Στο εισαγωγικό σημείωμα του καταλόγου η επιμελήτρια της έκθεσης και Ιστορικός Τέχνης Ίρις Κρητικού, αναφέρει:

«Μελετώντας προσεκτικά το έργο της Αμαλίας Φερεντίνου με την πρόθεση της παρουσίασης μιας άτυπης αναδρομής, γοητεύτηκα και εξακολουθώ έκτοτε να αναλογίζομαι τη διαπραγμάτευση του φωτός. Το λεπτό αυτό αδιόρατο μαεστρικό νήμα που ως εξακολουθητική διαχρονία συνδέει διαφορετικές αναζητήσεις και θεματικές ενότητες της μακράς πορείας της. Υπογραμμίζοντας άλλοτε την καθαρότητα των γραμμών ενός γυναικείου προσώπου που εξέρχεται από την ψιθυριστική μνήμη, άλλοτε το χρυσό ημιτόνιο ενός παλλόμενου δένδρου που το φυσά ο άνεμος και άλλοτε το αχνό σημείο του ορίζοντα ή την αδρή ραχοκοκαλιά των θαλασσινών τοπίων που το βλέμμα της ζωγράφου διάλεξε εδώ και χρόνια να κατοικήσει και να κυκλώσει. 

«Αν το σκοτάδι μπορεί να είναι και φως, τότε η ακινησία μπορεί να τραπεί σε ενδόμυχη χορευτική κίνηση», γράφει σε έναν στίχο του ο T.S. Eliot. Κατευθύνοντας μας με εξέχουσα λεπτότητα στα πρωτογενή συστατικά της ζωγραφικής της, η Αμαλία Φερεντίνου τελεί σιωπηλά εν κινήσει, μεταλαμπαδεύοντας μέσα από μια προσωπική ρυθμολογία την ανάγκη της όρασης και της αφής και μαζί, την ανάγκη της ψυχικής μας όσμωσης με τη ζωγραφική της.

 «Σε κάθε τι υπάρχει κάποια ρωγμή, και από εκεί απρόσμενα εισέρχεται το φως», γράφει o Leonard Cohen.

Στις μορφές αυτές του ζωγραφικού έργου της Φερεντίνου που αίφνης μας συναντούν, μέσα από τις απειροελάχιστες ρωγμές της διατυπωμένης ύπαρξης, δεν μπορεί παρά να συναντήσουμε την εσωτερική αλήθεια του συναισθηματικού γίγνεσθαι του πορτρέτου. Η ζωγράφος μας προτρέπει να κατανοήσουμε την ουσιαστική εικόνα του, που αναβλύζει «μέσα από το σκοτεινό και το γκρίζο, καθώς δηλώνεται με χρώμα και φως, γεννώντας την ελπίδα εκείνη που προκαλείται από τη δίκαιη αντίσταση στη σάρωση του χρόνου και των καθημερινών συμβάντων».

Η Αμαλία Φερεντίνου, αναλύει τα κίνητρα, τα ερεθίσματα που την οδήγησαν στη δημιουργία αυτών των κομβικών ενοτήτων και έργων που έχει επιλέξει να παρουσιάσει στο κοινό:

«Σε κάθε βήμα μου προσπάθησα να πω την αλήθεια.

Τη δική μου ή του Άλλου, βυθίζοντας το βλέμμα μου στο δικό του. Στο ΦΩΣ, στην ΑΝΑΔΥΣΗ και στην ΑΝΥΨΩΣΗ θέλησα η δύναμη ψυχής να αντισταθεί στο φόβο και την καταστροφή, με το φως και το χρώμα. Στη ΝΑΞΟ, στο ΝΗΣΙ και στην ΑΝΑΔΥΣΗ επίσης, κυριάρχησαν τα μπλε των Κυκλάδων. Στις κατασκευές και στο ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΣΥΜΠΑΝ κυρίαρχη είναι η ενσυναίσθηση. Συνεχίζω στο ΜΗ ΜΕ ΦΟΒΑΣΑΙ δείχνοντας την αγάπη μου για πλάσματα που δεν είναι ανθρώπινα. Όσο για τον τρόπο, αυτός είναι. Χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια για καινοτομία. Ίσως γιατί η κύρια αγωνία μου είναι να μεταδώσω το μήνυμα».

Αμαλία Φερεντίνου

Η Αμαλία Φερεντίνου γεννήθηκε στον Πειραιά. Σπούδασε γραφιστική κι έπειτα ζωγραφική  (1977-1982) στην Ανώτατη  Σχολή Καλών Τεχνών Αθήνας, με δασκάλους τον Δημήτρη Μυταρά, τον Λευτέρη Κανακάκη, τον Παναγιώτη Τέτση και αγιογραφία (1982-1984) με δάσκαλο τον Κωνσταντίνο Ξυνόπουλο.

Από το 1985 έως και σήμερα έχει πλούσιο εικαστικό έργο το οποίο έχει παρουσιάσει σε ατομικές εκθέσεις. Έχει συμμετάσχει σε πολλές αξιόλογες ομαδικές με πιο πρόσφατη τη συμμετοχή της στη διοργάνωση Platforms Project 2022, στην ΑΣΚΤ.

Δίδαξε εικαστικά στη Δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Πολλά έργα της βρίσκονται σε ιδιωτικές συλλογές.

Απο το 2001, ζει μόνιμα στην Πάρο.

Σε αυτό το νησί συνεχίζει απερίσπαστα το έργο της και εμπνέεται καθημερινά από τις ήρεμες και όμορφες εικόνες που αντικρίζει.

Για αυτή την ιδιαίτερα όμορφη,  γαλήνια καθημερινότητα που βίωσε,  γράφει, στον πρόλογο του καταλόγου της έκθεσης, ο ιδιοκτήτης του 212 ARTS, Ευάγγελος Γεωργούλης:

«Ένα καλοκαίρι στην Πάρο…

Βρέθηκα στο σπίτι της Αμαλίας και του Στέλιου.

Σε ένα σπίτι γεμάτο αρώματα, χρώματα, μουσικές, χειροποίητα όλα…

Από το ουΐσκυ του Στέλιου φτάνοντας στους πίνακες της Αμαλίας.

Όλα με το χέρι, αλλά βασικά με ψυχή και με μάτια που ατενίζουν θάλασσα.

Έγινα ένα με τις τέμπερές της, τα μολύβια της και ταξίδεψα στα μάτια της.

Τα υπέροχα μάτια της και τα βλέμματα που δημιούργησε μέσα ΣΤΟ ΦΩΣ»