Στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, παρουσιάζεται η δουλειά της ομάδας Grasshooper «Βάκχες» του Ευριπίδη, σε διασκευή και σκηνοθεσία του Έκτορα Λυγίζου.

Από τη Φωτεινή Τσαρδούνη

Τι να πρωτοπεί κανείς  γι’ αυτό το έργο… Γράφτηκε σε Μακεδονικό έδαφος, όταν ο ποιητής, μεγάλος πια σε ηλικία και απογοητευμένος από  τα  των Αθηνών , κατέφυγε στην αυλή του βασιλιά Αρχέλαου. Οι Βάκχες πραγματεύονται την είσοδο μια νέας θρησκευτικής λατρείας στην Ελλάδα.  Ο Πενθέας, βασιλιάς της Θήβας, ορθολογιστής της εποχής του και πολέμιος της λατρείας του Διονύσου,  φτάνει  σε σημείο να θέλει να φυλακίσει τον ίδιο τον Θεό. Ο Διόνυσος, γαλήνια σοφός ως υπερφυσικό ον , οδηγεί τον Πενθέα να κατασκοπεύσει τις Μαινάδες, οι οποίες, εκστασιασμένες,  επιδίδονται σε οργιαστική λατρεία του θεού  στον Κιθαιρώνα. Γίνεται αντιληπτός και τελικά  φονεύεται από την μητέρα του, την Αγαύη, καθώς εκείνη αναγνώρισε στο πρόσωπό του ένα νεαρό λιοντάρι.

Η παράσταση λαμβάνει χώρα στην υπόγεια σκηνή του θεάτρου. Σκοτεινή θεατρική αίθουσα που εκ των πραγμάτων αναδύει μια μυστηριακή αίσθηση. Αν μπεις από τους τελευταίους δεν θα διακρίνεις πιθανότατα τους ηθοποιούς που κάθονται στην πρώτη σειρά. Ακούς όμως. Ήχους φύσης, ξυπνήματος, του «κάτι γίνεται εδώ», αλλά δεν ξέρω  τι, μήπως παρεισφρέουν εξωτερικοί ήχοι στην αίθουσα;  Και η σκηνή μονάχα ένας λεπτός διάδρομος. Πού  θα χωρέσει το έργο εδώ; Ο πρώτος ηθοποιός  σηκώνεται. Στέκεται απλός και απλοποιημένος μέσα στα ρούχα του, μετωπικά στους θεατές. «Αν ήμουν…» σχηματίζει η φωνή του και το «μαγικό αν» αρχίζει να τρυπώνει και να εδράζεται σε όλη την αφήγηση της επικείμενης ιστορίας. Με σκυτάλη αυτό το «αν» ξεδιπλώνονται μπροστά μας οι χαρακτήρες των «Βακχών» μέσα από τα πρόσωπα των τριών ανδρών ηθοποιών ( Άρης Μπαλής, Δημήτρης Μοθωναίος, Έκτορας Λυγίζος).  Τρεις οι άνδρες υποκριτές στην αρχαία τραγωδία στα χρόνια του Ευριπίδη, τρεις και σε αυτή την παράσταση. Δεν χρειάζονται «ειδικά» ρούχα να σημάνουν ποιοι είναι . Η ενδυματολογία (Κλειώ Μπομπότη)  περιορίζεται στην καθημερινή πραγματικότητα του «λέω μια ιστορία».  Τα φωνήματα, η γλώσσα, η κίνηση είναι ήδη ένας ολόκληρος κώδικας. Οι ηθοποιοί κοιτούν στα μάτια τους θεατές και απλά αφηγούνται αυτό που εν δυνάμει θα ήταν  και ταυτόχρονα «είναι» μποροστά μας. Η ενέργεια που ρέει στα σώματά τους είναι ορατή. Όχι άσκοπες κινήσεις, αλλά συγκρατημένη ζωντάνια, χωρίς να υπάρχει τίποτα το άκαμπτο στην παρουσία τους. Συγκεκριμένες  χειρονομίες ανά σημεία του έργου που υπογραμμίζουν την μετάβαση, την μύηση στην Φύση, στο Άγνωστο, στο Διαφορετικό από το έως τώρα.

