Η Ομάδα «Αθώο πάντα το Σώμα ήταν» ή πιο απλά «Αθώο Σώμα», που αποτελείται από μένα και τον Βαγγέλη Κυριακού, μπορεί να φαίνεται σαν μια καινούργια ομάδα, αλλά στην πραγματικότητα έχει ρίζες που φτάνουν στο 2005.

Τότε ήταν που συνεργαστήκαμε πρώτη φορά με τον Βαγγέλη, δουλεύοντας στο Κορωπί με παιδιά και εφήβους και ξεκινώντας μια πορεία που μας έφερε το 2011 σε επαφή με την Σοφία Βγενοπούλου.

Μαζί της ιδρύσαμε την GrasshopperYouth και για 7 χρόνια διοργανώναμε στην Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση το Φεστιβάλ Εφηβικού Θεάτρου. Εγώ ταυτόχρονα εκπαιδευόμουν, ως βοηθός της Σοφίας, στις εφηβικές παραστάσεις της Στέγης, ενώ το 2016 παρουσίασα την πρώτη μου επαγγελματική δουλειά, το έργο «Κορίτσια σαν κι αυτά» του Evan Placey, στο Θέατρο Μικρό Γκλόρια.

Από το 2017 άρχισα να συνεργάζομαι με το Εθνικό Θέατρο, αναλαμβάνοντας εφηβικές ομάδες του Μικρού Εθνικού και σχολεία της Αττικής.

Πέρσι, μετά από ένα διάλειμμα λόγω της έλευσης του γιου μου, ξεκίνησα ένα εργαστήρι σωματικού θεάτρου, όπου οι περισσότεροι συμμετέχοντες ήταν παλιοί μαθητές μου. Φτιάχτηκε μια ομάδα 17 νέων ανθρώπων, ηλικίας 18 έως 22, με τους οποίους, βασισμένοι στο έργο που έγραψαν μαζί με τον Βαγγέλη, αποφασίσαμε να ανεβάσουμε μια παρουσίαση της δουλειάς μας.

Η παρουσίαση αυτή κατέληξε να γίνει 9 επαγγελματικές παραστάσεις στο Θέατρο Κατερίνας Βασιλάκου. Οι «Γιαγιάδες», η πιο απρόσμενη ίσως δουλειά για μένα μέχρι τώρα, ξεκαθάρισε πολλά πράγματα σε μένα και τον Βαγγέλη. Έτσι πήραμε την απόφαση να φτιάξουμε το «Αθώο Σώμα».

Η πορεία μου μέχρι σήμερα -πάνω από 30 παραστάσεις- είναι γεμάτη από εφήβους∙ και πολλά εφηβικά έργα, με την ουσιαστική έννοια του όρου, δηλαδή έργα όπου οι πρωταγωνιστές είναι έφηβοι.

Αυτό που ίσως δεν είναι τόσο άμεσα διακριτό, αλλά αποτελεί τη βάση της μεθόδου μου, είναι η δουλειά με το σώμα των ηθοποιών –το περιφραστικό όνομα της ομάδας, αν θέλετε.

Από το 2005 μέχρι σήμερα, ξεκινάω δουλεύοντας με το σώμα των ηθοποιών μου. Περιμένω μέσα από αυτό να μου πουν τις ιστορίες που δουλεύουμε και να τις αφηγηθούν στους θεατές. Ακόμα και τα λόγια, θέλω να «ξεπηδούν» μέσα από το σώμα τους. Και αν αυτό δεν φαίνεται καθαρά στους εφήβους ηθοποιούς -που σε εκπλήσσουν ούτως ή άλλως με τη ζωντάνια τους αλλά και ως πρωτογενές υλικό- με τους επαγγελματίες είναι μια πραγματική αποκάλυψη. Και για μένα, αλλά νομίζω και για αυτούς.

Καταλήξαμε στην «Πλαστελίνη» του Vassili Sigarev εύκολα (αλλά και δύσκολα, γιατί μέχρι να φτάσουμε σε αυτό διαβάσαμε πάρα πολλά έργα με το Βαγγέλη). Μόλις όμως ήρθε στα χέρια μου, ήξερα ότι αυτή την ιστορία ήθελα να την μοιραστώ.

