Του Γιάννη Αντωνιάδη

Θα έχετε καταλάβει από τα μέχρι τώρα κείμενά μου πως είναι μεγάλη μου η αγάπη μου για την ζωή προσωπικοτήτων, οι οποίες κατάφεραν με τα πεπραγμένα τους να χαράξουν διαδρομές και να ανοίξουν μονοπάτια για να διαβούν οι επερχόμενοι αντάξιοί τους. Σε αυτήν την κατηγορία κατατάσσω την Κοκό Σανέλ, την γυναίκα-δημιουργό-στοχαστή που κατάφερε να ορίσει την μοίρα της και να διαπρέψει αθόρυβα με την δημιουργικότητά της σε έναν χώρο όπου ο ανταγωνισμός είναι κάτι παραπάνω από αδυσώπητος και σε μία εποχή που δύσκολα μία γυναίκα μπορούσε να αναδειχθεί πρωτοπόρος σε έναν τομέα όπως η μόδα. Η Σανέλ, αυτή η ατίθαση γάτα της υψηλής ραπτικής ήταν κάτι παραπάνω από σχεδιάστρια. Διαβάζοντας το βιβλίο του Paul Morand, αντιλήφθηκα σε όλο το μεγαλείο την ευστροφία της, την φιλόσοφο που έκρυβε μέσα της, πως έβλεπε δηλαδή τις ανθρώπινες σχέσεις και την ζωή την ίδια και κυρίως την μετριοφροσύνη που την χαρακτήριζε ακόμα και όταν ανέβαινε τα σκαλιά της δόξας.

Αυτή η Εντίθ Πιάφ της ραπτικής, λόγω του άστατου βίου της και της έντονα δραματικής παιδικής της ηλικίας φρόντισε να ενθουσιάσει τις κυρίες της εποχής με τα κομψοτεχνήματά της, να καθιερώσει έναν τρόπο προσέγγισης της τέχνης που ονομάζεται ενδυμασία. Είμαι βέβαιος πως οι κυρίες θα συμφωνήσετε μαζί μου καθώς ποια από εσάς δεν έχει φορέσει κάτι από Σανέλ ή κάτι που εμπνεύστηκε η Σανέλ και παραλλάχτηκε στον χρόνο; Είναι γεγονός πως τα σχεδιαστικά της αριστουργήματα είναι διαχρονικά και φωτίζουν γενιές και γενιές σχεδιαστών. Η Σανέλ κινούνταν σε καλλιτεχνικούς κύκλους και συναναστρεφόταν ανθρώπους όπως ο Πικάσο, ο Κοκτώ, ο Μπρετόν και πολλούς άλλους πρωταγωνιστές των εικαστικών του μεσοπολέμου. Ποιητές, ζωγράφοι, φιλόσοφοι ανήκαν στον κύκλο επαφών της και δίχως αμφιβολία οι συζητήσεις της μαζί τους καθόρισαν την ήδη ώριμη και μεστή σκέψη της για να της προσδώσουν τον ρόλο της ηγέτιδας και της καθοδηγήτριας.

Για να επανέλθω στην παιδική της ηλικία και στις σχέσεις της από εκεί και εις το εξής, ήταν ένα κορίτσι που δεν ευχαριστήθηκε τα παιδικά της χρόνια καθώς έζησε σε ορφανοτροφείο λόγω του γεγονότος πως η μητέρα της πέθανε νωρίς και ο καθόλου τρυφερός πατέρας της την παράτησε δίχως δεύτερη σκέψη. Έτσι μεγάλωσε υπό την κηδεμονία καλογριών και υπό πολύ αυστηρές συνθήκες για την τότε εποχή, μιλάμε για τις αρχές του προηγούμενου αιώνα όταν δεν υπήρχε ούτε κινητό, ούτε μηνύματα, ούτε τίποτα από όλα αυτά που τα σημερινά νεαρά κορίτσια απολαμβάνουν. Ίσως αν το καλοσκεφτεί κανείς οι πολύ αυστηρές γραμμές που την χαρακτήρισαν στην πορεία και τα χρώματα που επέλεξε για τις γραμμές αυτές να είναι αποτέλεσμα αυτών των θλιβερών και στενάχωρων για την ίδια χρόνων. Το μαύρο ειδικά ήταν ένα από τα αγαπημένα της χρώματα και αυτό γιατί συνδύαζε στο μυαλό της τα ρούχα των καλογριών. Ήταν ένα χρώμα ουδέτερο, συνυφασμένο με την ανθρώπινη υπόσταση και το πεπρωμένο της. Τελικά, το μαύρο και το άσπρο που επίσης χρησιμοποιούσε ήταν το σήμα κατατεθέν της, τα καπέλα της είχαν ως βάση τους αυτά τα χρώματα και οι παραγγελίες των τότε κυριών αλλά και των κυρίων για τις κυρίες τους προς τα εκεί κατευθύνονταν.

