Η Σειρά «Μουσική Δωματίου» συνεχίζεται, την Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου στην Αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος (ώρα: 20.30), με τη δεύτερη από τις τέσσερις συναυλίες του Κύκλου αυτού που φιλοδοξεί να φέρει το κοινό σε επαφή με μουσικά κομψοτεχνήματα γραμμένα για μικρά σύνολα.

Ο εξαίρετος βιολονίστας και μουσικοπαιδαγωγός Χρήστος Κανέττης δίνει ένα και μοναδικό ρεσιτάλ στο Μέγαρο Μουσικής πλαισιωμένος από τον παλιό του γνώριμο και συνεργάτη Ρολφ Πλάγκε (πιάνο).

Για το πρόγραμμα τους στην Αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος οι δύο καλλιτέχνες επέλεξαν έργα για βιολί και πιάνο των Μότσαρτ, Μπραμς και Στραβίνσκι. Τη συναυλία θα προλογίσει ο πιανίστας Τίτος Γουβέλης. Στο σημείωμά του για τις εκδηλώσεις της Σειράς, αναφερόμενος στη γέννηση της μουσικής δωματίου δύο αιώνες πριν, γράφει: «Η μουσική ανθίζει όταν σε κάθε σπίτι, σε κάθε οικογένεια υπάρχει κάποιος που παίζει ένα όργανο. Κάπως έτσι έγινε κατά τον 19ο αιώνα στη Γερμανία και γεννήθηκε η μουσική δωματίου που, χάρη στους μεγάλους συνθέτες της εποχής, καθιερώθηκε και επεκτάθηκε στις άλλες χώρες ως το απόσταγμα της μουσικής σκέψης και ευαισθησίας».

Η αρχή του πρώτου και δεύτερου μέρους του ρεσιτάλ ανήκει στον Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ (1756-1791). Το πρώτο θα αρχίσει με την  τριμερή Σονάτα σε λα μείζονα για βιολί και πιάνο ΚV 526, που γράφτηκε από τον μεγάλο Αυστριακό στα 1787 και, σύμφωνα με τους ειδικούς, είναι η ωραιότερη της ωριμότητάς του για τον συγκεκριμένο συνδυασμό οργάνων. Ο μεγαλοφυής μουσουργός φρόντισε να διαμοιράσει με σοφό και ισόρροπο τρόπο γοητευτικές μελωδίες και δεξιοτεχνικά περάσματα στα δύο όργανα, είτε στα πιο αργά είτε στα πιο γρήγορα μέρη της παρτιτούρας. Ενδιαφέρον παρουσιάζει μάλιστα το γεγονός ότι τα πρώτα ντούο για βιολί και πιάνο άρχισαν να γράφονται στα μέσα του 18ου αιώνα ειδικά για τον Μότσαρτ, που, ως παιδί-θαύμα, έπρεπε τότε να ερμηνεύει, στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών περιοδειών του, ένα πλούσιο ρεπερτόριο ως φιλοξενούμενος των αριστοκρατικών σαλονιών και των βασιλικών αυλών εκείνης της εποχής.

Στο δεύτερο μέρος του ρεσιτάλ, τον πρώτο λόγο έχει πάλι ο Μότσαρτ και συγκεκριμένα η διασκευή για βιολί και πιάνο από τον θρυλικό βιολονίστα και συνθέτη του 19ου αιώνα Φριτς Κράισλερ (1875-1962) του Ρόντο από τη Σερενάτα αρ. 7 σε ρε μείζονα, «Haffner», Κ. 250 (248b). Ο ονομαστός Αυστριακός βιρτουόζος είχε καταπιαστεί με πολλούς συνθέτες (Κορέλλι, Μπραμς, Μέντελσον, Γρανάδος, Παγκανίνι, Γ.Σ. Μπαχ, Χαίντελ, Τσαϊκόφσκυ, Ρίμσκυ-Κόρσακοφ κ.ά.), δημιουργίες των οποίων μετέγραφε συχνά για βιολί ή και για άλλα όργανα, συμβάλλοντας έτσι σημαντικά στην προβολή, αναβίωση και αναγνώριση του έργου τους. Η διασκευή του Ρόντο έγινε στα 1913, μετά τον τραυματισμό του Κράισλερ κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και έναν χρόνο προτού αναχωρήσει για τις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου παρέμεινε μέχρι το 1924. Η μεταγραφή βασίζεται στο τέταρτο μέρος της Σερενάτας «Χάφνερ» (1776), η οποία οφείλει την επονομασία της στην οικογένεια Χάφνερ, και συγκεκριμένα στον Σίγκμουντ Χάφνερ τον Νεότερο, που την είχε παραγγείλει στον Μότσαρτ ενόψει των εορτασμών για τον επικείμενο γάμο της αδελφής του. Το Ρόντο θεωρείται μια από τις πιο αντιπροσωπευτικές δεξιοτεχνικές συνθέσεις του ρεπερτορίου για βιολί.