Ίσως να φταίνε τα πολλά χρόνια στο εφηβικό, μα η αλήθεια είναι ότι τίποτα δεν με συγκινεί περισσότερο από τις ιστορίες νέων ανθρώπων. Για αυτούς θέλω -θέλουμε με το Βαγγέλη- να μιλήσουμε. Γιατί αυτοί είναι το αύριο, η ελπίδα, η αλλαγή που ίσως κάποια στιγμή έρθει.

Η Ρωσία του 2000 του έργου μοιάζει αφόρητα με την Ελλάδα του σήμερα. Ίσως μάλιστα -και αυτό είναι ακόμα πιο επικίνδυνο- η Ελλάδα του σήμερα μοιάζει σαν να κάνει τα πρώτα λάθος βήματα, προς μια κοινωνία χωρίς επιστροφή. Η οικονομική ανέχεια και η τρομερή απόσταση μεταξύ κοινωνικών τάξεων, μας φέρνει μπροστά σε μια τεράστια κοινότητα, όπου η ελπίδα για το αύριο μοιάζει να έχει χαθεί. Αρκεί να βρεθεί το ποτό ή η δόση της μέρας, αρκεί να φύγει και αυτή η μέρα. Βάλτε αν θέλετε, για να φύγουμε από τη λογική του «περιθωρίου», στη θέση της δόσης τη δόση για την αποπληρωμή ενός δανείου, στη θέση του ποτού το φαγητό της μέρας για μια οικογένεια. Να βγει και αυτή η μέρα.

Και τα όνειρα;

Ονειρεύεται ο Μαξίμ, ο κεντρικός ήρωας της «Πλαστελίνης», ονειρεύεται ασταμάτητα. Και πλάθει στο δωμάτιο του, στο μυαλό του, ένα μέλλον πολύ διαφορετικό από την ασφυκτική του καθημερινότητα. Καταρχάς για να επιβιώσει σε μια κοινωνία γεμάτη βία και απελπισία και για να μπορέσει να ξεφύγει, να βρει αυτό το φως που θα τον οδηγήσει σε έναν κόσμο, αν μη τι άλλο, λίγο πιο δίκαιο.

Είχα την τύχη να δουλέψω με μια ομάδα εξαιρετικών νέων ηθοποιών, που ρίχτηκαν χωρίς δεύτερες σκέψεις στα βαθιά, πρώτα για να κατανοήσουν τον τρόπο που δουλεύω και ύστερα στο σύμπαν του έργου. Κάθε μέρα ανακαλύπτουμε και κάτι καινούργιο -νομίζω έτσι θα πάει μέχρι την πρεμιέρα. Δεν με τρομάζει αυτό, τα έργα πρέπει να αναπνέουν, ακόμα και κατά τη διάρκεια των παραστάσεων.

Είχα επίσης την τύχη να έχω στο πλάι μου εξαιρετικούς συνεργάτες: πρώτα ο Γιώργος Κουτλής, που μεταφράζοντας το έργο από τα ρώσικα, μας ξεκλείδωσε πάρα πολλές στιγμές, ο Βαγγέλης που προσάρμοσε βήμα βήμα το έργο πάνω στον τρόπο που σκηνοθετούσα, η Μαρίνα Τσαπέκου που είναι σαν να δουλεύουμε χρόνια μαζί και έλυσε τα σώματα των ηθοποιών μας, ενώ η Τίνα Τζόκα με τα σκηνικά και τα κοστούμια της, ο Δημήτρης Κασιμάτης και η Σοφία Αδαμοπούλου με τους φωτισμούς τους και ο Σπύρος Λιβάνης με τις μουσικές του, έφτιαξαν -και συνεχίζουν να φτιάχνουν- τις ατμόσφαιρες και τα τοπία του έργου που ονειρευόμουν από την πρώτη στιγμή που διάβασα την «Πλαστελίνη».

Photo credit: © Myrto Panteloglou

Διαβάστε επίσης:

Πλαστελίνη, του Βασίλι Σίγκαρεφ από την ομάδα Αθώο Σώμα στο Θέατρο Σφενδόνη