Οι προτάσεις μας

23ο ΦΝΘ: Ένα βιβλίο για τον Δημήτρη Εϊπίδη

Η προσωπικότητα και το όραμα του Δημήτρη Εϊπίδη, καθώς και η επίδρασή του στο παγκόσμιο κινηματογραφικό τοπίο διατρέχουν τις 232 σελίδες της δίγλωσσης ειδικής έκδοσης, με την οποία το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης τιμά τον άνθρωπο που ίδρυσε το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, που διηύθυνε τον οργανισμό και μας έμαθε να βλέπουμε το σινεμά με άλλα μάτια.

Γνωστές προσωπικότητες του παγκόσμιου σινεμά, συνεργάτες, φίλοι και άνθρωποι του Φεστιβάλ επιχειρούν να σκιαγραφήσουν την προσωπικότητα του Δημήτρη Εϊπίδη. Καθόλου εύκολο εγχείρημα για έναν άνθρωπο που βρισκόταν διαρκώς μπροστά από την εποχή του και διαισθανόταν τις αλλαγές στα κινηματογραφικά ρεύματα πριν ακόμα συμβούν.

Η έκδοση καταγράφει τους σταθμούς της ζωής και της καριέρας του σε πέντε ηπείρους, από τη δεκαετία του ’60 έως τις μέρες μας και παρουσιάζει ανεκτίμητο οπτικό υλικό από το προσωπικό αρχείο του Δημήτρη Εϊπίδη, φωτίζοντας διαφορετικές περιοχές της ζωής, του έργου και της ιδιοσυγκρασίας του. Επίσης, περιλαμβάνει πρωτότυπα κείμενα γραμμένα από σημαντικούς σκηνοθέτες με τους οποίους σχετίστηκε –και σε πολλές περιπτώσεις έκανε ευρύτερα γνωστούς–, από μεγάλες προσωπικότητες του φεστιβαλικού χώρου παγκοσμίως, καθώς και από συνεργάτες που μαθήτευσαν στο πλάι του και ανακάλυψαν, χάρη στο ιδιαίτερο βλέμμα του ένα νέο είδος σινεμά.

**

Λύο Καλοβυρνάς – Όταν η αγάπη τολμά να πει το όνομά της (Εκδόσεις Gutenberg)

Το βιβλίο αυτό αποτελεί την πρώτη και μοναδική μέχρι στιγμής μελέτη του είδους της για την ομοφυλοφιλία στη χώρα μας. Αντλεί υλικό από δύο εξίσου σημαντικές δεξαμενές: Από τη μια, βασίζεται στις εκατοντάδες προσωπικές μαρτυρίες γκέι αντρών και γυναικών, που αποτελούν πολύτιμη παρακαταθήκη γνώσης για το πώς βιώνεται η ομοφυλοφιλία στην Ελλάδα, και τις οποίες σταχυολόγησε ο συγγραφέας μέσα από την εργασία του ως ψυχοθεραπευτής και σύμβουλος σχέσεων από το 2006.

Σε αυτές συγκαταλέγονται και τα βιώματα του ίδιου του συγγραφέα ως γκέι άντρα, προσφέροντας μια επιπλέον βιωματική πτυχή. Επιπλέον, στηρίζεται σε πλούσιο όγκο επιστημονικών ερευνών και μελετών που έχει συγκεντρωθεί από τη δεκαετία του 1970 και εξής, χάρη στις οποίες έχουν καταρριφθεί πολλές αντιεπιστημονικές θεωρίες, μύθοι και ανυπόστατες δοξασίες για την ομοφυλοφιλία.

