Το χρονικό ενός Σαλονικιού Εβραίου στα ναζιστικά στρατόπεδα εξόντωσης Άουσβιτς, Μαουτχάουζεν, Μελκ, Έμπενζεε και τα μετά την απελευθέρωση.

Ο Αελιών ήταν στα μάτια μου πάντοτε το σύμβολο της ίδιας της «ισραηλινότητας», γεννημένος σε τούτη τη γη, μαχητής… Δεν μπορώ να το πιστέψω πως είναι επιζών του Ολοκαυτώματος.

Αυτή ήταν η αντίδραση ενός υφισταμένου του αξιωματικού Μωσέ Αελιών όταν, χρόνια αργότερα, πρωτοείδε την αυτοβιογραφία του. Δύσκολα, πράγματι, μπορούσε να συνδέσει κανείς τον μάχιμο αξιωματικό με τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Διότι, στο νεαρό ισραηλινό κράτος της δεκαετίας του ’50, υπήρχε ένας ξεκάθαρος ιεραρχικός διαχωρισμός: από τη μια, ο καινούργιος μαχητικός Eβραίος και, από την άλλη, ο Eβραίος της διασποράς, το νικημένο θύμα.

Γεννημένος στη Θεσσαλονίκη, ο Μωσέ Αελιών στάλθηκε, 17 ετών, στο Άουσβιτς μαζί με την οικογένειά του. Μονάχα αυτός επιβίωσε από εκεί, όπως κι από τη φοβερή «πορεία θανάτου» και τα άλλα στρατόπεδα που γνώρισε στη συνέχεια. Μετά την απελευθέρωσή του, το 1945, βρέθηκε στην Ιταλία, απ’ όπου πέρασε στο Ισραήλ σαν «παράνομος» μετανάστης. Στον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας κατατάχθηκε στον στρατό, όπου παρέμεινε για είκοσι δύο χρόνια. Σ’ όλο αυτό το διάστημα δεν επισκέφθηκε ποτέ την Ελλάδα και τη Θεσσαλονίκη, παρά μόνο το 1987, ήταν δε εξαιρετικά απρόθυμος να μιλήσει για το Ολοκαύτωμα, ακόμα και στη γυναίκα του και τα παιδιά του – μια απώθηση ιδιαίτερα αποτελεσματική, τουλάχιστον εξωτερικά.

Όταν τελικά έσπασε το φράγμα, ο Μωσέ αισθάνθηκε την ανάγκη να γράψει «ιστορία», να είναι όσο ακριβέστερος γίνεται και να μην αγγίξει τα συναισθήματά του. Παρά τη δυσκολία, σήμερα δηλώνει ικανοποιημένος από την προσπάθεια – «γιατί με οδήγησε σε τόπους τελείως καινούργιους για μένα». Ο πόνος της μνήμης οδηγεί στην ανάγκη της συγγραφής, στη χαρά της γραφής.

Μωσέ Αελιών

Ο Μωσέ Αελιών γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 26 Φεβρουαρίου 1925. Λίγες μέρες μετά την είσοδο των γερμανικών στρατευμάτων, ο πατέρας του πέθανε, ενώ ο ίδιος, μαζί με την αδελφή του Νίνα, τη μητέρα τους Ραχήλ και άλλα μέλη της οικογένειάς του μεταφέρθηκαν τον Απρίλιο του 1943 στο γκέτο Βαρώνου Χιρς κι από εκεί, με την όγδοη σιδηροδρομική αποστολή, στο Άουσβιτς-Μπίρκεναου. Μοναδικός επιζών από την οικογένειά του, ο Αελιών απελευθερώθηκε στις 6 Μαΐου 1945 από το στρατόπεδο Έμπενζεε, όπου είχε μεταφερθεί με τις πορείες θανάτου. Τον Ιούνιο του 1946 μετανάστευσε και εγκαταστάθηκε στην Παλαιστίνη.

Συμμετείχε στον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας του Ισραήλ (1948) και ακολούθησε στρατιωτική σταδιοδρομία, φτάνοντας στον βαθμό του συνταγματάρχη, ενώ στο μεταξύ αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο του Τελ Αβίβ. Μετά τη συνταξιοδότησή του αφιερώθηκε στη διατήρηση της μνήμης του Ολοκαυτώματος, ως πρόεδρος της Ένωσης των Ελληνικής Καταγωγής Διασωθέντων Στρατοπέδων Εξόντωσης που ζουν στο Ισραήλ και του Κέντρου Οργανώσεων Επιζώντων Ολοκαυτώματος στο Ισραήλ, ως μέλος της Διεθνούς Επιτροπής Άουσβιτς και της διοίκησης του Γιαντ Βασέμ κ.ά. Εκτός από τη μαρτυρία του για το Άουσβιτς, έχει γράψει ποιήματα και θεατρικά, ενώ έχει μεταφράσει την Ιλιάδα και την Οδύσσεια στα λαντίνο.