Ήταν γύρω στις 8.30 όταν άνοιξαν οι πόρτες του ξεχωριστού νεοκλασικού κτιρίου του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός» και το ευγενικό προσωπικό υποδέχθηκε στον πρώτο όροφο του κτιρίου τους πρώτους που είχαν καταφθάσει για ένα φθινοπωρινό μουσικό βράδυ Σαββάτου (07/10). Δέκα λεπτά μετά τις 9, την ώρα που κάποιοι αργοπορημένοι λάμβαναν ακόμα την θέση τους, χαμήλωσαν τα φώτα στην αίθουσα και ο Tigran Hamasyan εμφανίστηκε, καταχειροκροτούμενος από περισσότερα από 500 -ποικίλων ηλικιών- άτομα που γέμισαν τον χώρο. Ο Αρμένιος πιανίστας, εμφανώς χαρούμενος, αφού χαιρέτησε το κοινό, έλαβε τη θέση του στη σκηνή, έσκυψε με τον χαρακτηριστικό του τρόπο πάνω από το πιάνο και οι πρώτες νότες από το μαύρο Steinway D κατέκλυσαν την αίθουσα. Από τα πρώτα τραγούδια της βραδιάς ήταν το «Fides Tua», το  γαλήνιο «Lilac» από τον δίσκο Mockroot (2015), και το «The Cave of Rebirth».

Μεταξύ των δύο πρώτων τραγουδιών του set, υπήρξε μια μικρή παύση όπου ο Hamasyan σχολίασε έναν ήχο, όμοιο με εκείνον που προκαλεί μια ηλεκτρική γεννήτρια, που, όπως είπε, ακουγόταν έντονα από το σημείο της σκηνής που βρισκόταν, αναφερόμενος πιθανότατα στον εξαερισμό, όπως διαφάνηκε στην συνέχεια από τις επιπτώσεις της παύσης λειτουργίας του. Μετά το τέλος του πρώτου τραγουδιού, ο 30χρονος μουσικός εξαφανίστηκε από την σκηνή για μερικά δευτερόλεπτα και γύρισε χαμογελώντας και δείχνοντας ένα μπουκαλάκι νερό που κρατούσε στο χέρι του, μια κίνηση που έκανε τον κόσμο να γελάσει. Στη συνέχεια, ο Αρμένιος πιανίστας ευχαρίστησε το μουσικόφιλο κοινό που πήγε να τον παρακολουθήσει και εξέφρασε την χαρά και την τιμή του να βρίσκεται για πρώτη φορά στην Αθήνα, μια στιγμή που, όπως είπε, περίμενε πολλά χρόνια.

Στα κομμάτια που απολαύσαμε συμπεριλαμβάνονταν το αινιγματικό «Egyptian Poet» και το μελωδικά όμορφο «Etude No. 1» από τον τελευταίο του δίσκο, «Ancient Observer» (2017). Αρκετοί ήταν εκείνοι που παρακολουθούσαν την συναυλία κινούμενοι ρυθμικά στις καρέκλες τους, ενώ άλλοι απολάμβαναν τη μουσική με τα μάτια κλειστά. Ο Hamasyan, βυθισμένος στον μουσικό του κόσμο, συνεπήρε το κοινό στα εξερευνητικά ρυθμικά μονοπάτια που ενοποιούν την αρμένικη παραδοσιακή μουσική με την jazz και την progressive rock, στις κορυφαίες, κατά την γνώμη μου, στιγμές της βραδιάς στα εκπληκτικά κομμάτια «Nairian Odyssey», «Road Song» και «Ancient Observer», τα οποία χειροκροτήθηκαν ιδιαίτερα και στα οποία ο Αρμένιος κινείτο ολόκληρος ρυθμικά και στα σημεία μεγαλύτερης έντασης σηκωνόταν από το κάθισμα.

Μετά το τέλος της κανονικής διάρκειας της συναυλίας και έπειτα από ένα 2λεπτο συνεχούς, μεγάλης έντασης χειροκροτήματος και σφυριγμάτων, ακολούθησε ένα φανταστικό encore. Με το τέλος του κομματιού, κάποιοι βιάστηκαν να φύγουν χωρίς ωστόσο να έχουν προηγηθεί τα συνήθη σημάδια όπως, για παράδειγμα, το άνοιγμα των φώτων, που υποδηλώνουν ότι μια συναυλία έχει φτάσει στο τέλος της, με αποτέλεσμα κάποιοι να βρίσκονται στην είσοδο της αίθουσας και κάποιοι να έχουν ήδη φύγει, όταν ο Hamasyan εμφανίστηκε ξανά στην σκηνή για ένα δεύτερο encore, το οποίο κατέληξε, γύρω στις 11, με αποθέωση του κοινού προς τον φοβερό αυτό μουσικοσυνθέτη.

