Η νέα μοναδική σειρά των εκδόσεων Μεταίχμιο «Μικρά» παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον και αξίζει προσοχής και μελέτης καθώς πρόκειται για υπέροχα διαμάντια της παγκόσμιας λογοτεχνίας, τα οποία δεν έχουν ξαναεκδοθεί στα ελληνικά. Σε αυτή την σειρά ανήκει και το διήγημα αυτό, ένα διήγημα από το οποίο εμπνεύστηκε τη δική του ιστορία ο Ντοστογιέφσκι για τον Σωσία του. Δεν είναι μόνο η σφραγίδα του μαιτρ και δεξιοτέχνη της αστυνομικής και φανταστικής λογοτεχνίας, Έντγκαρ Άλλα Πόε, είναι το γεγονός πως αυτό το διήγημα ξεδιπλώνει και αποκαλύπτει τον ίδιο του τον ψυχισμό, τον εσώτερο εαυτό του. Ο Άλλαν συναντά τον Πόε και ο Πόε τον Άλλαν μέσα από μια αφήγηση συνταρακτική, έναν διάλογο που δεν σταματά να μας εκπλήσσει με την αλήθεια του καθώς στον Γουίλλιαμ Γουίλσον καθρεφτίζονται καθαρά και δίχως ψεγάδι οι αντικρουόμενες πλευρές ενός ανθρώπου. Είναι ο ίδιος ο Πόε που πασχίζει και παλεύει να βρει απαντήσεις στα ερωτήματα που τον καίνε από την εφηβεία του, είναι η αναμέτρηση με τις αγωνίες, τους προβληματισμούς του, τις εσωτερικές και μύχιες ανησυχίες του. Ο Γουίλιαμ Γουίλσον είναι ένας διχοτομημένος άνθρωπος, ένας άνθρωπος σε σύγχυση που προσπαθεί να γεφυρώσει τις αδυναμίες του και να σταθεί δυνατός.
Αντιμέτωπος ξαφνικά με έναν άλλο άγνωστο, μυστηριώδη και μοχθηρό εαυτό
Η προσωπικότητα του Πόε παρουσιάζει ιδιαιτερότητες, κάτι που ισχύει φυσικά για κάθε φυσιογνωμία που ξεφεύγει από τα τετριμμένα και καθίσταται άξια παρακολούθησης. Ο Πόε δεν έζησε μια κανονική ζωή με την έννοια πως έζησε από νωρίς τον θάνατο των γονιών του, τον πατέρα του δεν τον γνώρισε ποτέ και η μητέρα του πέθανε από φυματίωση. Έτσι η εικόνα του θανάτου στιγμάτισε από τότε και για πάντα την ζωή του και το οξύμωρο της ιστορίας του είναι πως ο θάνατος έγινε η έμπνευσή του, ο μοχλός δημιουργίας του και το άστρο που τον έκανε να λάμψει, όσο μακάβριο και αν ακούγεται ή διαβάζεται. «Μήπως, αλήθεια, έζησα μέσα σ’ ένα όνειρο; Και μήπως τώρα πεθαίνω, θύμα της φρίκης και του μυστηρίου του πιο άγριου απ’ όλα τα επίγεια οράματα;» Ο Πόε υιοθετήθηκε από την κυρία Άλλαν η οποία συμπάθησε το νεαρό αγόρι και έτσι δίπλα στο Πόε και το Έντγκαρ συμπληρώθηκε και το Άλαν. Ο θετός του πατέρας τον έστειλε σε σχολείο στην Αγγλία και αργότερα στο Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια, εν έτει 1826.
Ο Πόε είναι μία μορφή μελαγχολική, ταραγμένη και απελπισμένη. Το έργο του όλο, το οποίο περιλαμβάνει 30 περίπου ποιήματα και άλλα τόσα διηγήματα έχει οικοδομηθεί από αυτήν την ακατάσχετη δυστυχία που τον κυνηγούσε σε όλη του την ζωή. Πριν ακόμα γεννηθεί αισθανόταν δυστυχής, κατατρεγμένος από την μοίρα, καταραμένος και βασανισμένος. Οι συγγραφικές του μαρτυρίες είναι αυτές που τον διέσωζαν κάθε μέρα από την πλήρη εξαθλίωση του είναι του και από την ολική κατάθλιψη στην οποία θα έπεφτε ίσως και πιο νωρίς αν δεν είχε για στήριγμα και αποκούμπι του την πένα του. Όλη αυτήν την ατμόσφαιρα θανάτου, τρόμου και απελπισίας βρίσκουμε έκδηλη και πρωτοστατούσα σε κάθε γραμμή των διηγημάτων και ποιημάτων του. Αυτό το βιβλίο του αποδίδει τον φόρο τιμής που αξίζει, η παρακαταθήκη του είναι αδιαμφισβήτητη. Ο Πόε εξαντλημένος από τις εξουθενωτικές του μαύρες και κακόβουλες σκέψεις μας άφησε κληρονομιά ένα έργο πλούσιο, διαχρονικό και πάντα επίκαιρο. Είναι η σκιά του, η μοναξιά του σχοινοβάτη που αναζητά την ύπαρξή του και που πάντα θα συντροφεύει τα αναγνώσματά μας όσα χρόνια και αν περάσουν καλούμενοι να περπατήσουμε σαν ακροβάτες του ονείρου του.
