Η πολυπρισματικότητα είναι στη φύση των έργων του Σαίξπηρ, όσο είναι και στην ίδια τη φύση. Τα πρόσωπά του συνθέτουν διαρκώς

Από τη Μαριάννα Παπάκη

νοήματα, επιδέχονται εσαεί νέες ερμηνείες και αποτελούν – αν δεν κατανοηθεί η ανθρώπινή τους υπόσταση – άλυτο μυστήριο ή υπερφυσικά όντα της φαντασίας, μακριά από τον μέσο θνητό. Λάθος. Ο Σαίξπηρ έχει, με χειρουργική ακρίβεια, πλάσει τους χαρακτήρες του βαθιά ανθρώπινους, τρομακτικά πραγματικούς• τόσο που η επαφή μας μαζί τους να μοιάζει με εφιαλτικό καθρέφτη που ή θέλουμε να σπάσουμε ή να πείσουμε τον εαυτό μας πως είναι δυνατό να βλέπουμε την αντανάκλαση όχι του θνητού αλλά του «άλλου», όπως θα’ λεγε και ο Σαρτρ με τα ίδια πάντα κολασμένα αποτελέσματα. Ο «Μακμπέθ» (1605-1606) είναι ίσως το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα από τα έργα του Ελισαβετιανού συγγραφέα για τα προαναφερθέντα χαρακτηριστικά.

Ο Θωμάς Μοσχόπουλος δεν έκανε το λάθος να θεωρήσει τα πρόσωπα του «Μακμπέθ» μεταφυσικά ή εξωπραγματικά. Κατά την ταπεινή μου όμως γνώμη, δεν «μετέφρασε» σωστά τα όρια που δίνει ο Σαίξπηρ στον μέσο θνητό. Πολλοί υποστηρίζουν πως ο Μακμπέθ είναι πιο κοντά στον άνθρωπο απ’ ό, τι οι άλλοι Σαιξπηρικοί ήρωες. Ίσως. Στον άνθρωπο όμως τη στιγμή που από τη μία πλευρά του ορίου περνά στην άλλη. Και η κατανόηση αυτής της στιγμής είναι μεγάλη υπόθεση.

Ο Μακμπέθ του Θωμά Μοσχόπουλου ερμηνεύτηκε από τον Αργύρη Ξάφη σαν ένα έρμαιο της συζύγου του, σαν ένας δειλός που από τη μια στιγμή στην άλλη αποτολμά να σκοτώσει τον βασιλιά και να πάρει την εξουσία. Ο Μακμπέθ όμως δεν είναι ο επικίνδυνα φιλόδοξος Ριχάρδος ο Γ΄ (1592-1593). Ο Σαίξπηρ έχει δημιουργήσει έναν περισσότερο πολύπλοκο ήρωα πιο κοντά στην ανθρώπινη ψυχοσύνθεση. Ο Μακμπέθ δεν δειλιάζει απλώς. Έχει επίγνωση του αμαρτήματος του φόνου. Φονεύει όχι μόνο για να πάρει την εξουσία αλλά για κάτι βαθύτερο. Για να αποδείξει στη Λαίδη Μακμπέθ και στον εαυτό του τον ανδρισμό που η σύζυγός του, έχει αφανίσει. Ο κύκλος του αίματος έχει αρχίσει και θα κλείσει μόνο με το αίμα του ίδιου του κεντρικού προσώπου.

Το ζεύγος Μακμπέθ, δεν είναι ένα φιλόδοξο και αδίσταχτο ζευγάρι του 1ου Παγκοσμίου Πολέμου (περίοδος που ο σκηνοθέτης τοποθέτησε χρονικά την παράσταση) που χορεύει σουίνγκ, υποκρίνεται και σχεδιάζει, ανάμεσα σε στροφές, εγκλήματα προς όφελός του. Είναι ένα ζευγάρι που υποκρίνεται μεταξύ του, που ασφυκτιά, φέρνοντας στο νου (γιατί όχι;) ακόμα και τον αδυσώπητο κόσμο όπου ζουν τα ζευγάρια του Μπέργκμαν.  Η τραγικότητα του Μακμπέθ έγκειται στο ότι περνάει τη διαχωριστική γραμμή μέσα του, γνωρίζοντας τη φύση του εγκλήματός του αλλά μη λαμβάνοντας υπ’ όψη του τη συνείδηση που εμφανίζεται εφιαλτική – όπως οι ερινύες – ακριβώς γιατί είχε συναίσθηση της φρίκης που ΈΠΡΕΠΕ να γεννήσει «παγιδευμένος» στην συμπλεγματική αντιμετώπιση της Λαίδης Μακμπέθ. Δυστυχώς ο Μακμπέθ του Αργύρη Ξάφη δεν ήταν ούτε, ένας έστω από τους «Μακμπέθ του Σαίξπηρ».