Τα θέματα που πραγματεύεται, πάντα με γλώσσα προσιτή στον/στην κάθε αναγνώστη/-τρια, είναι, μεταξύ άλλων, η ομοφοβία, το κατά πόσο γεννιόμαστε ή γινόμαστε γκέι, το αν αλλάζει ο σεξουαλικός προσανατολισμός, το κάμινγκ άουτ, η θηλυπρέπεια και η αρρενωπότητα, το γκέι σεξ και οι σχέσεις των ελλήνων γκέι με τους γονείς, φιλοδοξώντας να αποτελέσει εργαλείο έμπνευσης τόσο για γκέι άντρες και γυναίκες που επεξεργάζονται τα τραύματα τα οποία τους έχει προκαλέσει η κοινωνία, όσο και γονείς που γνωρίζουν ή υποψιάζονται ότι το παιδί τους είναι γκέι και θέλουν να κατανοήσουν τι αντιμετωπίζει.

**

Χίλντα Παπαδημητρίου – Ένοχος μέχρι αποδείξεως του εναντίου ( Εκδόσεις Μεταίχμιο)

Aρχές Μαρτίου 2012, ο Χάρης Νικολόπουλος επιστρέφει από τη Ναύπακτο στην Αθήνα, όταν η μητέρα του διαγιγνώσκεται με Αλτσχάιμερ πρώιμης έναρξης. Του έχουν λείψει η πόλη και οι φίλοι του, αλλά τίποτα δεν είναι όπως το άφησε. Μέσω του οίκου ευγηρίας όπου μεταφέρεται η μητέρα του, ο Χάρης γνωρίζει μια ψυχολόγο, η οποία διευθύνει έναν ξενώνα για κακοποιημένες γυναίκες και θύματα σεξουαλικού τράφικινγκ.

Η δολοφονία της ψυχολόγου θα σταθεί αφορμή για να ξεκινήσει ο Χάρης μια κατάβαση στην κόλαση του υποκόσμου, στον κόσμο των άστεγων, των εξαρτημένων, των κοριτσιών που αντιμετωπίζονται ως αναλώσιμα. Πολύτιμος συμπαραστάτης του στην προσπάθεια να ανακαλύψει τον δολοφόνο της ψυχολόγου θα είναι η νεαρή, εκκεντρική αλλά δαιμόνια υπαστυνόμος, Αΐντα Μητροπούλου.

«Ένιωθε ανάλαφρος και κεφάτος, χωρίς συγκεκριμένο λόγο. Αλλά μήπως έτσι δεν αντιλαμβανόμαστε την έλευση της άνοιξης; Ένα πρωί ξυπνάμε μ’ ένα τεράστιο χαμόγελο κολλημένο στο πρόσωπο. Στην Αθήνα την άνοιξη τη φέρνουν οι νεραντζιές. Το πικρό άρωμά τους μεθάει τους κατοίκους της πόλης και τους κάνει να ξεχνούν τη βρομιά και το κυκλοφοριακό χάος. Για λίγο έστω, όσο κρατάει η άνοιξη, μια εποχή μονίμως εν ανεπαρκεία. Αυτά σκεφτόταν ο Χάρης, και άλλα πολλά. Την έκπληξη που θα έκανε στους παλιούς συναδέλφους του στη ΓΑΔΑ και την έκπληξη που είχε νιώσει ο ίδιος βλέποντας πολλά ξενοίκιαστα μαγαζιά στο Παγκράτι, τα γκρίζα πρόσωπα και την κατήφεια των κατοίκων της πόλης.»

«Από τη μεριά της θάλασσας η αύρα κατάφερε να βρει τον δρόμο ανάμεσα και πάνω από τα ψηλά και τα ψηλότερα κτίρια, κουβαλώντας μια πνοή αρμύρας. Ή ήταν ιδέα του; Σήκωσε τα μάτια και είδε το ματωμένο φεγγάρι να κυλάει αργά πάνω από την Ακρόπολη. Μετά, τα κατέβασε στα χέρια του με τις χειροπέδες. Κι αυτά ματωμένα ήταν.»