Αντιπροσωπευτικό της δεξιοτεχνίας του Hamasyan είναι όχι μόνο η ανεξαρτησία του αριστερού του χεριού, κάτι που πολλοί πιανίστες δυσκολεύονται να αποκτήσουν, αλλά και η χρήση εναλλακτικών τεχνικών όπως αυτή της σίγασης των χορδών του πιάνου με την παλάμη (palm mute) στο κομμάτι «Markos and Markos», το beatboxing, καθώς και το μελωδικό του σφύριγμα, ως συνοδευτικά του πιάνου. Οι συνθέσεις υψηλής τεχνικής δυσκολίας και η ικανότητά του Hamasyan να προκαλεί έναν ξέφρενο διάλογο ρυθμών μεταξύ των δύο χεριών κατά τον αυτοσχεδιασμό του μέσω της τεχνικής της ταυτόχρονης χρήσης διαφορετικών ρυθμών (poly-rhythm), καθώς και η άνετη εναλλαγή της έντασης και του στυλ, αποτελούν μόνο μερικά από τα πράγματα που έχουν οδηγήσει στο να θεωρείται ο Hamasyan ένας από τους καλύτερους και πιο πρωτότυπους jazz πιανίστες και να λάβει τον τίτλο του «βιρτουόζου πιανίστα».

Η αξία ενός καλλιτέχνη μπορεί πολλές φορές να μετρηθεί από τις συναισθηματικές αντιδράσεις που αυτός προκαλεί σε όσους τον παρακολουθούν ζωντανά στην σκηνή, όπου κατά τον Hamasyan, είναι και το σημαντικότερο μέρος ύπαρξης ενός μουσικού. Από την επιρροή, λοιπόν, που ασκεί η μουσική κάποιου κατά την διάρκεια της συναυλίας, όπως αυτή ζωγραφίζεται στο πρόσωπο των ακροατών, σε ένα χαμόγελο, σε ένα βλέμμα θαυμασμού ή χαράς, ακόμα και στις εκδηλώσεις σεβασμού, διαφαίνεται η σπουδαιότητα ενός μουσικού. Ο Αρμένιος πιανίστας και συνθέτης έχει επάξια λάβει εγκώμια από μεγάλους μουσικούς της jazz, όπως ο Herbie Hancock και ο Chick Corea, για αυτόν ακριβώς τον λόγο· διότι καταφέρνει και μετατρέπει τον ήχο του σε μια έντονη μουσική εμπειρία μέσα από το ανεξάντλητο πάθος, την εκφραστικότητα και το συναίσθημα που χαρακτηρίζει τις ερμηνείες του, κάτι που φανερώνει, βεβαίως, τη μεγάλη του αγάπη για την μουσική.

Όπως έχει ο ίδιος δηλώσει στο παρελθόν σε συνέντευξή του, η μεγαλύτερη πρόκληση για έναν καλλιτέχνη που βρίσκεται μόνος του στην σκηνή είναι να διατηρήσει το ενδιαφέρον του ακροατηρίου καθ’ όλη την διάρκεια της συναυλίας και να το κάνει να «ταξιδέψει». Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ο -μετριόφρων και ήπιων τόνων- Hamasyan το κατάφερε αυτό και με το παραπάνω, αφού καθήλωσε και υπνώτισε το κοινό με την εξαιρετική του εμφάνιση.

Ίσως το μοναδικό αρνητικό της κατά τ’ άλλα εκπληκτικής μουσικής βραδιάς  ήταν το γεγονός ότι, λόγω της διακοπής ή της μερικής λειτουργίας του εξαερισμού από την αρχή σχεδόν της συναυλίας, επικρατούσε στον χώρο αρκετή ζέστη. Ωστόσο, αυτό δεν θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να αποτελέσει εμπόδιο στο να απολαύσει κάποιος το κάθε λεπτό της φανταστικής μουσικής από την συνολικά 1 ώρα και 50 λεπτά που ήταν στην σκηνή ο Hamasyan. Συνολικά, το αθηναϊκό κοινό πέρασε ένα αξέχαστο μουσικό βράδυ το οποίο άφησε τους πάντες ευχαριστημένους.


Διαβάστε επίσης: 

Ο Tigran Hamasyan στον Φιλολογικό Σύλλογο «Παρνασσός»