«Οι Ληστές» είναι ένα έργο -σταθμός στην παγκόσμια δραματουργία, ένα κείμενο- σκάνδαλο, όπως χαρακτηρίστηκε, την εποχή που γράφτηκε – στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα-, ένα «επαναστατικό παραμύθι» που αντανακλά το ξέσπασμα της οργής για την κοινωνική αδικία και ανισότητα. Το έργο, μέσα από τις πολιτικές αναφορές του, μας προκαλεί να αναμετρηθούμε με τους προβληματισμούς του σε κάθε εποχή, καθώς τα θέματα που θίγει, όπως, η σύγκρουση της λογικής με το συναίσθημα, η ασυμμετρία ισχύος μέσα στην κοινωνία, η σχέση του νόμου με την ελευθερία, ισχύουν πάντα.

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΕΡΓΟ:

Ο Φραντς Μορ, ο μικρότερος γιος του Μαξιμίλιαν Μορ, είναι ένας αδίστακτος ευγενής που επιθυμεί να καταχραστεί τα δικαιώματα του μεγαλύτερου αδελφού του, Καρλ, συκοφαντώντας τον στον πατέρα τους, με πλαστά στοιχεία και ανυπόστατες κατηγορίες. Ο χαρισματικός Καρ, ο αγαπημένος γιος του γέρου Μορ, με την ελεύθερη φύση και την επαναστατική του ιδιοσυγκρασία, πληροφορείται από τον αδελφό του ότι ο πατέρας του τον αποδιώχνει. Απελπισμένος από την εξέλιξη αυτή συγκεντρώνει μια ομάδα ληστών και αποφασίζει να ζήσει εκτός νόμου στο δάσος. Μέχρι που μαθαίνει την προδοσία του αδελφού του και αποφασίζει να πάρει εκδίκηση.

Οι Ληστές (Die Räuber) παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά τον Ιανουάριο του 1782 στο Εθνικό Θέατρο του Μάνχαϊμ και σημείωσαν πρωτοφανή επιτυχία. Ακολούθησαν αναδημοσιεύσεις, απομιμήσεις, μεταφράσεις ενώ κορυφαίοι μεταγενέστεροι συγγραφείς και θεωρητικοί εμπνεύστηκαν από το έργο ή ασχολήθηκαν με αυτό. Ως ένα αντιπροσωπευτικό κείμενο του κινήματος της Θύελλας και Ορμής, οι Ληστές μετουσιώνουν σε τέχνη τις επαναστατικές ιδέες ενάντια στην εξουσία και τον αυταρχισμό.

Ο Φρήντριχ Σίλλερ αντλεί στοιχεία από τον ώριμο κλασικισμό, ενσωματώνοντας το κίνημα του ρομαντισμού σε ένα έργο που διακηρύσσει την ελευθερία ενάντια στην τυραννία και που κινείται διαλεκτικά μεταξύ ατομισμού και κοινωνίας, ρεαλισμού και μεταφυσικής, ηθικής και αλαζονείας, ιδεαλισμού και μηδενισμού, ιδιοφυίας και εγκλήματος, τάξης και επανάστασης, προσωπικής ελευθερίας και νόμου.

ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΣΚΗΝΟΘΕΤΗ:

Οι Ληστές είναι το πρώτο έργο του Schiller και ίσως το λιγότερο γερμανικό. Το έγραψε όταν ήταν 19 χρονών. Στο πρωτόλειο αυτό έργο του συνδυάζει το κλασικό μοτίβο της οικογενειακής τραγωδίας με το άλλο μεγάλο δράμα των νεότερων χρονών: την Επανάσταση.

Πέρα από το πρώτο επίπεδο της πλοκής, δηλαδή την αντίθεση δυο αδελφών που φτάνει στα άκρα με όλα τα απαραίτητα χαρακτηριστικά: ραδιουργίες, συκοφαντίες, εξαπατήσεις κλπ., το κύριο και ουσιαστικό θέμα του έργου είναι η εξέγερση που γεννιέται μέσα από μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα πορεία ωρίμανσης του ενός από τα δύο αδέλφια, του ασώτου υιού, του περίφημου Karl von Moor.

Παρακολουθούμε την σταδιακή εξέλιξή του από έναν ελευθεριακό τρόπο ζωής ως την βίαιη αποκοπή των σχέσεων του με κάθε μορφή εξουσίας. Από την μια ο πύργος, το σπίτι, όπου κατοικεί ο πατέρας, ο ραδιούργος αδελφός Franz Moor και η μνηστή του απόντος αδελφού κι από την άλλη το δάσος, σκοτεινό και μυστηριώδες, καταφύγιο των Ληστών, μιας ετερόκλητης ομάδας ιδεολόγων Ιακωβίνων, τυχοδιωκτών και κοινών κακοποιών.

