Πρόκειται για το δεύτερο μέρος της τριλογίας-αφιερώματος του Δήμου Αβδελιώδη στον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, το οποίο ξεκίνησε με τα διηγήματα «Όνειρο στο Κύμα-Έρως Ήρως», με θεματική την αντίστιξη μεταξύ του ουράνιου και του γήινου έρωτα. Σ’ αυτό το έργο, το οποίο έχει παρουσιαστεί ξανά στο παρελθόν με μεγάλη επιτυχία, έρχονται σ’ αντιπαραβολή δύο εκ διαμέτρου αντίθετα συμβάντα: η απώλεια του θανάτου και ο θρίαμβος της ζωής.

ΤΟ ΜΥΡΟΛΟΓΙ ΤΗΣ ΦΩΚΙΑΣ (*)

Ένα μικρό κορίτσι, η Ακριβούλα, πέφτει από τον γκρεμό στη θάλασσα. Φαινομενικά, το συμβάν οφείλεται σε μια κακή συμπαιγνία, με την ακούσια συνύπαρξη των πέριξ ανθρώπων και των στοιχείων της φύσης. Ωστόσο, το αποκαλυπτικό βλέμμα του Παπαδιαμάντη εντοπίζει, χωρίς να το διατυμπανίζει, την κύρια αιτία αυτού του ατυχήματος: Η Ακριβούλα, παρασυρόμενη από τη μουσική ενός αυλητή, καθυστερεί να φτάσει στη Γιαγιά της και όταν ξαφνικά βλέπει πως έχει νυχτώσει, πανικόβλητη παίρνει τρέχοντας το λάθος μονοπάτι.

Το συγκεκριμένο διήγημα-ένα από τ’ αριστουργήματα της νεοελληνικής λογοτεχνίας-δεν γράφτηκε μόνο με σκοπό να συγκινήσει, αλλά και για να καταδείξει πως κάθε ατύχημα δεν είναι πάντα μοιραίο. Συχνά είναι αποτέλεσμα άγνοιας της ανθρώπινης αντίδρασης μπροστά στ’ απρόβλεπτα συμβάντα. Γι’ αυτό η απόκτηση γνώσης κι η εκπαίδευση των ανθρώπων είναι αναγκαία, ώστε να μπορούν από μικρά παιδιά ακόμη να υπερασπίζονται μόνοι τη ζωή τους.

ΤΟ ΚΑΜΙΝΙ

Εδώ έχουμε μια διήγηση ανείπωτου οίστρου και χαράς που πηγάζει από ένα δεκαοχτάχρονο κορίτσι, την Τούλα.Το κορίτσι αυτό θα μπορούσε να ηταν η μικρή Ακριβούλα από «Το Μυρολόγι της Φώκιας», αν δεν έχανε τη ζωή της από πανικό στα εννιά της χρόνια.

Μέσα από μια λυρικότατη εισαγωγή, που σπάνια συναντά κανείς στην παγκόσμια λογοτεχνία, το διήγημα καταλήγει να περιγράφει πάλι μια πτώση από γκρεμό. Αυτή τη φορά, όμως, είναι μια ηθελημένη πτώση ελευθερίας, με σκοπό η ηρωίδα να πέσει στην αγκαλιά του αγαπημένου της και ν’ απαλλαγεί από την θλιβερή «μοίρα» που της ετοιμάζει η οικογένειά της.

«Το Καμίνι» είναι η χαρούμενη αντίστιξη στο «Μυρολόγι της Φώκιας»: Ένας ύμνος στον έρωτα για τη ζωή. Για το καμίνι των επιθυμιών και του πάθους που πυροδοτεί και ταλανίζει τους ανθρώπους, άλλοτε με ευχάριστα κι άλλοτε με δυσάρεστα έργα, που προκαλούν όμως τη συμπάθεια-ακόμη και το γέλιο, από τον βαθμό της άγνοιας και της αθωότητας των μικρών ή των μεγάλων στην ηλικία, επίδοξων κυνηγών της ευτυχίας.

Μέσα από τις παραστάσεις του, ο Δήμος Αβδελιώδης προτείνει έναν μοντέρνο τρόπο θεατρικής έκφρασης, ο οποίος δίνει προτεραιότητα στην διαχείριση της εκφοράς του λόγου του εκάστοτε κειμένου. Μ’ αυτό τον τρόπο, η γλώσσα του Παπαδιαμάντη γίνεται απόλυτα κατανοητή και οικεία, με αποτέλεσμα η ιδιομορφία της καθαρεύουσας, όχι μόνο να μην αποτελεί εμπόδιο, αλλά απεναντίας να γίνεται η αιτία για την πηγαία συγκίνηση. Η μέθοδός του, σε συνδυασμό με την εκπληκτική ερμηνεία της ηθοποιού Αλεξίας Φωτιάδη, αποδίδουν όλο τον πλούτο των εικόνων και των συναισθημάτων των δύο διηγημάτων.

(*)Μυρολό(γ)ι το [με την ορθογραφία του χειρόγραφου του Παπαδιαμάντη], θρηνητικόν άσμα αδόμενον παρά νεκρόν κατά την κηδείαν, [Επίτομο Λεξικό Δ. Β. Δημητράκου], σε διάκριση από το Μοιρολόγι με (οι) που σημαίνει τον λόγο σχετικά με την Μοίρα, η οποία δεν είναι αποκλειστικά τραγική και θρηνητική αλλά και ακριβώς το αντίθετο.

Συντελεστές:

Το Μυρολόγι της Φώκιας & Το Καμίνι
Διηγήματα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη

Διδασκαλία ερμηνείας-Σκηνική Όψη-Σκηνοθεσία: Δήμος Αβδελιώδης
Ερμηνεία: Αλεξία Φωτιάδου
Μουσική: Βαγγέλης Γιαννάκης
Γλυπτό έργο: Αριστείδης Πατσόγλου
Παραγωγή:
Προβολή και Επικοινωνία: Βάσω Σωτηρίου-We Will