Με εμάς ή με τους άλλους; Μια site-specific παράσταση για τα διλήμματα που διαχωρίζουν και φανατίζουν τους Νεοέλληνες σε όλες τις φάσεις της ιστορίας τους. 

Μπορούμε άραγε να μάθουμε κάτι από την Ιστορία; Ακόμα κι αν κατανοήσουμε πώς είναι κατασκευασμένη, ακόμα κι αν καταφέρουμε να καταλάβουμε τι πραγματικά συνέβη, μπορούμε να αντλήσουμε από αυτήν κάτι χρήσιμο για τη ζωή μας ή είμαστε καταδικασμένοι, ως λαός και ως άνθρωποι, να επαναλαμβάνουμε τα ίδια λάθη; Γιατί φανατιζόμαστε σε κάθε διαφωνία; Γιατί ο διχασμός είναι παρών σε όλες τις φάσεις της ιστορίας μας;

Με το βλέμμα του σημερινού καλλιτέχνη, που προσπαθεί να καταλάβει τον μηχανισμό της εμμονικής επιστροφής των Ελλήνων στον διχασμό, η Μέντη Μέγα μάς ταξιδεύει στην Αθήνα των αρχών του 20ού αιώνα, όπου εν μέσω αντιπαραθέσεων μεταξύ φανατισμένων Ελλήνων συναντάμε μια Αμερικανίδα, την Ισιδώρα Ντάνκαν. Η Ντάνκαν, μια παθιασμένη γυναίκα και πρωτοπόρος του μοντέρνου χορού, σε δύο στιγμές της ζωής της βρέθηκε στο επίκεντρο ιστορικών γεγονότων που σημάδεψαν την ελληνική ιστορία, με φανατικές συγκρούσεις στις οποίες χάθηκαν ανθρώπινες ζωές: στη γλωσσική διαμάχη του 1903, γνωστή ως τα «Ορεστειακά», και στον Εθνικό Διχασμό του 1915. Τι σήμανε η παρουσία της για την Αθήνα της εποχής; Τι έχει μείνει και τι έχει αλλάξει από τότε; Ένα βλέμμα στην ιστορία, στο παρελθόν και στο παρόν.

Μια παραστασιακή εμπειρία που ξεκινά σαν θέατρο-ντοκουμέντο, εξελίσσεται σε site-specific εγκατάσταση και καταλήγει σε συμμετοχική περφόρμανς.

Συντελεστές

Σύλληψη & Έρευνα: Μέντη Μέγα
Χορογραφία & Σκηνοθεσία: Μέντη Μέγα, σε συνεργασία με τους ερμηνευτές
Ερμηνευτές: Κέιτ Άνταμς, Αντώνης Αντωνόπουλος, Γιώργος Βαλαής, Ζωή Δημητρίου, Μέντη Μέγα, Αλεξία Μπεζίκη, Κατερίνα Μπέλα, Περικλής Σκορδίλης
Δραματουργία: Κέιτ Άνταμς
Μουσική σύνθεση: Χρύσανθος Χριστοδούλου
Σκηνογραφία: Μάρω Μιχαλακάκου
Φωτισμοί: Τάσος Παλαιορούτας
Ενδυματολογική Επιμέλεια: Βασιλεία Ροζάνα, Λάζαρος Τζοβάρας
Κοστούμια: Βασιλεία Ροζάνα
Βοηθός χορογράφου: Βάσω Γιαννακοπούλου
Συμπληρωματική ιστορική έρευνα: Χριστιάνα Γαλανοπούλου

Επιμέλεια-κατασκευή μέρους των κοστουμιών: Δήμητρα Καπνόριζα, Άννα Κυπραίου (μαθήτριες της σχολής AVIOTI FASHION ED)

Υπεύθυνος Παραγωγής: Κωνσταντίνος Σακκάς
Συντονισμός Παραγωγής: Μαρία Βασαριώτου
Εκτέλεση Παραγωγής: Ιωάννα Βενετάκη
Οργάνωση Παραγωγής: Delta Pi