Αυτή η μικροκαμωμένη κυρία με το σκυλάκι, όπως θα έλεγε ο Τσέχωφ, με τα δημιουργήματά της κατόρθωσε να εισβάλει με το έργο της στις ενδυματολογικές συνήθειες πλουσίων και αριστοκρατών και να τους καταστεί αναγκαία. Οι παραγγελίες έρχονταν πληθώρα και η ίδια απλά εδραίωνε την κυριαρχία της. Είχε χαρακτήρα πολύ ανθρώπινο και προσιτό και αυτό την έκανε ιδιαίτερη στα μάτια των κυριών τις οποίες έντυνε αλλά και στα μάτια των ανδρών που την έβρισκαν άκρως γοητευτική και σαγηνευτική. Η αίγλη της προσωπικότητάς της μετέτρεπε τα κάθε λογής αρσενικά σε θερμότατους θαυμαστές της. Αυτό όμως που θέλω να σημειώσω με πάθος και να υπογραμμίσω είναι το ανθρώπινο, το ανιδιοτελές και το φιλεύσπλαχνο του χαρακτήρα της καθώς, έχοντας η ίδια περάσει δύσκολες καταστάσεις ψυχολογικές όσο και οικονομικές, δεν αρνιόταν την βοήθεια σε κανέναν και σε καμία. Ακόμα και όταν αυτή η βοήθειά της δεν αναγνωριζόταν εκείνη κοιμόταν με ήσυχη την συνείδησή της. Το μεγαλείο της γυναικός και το ευθύ του χαρακτήρα της ήταν τέτοιο που είχε τον σεβασμό και την εκτίμηση όλων ακόμα και αν ήταν αντίπαλοί της.

Η ίδια δεν φοβήθηκε ποτέ την δουλειά, δούλευε αμέτρητες ώρες πρωί και βράδυ για να τελειοποιήσει και να μεταμορφώσει τις σκέψεις της σε δημιουργία, θα έλεγε κανείς ότι δούλευε σε ρυθμούς που ούτε άντρας θα τα κατάφερνε. Έδινε όλο της τον εαυτό σε αυτό που η ίδια είχε ταχθεί να υπηρετήσει και αυτό ας είναι φωτεινό δίδαγμα για την σημερινή εποχή που το χρήμα έχει αλλοιώσει αξίες και αρχές. Δεν παρέβη ποτέ την ηθική της απλά για να κερδίσει χρήματα και παρέμεινε ήπιων τόνων γιατί απλά δεν είχε την ανάγκη να επιβεβαιωθεί, είχε το γνώθι σ’ αυτόν και της αρκούσε που η δουλειά της έπαιρνε σάρκα και οστά, χαιρόταν να συμβουλεύει και να ράβει ακόμα και η ίδια, ποτέ δεν είδε την μόδα αφ’ υψηλού γιατί για εκείνη ήταν λειτούργημα.

Ο συγγραφέας, που έτυχε να την γνωρίσει, σκιαγραφεί με γενναιοδωρία και θέρμη που αρμόζει σε ένα τέτοιο πρόσωπο, όλα όσα η ίδια έζησε σε μορφή σημειωματάριου που όμως κυλάει σαν μυθιστόρημα. Καταθέτει όλες τις ενδόμυχες σκέψεις, καταγράφει όλες τις πικρίες, τις χαρές, τις απόψεις της και μας τις παραθέτει για να μπούμε στο πετσί αυτής της κυρίας με κεφαλαία. Έχει τονίσει επανειλημμένως και τις αδυναμίες της και τα τρωτά της σημεία καθιστώντας με αυτόν τον τρόπο αυτήν την βιογραφία ένα καθαρό και αληθινό προσωπείο, χωρίς κερί όπως έλεγαν για κάποιον γλύπτη όταν αυτός φρόντιζε να μην κουκουλώνει τα σημεία ενός αγάλματος για να βγει τέλειο, είναι μία έκφραση που νομίζω πως κουμπώνει άριστα σε αυτήν την γυναίκα. Η ευαισθησία της, η αισθητική της, η λεπτότητα των τρόπων της και το χιούμορ που την αντιπροσώπευε προκύπτουν από κάθε σελίδα αυτής της τόσο πλούσιας σε λεπτομέρειες βιογραφίας. Το κείμενο διανθίζεται με σχέδια ενός από τους μεγαλύτερους εν ζωή σχεδιαστές μόδας της σύγχρονης εποχής, τον Καρλ Λάγκεφερλντ και μας προσκαλεί εμμέσως πλην σαφώς να γνωρίσουμε την Κοκό και να την κάνουμε δική μας, μέσα από τις εικόνες που προσεγγίζουν το ακατέργαστο της μορφής της. Είναι όλα τα σχέδια ασπρόμαυρα ακριβώς όπως η ίδια επέλεξε να κινηθεί χρωματικά, ο Λάγκερφελντ έμεινε λοιπόν πιστός στα θέλω της.

Κλείνοντας αυτό το παράθυρο της ζωής της Κοκό Σανέλ που για αυτήν είναι αρκετό μιας και σε όλη της την ζωή αρκέστηκε στα λίγα και καλά, είναι συγκινητικό και συνάμα διδακτικό να διαβάσουμε με προσοχή και να μελετήσουμε μία μία τις γραμμές καθώς τα διδάγματα που άφησε ως παρακαταθήκη πέρα από τα γνωστά σε όλους μας σχέδια της είναι κάτι παραπάνω από θησαυρός, σας καταθέτω δύο από τις πολλές της ρήσεις. Δήλωνε λοιπόν: «Η περιποίηση της ομορφιάς πρέπει ν’αρχίζει από την καρδιά και την ψυχή, αλλιώς τα καλλυντικά δεν χρησιμεύουν σε τίποτε». Και κάτι ακόμα: «Μόνο μ’ αυτό που δεν διδάσκεται μπορείς να επιτύχεις».