Σύμφωνα με τον ορισμό του Αντρέι Ποπ, συμβολιστική είναι η τέχνη που λειτουργεί κυρίως χάρη στο νόημά της. Στα τέλη του 19ου αιώνα έδρασαν καλλιτέχνες και λογοτέχνες που αυτοαποκαλούνταν συμβολιστές και, πέρα από τις πολιτικές και αισθητικές τους διαφορές, έθεσαν την αναζήτηση του νοήματος στον πυρήνα της τέχνης τους. Οι συμβολιστές έβλεπαν την τέχνη όχι ως μια κοινωνική επανάσταση αλλά ως μια επανάσταση του νοήματος, του πώς εννοιοποιούμε τον κόσμο. Τις ανησυχίες τους τις συμμερίζονταν σε σημαντικό βαθμό και θεωρητικοί επιστήμονες της εποχής, ιδίως μαθηματικοί και θεωρητικοί της Λογικής που δεν ικανοποιούνταν από τον εμπειρισμό, ο οποίος τότε κυριαρχούσε στα επιστημονικά τους πεδία.

Ο Αντρέι Ποπ δεν αρκείται στο να αναλύσει πώς μεμονωμένοι καλλιτέχνες προσέλαβαν στοιχεία επιστημονικών θεωριών, αλλά επικεντρώνεται σε φιλοσοφικά ζητήματα συναφή και στα δύο πεδία. Το πρόβλημα, ιδιαίτερα, της υποκειμενικότητας, τι μπορεί και τι δεν μπορεί να μοιραστεί κανείς από την προσωπική του εμπειρία, ήταν κρίσιμο σε ό,τι αφορά τη δυνατότητα συνεργασίας στους κόλπους της επιστήμης αλλά και επικοινώνησης της καλλιτεχνικής καινοτομίας. Αναλύοντας λεπτομερώς τις λογοτεχνικές και εικαστικές πρακτικές του Μανέ και του Μαλλαρμέ, τα σχέδια του Ερνστ Μαχ, τον Ουίλλιαμ Τζέιμς, τους πειραματισμούς του Μπρακεμόν και του Βαν Γκογκ με το χρώμα, τους στοχασμούς του Βίττγκενσταϊν καθώς και τα φιλοσοφικά συστήματα του Φρέγκε και του Ράσσελ, με μια εικονογραφική τεκμηρίωση που δεν έχει ξαναπαρουσιαστεί στην ελληνική βιβλιογραφία, συνθέτει μια εντυπωσιακή αλλά συνεκτική εικόνα της συμβολιστικής κληρονομιάς της νεωτερικότητας και των συνεπειών της.

Αντρέι Ποπ

Ο Αντρέι Ποπ (Andrei Pop) σπούδασε ιστορία της τέχνης στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ και έλαβε το διδακτορικό του στην ιστορία της τέχνης και της αρχιτεκτονικής από το Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ (2010). Δίδαξε στα πανεπιστήμια του Λιντς, της Βιέννης και της Βασιλείας, και από το 2015 διδάσκει ιστορία της τέχνης στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου (John U. Nef Committee on Social Thought, Department of Art History)· το 2021 αναγορεύτηκε καθηγητής της έδρας του. Τα ενδιαφέροντά του επικεντρώνονται στην αφηγηματική τέχνη, τη σχέση μεταξύ σκέψης και εικόνας, καθώς και στη σχέση μεταξύ υποκειμενικότητας και πραγματικότητας στη σύγχρονη τέχνη. Το 2014 δημοσίευσε, σε συνεργασία με τη Mechtild Widrich, μια σχολιασμένη μετάφραση της Αισθητικής της ασχήμιας (1853) του Καρλ Ρόζενκραντς (Ugliness: The Non-Beautiful in Art and Theory, Tauris, αναθ. έκδ. 2016) και το 2015 μια μελέτη για τον ζωγράφο Χένρυ Φουζέλι (Antiquity, Theatre, and the Painting of Henry Fuseli, Oxford University Press). Το Δάσος συμβόλων (A Forest of Symbols: Art, Science, and Truth in the Long Nineteenth Century, Zone Books 2019) είναι η πιο πρόσφατη δημοσιευμένη μελέτη του.