Ανάθεση & Παραγωγή: Onassis Culture/FFF
Συμπαραγωγή: Εθνικό Θέατρο 
Με την υποστήριξη του Κέντρου Έρευνας του Χορού «Ισιδώρας και Ραϋμόνδου Ντάνκαν»

Ευχαριστoύμε: τον Στάθη Λιβαθινό, τον Νίκο Παναγιωτόπουλο, την Πηνελόπη Ηλιάσκου, τον Λεωνίδα Χαλεπά και τη Σχολή Καλών Τεχνών Πύργου της Τήνου, το ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ-Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης, την Αναστασία Γαυγιωτάκη-Avioti, Διευθύντρια Σπουδών της Σχολής Μόδας Avioti Fashion ED και του τμήματος Bespoke & Haute Couture.

*Τα άτομα με αμαξίδιο  δεν θα μπορούν να παρακολουθήσουν ένα μικρό μέρος της παράστασης το οποίο θα πραγματοποιηθεί σε χώρο, στον οποίο δεν υπάρχει η αντίστοιχη πρόσβαση.

**Η διαθεσιμότητα εισιτηρίων για αγγλόφωνους θεατές είναι περιορισμένη.

Διαβάστε περισσότερα

Το Ίδρυμα Ωνάση υποστηρίζει σε βάθος χρόνου το Εθνικό Θέατρο. Πιο πρόσφατα, υπήρξε μέγας χορηγός για την πραγματοποίηση των παραστάσεων της καλλιτεχνικής περιόδου 2015-16, χορηγός εκπαιδευτικού προγράμματος της Ανωτέρας Δραματικής Σχολής του το 2017 (μετάκληση αναγνωρισμένων καθηγητών και εκπαιδευτών από Ακαδημίες και Πανεπιστήμια του εξωτερικού), ενώ για το 2018 το Ίδρυμα Ωνάση χορηγεί την εσωτερική ανακατασκευή του ισογείου του κτιρίου ΡΕΞ, στο οποίο θα μεταστεγαστεί μόνιμα η Παιδική και Εφηβική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου.

Τα γεγονότα που εκτυλίχθηκαν στην Αθήνα, από τις 6 μέχρι τις 9 Νοεμβρίου του 1903, με αφορμή τη διαμάχη δημοτικιστών και «καθαρολόγων» για τη μετάφραση ή όχι των αρχαίων τραγωδιών, έμειναν γνωστά ως «Ορεστειακά». Η μετάφραση της Ορέστειας του Αισχύλου από τον Γεώργιο Σωτηριάδη είχε μόλις ανέβει στο Βασιλικό (σημερινό Εθνικό) Θέατρο. Ενοχλημένος, ο καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής, Γεώργιος Μιστριώτης, ξεσήκωσε τους φοιτητές του να κατεβούν σε διαδηλώσεις και να διοργανώσουν συλλαλητήρια, απαιτώντας από την κυβέρνηση του Δημήτριου Ράλλη νόμο που να υποχρεώνει τους σκηνοθέτες να ανεβάζουν τις τραγωδίες στην πρωτότυπη γλώσσα. Το αίτημα δεν έγινε δεκτό και ακολούθησαν συμπλοκές των φοιτητών με τον στρατό. Πυροβολισμοί για εκφοβισμό είχαν ως αποτέλεσμα τη δολοφονία κατ’ άλλους ενός, κατ’ άλλους δύο πολιτών, καθώς και τον τραυματισμό επτά άλλων. Το 1901 είχαν προηγηθεί και πάλι βίαιες ταραχές, γνωστές ως «Ευαγγελικά», με αφορμή απόπειρα μετάφρασης των Ευαγγελίων στη δημοτική.