Το έργο, όσο προχωρά, χρωματίζεται και πιο έντονα. Η δύναμη του Θεού προβάλλεται μέσα από την ηρεμία του, ενώ ο έχων την εξουσία, Πενθέας, γίνεται παιδί. Ξεφεύγει από τον επιβεβλημένο ρόλο του βασιλιά, γίνεται αυθόρμητος, ξεχύνεται η παρωπιδική μανία του να υποτάξει και γίνεται αστείος. Όπως αστείος καταντά όποιος είναι τυφλωμένος και παγιδευμένος στην υποτιθέμενη γνώση του. Ο δρόμος προς τον Κιθαιρώνα, ανοίγει μαζί με τον τοίχο του σκηνικού. Αρχίζουμε να βλέπουμε με μια προοπτική, όπως όταν μαντεύουμε το μέλλον. Σκηνικό αντικείμενο ένας κύκλος φωτός, στοιχείο τελετουργίας. Το φονικό δεν αποτρέπεται και η Αγαύη επιστρέφει διχασμένη. Θύμα και θύτης,μάνα και παιδί,  ένστικτο και λογική, σώμα και ψυχή, αντίπολα που ψάχνουν τρόπο να συνυπάρξουν και να επιβιώσουν. Ο συνδυασμός απλότητας και ουσίας στην παράσταση είναι πραγματικά θαυμάσιος και τέρπων. Η διασκευή που έκανε ο σκηνοθέτης εντάσσει τα χορικά στην πλοκή του έργου και και ενδυναμώνεται έτσι αφήγηση. Η επιλογή της μετάφρασης του Χειμωνά είναι ούτως ή άλλως πολύ καλή επιλογή για να μιλήσει στο σήμερα. Η εικονοποίηση μέσα από τον λόγο είναι ισχυρή. Παράλληλα τα σώματα είναι φορείς των μεταμορφώσεων, όχι των εξωτερικών χαρακτηριστικών των ηρώων, αλλά της εσωτερικής τους μετατόπισης. Μοιάζει το σώμα να είναι το παγιδευμένο «πρέπει», ενώ η κίνηση που πηγάζει από το αόρατο έσω να’ναι  το συγκρατημένο «θέλω».

Το βάθος του έργου είναι τρομακτικά επίκαιρο.
Στο έργο του Λακλό, «Επικίνδυνες Σχέσεις», η Μαρκησία ντε Μερτέιγ διατείνεται πως είναι βολικό το κήρυγμα των ηθικών αρχών, δεν στοιχίζει τίποτα και βλάπτει μόνο εκείνους που το ακούν! Ο ψυχαναλυτής και ερευνητής Βίλχεμ Ράιχ  μιλά για την «συγκινησιακή πανούκλα» και για τον τρόμο του θωρακισμένου ανθρώπου όταν αντικρίζει κάθε εκδήλωση ζωής (Σημ.: ο όρος «θωράκιση» αναφέρεται στο συνολικό αμυντικό μηχανισμό του οργανισμού, που αποτελείται από τις ακαμψίες του χαρακτήρα και τους χρόνιους σπασμούς του μυϊκού συστήματος. Η θωράκιση  λειτουργεί ουσιαστικά ως άμυνα εναντίον της αποδέσμευσης των συγκινήσεων*) . Ο Andre Rivier στο βιβλίο του Essai sur le tragique d’ Euripide σημειώνει:  “Η αποκάλυψη ενός υπερπέραν απελευθερωμένου από τις ηθικές κατηγορίες μας και από τη λογική μας, να το θεμελιώδες θρησκευτικό γεγονός όπου στηρίζεται η τραγωδία Βάκχες”.   Ο E.R.Dodds , στο «Εισαγωγή στις Βάκχες» γράφει « έτσι το “ηθικό συμπέρασμα” των Βακχών είναι πώς αγνοούμε με μεγάλο μας κίνδυνο το αίτημα του ανθρώπινου πνεύματος για τη διονυσιακή εμπειρία. Για κείνους που δεν κλείνουν τη σκέψη τους απέναντι της, μιά τέτοια εμπειρία μπορεί να γίνει βαθιά πηγή πνευματικής δύναμης και ευδαιμονία. Αλλά εκείνοι που καταπνίγουν αυτό το αίτημα μέσα τους ή εμποδίζουν τους άλλους να το ικανοποιήσουν, το μεταμορφώνουν, με αυτή τους την ενέργεια, σε μιά δύναμη αποσύνθεσης και καταστροφής, μιά τυφλή φυσική ανάγκη που σαρώνει και τον αθώο μαζί με τον ένοχο.» Και σε κάποιο άλλο σημείο γράφει για τον Ευριπίδη « Λες και η ανανεωμένη επαφή με τη φύση, στην άγρια χώρα της Μακεδονίας, και το ξύπνημα, μέσα στη φαντασία, μιας παλιάς ιστορίας θαυμάτων, ελευθέρωσε μιαν ανάβρα μέσα στο νου του ηλικιωμένου ποιητή και αποκατάστησε την επαφή με κρυμμένες πηγές δύναμης, που τις είχε χάσει μέσα στο αφύσικο, υπερδιανοούμενο περιβάλλον της Αθήνας στο τέλος του 5ου αιώνα, ώστε να βρει μιά διέξοδο για συναισθήματα που χρόνια ολόκληρα στριμώχνονταν προσπαθώντας ν’ ανέβουν στη συνείδηση του χωρίς να βρίσκουν την πλέρια τους εκφράση.

Αν διαβάσατε προσεχτικά όλα τα παραπάνω, δείτε την παράσταση και έχετέ τα στο πίσω μέρος του μυαλού σας. Προσπαθείστε να την παρακολουθήσετε όσο πιο ανοιχτά μπορείτε, αναγάγετε όλα τα παραπάνω στον άνθρωπο του σήμερα και … τα συμπεράσματα δικά σας μεν, μοιραστείτε τα και συζητήστε τα δε…

*Από το βιβλίο «Τα παιδιά του Μέλλοντος» του Βίλχεμ Ράιχ.