σημαδέψει μέχρι το τέλος της. Σε ηλικία 20 ετών, όλα αλλάζουν όταν γνωρίζεται με τον Λεπλέ, ιδιοκτήτη διάσημου παρισινού καμπαρέ, που βλέπει σε εκείνη να αναδύεται ένα νέο αστέρι. Αυτός θα της αλλάξει το όνομα από «Γκασιόν» σε «Πιάφ» («σπουργιτάκι») λόγω της εύθραυστης ιδιοσυγκρασίας της, ψευδώνυμο που θα τη συνοδέψει σε όλη της τη ζωή. Αφότου την κάνει διάσημη αρτίστα, δολοφονείται και αρκετοί την υποπτεύονται ως συνεργό στο έγκλημα. Στην συνέχεια, γνωστή πια ως Πιάφ, αναγνωρίζεται ευρεύως, συμμετέχει σε ταινίες και σε θεατρικά και μέσα στα τραγούδια της υμνεί τον έρωτα με πάθος και λεπτή ευαισθησία.  Η φήμη της θα ξεπεράσει τα ευρωπαϊκά σύνορα και θα φτάσει μέχρι τις ΗΠΑ που θα την αγκαλιάσουν θερμά. Η προσωπική της ζωή όμως, είναι γεμάτη ατυχίες και απογοητεύσεις. Ο μεγάλος της έρωτας σκοτώνεται σε ατύχημα με αεροπλάνο και πλήθος επίδοξοι εραστές και καιροσκόποι την περιτριγυρίζουν για να κλέψουν τη δόξα της. Θα κάνει δύο γάμους και θα ζήσει θυελλώδεις σχέσεις με διάσημους και μη. Σωματικοί πόνοι, εθισμοί σε ναρκωτικά και ποτό, είναι αυτά που θα την καταβάλλουν και θα οδηγήσουν στον πρόωρο χαμό της, τον Οκτώβρη του 1963. Έκτοτε, αναρίθμητα βιβλία, ταινίες, τραγούδια και θεατρικά, προσπάθησαν να αποτυπώσουν επαρκώς τη ζωή αυτής της μεγάλης ντίβας.

Στα πλαίσια των ρεπερτοριακών επιλογών που θέλουν βιογραφίες σημαντικών προσώπων να μεταφέρονται στο σανίδι, στο Εθνικό Θέατρο παρουσιάζεται το έργο της Παμ Γκεμς, «Πιάφ», σε μετάφραση του Αντώνη Γαλέου και σκηνοθεσία-διασκευή Πέτρου Ζούλια, που παρουσιάζει επισκοπικά τα σπουδαιότερα γεγονότα του βίου της καλλιτέχνιδος. Ο Ζούλιας έστησε ένα εύπεπτο λαϊκό θέαμα, με της αρωγή της παρισινής σκηνογραφικής ατμόσφαιρας και των κοστουμιών εποχής της Αναστασίας Αρσένη. Καλύφθηκαν οι σημαντικότερες στιγμές της Πιάφ, από την παιδική ηλικία μέχρι την τελευταία παράσταση μπροστά σε κοινό που επιβάρυνε δραματικά την ασθένεια. Πρόσθεσε και ένα υπερρεαλιστικό στοιχείο, αυτό της παρουσίας του «φύλακα-άγγελου» της τραγουδίστριας, της Αγίας Τερέζας, που στην πραγματικότητα ήταν απλά εκείνη στην οποία η γιαγιά έκανε τάμα όταν η μικρή έχασε το φως της σε ηλικία οκτώ ετών. Η σκηνοθετική ροή είχε πολλά χρονικά πισωγυρίσματα που πιθανόν να μπερδέψουν από ένα σημείο και μετά το θεατή. Βέβαια, αν εξαιρεθεί το «πήγαινε-έλα» πάνω στη σκηνή κάποιων ηρώων, δόθηκε βάση στην οικοδόμηση της πρωταγωνιστικής περσόνας, με ένα πολύ ικανοποιητικό αποτέλεσμα. Η προσαρμογή των στίχων στα πασίγνωστα τραγούδια από τον Γεράσιμο Ευαγγελάτο, άλλοτε ξένιζε και άλλοτε κέρδιζε τις εντυπώσεις, μιας και πρόκειται για δημιουργίες που έχουν αγαπηθεί στη γαλλική γλώσσα κι αυτό ακριβώς είχε καταφέρει η Πιάφ. Ο Θοδωρής Οικονόμου ανέλαβε την ενορχήστρωση και την πρωτότυπη μουσική και τη μουσική διδασκαλία η Μελίνα Παιονίδου. Οι φωτισμοί του Λευτέρη Παυλόπουλου, αναδείκνυαν την ατμόσφαιρα του έργου, ενώ αισθαντικές ήταν οι χορογραφίες του Φώτη Διαμαντόπουλου.