Με τον όρο «Εθνικός Διχασμός» αναφέρονται τα γεγονότα που έλαβαν χώρα την περίοδο 1914-1917, με επίκεντρο τη διένεξη μεταξύ του πρωθυπουργού Ελευθέριου Βενιζέλου και του βασιλιά Κωνσταντίνου Α’ αναφορικά με τη συμμετοχή της Ελλάδας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την επιλογή των συμμάχων της. Στο πλαίσιο μιας διαρκώς μεταβαλλόμενης κατάστασης στα Βαλκάνια, μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους, αλλά και λόγω των στενών σχέσεων του Παλατιού με τον Γερμανό αυτοκράτορα (Κάιζερ), ο Κωνσταντίνος επιθυμούσε την ουδετερότητα, ενώ αντίθετα ο Ελευθέριος Βενιζέλος είχε σαφώς ταχθεί στο πλευρό της Αντάντ. Μια σειρά υποσχέσεων από τις αντιμαχόμενες ξένες δυνάμεις, αλλά και πολιτικών αποφάσεων, διεκδικήσεων, εκλογικών αναμετρήσεων και αιφνιδιαστικών κινήσεων, τόσο από τον Κωνσταντίνο όσο και από τον Βενιζέλο, είχαν ως αποτέλεσμα να διχαστούν οι Έλληνες σε δύο παρατάξεις, των φιλοβασιλικών και των βενιζελικών. Η διένεξη αυτή κατέληξε σε ξένες παρεμβάσεις και εμφύλια διαμάχη, που είχε ολέθρια αποτελέσματα για τη χώρα. Η Ισιδώρα Ντάνκαν επισκέφθηκε για δεύτερη φορά την Ελλάδα τον Σεπτέμβριο του 1915, την περίοδο που η Γερμανία πρότεινε στην Ελλάδα ντε φάκτο ουδετερότητα με ανταλλάγματα. Η Ντάνκαν υποστήριξε ένθερμα τον προσωπικό της φίλο, Ελευθέριο Βενιζέλο, πιστεύοντας ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να ταχθεί στο πλευρό της Αντάντ.

Η Ισιδώρα Ντάνκαν γεννήθηκε στο Σαν Φρανσίσκο των ΗΠΑ το 1877. Πολύ νέα απέρριψε τον φορμαλισμό του κλασικού χορού και, εμπνευσμένη από την αρχαία ελληνική τέχνη, οραματίστηκε τον νέο χορό που δεν θα παραμόρφωνε το ανθρώπινο σώμα, που θα ήταν φυσικός και αυθόρμητος, που θα αντανακλούσε το παρόν, που θα έδινε μια νέα θέση στη γυναίκα. Όχι τυχαία, λοιπόν, θεωρείται πρωτοπόρος του μοντέρνου χορού. Οι ιδέες της βρήκαν πρόσφορο έδαφος στην Ευρώπη, όπου ταξίδεψε με τη μητέρα και τα αδέλφια της και τελικά παρέμεινε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της. Εκτός από τις εμφανίσεις της, που γίνονταν αντικείμενο θαυμασμού, αλλά και προκαλούσαν σκάνδαλα (λόγω της χρήσης χιτώνων που αποκάλυπταν το σώμα της), εμπνεύστηκε ένα νέο σύστημα εκπαίδευσης στον χορό και ίδρυσε σχολές.

