Το δεύτερο μέρος της τριλογίας που υπογράφει ο Νίκος Γούλιας με τον τίτλο «Στα Χρόνια της ομίχλης» και υπότιτλο «Χατισέ» (εκδόσεις Ψυχογιός) είναι μια ακόμα τοιχογραφία εποχής μόνο που ο συγγραφέας αυτή τη φορά μοιάζει να γυρίζει πίσω το αφηγηματικό κουβάρι που ξετύλιξε στο πρώτο μέρος της τριλογίας με υπότιτλο «Ιάσμη».

Ταυτόχρονα καταφέρνει να στήσει εκ νέου ένα ολόκληρο σκηνικό μέσα στο οποίο θα αποκαλύψει αλήθειες και μυστικά, θα ολοκληρώσει τις ζωές των ηρώων του και θα απαντήσει σε ερωτήματα που είχαν γεννηθεί στο πρώτο μέρος της τριλογίας, θέτοντας την ίδια στιγμή νέα, τις απαντήσεις των οποίων θα γνωρίσουμε στο τρίτο μέρος.

Βρισκόμαστε στα 1876 στο Κορδελιό. Ένας άγνωστος φτάνει ξαφνικά στο σιδηροδρομικό σταθμό του Κορδελιού. Στο πανδοχείο που θα καταλύσει θα κρεμάσει τον πίνακα μιας θελκτικής γυναίκας και θα γίνει αυτός ο πίνακας ο κεντρικός άξονας αυτού του βιβλίου, γύρω από τον οποίο θα συσπειρωθούν οι υπόλοιποι χαρακτήρες και θα διηγηθούν την προσωπική τους ιστορία μέσα σε ένα ιστορικό κοινωνικό πλαίσιο που οριοθετείται από τη Βενετία του 1870, τη Σμύρνη του 1800 και το Κορδελιό του 1867. Οι πόλεις εναλλάσσονται και ανάμεσά τους το Αιγαίο και η γνώριμη από την «Ιάσμη» Χίος. Πόλεις που γίνονται αφετηρίες και προορισμοί για μεγάλους έρωτες, για μεγάλες αποκαλύψεις, για πάθη και αναταραχές.

Χαρακτήρες γνώριμοι από την «Ιάσμη», επανέρχονται, κινούν τα νήματα του συγκεκριμένου βιβλίου και κινούνται και οι ίδιοι μέσα σ’ αυτό και ανάμεσά τους η ίδια η Χατισέ, η πουλημένη ως σκλάβα στον Χουσείν Πασά και χαρισμένη στον βενετσιάνο ζωγράφο και προσωπικό του φίλο.

Ο Νίκος Γούλιας σκηνοθετεί κάθε αφηγηματικό του πλάνο με ιδιαίτερη γνώση, σκηνογραφική και φωτογραφική επιμέλεια, κάνοντας τον αναγνώστη να βλέπει κυριολεκτικά τις εικόνες που τόσο γλαφυρά περιγράφει. Κι αυτή ακριβώς είναι η δύναμη του βιβλίου του και παράλληλα ο συνδυασμός των περιγραφών αυτών με τον δομικό σχεδιασμό που επιλέγει ο Νίκος Γούλιας στην αφηγηματική προοπτική του βιβλίου του επιτρέπουν στον αναγνώστη να συλλογιστεί το χρόνο ως παρόν και ως παρελθόν, ως μέλλον και τελικά ως τον μεγάλο πρωταγωνιστή στη ζωή του ανθρώπου

Ο συγγραφέας, και τούτη τη φορά, συνδέει με αρχιτεκτονική μαεστρία το έργο του και τους ήρωές του, αποτυπώνοντας μέσα στο συγκεκριμένο χωροχρόνο που έχει επιλέξει, όλες εκείνες τις νοητικές διαβαθμίσεις που οδηγούν σε ένα σωρό αφηγηματικές ανατροπές και στήνουν το δομικό ιστό του βιβλίου.

Όταν επιτέλους δοθεί η απάντηση για το ποια είναι η Χατισέ ο αναγνώστης θα έχει τελειώσει ένα ταξίδι ανάμεσα στο χρόνο, τις πόλεις, τους ανθρώπους, την ιστορική πραγματικότητα, τους διωγμούς και τις σφαγές που χάραξαν την πορεία του Έθνους, την αρρώστια που ξεσπά και οδηγεί τους ήρωες στη Σύρο∙ θα έχει γνωρίσει τη Σμύρνη, τη Σύρο, τη Βενετία, τους μαχαλάδες και τα σοκάκια τους, τις ανατολίτικες μυρωδιές και τους ήχους, τους ανεπαίσθητους ιστορικούς χρωματισμούς που άλλοτε εγγράφονται στις κοινωνίες με ήπιο τρόπο κι άλλοτε με βία, τη τέχνη του πορτρέτου και τη «ματιά της τέχνης», βενετσιάνικα κρύσταλλα και  μυστικά και αλήθειες για φόνους και  ομίχλες που διαλύονται ή απλώνονται για να αλλάξουν τη μοίρα μιας πλειάδας ηρώων.

Το κυριότερο όμως θα έχει πάρει μέρος σε ένα παιχνίδι,  ένα αφηγηματικό παιχνίδι τελικά ανάμεσα σε δυο βιβλία και μια ανανεωμένη υπόσχεση για ένα τρίτο μέρος που θα φωτίσει ή θα συσκοτίσει ακόμη περισσότερο τη ζωή των ηρώων.

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου διαβάζουμε:

Το τρένο από τη Σμύρνη, που χειμώνα του 1876 έβγαινε από την πρωινή ομίχλη, δεν έφερνε μόνο τον ξένο. Ξοπίσω του κουβαλούσε στροβιλίζοντας και το θαλασσινό αγέρι, που πολλά χρόνια πρωτύτερα, από τη μαγευτική πολιτεία των καναλιών είχε φερμένη την οικογένεια του Βενετσιάνου ζωγράφου Πάολο στη Σμύρνη των χρωμάτων και των αρωμάτων.

Κουβαλούσε μέρες και νύχτες ενός μοιραίου έρωτα, πολλές αναμνήσεις, μεγάλα πάθη, μια δολοφονία… μαζί και έναν πίνακα με την ημίγυμνη Χατισέ, που όλους και όλα τα κοίταζε κρύβοντας επτασφράγιστα τα μυστικά της, άλαλη όπως ήτανε όχι μόνο στο κάδρο αλλά και στη ζωή της.

Από τη Σύρο και το Κορδελιό, μέχρι τη Χίο και τα Αλάτσατα, κι από την Πέργαμο ως την Πόλη, πολλών ανθρώπων οι ζωές θα διαγράψουν την τροχιά τους γύρω από τη Χατισέ, ανυποψίαστα τόσο κοντά η μία με την άλλη∙ ο Στέφανος, η Μαριώ, ο Λιωνής. Ο Ζοζέφ και η Πηνελόπη.

Ο Τζοβάνι, η Φραντσέσκα, η Αντζελίνα. Ο Χακάν και η Ακτσού. Και η Χατισέ, παντού… Ένα μυθιστόρημα που, μετά την ΙΑΣΜΗ, εξακολουθεί να ταξιδεύει τον αναγνώστη στη χαραυγή του 19ου αιώνα, σ’ εκείνα τα χρόνια τα παλιά, στα χρόνια της ομίχλης.

Δείτε για το  βιβλίο του Νίκου Γούλια, “Στα χρόνια της ομίχλης. Χατισέ”, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός, εδώ.