Δεν

Σε αυτό μας το κείμενο, δεν θα αναφερθούμε, ούτε και θα πλατειάσουμε με τα βιογραφικά στοιχεία του Ιάκωβου Καμπανέλλη. Αυτό δεν θα συμβεί, όχι επειδή τα θεωρούμε άνευ σημασίας, αλλά επειδή θεωρούμε πως ο θεατρικός συγγραφέας, είναι πολλά παραπάνω από τον τόπο καταγωγής, τα παιδικά του χρόνια και τα σπουδαία πρόσωπα που τον επηρέασαν. Μα, όλα αυτά, συνθέτουν την προσωπικότητα και το έργο του, θα αποφανθείτε εσείς.

Βεβαίως, απαντάμε εμείς, γι’ αυτό και θα σας διηγηθούμε ιστορία του έργου του, που προκάλεσε ταραχές γιατί κατείχε την άτρωτη κοινωνικοπολιτική βάση που πήγαζε από τα βάθη της ψυχής και ολάκερης της «Ναξιώτικης» προσωπικότητας του. Κάπως έτσι, ο ίδιος και ο θίασος Καζάκου – Καρέζης φόβισε την χούντα των συνταγματαρχών και εκείνη απάντησε αναψοκοκκινισμένη και αγχωμένη με συλλήψεις.

Το μεγάλο μας τσίρκο

Ο Ιάκωβος Καμπανέλλης γράφει το θεατρικό έργο «Το μεγάλο μας τσίρκο». Γεμάτο αλληγορία, εξαπολύει επίθεση στην χούντα. Χαρακτηρίστηκε κωμωδία, αλλά για να ακριβολογούμε ήταν μια καλογραμμένη σάτιρα, σάτιρα προς την εξουσία και τη νοοτροπία που την εγκαθίδρυσε. Φυσικά εμπεριείχε και στοιχεία δράματος. Το έργο λοιπόν θέτει ως κεντρικούς του άξονες την Τουρκοκρατία, τη Μικρασιατική Καταστροφή και την Κατοχή. Θα το χαρακτηρίζαμε έργο καταγραφικό, το οποίο αποτυπώνει τη νεοελληνική ιστορία με όλα της τα δεινά. Το έργο, ανέβηκε το 1973 από τον θίασο Καρέζη – Καζάκου, για να μεταδοθεί με ευκρίνεια το βαθύ του πολιτικό νόημα στο κοινό.

Τη σκηνοθεσία ανέλαβε ο Κώστας Καζάκος με βοηθό τον Άρη Δαβαράκη, ενώ το ενδυματολογικό και σκηνογραφικό «φορτίο» σήκωσε ο Φαίδωνας Πατρικαλάκης. Τη μουσική και τα τραγούδια της παράστασης έγραψε ο Σταύρος Ξαρχάκος, τα οποία ερμήνευε επί σκηνής ο Νίκος Ξυλούρης. Η θεατρική απόδοση της σκηνής του καραγκιόζη είναι αποτέλεσμα της διδακτικής του Ευγένιου Σπαθάρη. Οι συμμετέχοντες  ηθοποιοί ήταν ονομαστικά: o Κώστας Καζάκος, η Τζένη Καρέζη, ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, ο Νίκος Κούρος, ο Τίμος Περλέγκας και ο Χρήστος Καλαβρούζος.

H αστυνομία της Αθήνας βρισκόταν παρούσα σε κάθε παράσταση και σημείωνε τις σκηνές και τα λόγια του έργου με τα οποία οι θεατές γελούσαν και χειροκροτούσαν περισσότερο, ώστε να τα καταθέσουν ως αποδεικτικά στοιχεία για τον αντιχουντικό χαρακτήρα της εκάστοτε παράστασης. Το θέατρο που παίζονταν η εν λόγω παράσταση, βρίσκονταν απέναντι από το Πολυτεχνείο, με τον θίασο να βρίσκεται πλάι στους φοιτητές.