Η Άννα Μάσχα ήταν πιο πειστική ως Λαίδη Μακμπέθ και αν η σκηνοθεσία αναδείκνυε την ηρωίδα σε μια «δικαιολογημένη» γυναίκα – του ύψους της Κλυταιμνήστρας, της Φαίδρας ή ακόμα και της Μήδειας – της οποίας οι αποτρόπαιες πράξεις δεν είναι απλώς οι πράξεις μιας κακομαθημένης και άμετρα φιλόδοξης στρίγγλας αλλά μιας γυναίκας – άμετρα φιλόδοξης, ναι – στεγνής όμως ερωτικά και «ματαιωμένης» μητρικά, ίσως βλέπαμε στο πρόσωπο της ώριμης υποκριτικά Άννας Μάσχα, μια υπέροχη ερμηνεία.

Ο Θωμάς Μοσχόπουλος επέλεξε να υποστηρίξει την παράστασή του με βίντεοπροβολές, εντυπωσιακά σκηνικά, ηχητικά εφέ, χορό. Τα σκηνικά και τα κοστούμια της Έλλης Παπαγεωργακοπούλου εναρμονισμένα με το πνεύμα του σκηνοθέτη, έμοιαζαν όμως να μην υποστηρίζονται και έτσι πολλές φορές κυριαρχούσαν του λόγου. Η μετάφραση του εξαιρετικού συγγραφέα Δημήτρη Δημητριάδη αποδείχτηκε κάπως «δύσκαμπτη» θεατρικά.

Ο μελετητής Γιαν Κοτ, αναφέρει μεταξύ άλλων για τον Μακμπέθ μετά τον φόνο του Ντόνκαν: «Αυτό είναι το όριο της εμπειρίας που φτάνει ο Μακμπέθ. Μπορεί να ονομαστεί “εμπειρία του Άουσβιτς”. Έχει φτάσει σ’ ένα κατώφλι, που πέρα από αυτό τα πάντα είναι εύκολα». Και πράγματι, η σύνθεση του χαρακτήρα Μακμπέθ, ίσως είναι πιο κοντά στη φρικαλεότητα του ανθρώπου στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (με αφορμή την παράσταση που τοποθετείται χρονικά στον Α΄). Πιο κοντά στο όριο που αν το περάσει ο άνθρωπος μετά δεν υπάρχει επιστροφή και για όποιους λόγους και αν έχει δώσει αρχή στη φρίκη, στο τέλος η τιμωρία είναι αναπόφευκτη όπως αναπόφευκτη είναι η “επιλογή” του Μακμπέθ την κρίσιμη ώρα.

Δυστυχώς αυτή την κόψη του ξυραφιού στην επιλογή, στην απόφαση, στην ερμηνεία, ακόμα και στη φωνή, δεν την διέκρινα στην παράσταση του Θωμά Μοσχόπουλου του οποίου οι προγενέστερες παραστάσεις έργων του Σαίξπηρ («Πολύ κακό για το τίποτα», «Με το ίδιο μέτρο» και «Δωδέκατη νύχτα») υποκειμενικά αλλά και κατά γενική ομολογία γεφύρωναν την όποια απόσταση του κειμένου με τους θεατές.

Συντελεστές

Μετάφραση: Δημήτρης ΔημητριάδηςΣκηνοθεσία: Θωμάς Μοσχόπουλος Σκηνικά-Kοστούμια: Έλλη Παπαγεωργακοπούλου Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος Βοηθός σκηνοθέτης: Τάσος Αγγελόπουλος

Επιμέλεια κίνησης: Χρήστος Παπαδόπουλος

Βοηθός σκηνογράφου-ενδυματολόγου: Ευαγγελία ΘεριανούΒ΄Βοηθός σκηνογράφου-ενδυματολόγου: Μαγδαληνή ΑυγερινούΒοηθός φωτιστή: Σοφία ΑλεξιάδουΣκηνικές κατασκευές: Αριστοτέλης Καρανάνος, Kamel Boussahssa (βοηθός)

Κατασκευή μεταλλικής σκάλας: Κωνσταντίνος Καΐρης

Ερμηνεύουν: Αργύρης Ξάφης, Άννα Μάσχα, Ξένια Καλογεροπούλου, Κώστας Μπερικόπουλος, Θάνος Τοκάκης, Γιώργος Χρυσοστόμου, Αστέρης Πελτέκης, Γιώργος Παπαγεωργίου, Δημήτρης Νασιούλας, Κωνσταντίνος Βουδούρης

Φωτογραφίες: Σταύρος Πετρόπουλος

18 Ιανουαρίου – 25 Φεβρουαρίου 2012 (εκτός Δευτέρας-Τρίτης), 20:30