Ξεκινώντας να μιλάω για την παράσταση το μυαλό μου πηγαίνει πίσω στην πρώτη επαφή που είχα με τον Λάζαρο Βαρτάνη και τον Στέφανο Παπατρέχα. Δεν γνωριζόμασταν προσωπικά, αλλά είχα δει σκηνοθεσίες τους όπως και τους ίδιους στην σκηνή και είχα πει από μέσα μου πως με αυτά τα δύο παιδιά ήθελα πολύ να συνεργαστώ. Από την πρώτη ανάγνωση ένιωσα πως ο Στέφανος έχει γράψει ένα θεατρικό έργο που θα είχε πολύ ενδιαφέρον να ζωντανέψει στην σκηνή.

Οι πρόβες ξεκίνησαν μέσα στην καραντίνα του 2020 και ήταν μία ευτυχής συγκυρία, γιατί όλοι μας είχαμε να διαθέσουμε πολύ χρόνο σε αυτό το επίτευγμα. Ξεκινήσαμε με αναγνώσεις, βιογραφικά και στάτους ρόλων, φέραμε μουσικές και φωτογραφίες για όλους τους ήρωες όπως τους φαντάζεται ο καθένας, στόχους και εμπόδια του κάθε ρόλου σε κάθε σκηνή, αλλά και σε ολόκληρο το έργο. Συνεχίσαμε με αυτοσχεδιασμούς και πολλές ασκήσεις που σου άνοιγαν καινούργιους δρόμους και για το έργο και για τους ρόλους. Θυμάμαι κρατούσα ημερολόγιο, γιατί ήταν ένα ταξίδι που ήθελα να το θυμάμαι. Χωρίσαμε τους χαρακτήρες σε θύτες και θύματα και μας βοήθησε όλους πολύ.

Οι αυτοσχεδιασμοί αποτέλεσαν βασικό παράγοντα, γιατί μέσα από τον αυθορμητισμό βγήκαν ιδέες, αρκετές από τις οποίες ο Στέφανος και ο Λάζαρος ενσωμάτωσαν στην παράσταση. Σιγά σιγά λοιπόν έφτασε και η ώρα που «στήναμε» τις σκηνές με ελευθερία και όρια ταυτόχρονα. Με ενεργοποιούσε πάρα πολύ ότι σε κάθε πρόβα υπήρχε πλάνο για το τι θα κάναμε, υπήρχε οργάνωση. Με συγκινούσε κάθε φορά που όταν έμπαινα στην πρόβα υπήρχε μεράκι, όραμα, στόχος και εμπιστοσύνη.

Ήταν εκεί και οι δύο να ακούσουν κάθε σου προβληματισμό, να σου απαντήσουν αν υπήρχε κάτι που σε κρατούσε στάσιμο, αλλά κυρίως ήταν εκεί και με τα μάτια τους σου έδειχναν πίστη. Νιώθω για αυτήν την παράσταση πως ο Στέφανος γέννησε ένα παιδί και μαζί με τον Λάζαρο Βαρτάνη και την Λιλή Νταλανίκα αποφάσισαν να το μεγαλώσουν και μετά ήρθαμε εμείς και σαν να του μάθαμε όλοι μαζί να περπατάει, να μιλάει, να τρώει, για να βγει πια έτοιμο στην κοινωνία. Έτσι και με αυτό το έργο: χτίστηκε πετραδάκι-πετραδάκι και πλέον είναι έτοιμο και παρουσιάζεται στην σκηνή. Η σκηνοθεσία με κάθε λεπτομέρεια και με συγκεκριμένο λόγο για οποιαδήποτε τελική απόφαση πάρθηκε.

Θέλω να μιλήσω λίγο για τον ρόλο μου, την Ηγουμένη Μάρθα, που την αγάπησα από την πρώτη ανάγνωση. Δυσκολεύτηκα κάπου στην μέση των προβών, γιατί μέσα της καιγόταν και εξωτερικά το έντυνε όλο αυτό με μια πραότητα. Η αφοσίωση που έδειχνε στο λειτούργημά της με συγκινούσε και με κινητοποιούσε να την συναντήσω. Βασικός πυρήνας της παράστασης είναι οι ανθρώπινες σχέσεις, η αλήθεια μα και η εξαπάτηση που μπορεί να κρύβεται μέσα τους. Παρόλο που εκτυλίσσεται στον μεσαίωνα είναι επίκαιρο.

Ο κάθε ήρωας, παρουσιάζει την δική του εκδοχή γι’αυτά που συνέβησαν και είναι αρκετά ενδιαφέρον, γιατί συμβαίνει και στην ζωή αυτό. Δηλαδή, ότι για ένα συγκεκριμένο γεγονός ο καθένας μας μπορεί να το ζει από την δική του οπτική γωνία, αλλά όλοι παραθέτουμε την αλήθεια μας και ζούμε μέσα σε αυτή. Βέβαια, καλό είναι σε κάποιες περιπτώσεις η αλήθεια να είναι πάγια. Έτσι μία αξία όπως αυτή της αλήθειας, που πρεσβεύει το ορθό, εξασφαλίζει την απουσία του ψεύδους και ενώ είναι κάτι που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί (α και λήθη) γίνεται παρόλα αυτά ρευστή. Κάθε ήρωας του έργου δηλώνει την αλήθεια και αυτό γίνεται σεβαστό από τον θεατή, όμως μία εκδοχή σε αυτή που υπερισχύει η χροιά του εγωισμού τού αφήνει την πικρή γεύση της εξαπάτησης και βλέπουμε πόσα καταστροφικά αποτελέσματα φέρνει στις ανθρώπινες σχέσεις.

Σας περιμένουμε να έρθετε, να ακούσουμε τι θα ξυπνήσει μέσα σας, να ταξιδέψουμε στον χρόνο και να πετάξουμε για λίγο μακριά από όλα. Καλώς να έρθετε.