Το πρόγραμμα του ρεσιτάλ περιλαμβάνει επίσης το Ντιβερτιμέντο για βιολί και πιάνο-«Το φιλί της νεράιδας» του Ίγκορ Στραβίνσκυ (1882-1971) και τη Σονάτα για βιολί και πιάνο σε ρε ελάσσονα αρ. 3, έργο 108 του Γιοχάννες Μπραμς (1833-1897).

«Το φιλί της νεράιδας» είναι ένα μονόπρακτο μπαλέτο που συνέθεσε ο Στραβίνσκι το 1928, παραγγελία της Ίντα Ρουμπινστάιν. Ακολούθησε νέα παρουσίασή του στην Παλαιά Μητροπολιτική Όπερα της Νέας Υόρκης από το Αμερικανικό Μπαλέτο (American Ballet), στα 1937. Ο Στραβίνσκι αναθεώρησε την παρτιτούρα του 13 χρόνια αργότερα για τον Ζωρζ Μπαλανσίν, ο οποίος χορογράφησε «Το φιλί» για το Μπαλέτο της Πόλης της Νέας Υόρκης (New York City Ballet). Στο έργο του, ο κοσμοπολίτης Ρώσος συνθέτης χρησιμοποίησε στοιχεία από πρώιμες συνθέσεις για πιάνο, καθώς και από τραγούδια του Τσαϊκόφσκι, τα οποία, όμως, απάλλαξε από κοινοτοπίες προσδίδοντάς τους νέα ενδιαφέροντα συστατικά ασυμμετρίας και γράφοντας απρόβλεπτα λεπτεπίλεπτες μελωδίες. Σημείο αναφοράς του ήταν το παραμύθι του Άντερσεν «Η βασίλισσα του Χιονιού». Το Ντιβερτιμέντο από «Το φιλί της νεράιδας» είναι η τετραμερής ορχηστρική εκδοχή του αρχικού μπαλέτου (concertante), την οποία ο Στραβίνσκι ενορχήστρωσε το 1934 και αναθεώρησε το 1949. Είχε προηγηθεί στα 1932 η μεταγραφή για βιολί και πιάνο, που ο συνθέτης είχε επεξεργαστεί σε συνεργασία με τον βιολονίστα Samuel Dushkin, ο οποίος ερμήνευε συχνά έργα του.

Η Σονάτα σε ρε ελάσσονα αρ. 3, έργο 108 είναι η τελευταία σονάτα για βιολί που συνέθεσε ο Γιοχάννες Μπραμς κατά τη δεκαετία 1878-1888 και η μοναδική που αποτελείται από τέσσερα μέρη. Είναι αφιερωμένη στον φίλο του, συνθέτη, πιανίστα και μαέστρο Χανς φον Μπύλοφ και ερμηνεύθηκε για πρώτη φορά στην Βουδαπέστη, στις 22 Δεκεμβρίου 1888 με τον ίδιο τον συνθέτη στο πιάνο και τον ξακουστό Ούγγρο δεξιοτέχνη Γένου Χούμποϋ στο βιολί. Συνδυάζει τη χαρακτηριστική μελωδικότητα και μελαγχολική κομψότητα της γραφής του σπουδαίου Ρομαντικού μουσουργού με την έντονη δραματικότητα, η οποία καθίσταται εμφανέστατη στο τελευταίο μέρος της σονάτας (Presto agitato).

