Τα εγκαίνια της έκθεσης θα πραγματοποιηθούν στις 8 Μαρτίου 2022, την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας.

Η έκθεση, η πρώτη αναδρομική της Mirella Bentivoglio (Κλάγκενφουρτ 1922 – Ρώμη 2017) στην Ελλάδα, διοργανώνεται σε συνεργασία με το Αρχείο της Mirella Bentivoglio στη Ρώμη, φιλοδοξώντας να αποτίσει φόρο τιμής στη μεγάλη Ιταλίδα καλλιτέχνιδα εκατό χρόνια από τη γέννησή της.

«Με την έκθεση αυτή —σημειώνει η Patrizia Falcinelli, πρέσβειρα της Ιταλίας στην Ελλάδα— θέλουμε να δώσουμε στο ελληνικό κοινό την ευκαιρία να γνωρίσει μια εκπληκτική μορφή, την Mirella Bentivoglio, καλλιτέχνιδα και πολύπλευρη προσωπικότητα που ενέπνευσε όσο λίγες το ιταλικό και διεθνές καλλιτεχνικό γίγνεσθαι. Δεν είναι βέβαια τυχαίο που αποφασίσαμε να εγκαινιάσουμε την έκθεση την 8η Μαρτίου, Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας. Πρόθεσή μας ήταν να αποδώσουμε την οφειλόμενη τιμή στη Mirella Bentivoglio, όχι μόνο λόγω της εγγενούς καλλιτεχνικής αξίας του έργου της, αλλά κι επειδή αποτέλεσε παράδειγμα για εκατοντάδες καλλιτέχνιδες, καθώς και για όσα έκανε στη μακρά σταδιοδρομία της για να δώσει ώθηση στη γυναικεία καλλιτεχνική δημιουργία».

Η έκθεση, σε επιμέλεια των Paolo Cortese και Davide Mariani, φιλοξενήθηκε το 2021 στη Σαρδηνία, στο μουσείο Stazione dell’arte. Μέσα από πάνω από πενήντα έργα, φωτογραφίες, βίντεο και σχέδια, φωτίζει την πολυπλοκότητα και το βάθος της ποιητικής της Bentivoglio και μας επιτρέπει να γνωρίσουμε τις σημαντικότερες στιγμές της σταδιοδρομίας της ως καλλιτέχνιδας και ως επιμελήτριας τέχνης. Φιλοδοξεί επίσης να αποτελέσει έναυσμα προβληματισμού και διαλόγου για θέματα, τα οποία σήμερα είναι πιο επίκαιρα από ποτέ.

Από τη συγκεκριμένη στην οπτική ποίηση.

Η έκθεση αναπτύσσεται σε δύο χώρους: στο Ιταλικό Μορφωτικό Ινστιτούτο Αθηνών και στην αίθουσα τέχνης Gramma_Epsilon. Ανατρέχει τις φάσεις που καθόρισαν την καλλιτεχνική και προσωπική διαδρομή της Mirella Bentivoglio ξεκινώντας από τους πειραματισμούς των δεκαετιών του εξήντα και του εβδομήντα, όταν η καλλιτέχνιδα κινήθηκε πρώτα στον χώρο της «συγκεκριμένης ποίησης», στην οποία φορέας του νοήματος είναι η μορφή της σύνθεσης γραμμάτων και λέξεων, με έργα όπως τα Storia del monumento (μαζί με την Annalisa Alloatti, 1968), Gabbia HO (1966-70), Successo (1969), προτού περάσει στην «οπτική ποίηση» που χαρακτηρίζεται από την χρήση συνθημάτων και στοιχείων της ποπ κουλτούρας, όπως στο περίφημο έργο της Ti amo (1970).