Από την παράσταση ακούγονταν οι φράσεις: «Ψωμί, παιδεία, ελευθερία» και «Φωνή λαού- Οργή θεού». Φράσεις οι οποίες υιοθετήθηκαν και στην εξέγερση του Πολυτεχνείου από τους φοιτητές και τις φοιτήτριες. Η δίψα του λαού για τέχνη -η οποία παρόλο που είχε δεχτεί λογοκρισία από το καθεστώς αντιτίθενται στην χούντα-, φαίνεται από το γεγονός πως την παράσταση υπολογίζεται πως είδαν 300.000-400.000 θεατές. Έναν δικτατορικό Οκτώβρη, η Καρέζη συλλαμβάνεται στο σπίτι της και φυλακίζεται για έναν μήνα.

Όπως διηγείται ο Κώστας Καζάκος στην Μηχανή του Χρόνου, κατέβηκαν κάτω μαζί και καθώς της κράταγε από το χέρι, ο αστυνομικός του χτύπησε το χέρι που κράταγε το δικό της και την άρπαξαν χωρίς να ξέρει κανείς που την πάνε.

Στις 17 Νοέμβρη, όταν η Καρέζη και ο Καζάκος συνέχισαν τις παραστάσεις με ακόμα μεγαλύτερο πάθος, ενώ παράλληλα στήριξαν τον αγώνα των φοιτητών, φοιτητριών και του λαού, συνελήφθησαν και οι δύο και έμειναν στα κρατητήρια για πάνω από μία εβδομάδα. Όταν βγήκαν από τα κελιά, συνέχισαν τις παραστάσεις μέχρι και το 1974 που πρόσθεσαν και τις σκηνές που είχαν κοπεί λόγω λογοκρισίας. Στο τέλος της παράστασης, ακούγονταν το Προσκύνημα για να τιμηθούν οι νεκροί του Πολυτεχνείου.

«Πάμε κι εμείς στην αυλή του φθινοπώρου
Πίσω από τα πετρωμένα στάχυα του καλοκαιριού.
Πάμε. Κι εμείς στα παιδιά που κοιμήθηκαν

Κάτω από τα ματωμένα νύχια του περιστεριού.
Πάμε να δείς την αυλή που μεγάλωσαν

Δυο παιδιά ερωτευμένα, δύο παιδιά του καημού.

Ορέστη απ’ το Βόλο, Μαρία απ’ τη Σπάρτη
Γυρεύω το γιο μου.

Μαρία απ’ τη Σπάρτη, Ορέστη απ’ το Βόλο
Την κόρη μου θέλω.»

Ο Καμπανέλλης, η Καρέζη και ο Καζάκος όσο οι παραστάσεις παίζονταν, οδηγήθηκαν πολλές φορές στον ανακριτή. Ο πολυμήχανος Καμπανέλλης, με τις αλληγορίες και τα κρυφά νοήματα του θεατρικού του έργου, κατάφερε να μην έχει η ασφάλεια αποδεικτικά στοιχεία ώστε να τους καταδικάσει ως αντιφρονούντες. Κατάφερε με το γραπτό του να συγκινήσει τον λαό και έτσι να αποτελέσει το «μεγάλο μας τσίρκο» το καλλιτεχνικό και συνάμα πολιτικό λιθαράκι γι’ αυτό που ονομάζουμε σήμερα, εξέγερση του Πολυτεχνείου.

«Πολλοί δεν το βρήκαν αριστούργημα»

«Πολλοί δεν το βρήκαν αριστούργημα σκασίλα μου και τότε και τώρα. Ήταν όμως μια παράσταση που ξέφυγε από τα χέρια όλων μας, που θέλαμε να κάνουμε θέατρο και έγινε ένα πολιτικό γεγονός. Το να μετουσιώνεται μια θεατρική παράσταση σε ένα πολιτικό γεγονός νομίζω ότι είναι πιο πολύ από ότι μπορεί να φιλοδοξήσει ένας άνθρωπος του θεάτρου και σαν τέτοιο το χαίρομαι εγώ, το χαίρεται ο Κώστας ο Καζάκος, το χαίρεται η Τζένη η Καρέζη και ο Ξαρχάκος. Και θα ήθελα εδώ να σταματήσω και να πω μια κουβεντούλα για το έργο «Ο εχθρός λαός» το οποίο ανέβηκε το 1975 με την Μεταπολίτευση πια και που ήταν μια πρόωρη ειδοποίηση για τις δυνάμεις εκείνες που θεωρούνε εχθρό τον λαό προκαλώντας δικτατορίες ή ακραίες καταστάσεις όχι βέβαια δημοκρατικές.»

Ιάκωβος Καμπανέλλης, 1984