Το 1903, η Ντάνκαν επισκέφθηκε για πρώτη φορά την Ελλάδα, οικογενειακώς. Λάτρεψε τη χώρα και τη μυητική ατμόσφαιρα του αττικού τοπίου και, μαζί με τον αδελφό της Ραϋμόνδο, έχτισαν ένα σπίτι στον λόφο του Κοπανά, στον σημερινό Βύρωνα (το οποίο στεγάζει πλέον το «Κέντρο Μελέτης Χορού Ισιδώρας και Ραϋμόνδου Ντάνκαν»). Τότε, βρέθηκε τυχαία στο επίκεντρο των «Ορεστειακών». Κατόπιν, εξασφάλισε το Βασιλικό Θέατρο για μια παράσταση που μάγεψε τα πλήθη, σύμφωνα με τον Τύπο της εποχής. Λίγο αργότερα, συνέχισε τα ταξίδια της στην Ευρώπη και ξαναγύρισε στην Ελλάδα το 1915, λίγο μετά την έκρηξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και λίγο πριν την ένταξη της χώρας μας στην Αντάντ, όπου βρέθηκε και πάλι στο επίκεντρο της πολιτικής ζωής της Αθήνας. Επέστρεψε για τελευταία φορά το 1920. Έζησε μια ζωή παθιασμένη και ελεύθερη, που σημαδεύτηκε από τραγικά γεγονότα, ενώ πέθανε με εξίσου τραγικό τρόπο στην Κυανή Ακτή της Γαλλίας, τον Σεπτέμβριο του 1927.

Η Μέντη Μέγα γεννήθηκε στην Αγγλία το 1978. Αποφοίτησε από την Κρατική Σχολή Ορχηστικής Τέχνης το 1998 και συνέχισε για μεταπτυχιακές σπουδές στη Σχολή Σύγχρονου Χορού του Λονδίνου (London Contemporary Dance School) και στο Πανεπιστήμιο του Κεντ. Εργάζεται ως χορογράφος, διδάσκει χορό και ιστορία χορού, παραδίδει εργαστήρια, γράφει άρθρα και κάνει ομιλίες γύρω από τον χορό και την περφόρμανς. Συνεργάζεται με καλλιτέχνες από διάφορα πεδία και τα τελευταία χρόνια δραστηριοποιείται στο πεδίο της προσβασιμότητας του χορού για ανθρώπους με αναπηρία. Μεγάλο μέρος της πρόσφατης δουλειάς της περιστρέφεται γύρω από θέματα ταυτότητας και νεότερης ελληνικής ιστορίας, με κεντρικό άξονα το σώμα ως σημείο τομής του προσωπικού και του συλλογικού βιώματος. Έχει πραγματοποιήσει τις παραγωγές: Ποιητικό Άσυλο (Φεστιβάλ Αθηνών, 2008), Το Μαντρόσκυλο: Μια αλληγορία για τα Media (Αθήνα και Θεσσαλονίκη, 2010), Μεταπολίτευση (Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, 2012), Sweet Abyss (Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, 2014), Transforming Me: Ένα δίγλωσσο σόλο (MIRfestival 2014, 5η Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης, 21ο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας, Danae Festival Μιλάνο 2015), Τρίπλες και Τριπλέτες (παράσταση για εφήβους στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση, 2017-18).

Το Κτίριο Τσίλλερ του Εθνικού Θεάτρου χτίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα, για να στεγάσει το Βασιλικό Θέατρο. Αρχιτέκτονας ήταν ο Ερνστ Τσίλλερ, ένας από τους πιο εξέχοντες και επιδραστικούς αρχιτέκτονες του Νεοκλασικισμού (ο ίδιος ολοκλήρωσε την Ακαδημία Αθηνών και σχεδίασε επίσης την οικία Σλήμαν, καθώς και πολλά άλλα γνωστά νεοκλασικά κτίρια). Η αίθουσα της Κεντρικής Σκηνής, χωρίς να είναι υπέρμετρα πολυτελής, αντανακλά την εκλεπτυσμένη αισθητική του Τσίλλερ. Το κτίριο εγκαινιάστηκε το 1901, δηλαδή μόλις δύο χρόνια πριν από τα «Ορεστειακά», κατά τη διάρκεια των οποίων κινδύνεψε να καεί. Λόγω χρεοκοπίας, έκλεισε το 1908. Παρέμεινε κλειστό για πολλά χρόνια και άνοιξε μόνο το 1922, για να φιλοξενήσει πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία – κατόπιν έκλεισε πάλι. Ανακαινίστηκε το 1932 και ξανάνοιξε πλέον ως Εθνικό Θέατρο.