Σε πολλά από τα έργα εκείνης της περιόδου, η καλλιτέχνιδα εξερευνά διάφορες πτυχές της κοινωνίας, όπως τον καταναλωτισμό, στον οποίο ασκεί ευθεία και δριμεία κριτική, π.χ. με τα έργα της Il consumatore consumato (1974) και Il cuore della consumatrice ubbidiente (1975), το οποίο αποτελεί μια καυστική ερμηνεία του λογότυπου της Coca Cola. «Παρατήρησα ότι τοποθετώντας αντικριστά τα δύο “c”, ενώνοντάς τα έτσι ώστε να σχηματίσουν μια καρδιά —κι ήταν ήδη έτοιμα, χάρη στη μορφή τους, να σχηματίσουν μια καρδιά, εγώ δεν άλλαξα τίποτα— η λέξη “οca” [στα ιταλικά η χήνα αλλά και, υποτιμητικά, η επιφανειακή και ανόητη γυναίκα] προκύπτει από μόνη της», ανέφερε η Bentivoglio σε μια από τις τελευταίες της συνεντεύξεις, στην οποία ταυτοποίησε αυτό τον τύπο γυναίκας ως βασική σύμμαχο του καταναλωτισμού.

Επιπλέον, στην έκθεση παρουσιάζονται κάποιες από τις σημαντικότερες εικαστικές παρεμβάσεις της στο περιβάλλον, τις οποίες πραγματοποίησε από τα μέσα της δεκαετίας του εβδομήντα και μετά, όπως τα έργα L’Ovo di Gubbio (1976), Poesia all’albero (1976), E=congiunzione: Scontro frontale, Incastro immobilizzante (1978-81), Una “E” di “E” (1979-1981), Operazione Orfeo (1982) και Libro campo (Agri-cultura, 1998). Πρόκειται για έργα με ισχυρές συνδηλώσεις συμβόλων και ταυτότητας, ικανά να δημιουργήσουν πρωτόγνωρες νοηματικές συνδέσεις με το γύρω τοπίο.

Σημεία θηλυκότητας.

Ανάμεσα στα πολυάριθμα θέματα, τα οποία ανατέμνει η καλλιτέχνιδα, εξέχουσα θέση κατέχουν τα συνδεόμενα με το φύλο, όπως προκύπτει από διάφορα έργα της έκθεσης, όπως τα DIVA/NO (1971), Lapide alla casalinga (1974) και La cancellata (1977-1998).

Με τα έργα αυτά, η Bentivoglio θέλει να επιβεβαιώσει την πιθανότητα —την οποία δεν θεωρεί δεδομένη— χειραφέτησης της γυναίκας. Όπως θυμάται η ίδια, «η γυναίκα συνήθως θεωρούνταν παρούσα στο αισθητικό φαινόμενο μόνο ως νοικοκυρά· σημασία δινόταν στην επιστήμονα κι όχι στην καλλιτέχνιδα».

«Εάν στο συλλογικό φαντασιακό η γυναίκα ήταν εκείνη που ύφαινε και φρόντιζε την οικογένεια σαν ένα είδος αγγέλου της εστίας, για την Bentivoglio αυτή η αντίληψη ανατρεπόταν μέσω της διεκδίκησης ενός νέου ρόλου στην κοινωνία», παρατηρεί ο Davide Mariani.

Στο πλαίσιο αυτό, εμβληματικό είναι το έργο Correzione (promozione linguistica del cucito, 1988), το οποίο απεικονίζει ένα κοντομάνικο μπλουζάκι που πάνω του είναι γραμμένα τα λόγια «niente/abbiate paura, sono una donna» [μη/να με φοβάστε, είμαι γυναίκα].

Η αθέατη πλευρά της Σελήνης.

Η έκθεση, τέλος, μας εισάγει στο εν πολλοίς ανεξερεύνητο ακόμη δημιουργικό σύμπαν πλήθους άλλων καλλιτέχνιδων, μέσα από τα έργα, τις φωτογραφίες και το αρχειακό υλικό που η ίδια η Bentivoglio συμπεριέλαβε σε ιταλικές και διεθνείς εκθέσεις θέλοντας να αναδείξει τον κοινό παρονομαστή των «οπτικολεκτικών» πρακτικών τους. Σε αυτές τις καλλιτέχνιδες συγκαταλέγονται οι Tomaso Binga, Irma Blank, Francesca Cataldi, Betty Danon, Chiara Diamantini, Anna Esposito, Elisabetta Gut, Maria Lai, Sveva Lanza, Paola Levi Montalcini, Lucia Marcucci, Silvia Meija, Valeria Melandri, Gisella Meo, Anna Paci, Giovanna Sandri, Greta Schödl και Simona Weller.