**

Johann Chapoutot – Η πολιτιστική επανάσταση του ναζισμού (Εκδόσεις Πόλις)

Για τους ναζί, η «κουλτούρα» ήταν στην αρχή μια απλή μεταγραφή της φύσης: οι άνθρωποι λάτρευαν δέντρα και ρυάκια, ζευγάρωναν, τρέφονταν και μάχονταν όπως τα άλλα ζώα, υπερασπίζονταν την ορδή τους και μόνο αυτήν. Η απομάκρυνση από τη φύση και ο εκφυλισμός επήλθαν όταν οι Σημίτες εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα, όταν ο εκχριστιανισμός εισήγαγε τον ιουδαιοχριστιανισμό και όταν, αργότερα, η Γαλλική Επανάσταση ολοκλήρωσε αυτά τα παράλογα ιδεολογικά κατασκευάσματα: ισότητα, συμπόνια, αφηρημένο δίκαιο…

Για να σωθεί η γερμανική φυλή, έπρεπε να διενεργηθεί μια «πολιτιστική επανάσταση», να ξαναβρεθεί ο τρόπος ζωής των Αρχαίων και να ταυτιστεί εκ νέου η κουλτούρα με τη φύση. Επανιδρύοντας έτσι το δίκαιο και την ηθική, ο Γερμανός άνθρωπος πίστεψε ότι μπορούσε να δρα σε συμφωνία με ό,τι επέβαλλε η επιβίωσή του. Ξαναγράφοντας το δίκαιο και την ηθική, ήταν πλέον νόμιμο και ηθικό το να χτυπά και να σκοτώνει.

Στο βιβλίο αυτό, ο Johann Chapoutot ασχολείται με την ανάγνωση του στωικισμού και του Πλάτωνα υπό το καθεστώς του Τρίτου Ράιχ, τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιήθηκε ο Καντ και η κατηγορική προσταγή του ή η πρόσληψη του ρωμαϊκού δικαίου στη Γερμανία, δείχνοντας πώς ξαναγράφτηκε από τον ναζισμό η ιστορία της Δύσης και μέσα από ποιους διαύλους τούτες οι ιδέες έφτασαν ώς τους δράστες των ναζιστικών εγκλημάτων.

**

Ρεμπέκα Σόλνιτ – Σταχτοπούτα φτου ξελευτερία (Εκδόσεις των Συναδέλφων)

Σε αυτή τη σύγχρονη εκδοχή του κλασικού παραμυθιού, η Σταχτοπούτα συναντά τη νονά της, πηγαίνει στον χορό και γνωρίζει τον πρίγκιπα. Κολοκύθες και ποντικάκια έχουν κι αυτά τον ρόλο τους, κάπου εδώ όμως η ιστορία, όπως την ξέρουμε, τελειώνει. Αντί να περιμένει κάποιον να τη σώσει, η Σταχτοπούτα μαθαίνει ότι μπορεί η ίδια να σώσει τον εαυτό της και να βοηθήσει τους γύρω της, καθώς και να παλέψει για τη ζωή της, κάνοντάς την πιο όμορφη για όλους.

Στο πρώτο παιδικό βιβλίο της, η Ρεμπέκα Σόλνιτ αναπλάθει το αγαπημένο παραμύθι, με μια φρέσκια Σταχτοπούτα, μια νεαρή γυναίκα με όνειρα, διεκδικήσεις και αγάπη για τον άνθρωπο. Οι υπέροχες σιλουέτες του Άρθουρ Ράκαμ σε κάθε σελίδα του βιβλίου ζωντανεύουν τα πιστεύω της ηρωίδας με τρόπο μαγικό και εμπνέουν τους μικρούς αναγνώστες, βοηθώντας τους να καταλάβουν πως κάθε πλάσμα σ’ αυτό τον κόσμο μπορεί να κάνει κάτι για να τον αλλάξει, αρκεί να το κάνει με νοιάξιμο και καλοσύνη.

Η συγγραφέας, ιστορικός και ακτιβίστρια Rebecca Solnit έχει γράψει πολλά βιβλία γύρω από το περιβάλλον, το τοπίο, την κοινότητα, την τέχνη, την πολιτική και τη μνήμη. Είναι αρθρογράφος στο Harper’s και συνεργάτιδα στον Guardian.