Ο «πολιτισμός», το κάστρο, η πόλη και, έξω απ΄ τα τείχη, η «αγριότητα», το δάσος, το άλλο. Εκτός από τον πλούτο των στοχασμών του Διαφωτισμού, που ξεχειλίζει από το σιλλερικό κείμενο, είναι αδύνατον να μην διακρίνει κανείς την αντιστοιχία με το σήμερα: την ίδια αντίφαση τότε και τώρα μέσα στην καρδιά της σκέψης του Διαφωτισμού: Την παθολογική πολυπλοκότητα των οικογενειακών σχέσεων, και τη μελαγχολία της Επανάστασης.

Η παράσταση κινείται σε δύο χρονικά επίπεδα του τότε και του τώρα. Τον χρόνο του έργου, τον χρόνο του τότε και τον χρόνο του σήμερα, τον χρόνο δηλαδή των ηθοποιών και των θεατών. Το Θέατρο είναι έτσι κι αλλιώς ένας σύνθετος και (ακόμη) γοητευτικός αναχρονισμός.

ΥΓ: Αναχρονισμός:

  1. Το ακούσιο ή εκούσιο λάθος σε χρονολόγηση, χρονικό εντοπισμό γεγονότος.
  2. Η σκόπιμη παρουσίαση ή απόδοση γεγονότων με χρησιμοποίηση πολιτισμικών στοιχείων διαφορετικής, κυρίως μεταγενέστερης εποχής.
  3. Η εμμονή σε απαρχαιωμένες αντιλήψεις. (από το Λεξικό Μπαμπινιώτη)

«Δε χρειάζεται να σου πω ότι το θέατρο ζει από τον αναχρονισμό.» – H. Müller (γράμμα στον D. Gotschef)

Ακύλλας Καραζήσης

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ:

Μετάφραση: Γιώργος Δεπάστας, Σκηνοθεσία: Ακύλλας Καραζήσης, Σκηνικά: Μαρία Πανουργιά, Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη, Μουσική σύνθεση: Λόλα Τότσιου, Επιμέλεια Ομαδικής Κίνησης: Ηλέκτρα Καρτάνου, Φωτισμοί: Μαριέττα Παυλάκη, Βοηθός Σκηνοθέτη: Μάρα Τσικάρα, Βοηθός Σκηνογράφου & Ενδυματολόγου: Σόνια Καϊτατζή, Βοηθός Σκηνογράφου: Σοφία Θεοδωράκη, Οργάνωση Παραγωγής: Μαριλύ Βεντούρη, Φωτογραφίες: Mike Rafail (That Long Black Cloud), Βοηθός σκηνοθέτη στο πλαίσιο πρακτικής άσκησης: Άννα Ρίζου, Βοηθός ενδυματολόγου/ σκηνογράφου στο πλαίσιο πρακτικής άσκησης: Μαρία Ωρολογά

Παίζουν οι ηθοποιοί: Ληστές (Σβάιτσερ, Ρόλλερ, Σούφτερλε, Γκριμ): Χαρά Γιώτα, Κωστής Καπελλίδης, Φαμπρίτσιο Μούτσο, Γιάννης Σύριος, Σπήγκελμπεργκ: Χρίστος Νταρακτσής, Φωτεινή Τιμοθέου, Μαξιμίλιαν φον Μορ: Έφη Σταμούλη, Φραντς φον Μορ: Γιάννης Τσεμπερλίδης, Καρλ φον Μορ: Γιώργος Κολοβός, Αμάλια: Ρεβέκκα Τσιλιγκαρίδου, Χέρμαν: Μάρα Τσικάρα, Μπαλαντέρ (Περιπλανώμενη): Ηλέκτρα Καρτάνου, Το παιδί (Μαργαρίτα): Λωξάνδρα Λούκας

Μουσικοί επί σκηνής: Αλίκη Μάρδα (βιολοντσέλο), Κατερίνα Ταντανόζη (τρομπέτα)

Το τραγούδι της Αμάλια είναι αποτέλεσμα αυτοσχεδιασμού πάνω σε ένα κέλτικο σκοπό.

Διαβάστε επίσης:

Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος: Πάμε «Θέατρο μαζί» και τον Φεβρουάριο 2024