Η Τζέινι στα δεκάξι της πιάστηκε ν’ ανταλλάσσει φιλιά με κάποιον, και τότε η γιαγιά της την παντρεύει άρον-άρον μ’ έναν εξηντάρη κτηματία. Η Τζέινι δεν το βάζει κάτω· ανήσυχο πνεύμα, ψάχνει να βρει την ταυτότητά της και, μέσα από χαρές και λύπες, μαθαίνει την αγάπη και επιτέλους συμφιλιώνεται με τον εαυτό της.

Όταν πρωτοεκδόθηκε, το 1937, το Τα μάτια τους κοιτούσαν τον Θεό, με πρωταγωνίστρια μια υπερήφανη, ανεξάρτητη μαύρη γυναίκα, οι άνδρες κριτικοί το αγνόησαν ή το απέρριψαν. Εκτός κυκλοφορίας σχεδόν σαράντα χρόνια, επανακυκλοφόρησε το 1978 και έκτοτε θεωρείται ως το πιο πολυδιαβασμένο βιβλίο της αφρο-αμερικανικής λογοτεχνίας.

Η Τζέινι Κρόφορντ μιλά με αμεσότητα για τη ζωή της, τους γάμους της, την επιθυμία της να μη λειτουργεί ούτε ως υποζύγιο ούτε ως διακοσμητικό στοιχείο δίπλα στον άντρα.

Διακηρύσσει ότι ακολούθησε δυο πράγματα στη ζωή της: πρώτα-πρώτα ότι βγήκε εκεί έξω μόνη της ν’ αντιμετωπίσει τη ζωή και ύστερα ότι έψαξε να βρει την ευτυχία, κάτι διόλου απλό και εύκολο.

Η Άλις Γουόκερ, η συγγραφέας του Πορφυρού Χρώματος, παραδέχεται ότι δεν υπάρχει γι’ αυτήν πιο σπουδαίο βιβλίο απ’ αυτό. «Μου μιλά μ’ έναν μοναδικό τρόπο που κανένα μυθιστόρημα, παλιότερο ή νεότερο, δεν το καταφέρνει».

«Για μένα το Τα μάτια τους κοιτούσαν τον Θεό, είναι ένα από τα σπουδαιότερα μυθιστορήματα του 20ού αιώνα… Δεν υπάρχει βιβλίο που ν’ αγαπώ περισσότερο απ’ αυτό», παραδέχεται και η πολυβραβευμένη αγγλίδα συγγραφέας Ζέιντι Σμιθ.

Ζόρα Νιλ Χέρστον – Βιογραφικό:

Μυθιστοριογράφος, ανθρωπολόγος, θεατρική συγγραφέας, σκηνοθέτιδα και δοκιμιογράφος, η Ζόρα Νιλ Χέρστον γεννήθηκε στην Αλαμπάμα το 1891 και είναι μία από τις ηγετικές φυσιογνωμίες του κινήματος της Αναγέννησης του Χάρλεμ.

Η πολυβραβευμένη συγγραφέας του Πορφυρού Χρώματος Άλις Γουόκερ την επανανακάλυψε τη δεκαετία του 1970 και έκτοτε η Ζόρα Νιλ Χέρστον θεωρείται μία από τις ζωντανές και ευρηματικές φωνές της αμερικανικής λογοτεχνίας. Περίτεχνη και εικονοκλάστρια, αγωνίστρια που άνοιξε δρόμους, λατρεύτηκε από τους αναγνώστες των βιβλίων της και συγγραφείς όπως η Μάγια Αγγέλου, η Ζέιντι Σμιθ και ο Πολ Μπίτι τη σέβονταν και την τιμούσαν. Η Τόνι Μόρισον τη θεωρεί από τις μεγαλύτερες συγγραφείς της εποχής μας. Το όνομά της ξεχώριζε επίσης για τις απόψεις της περί αθεΐας και την πεποίθησή της για την κοινωνική συσσωμάτωση των μαύρων με τους λευκούς.

Το Τα μάτια τους κοιτούσαν τον Θεό καθιερώθηκε ως ένα από τα πιο διαβασμένα βιβλία της αφρο-αμερικανικής λογοτεχνίας. Θεωρείται ως το κορυφαίο έργο μιας υποτιμημένης συγγραφέα, ένα εμβληματικό αριστούργημα για τις ελεύθερες γυναίκες που δεν χρειάζονται το έλεος ή τον οίκτο των άλλων.

Σημαντικά έργα της είναι το Mules and men (1935), μια ανθολογία για την αφρο-αμερικανική λαογραφία στη Βόρεια Φλόριντα και το Voodoo and Life in Haiti and Jamaica (1938) , μια μελέτη για τις τελετουργίες στην Τζαμάικα και την Αϊτή.