Η περίπτωση της Ελεωνόρας Ζουγανέλη, δείχνει ότι όταν κάποιος δουλεύει πολύ και καλλιεργεί συνεχώς το όποιο ταλέντο του, το αποτέλεσμα θα τον δικαιώσει. Υποκριτικά ήταν σκάλες ανώτερη από αρκετούς. Δεν μιμήθηκε την Πιάφ, παρά προσπάθησε να εισχωρήσει στον ψυχισμό της και να αποδώσει την εύθραυστη μα και δυναμική ιδιοσυγκρασία της. Φωνητικά ήταν αρτιότατη και έκλεψε τις εντυπώσεις. Εξίσου καλός ως Λεπλέ με ωραία τοποθέτηση ο Χρήστος Στέργιογλου που ερμηνεύει και μία ιταλική άρια. Η Μυρτώ Αλικάκη ερμήνευσε την Τουάν, την καρδιακή φίλη της Πιάφ με δυναμισμό και χιούμορ. Η Ευγενία Δημητροπούλου είχε λίγες χαριτωμένες στιγμές ως Αγία Τερέζα, αλλά παρουσιάστηκε ως αμήχανη και ιδιαίτερα νευρική στις περισσότερες. Ο Δημήτρης Αλεξανδρής έχτισε τον Λουί με άνεση και αέρα, όπως και ο Νίκος Μαγδαληνός στο πιο μπρουτάλ του ήρωά του. Άπειρη κάπως φωνητικά και υποκριτικά η Γεωργία Μητροπούλου ως μικρή Εντίθ, όπως και ο Στέφανος Μουαγκιέ. Η Κωνσταντίνα Τάκαλου ως Ντίντριχ απέφυγε έντεχνα το σκόπελο της μίμησης αποδίδοντας εύστοχα την διεθνή σταρ. Αξιοπρεπείς στους εναλλασσόμενους ρόλους τους οι Σπύρος Μπιμπίλας, Κωνσταντίνος Γιαννακόπουλος, Δημήτρης Καραμπέτσης, Τάσος Πυργιέρης και Δήμητρα Σιγάλα. Στη σκηνή ακόμα εμφανίζονται οι ηθοποιοί: Μαρίνος Δεσύλλας, Αντώνης Χατζής, Γιάννης Αθητάκης, Αλέξανδρος Μπαλαμώτης και Μιχάλης Λεβεντογιάννης.

Το άστρο της Εντίθ Πιάφ θα συνεχίσει να λάμπει μέσα από τις βιογραφίες, τις αναφορές και όλους εκείνους που ενέπνευσε η πορεία της διεθνούς ντίβας με την πηγαία ευαισθησία και το παθιασμένο ερωτισμό. 

Η «Πιαφ» της Παμ Γκεμς, παρουσιάζεται για πρώτη φορά στο Εθνικό Θέατρο, σε σκηνοθεσία Πέτρου Ζούλια, με την Ελεωνόρα Ζουγανέλη στον ομώνυμο ρόλο. Περισσότερες πληροφόριες.