«Αναμφίβολα, η πιο αξιοσημείωτη και ηχηρή από τις δράσεις της Bentivoglio ως επιμελήτριας τέχνης, μια εμπειρία η οποία κυριολεκτικά έγραψε ιστορία στην οπτική ποίηση γενικά και ειδικότερα στη γυναικεία οπτική ποίηση, είναι η έκθεση “Materializzazione del linguaggio” [Υλοποίηση της γλώσσας] που πραγματοποιήθηκε το 1978 στο πλαίσιο της Μπιενάλε σύγχρονης τέχνης της Βενετίας. Η έκθεση αυτή συγκέντρωσε ογδόντα καλλιτέχνιδες που ήταν αποφασισμένες να δώσουν μορφή στις εκφράσεις μεταξύ “της γλώσσας και της εικόνας” και μεταξύ “της γλώσσας και του αντικειμένου”», σημειώνει ο Paolo Cortese.

«Από αυτήν ακριβώς την εμπειρία αντλεί έμπνευση η έκθεση “Η αθέατη πλευρά της Σελήνης” —καταλήγει ο Mariani— που δανείζεται τον τίτλο της από ένα βιβλίο, το οποίο η Bentivoglio εξέδωσε το 2013 στις εκδόσεις Eos. Στο εσωτερικό του βιβλίου, από τη μία πλευρά μεταφέρει την εικόνα της επιφάνειας της Σελήνης πάνω στην επιφάνεια της Γης, κι από την άλλη παραθέτει ένα ανέκδοτο ποίημα του 1978. Οι στίχοι αφηγούνται την ιστορία του δορυφόρου γυναίκας-Σελήνης, ο οποίος αρχικά περιγράφεται ως ένα σώμα περιστρεφόμενο υπάκουα γύρω από τη Γη, προτού αναγγείλει, επαναστατικά, το προφητικό “stiamo felicemente nascendo” [ευτυχώς γεννιόμαστε]».

Την έκθεση συμπληρώνει ένας δίγλωσσος κατάλογος, στα ιταλικά και τα αγγλικά, από τις εκδόσεις Postmedia Books, με δοκίμια των Davide Mariani, Rosanna Ruscio και βιογραφικές και βιβλιογραφικές σημειώσεις της Rosaria Abate.

Mirella Bentivoglio.

Ποιήτρια, καλλιτέχνιδα, κριτικός, επιμελήτρια, υπήρξε πρωτοπόρος του ιταλικού και του διεθνούς κινήματος της οπτικολεκτικής τέχνης. Γεννήθηκε το 1922 στο Κλάγκενφουρτ της Αυστρίας από Ιταλούς γονείς κι έλαβε πολύγλωσση εκπαίδευση στη γερμανόφωνη Ελβετία και στην Αγγλία, όπου τελειοποίησε τα αγγλικά της. Ήδη από τα πρώτα νεανικά της χρόνια εξέδωσε βιβλία ποίησης στα ιταλικά και στα αγγλικά, στις εκδόσεις Scheiwiller και Vallecchi, τα οποία σχολίασαν οι κριτικοί Giorgio Caproni, Italo Defeo, Mario Praz κ.ά. Στη συνέχεια, βρήκε την έκφρασή της στον συνδυασμό οπτικής και λεκτικής γλώσσας και έτσι συνδέθηκε με τα οπτικολεκτικά κινήματα των διεθνών καλλιτεχνικών νεοπρωτοποριών του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα, των οποίων αναδείχθηκε σε πρωταγωνίστρια. Πέθανε το 2017 στη Ρώμη, σε ηλικία 97 ετών.

Ατομικές εκθέσεις.