Ο Arthur Rackham (1867-1939) έχει χαρακτηριστεί από τους Times του Λονδίνου ως “ένας από τους πλέον διαπρεπείς εικονογράφους της εποχής του”, που κατέκτησε “μια ξεχωριστή θέση στις παιδικές καρδιές” με τις δεκάδες εικονογραφήσεις του σε όλες σχεδόν τις κλασικές παιδικές ιστορίες. Η καλαίσθητη, γεμάτη ευαισθησία και χιούμορ εικονογράφηση αυτού του βιβλίου είναι από την έκδοση της Σταχτοπούτας του 1919.

**

Πάνος Κομπατσιάρης – Βαβουχιά ( Εκδόσεις Red n Noir)

«Την ήξερε τη Βαβουχιά, όχι βέβαια μέσω ιδιαιτέρων βιωματικών εμπειριών, αλλά μέσω πλείστων και παραστατικότατων αφηγήσεων τρίτων. Θρυλείται πως επρόκειτο περί βούρκου ψυχών, κολαστηρίου, όπου οι ζωντανοί θρηνούν και οι πεθαμένοι μένουν ξύπνιοι. Επρόκειτο περί οικτρού, ακατανόητου μέρους, περί «άμορφης σκουληκαντέρας», όπως ορισμένοι την αποκαλούσαν. Και ακόμα, και ίσως κρισιμότερα, περί τσαντιριού, ή καλύτερα στάνης, βλογιοκομμένης και κακοφορμισμένης, λερωμένου και απεριποίητου βόρβορου, που έζεχνε, καθώς λέγανε, λασπουριά και κρεμμυδίλα. Η μετατόπισή του σ’ αυτή την τρώγλη έμοιαζε να φέρει καταδίκη τελεσίδικη, καταδίκη πικρή και τερατώδη».
«Εσείς, λοιπόν, οι υπόλοιποι, που το έχετε εύκολο καθώς φαίνεται να λυπάστε, να κουρελιάζετε και να ασχημονείτε πίσω από την πλάτη ενός συνανθρώπου σας που βρέθηκε σε δύσκολη θέση, εσείς, κύριοι, που θα παραμείνετε ως φαίνεται παραστάτες στον τόπο τούτο, εσείς που δεν θα μετακινηθείτε στη Βαβουχιά και θα κομπάζετε πως τάχα τη γλιτώσατε, εσείς που θα καταδεικνύετε εμένα στις διαμέσου οινοποσιών συζητήσεις σας ως ένα ατυχές παράδειγμα ανθρώπου, άστοχο παράδειγμα και σίγουρα προς αποφυγή, παράδειγμα το οποίο πρέπει να αποκηρύξετε έτσι ώστε να εξελιχθείτε στον περαιτέρω σας βίο, εσείς που ως άλλοι γυποκόρακες ανελεήτως συντηρείτε την ύπαρξή σας κατασπαράζοντας ανίσχυρους, και μάλιστα όχι προς άμεση βιολογική σας ανάγκη, εσείς, λοιπόν, αγαπημένοι μου συνομιλητές, παραδεχτείτε ενώπιών μου, απλά, με ένα ναι ή με ένα όχι, δεν θεωρείτε πως μπορεί κάποια μέρα, ίσως όχι και τόσο μακρινή, να βρεθείτε σε θέση ανάλογη;».

**

Ζαν Μισέλ Ρε – Η αυτοκτονία της Γερμανίας (εκδόσεις Στερέωμα)

Tο 1943, αυτοεξόριστος στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο Τόμας Μαν δημοσιεύει μια αρκετά εκτενή νουβέλα με τίτλο Ο Νόμος, επικεντρωμένη στην προσωπικότητα του Μωυσή. Με αφορμή αυτό το μάλλον παραγνωρισμένο έργο, το οποίο προοριζόταν για τον συλλογικό τόμο Οι Δέκα Εντολές, ο Jean-Michel Rey προσεγγίζει τη συνεισφορά του Ιουδαϊσμού στον Γερμανικό πολιτισμό, δίνοντας έμφαση στις συνέπειες που είχαν και στο πεδίο της κουλτούρας οι διώξεις κατά των Εβραίων από το ναζιστικό καθεστώς.