Τα όσα περιγράφει ο Πόε στα γραπτά του, όπως ακριβώς και εδώ, είναι απαύγασμα της δικής του τόσο ιδιαίτερης ψυχοσύνθεσης, των δικών του φόβων και αγωνιών, κάτι που εξάλλου αποτύπωσε στα κείμενα. Είναι εκείνος που αναμετρήθηκε με τα φαντάσματα της ύπαρξης του και είδε τον εαυτό του μέσα σε σκοτεινό δωμάτιο, ένα δωμάτιο λιτό και φοβήθηκε και μόνο στη σκέψη πως εκείνος, ο αδύναμος, ο ταπεινός, ο φοβούμενος τα ύψη βρέθηκε νοερά να περπατά και να οδηγείται στο χείλος της εξαφάνισης, της φυγής. Είδε τον εαυτό του σε όνειρο να βγαίνει έξω από εκείνον, να παίρνει τη γενναία πλην απαραίτητη απόφαση και να υπερπηδά το τζάμι που τον χώριζε από το απόλυτο κενό στο οποίο και τελικά αφέθηκε. Μα όλα αυτά δεν ήταν παρά μία μακάβρια φαντασίωση, ένας εφιάλτης που πάει πέρασε ή τελικά τον κατάπιαν με αυτό το πρόωρο τέλος του; Ο Πόε αντιμετωπίζει όλους τους φόβους του μέσα από τον άλλο Γουίλιαμ Γουίλσον και μιλάει για αυτόν σαν αυτός να ήταν ένα υπαρκτό πρόσωπο.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Νιώθει την παρουσία του σε κάθε του στιγμή, σε κάθε του κίνηση, ο κόσμος του καταρρέει από το γεγονός πως κυκλοφορεί όπως εκείνος ελεύθερος και τον απειλεί. Στον Γουίλιαμ Γουίλσον συγκεντρώνονται όλα εκείνα τα οποία τον κρατούν ξάγρυπνο τις νύχτες, εφιάλτες στοιχειώνουν τον ύπνο του και τρόμος τις μέρες του. Τον τρομοκρατεί το γεγονός πως δεν γνωρίζει τους σκοπούς του και δεν μπορεί να ερμηνεύει την έλευσή του, τον ταράζει κάθε του βήμα και αδυνατεί να ηρεμήσει. «Όμως ποιος και τι ήταν αυτός ο Γουίλσον; Από πού ερχόταν; Ποιες οι προθέσεις του; Κανένα απ’ αυτά τα ερωτήματα δεν απαντήθηκε ικανοποιητικά, απλώς εξακρίβωσα ότι ένα αιφνίδιο ατύχημα στην οικογένειά του τον είχε αναγκάσει να φύγει από το σχολείο του Δρα Μπράνσμπι το απόγευμα της ίδιας μέρας που είχα κι εγώ δραπετεύσει από εκεί».
Τελικά, όλο αυτό το σκηνικό που περιγράφει στα βιβλία του αντλείται από το θάρρος και το σθένος να προβεί σε τέτοιες ενέργειες αυτοματαίωσης γιατί αυτή η πράξη αποτελεί απλά έμπνευση για τις μυστηριώδεις ιστορίες του; Γιατί στροβιλίζουν το μυαλό του και τι ζητάνε από εκείνον οι ερινύες που τον πλημμυρίζουν, γιατί τον περιτριγυρίζουν και ποιος ο λόγος που τον ταλαιπωρούν; Δεν θέλει να κοιμηθεί γιατί ξέρει πως η επίσκεψη της ησυχίας είναι επώδυνη για εκείνον. Μέσα και από αυτό το διήγημα κατανοούμε τους λόγους που τον καθιέρωσαν στην μνήμη μας και τον διαβάζουμε σήμερα πιο ζωντανό και επίκαιρο όσο ποτέ μιας και οι ιστορίες του, μακάβριες και σκοτεινές και αν είναι, αποτελούν οδηγό έμπνευσης, ανάγνωσης και συλλογισμού τόσο για μικρούς όσο και μεγάλους.
Απόσπασμα από το βιβλίο «Γουίλιαμ Γουίλσον»
«Ανέκαθεν αισθανόμουν αποστροφή για το μη εκλεπτυσμένο μου πατρώνυμο και το πολύ κοινό, αν όχι πληβείο, όνομά μου. Στο άκουσμα τους, ένιωθα να δηλητηριάζομαι · και όταν, τη μέρα της άφιξής μου, κατέφθασε στο σχολείο και ένας δεύτερος Γουίλιαμ Γουίλσον, θύμωσα μαζί του που έφερε αυτό το όνομα και το σιχάθηκα διπλά, επειδή το μοιραζόμουν μ’ έναν ξένο»
Διαβάστε επίσης:
Έντγκαρ Άλαν Πόε – Γουίλιαμ Γουίλσον: Ένα σύντομο βιβλίο της λογοτεχνίας του τρόμου