O Θεσσαλονικιός Χρήστος Κανέττης, μετά την αποφοίτησή του από το Ωδείο Αθηνών, μελέτησε βιολί στο Μουσικό Πανεπιστήμιο της Βιέννης, στην Ακαδημία του Άουγκσμπουργκ, στο Ωδείο του Παρισιού και στη Σχολή Τζούλλιαρντ της Νέας Υόρκης. Έχει παρακολουθήσει μαθήματα μουσικής δωματίου με τους Φέλιξ Γκάλιμιρ και Ρόμπερτ Μαν (Κουαρτέτο Εγχόρδων Τζούλλιαρντ). Για τις μεταπτυχιακές του σπουδές (μάστερ), καθώς και για τη συνεργασία του με κορυφαίους μουσικούς (Γκίνγκολντ, Βεγκ, Πέρλμαν, Ράντος) έλαβε υποτροφίες από τα Ιδρύματα Μποδοσάκη, «Άλμπαν Μπεργκ» (Αυστρία) και Φούλμπραϊτ (Η.Π.A.), καθώς και από το Ωδείο Αθηνών. Ως σολίστ έχει δώσει πολλά ρεσιτάλ στη Βόρεια και Νότια Αμερική, στην Άπω Ανατολή, καθώς και σε μεγάλα ευρωπαϊκά μουσικά κέντρα. Έχει συμπράξει με γνωστές ορχήστρες στις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Καναδά, το Μεξικό, τη Νότια Αμερική και την Ευρώπη. Έχει εμφανιστεί επανειλημμένως σε φημισμένα φεστιβάλ συμπράττοντας με αξιόλογους καλλιτέχνες και σχήματα μουσικής δωματίου. Διετέλεσε καθηγητής βιολιού στο Πανεπιστήμιο Hofstra των Η.Π.Α. (1987-1994), ενώ από το 1995 διδάσκει βιολί και μουσική δωματίου στο Κρατικό Ωδείο του Ίνσμπρουκ και στο Μοτσαρτέουμ του Σάλτσμπουργκ.

Στο Μοτσαρτέουμ διδάσκει επίσης, εδώ και χρόνια, ο Γερμανός πιανίστας Ρολφ Πλάγκε, με τον οποίο ο Κανέττης γνωρίστηκε όταν ήταν συμφοιτητές στη Σχολή Τζούλλιαρντ της Νέας Υόρκης. Μετά το επιτυχημένο ντεμπούτο τους στο Κάρνεγκι Χωλ το 1994, οι Πλάγκε και Κανέττης έκαναν πολλές εμφανίσεις σε μουσικές σκηνές της Βορείου και Νοτίου Αμερικής, καθώς και της Ευρώπης. Ο Πλάγκε είναι απόφοιτος του Ωδείου της Βρέμης και του Μουσικού Πανεπιστημίου του Αμβούργου. Μελέτησε πιάνο με τους Μαργκούλις, Μπαντούρα-Σκόντα, Σάντορ και Καίμμερλινγκ. Είναι αποδέκτης πολλών βραβείων διεθνών διαγωνισμών (Στάινγουεϋ, «Οι νέοι παίζουν μουσική», Σενιγκάλλια, Σερένιο, «Βασίλισσα Ελισάβετ», κ.ά.) και υπήρξε ο πρώτος Γερμανός πιανίστας που έχει κερδίσει στον περίφημο Διαγωνισμό «Τσαϊκόφσκι» της Μόσχας (1990). Έχει δώσει ρεσιτάλ και συναυλίες ως σολίστ πλαισιωμένος από ορχήστρες της Γερμανίας και άλλων χωρών. Η δισκογραφία του περιλαμβάνει κυρίως συνθέσεις Μπετόβεν, Λιστ, Σκριάμπιν, Ραβέλ, Σούμπερτ, Σούμαν και Χέντσε, καθώς και όλο το πιανιστικό έργο του Πολωνού Κάρολ Συμανόφσκι.