Στο πλαίσιο αυτής της προσέγγισής του, ο J.-M. Rey ανατρέχει σε κείμενα παλαιότερων συγγραφέων, όπως ο Χάινε και ο Νίτσε, συγχρόνων του Τόμας Μαν, όπως ο Κάφκα και η Νέλλυ Ζαχς, αλλά και στο γνωστό κείμενο του Φρόιντ –με τον οποίο υπήρχε αμοιβαίος θαυμασμός αλλά και ένας κάποιος ανταγωνισμός– Ο άνδρας Μωυσής και η μονοθεϊστική θρησκεία.

Εστιάζοντας, μεταξύ άλλων, και στο λεξιλόγιο των ναζί («ο λαός», «το αίμα», «ο Ηγέτης»), ο J.-M. Rey, καθηγητής φιλοσοφίας και αισθητικής, φωτίζει επίσης τη στρέβλωση –ή ακόμα και «μόλυνση»– της γερμανικής γλώσσας μέσω της προπαγανδιστικής χρήσης της από το χιτλερικό καθεστώς.

Παράλληλα, αναλύοντας τις καταστροφικές συνέπειες που είχε για τη Γερμανία και τη γερμανική κουλτούρα η περίοδος 1933-45, αλλά και δίνοντας έμφαση στο πορτρέτο μιας μορφής όπως ο Μωυσής από τον Τόμας Μαν, ο J.-M. Rey προσπαθεί να καταλάβει και να αναλύσει τους λόγους που ώθησαν ένα έθνος με τόσο μακρά Ιστορία, όπως το γερμανικό, να απαρνηθεί την εβραϊκή συνιστώσα του, αναπόσπαστο στοιχείο του πολιτισμού του.

**

Χόρχε Λουίς Μπόρχες – Άτλας (εκδόσεις Πατάκη)

Kατά τη διάρκεια της ευχάριστης παραµονής µας στη Γη, η Μαρία Koδάµα κι εγώ πήραµε γεύση από πολλά µέρη, κάνοντας πολλά ταξίδια από τα οποία προέκυψαν πολλά κείµενα και πλούσιο φωτογραφικό υλικό… Ιδού, λοιπόν, το βιβλίο. Δεν πρόκειται για µια σειρά κείµενα που τα εικονογραφούν φωτογραφίες ή για µια σειρά φωτογραφίες που επεξηγούνται από λεζάντες. Κάθε τίτλος καλύπτει µια ενότητα που αποτελείται από εικόνες και λέξεις.

Η ανακάλυψη του αγνώστου δεν είναι ειδικότητα µονάχα του Σεβάχ, του Έρικ του Ερυθρού ή του Κοπέρνικου. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να µην έχει κάνει µια ανακάλυψη. Αρχίζει ανακαλύπτοντας το πικρό, το αλµυρό, το κοίλο, το λείο, το τραχύ, τα επτά χρώµατα του ουράνιου τόξου και τα είκοσι τόσα γράµµατα του αλφαβήτου, ύστερα συνεχίζει µε τα πρόσωπα, τους χάρτες, τα ζώα και τα άστρα, καταλήγει στην αµφιβολία ή την πίστη και στη σχεδόν απόλυτη βεβαιότητα της άγνοιάς του. –Χ. Λ. Μπόρχες

Μπουένος Άιρες, Ισλανδία και Μαγιόρκα, Ελλάδα, Καλιφόρνια και Ρώµη, ο Μπόρχες δηµιουργεί την προσωπική του γεωγραφία από πεζά, στίχους, όνειρα και φωτογραφίες, χαρτογραφεί ένα ταξίδι στο οποίο ο χρόνος είναι ταυτόχρονα πεπερασµένος και άπειρος. Και αποδεικνύει, για άλλη µία φορά, ότι η τέχνη δεν είναι απλώς µια αναπαράσταση της πραγµατικότητας, αλλά ένα αναπόσπαστο κοµµάτι της.