Η Mirella Bentivoglio έχει πραγματοποιήσει πολυάριθμες ατομικές εκθέσεις σε δημόσια, κατά βάση, πολιτιστικά ιδρύματα της Ιταλίας, της Ισπανίας, της Γερμανίας, της Αγγλίας, της Ολλανδίας, της Τσεχίας, των ΗΠΑ, της Βραζιλίας και της Ιαπωνίας (τις οποίες παρουσίασαν Ιταλοί και ξένοι τεχνοκριτικοί όπως οι Enrico Crispolti, Gillo Dorfles, Frances Pohl και Krystyna Wasserman). Αξιομνημόνευτες είναι οι ανθολογικές εκθέσεις της που παρουσιάστηκαν στις αίθουσες τέχνης Galleria Schwarz του Μιλάνου (1971) και Pictogramma της Ρώμης (1973), στο Palazzo delle Esposizioni της Ρώμης (1996), στο National Museum of Women in the Arts της Ουάσιγκτον (1999), αλλά και πιο πρόσφατα, στην αίθουσα τέχνης Oculus του Τόκιο (2010), στο Pomona College του Κλέρμοντ των ΗΠΑ (2003 και 2015), στη Μπιενάλε γλυπτικής του Γκούμπιο (2016), στις αίθουσες τέχνης Galleria dell’Incisione της Μπρέσια (2018) και Conceptual του Μιλάνου (2019), στους χώρους του μουσείου MACMA (στο Ματίνο και στο Λέτσε της Απουλίας, 2011-2013) και στο μουσείο Nuova Era του Μπάρι (2018). Το 2019 στο MLAC [Μουσείο-Εργαστήριο Σύγχρονης Τέχνης] του Πανεπιστημίου Λα Σαπιέντσα της Ρώμης παρουσιάστηκε ατομική της έκθεση με πάνω από σαράντα έργα από τη συλλογή των αδελφών Garrera.

Συλλογικές εκθέσεις.

Έχει συμμετάσχει σε συλλογικές εκθέσεις σε μουσεία, αίθουσες τέχνης και πανεπιστήμια της Ευρώπης, των ΗΠΑ, της Μέσης και Άπω Ανατολής, του Καναδά και της Αυστραλίας. Έχει συμμετάσχει δέκα φορές στην Μπιενάλε της Βενετίας: το 1969, το 1972, το 1978 σε δύο διαφορετικές εκθέσεις, καθώς και τα έτη 1980, 1986, 1995, 2001 και 2009. Έργα της θα εκτεθούν στην 59η Μπιενάλε Βενετίας (του 2022) στο πλαίσιο της έκθεσης «Il latte dei sogni» [Το γάλα των ονείρων], σε επιμέλεια της Cecilia Alemani. Το 1986 έλαβε μέρος στην 11η Quadriennale της Ρώμης. Έχει συμμετάσχει τρεις φορές στην Μπιενάλε του Σάο Πάολο της Βραζιλίας μεταξύ των ετών 1973 και 1994, ενώ έργα της έχουν εκτεθεί τρεις φορές στο Κέντρο Πομπιντού στο Παρίσι, μεταξύ των ετών 1978 και 1982. Έργα της έχουν επίσης εκτεθεί στην Documenta του Κάσελ το 1982, στο MoMA της Νέας Υόρκης το 1992, στο Palazzo Pitti της Φλωρεντίας το 2001, στην Expo του Μιλάνου το 2015 και στο Getty Center του Λος Άντζελες το 2018.

Επιμέλεια εκθέσεων.

Έχει επιμεληθεί και παρουσιάσει εκθέσεις για τις Μπιενάλε της Βενετίας, του Σάο Πάολο και του Μεδεγίν της Κολομβίας, για το Πανεπιστήμιο Κολούμπια της Νέας Υόρκης, το Ιταλικό Μορφωτικό Ινστιτούτο του Τόκιο, το Centro Pecci του Πράτο της Τοσκάνης, το Μουσείο του Ρεσίφε της Βραζιλίας, το φεστιβάλ του Περθ της Αυστραλίας, την Expo-Arte του Μπάρι, το Palazzo delle Esposizioni της Ρώμης, το ΜοΜΑ της Νέας Υόρκης, καθώς και στην Ελλάδα, την Ισπανία και τη Φινλανδία. Έχει δωρίσει έργα, τα οποία απέκτησε στη διάρκεια της πορείας της ως επιμελήτριας τέχνης, στις μόνιμες συλλογές των ιταλικών μουσείων Galleria Nazionale d’Arte Moderna e Contemporanea της Ρώμης, MART (στο Ροβερέτο), MUSINF (στη Σενιγκάλια), Nori de’ Nobili (στο Τρεκαστέλι), Centro Pecci (στο Πράτο), MACMa (στο Ματίνο) και MAGA (στο Γκαλαράτε).