Σύμβολο του γυναικείου λυρισμού, όπως αυτός αναπτύχθηκε στην εποχή του Μεσοπολέμου είναι η Μαρία Πολυδούρη. Εμφανίζεται στη λογοτεχνική ζωή τη δεκαετία 1920-1930 και πεθαίνει από φυματίωση σε ηλικία 28 ετών. Το όνομά της είναι συνώνυμο του λογοτεχνικού μύθου μιας  πρόωρα χαμένης νεότητας, και ενός καταδικασμένου έρωτα. Η αισθαντική ποιητική της έκφραση όμως έχει όλα εκείνα τα στοιχεία που την καθιστούν σημαντική, όχι τόσο για το στοχασμό και το βάθος των εννοιών το οποίο πραγματεύεται η Πολυδούρη στο έργο της όσο για την αγνότητα και τη συναισθηματική προσέγγιση των ιδεών της.

Η ποίησή της, συγκεντρωμένη σε ένα καλαίσθητο τόμο που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Εστία και συνοδευόμενη από επίμετρο και εισαγωγή της κ. Ντουνιά, που έχει κάνει την εξαιρετική φιλολογική επιμέλεια του βιβλίου αυτού, γίνεται η αφορμή για ένα ταξίδι στην εποχή του αθηναϊκού μεσοπολέμου, μια εποχή περασμένη που μοιάζει να έχει ανεπίστρεπτα χαθεί, παρόλα αυτά παραμένει ελκυστική μέσα στο χρόνο.

Με ιδιαίτερη ευαισθησία η κ. Ντουνιά, αναπληρώτρια καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, καταθέτει μια φιλολογική μελέτη εστιάζοντας σε ποιο βαθμό η Μαρία Πολυδούρη μπορεί να διαβαστεί από το σύγχρονο κόσμο, πετυχαίνοντας να στρέψει την προσοχή του αναγνώστη σε μια ποιήτρια που ενώ υπήρξε μια ακτινοβόλα προσωπικότητα της εποχής, μια ευαίσθητη ποιήτρια, ο κόσμος δεν την περιέβαλλε με το ανάλογο ενδιαφέρον ίσως επειδή η προσωπική της ευθραυστότητα και η μελαγχολική πορεία του βίου της δημιούργησε γύρω από το έργο της μια ελάσσονα γοητεία.

Στο συγκεκριμένο βιβλίο συγκεντρώνονται για πρώτη φορά τα ποιήματα της Μαρίας Πολυδούρη, όλα όσα έχουν εκδοθεί και μαζί τα ανέκδοτα και ημιτελή ποιήματά της και οι ποιητικές μεταφράσεις της, οι οποίες βρίσκονται στο Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (ΕΛΙΑ), και στο Αρχείο των ανιψιών της Νόρας και Ευγένιου Πολυδούρη. Επίσης υπάρχουν αθησαύριστα ποιήματά της δημοσιευμένα σε περιοδικά και εφημερίδες. Μια ανολοκλήρωτη αυτοβιογραφία και δύο ανέκδοτες βιογραφίες που έγραψε η αδελφή της. Στο  Επίμετρο υπάρχουν ακόμα μελέτες για το έργο της και το συγκεντρωμένο υλικό μάς δίνει μια κατατοπιστική εικόνα για τη ποιήτρια της θλιμμένης ευαισθησίας και τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίστηκε από τους κριτικούς αλλά και για την περίοδο της υποβάθμισής της  μετά το 1930, τότε που απαξιώνεται ο λυρισμός και η μόνη μορφή που παραμένει να κυριαρχεί από τη λογοτεχνική πραγματικότητα της εποχής τους είναι η μορφή του Καρυωτάκη.

Η ποίηση αλλά και η ζωή της Μαρίας Πολυδούρη βρέθηκαν και παραμένουν στη σκιά του αυτόχειρα ποιητή γι’ αυτό το λόγο είναι σημαντικό να την γνωρίσουμε ως μια γνήσια εκφραστή του μεσοπολεμικού ρομαντισμού, μια ποιήτρια με δικό της ύφος και στυλ, μια σημαντική γυναικεία μορφή στο χώρο της λογοτεχνίας. Άλλωστε η ζωή της δεν συμβαδίζει με τη ζωή των γυναικών του αθηναϊκού μεσοπολέμου. Η Πολυδούρη δεν είναι η γυναίκα που ζει μέσα στη σκιά ενός έρωτα. Αντίθετα γράφει, φλερτάρει, χορεύει, διασκεδάζει και μεταφράζει τους Γάλλους καταραμένους ποιητές. Όλα αυτά δεν έχουν καμιά σχέση με όλα όσα κάνει η μέση γυναίκα της δεκαετίας του ’30. Οι ορίζοντες του νου της είναι ανοιχτοί και η νέα αυτή γυναίκα γεύεται μια ελευθερία απόλυτα διαφορετική.

Η Πολυδούρη δεν εστιάζει την ποίησή της μόνο στους δύο κεντρικούς λογοτεχνικούς άξονες που είναι ο έρωτας και ο θάνατος. Μέσα σε μια  κοινωνία που ανδροκρατείται γίνεται η φωνή της γυναίκας και μια εμβληματική φυσιογνωμία που έχει άποψη και χειραφετημένη θέση. Η αρμονία, ο λυρισμός, η διαχρονικότητα  και οι λεπταίσθητες μουσικές αποχρώσεις των ποιημάτων της, ο ερωτικός τους λόγος την καθιστούν μια ποιήτρια εξαιρετικής σημασίας.

Μαζί με την επικείμενη έκδοση των πεζών της κειμένων το βιβλίο αυτό είναι η καλύτερη πηγή κατανόησης και μελέτης του έργου της και του τρόπου με τον οποίο η ποίησή της  επηρέασε τη λογοτεχνική πραγματικότητα.

Το βιβλίο «Τα ποιήματα», της Μαρία Πολυδούρη, κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Εστία.