**

Η λεπτουργός: Το νέο βιβλίο του Βάλτερ Πούχνερ ( εκδόσεις ΡΟΕΣ)

Στο πόνημά του αυτό, ο γνωστός πανεπιστημιακός εξετάζει την περίπτωση της (πολυσχιδούς και πολυτάλαντης) συγγραφέως Παυλίνας Παμπούδη, η οποία εμφανίστηκε στα γράμματα ως εξέχον μέλος της «Γενιάς του ’70» και συνεχίζει μέχρι σήμερα να παράγει έργο ποιητικό, πεζογραφικό, μεταφραστικό, εικαστικό. Από αυτό το ευρύ corpus, η μελέτη του Βάλτερ Πούχνερ εστιάζει ως επί το πλείστον στο ποιητικό έργο της Παμπούδη.

Στο κύριο μέρος του βιβλίου (κι αφού έχουν προηγηθεί εισαγωγικά κείμενα, εργοβιογραφικά στοιχεία κ.ο.κ.) αναλύονται εξονυχιστικά οι 14 αυτόνομες ποιητικές συλλογές που έχει εκδώσει ως σήμερα η Π. Παμπούδη, αρχής γενομένης από το Σχεδόν χωρίς προοπτική δυστυχήματος του 1971 και φτάνοντας έως το Σημειώσεις για το άγραφο, που κυκλοφόρησε πριν λίγο καιρό. Ακολουθούν δύο ενότητες («Η επιστήμη», «Η μύηση»), όπου εξετάζονται συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του γραπτού λόγου και του όλου σύμπαντος της Παμπούδη.

Το βιβλίο κλείνει «Με μια προσθήκη για το χιούμορ» – χιούμορ το οποίο ως γνωστόν είναι χαρακτηριστικό και εκ των ων ουκ άνευ στοιχείο του γραπτού (και προφορικού) λόγου της Παμπούδη, που απαντά στο σύνολο του συγγραφικού έργου της: και το απευθυνόμενο σε «μεγάλους» αλλά και το απευθυνόμενο σε «σημερινά, χθεσινά, αυριανά και παντοτινά παιδιά…».

**

Μίλτος Πασχαλίδης – Eπόπτης (Εκδόσεις Αλεξάνδρεια)

Μπιλ φοβόταν. Ήταν ενήλικος. Δεν είχε την απάντηση. Και φοβόταν πολύ. Ήξερε να διακρίνει τις ποιότητες του φόβου. Υπήρχε ο φόβος να μη σε πιάσει η μαμά μετά από μια μικρή αταξία. Ο φόβος να μην αποκαλυφθεί ότι αντέγραψες στο διαγώνισμα. Ο φόβος της αποτυχίας. Ο φόβος να σε απορρίψει η παρέα σου (άρα ο φόβος να μείνεις μόνος). Ο φόβος για τις μέλισσες. Ο φόβος για τον οδοντίατρο.

Όλες αυτές τις ποικιλίες του φόβου τις γνώριζε καλά, τις είχε επανειλημμένα αντιμετωπίσει στο παρελθόν, άλλοτε με σχετική επιτυχία, άλλοτε όχι.

Ετούτο εδώ όμως ήταν κάτι άλλο, πιο βαθύ, πιο πρωτόγονο.

Όχι όμως και τελείως άγνωστο.

Κεντρική φωτογραφία θέματος: Jonathan Wolstenholme, 1950 – The Surreal books

Διαβάστε επίσης:

Χίλντα Παπαδημητρίου: Χρειάζομαι χρόνο για να επεξεργαστώ το κοινωνικό γίγνεσθαι, ποτέ δεν γράφω εν θερμώ